Η κατανόηση είναι διαφορετική από το ‘ξέρω’.
Το ξέρω είναι μια επιφανειακή γνώση την οποία αποκτήσαμε από κάποια εμπειρία, από κάτι που ακούσαμε ή διαβάσαμε.
Η κατανόηση απαιτεί παρατήρηση, βαθύτερη μελέτη και στοχασμό πάνω στο αντικείμενο που μας ενδιαφέρει, αναλύοντας, συνθέτοντας και συγκρίνοