Για είκοσι περίπου χρόνια της ζωής μου, από την τελευταία ημέρα μου στο πανεπιστήμιο, ξυπνούσα κάθε πρωί με τη θλιβερή προοπτική ότι για άλλη μία πολύτιμη ημέρα, θα πουλούσα τον χρόνο μου και την ψυχή μου στον πλειοδότη σε αυτή τη μεγάλη φάρσα που λέγεται εργασία. Για τις δύο αυτές μακρές δεκαετίες, η εργασία ήταν κάτι που έκανα με συνέπεια, υπάκουα, και ως επί το πλείστον ασυνείδητα.
Σήμερα όμως, όπως και όλες τις ημέρες μου τώρα, δεν ξυπνώ με τέτοια προοπτική.
Είναι μια ώρα πριν ο ήλιος στείλει τις πρώτες ακτίνες της ημέρας μέσα από τις στρατιές των φοινικόδεντρων που είναι παραταγμένες σε μια ευθεία στην άκρη του κόλπου. Είναι η τελευταία ημέρα της τρέχουσας διαμονής μου εδώ στην παραλία Σορακέ της Σουματέρα. Σκοπεύω να ανταλλάξω την ημέρα αυτή, όταν εμφανιστεί, για μια διαρκή εντύπωση στο μυαλό μου όλων των πραγμάτων εκείνων που εκτιμώ περισσότερο σε αυτό το μέρος και τους ανθρώπους του. Θα δωρίσω την ημέρα σε μ ια αναθεώρηση κάποιων από τα αγαπημένα μου πράγματα.
Υπάρχει ήδη αρκετό φως έξω για να περιηγηθώ στην προβλήτα και να περπατήσω πίσω από εκεί που σπάνε τα κύματα, και να πάρω θέση για τα τελευταία τέλεια κύματα που θα καβαλήσω για λίγο. Σηκώνομαι από το κρεβάτι, παίρνω το χαλάκι της γιόγκα και το ξεδιπλώνω ακριβώς έξω από το βαν μέσα στο οποίο ζω, πάνω στο χαλίκι, σηματοδοτώντας την έναρξη του μοναδικού υποχρεωτικού καθημερινού τελετουργικού μου. Η δική μου δουλειά του τρελού επιστήμονα του Qi Gong, του Pilates και της γιόγκα ξεθωριάζει στα οστά και τους μυς μου. Ένας κόκορας, ίσως δύο, ανακοινώνει ότι θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε ώρα. Τελειώνω τις ασκήσεις μου, αλλάζω το χαλάκι μου με τη σανίδα του σέρφιν και αλείφω το πρόσωπο μου με λευκή κρέμα ψευδαργύρου. Η μάσκα χρησιμεύει ως προστασία από τον ήλιο, αλλά την φορώ κυρίως επειδή η μυρωδιά μου θυμίζει κάτι, ίσως τις ανέμελες ημέρες της παιδικής μου ηλικίας. Ποιος ξέρει τι θυμίζει το οσφρητικό σύστημα.
Περπατώ κατά μήκος του στρωμένου με χαλίκι χώρου πάρκιν, το πιο πρόσφατο σπίτι μου, και στην αρχή του οδοντωτού και βραχώδους σημείου που με χωρίζει από τα μαύρα περιγράμματα των λίγων σέρφερς που έχουν πάρει ήδη τη θέση τους στη σειρά. Άδεια, πρώιμα κύματα είναι το πολύτιμο πράγμα εδώ, αλλά αυτή τη στιγμή το μόνο στο οποίο εστιάζομαι είναι να κατέβω τα όχι και τόσο καλά φωτισμένα ακόμη πέτρινα σκαλιά που θα με οδηγήσουν στο βαθύ νερό πίσω από τους κυματοθραύστες. Μπορώ να διακρίνω τρεις σέρφερς. Είναι όλοι ξένοι. Οι ντόπιοι σέρφερς δεν συνηθίζουν να βγαίνουν για σέρφιν νωρίς – παίρνουν τον χρόνο τους, όπως κάνουν με τα περισσότερα πράγματα που κάνουν.
Η Εργασία Είναι μια Μικρή Ανάγκη
Όχι μόνον οι σέρφερς, αλλά όλοι οι ντόπιοι χωρικοί, αποφεύγουν τη βιασύνη. Αποφεύγουν να είναι απασχολημένοι. Αυτό είναι αξιοσημείωτο κυρίως όταν αφορά την εργασία. Η ιδέα να εργάζεσαι όλη ημέρα κάθε ημέρα δεν έχει εδραιωθεί εδώ. Η επικρατούσα νοοτροπία είναι ότι η εργασία είναι για να εξασφαλίζει ότι αρκετά τρόφιμα και βασικά παρέχονται στην κοινότητα, και μετά, πέρα από αυτό, η εργασία δεν έχει νόημα. Το υπόλοιπο της ημέρας δαπανάται στο φαγητό, τον ύπνο, τη συζήτηση και το κουτσομπολιό. Μερικά παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο για μερικές ώρες την ημέρα, που σε μεγάλο μέρος εξαρτώνται από τις συνθήκες του σέρφιν. Κάποιοι μεγάλοι αρέσκονται να πηγαίνουν στην εκκλησία, και οι περισσότεροι έχουν μικρές καθημερινές δουλειές. Παραδέχομαι ότι απλοποιώ λίγο τα πράγματα. Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν περίοδοι κατά τις οποίες εργάζονται περισσότερο, όπως η υψηλή περίοδος για τον τουρισμό, και ακόμη όταν η εργασία γίνεται όλη μέρα, ανάλογα με τον κύκλο της καλλιέργειας του ρυζιού. Αλλά γενικά αυτό δεν είναι κάτι που συμβαίνει.
Δύο ώρες έχουν περάσει μέσα στο νερό και νιώθω το δέρμα στην πλάτη μου να αρχίζει να ψήνεται. Επιστρέφω σερφάροντας στην ακτή, όπου αποβιβάστηκα νωρίτερα. Μπορώ να ξεχωρίσω το σχήμα του Billy, που περιμένει με τους βοηθούς του, κανένας από αυτούς ικανός κολυμβητής που προτιμούν να μένουν κολλημένοι στα βράχια. O Billy είναι γιός ενός ντόπιου σέρφερ που είναι θρύλος εδώ, και ο πιστός κολλητός μου εδώ στον κόλπο. Του αρέσει να με ακολουθεί όπου πηγαίνω, και να μου λέει ιστορίες για τα κατορθώματα του στο σέρφιν που ξέρω ότι είναι αναληθείς επειδή είναι οι θρυλικές ιστορίες του πατέρα του. Τα αγγλικά του είναι σπασμένα αλλά καθαρά. Φτάνω στην άκρη του βράχου καθώς ακούω τον συνηθισμένο πρωινό του χαιρετισμό: «Γειά σου, καλό απόγευμα». Μου αρέσει ο τρόπος που το λέει αυτό, και γι’ αυτό δεν τον έχω διορθώσει ποτέ. Επιστρέφουμε περπατώντας μαζί στον χώρο πάρκιν του ξενοδοχείου της Mamma Naya, και στο βαν, και εξακολουθεί να υπάρχει πολύ λίγη ανθρώπινη δραστηριότητα. Είναι περίπου 9πμ.
Ούτε περιμένω να δω πολλή δραστηριότητα εδώ για κάποιο διάστημα. Το προσωπικό του Mamma Naya είναι δύσκολο να εντοπιστεί εξ’ αιτίας του γεγονότος ότι κάνει περίπου την ίδια εργασία με το μη προσωπικό – όχι πολλή. Μετά από αρκετές εβδομάδες εδώ, δεν έχω ιδέα ποιος είναι στη μισθοδοσία, ή ακόμα και αν υπάρχει μισθοδοσία. Τους αρέσει να μαζεύονται γύρω στο πάρκιν να μιλάνε μαζί μου ή ο ένας με τον άλλον. Πάντα φαίνεται να υπάρχουν πολλά για να συζητήσουν. Όταν η Mamma Naya χρειάζεται κάτι να γίνει, φαίνεται ότι όποιος είναι σε απόσταση για να την ακούσει, είτε ανήκει στο προσωπικό είτε όχι, αναλαμβάνει να το κάνει ευχαρίστως. Κάποια εργασία είναι αναγκαία να γίνει, αλλά αυτή είναι λίγη.
Του Mike Blue
Μέρος Α
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.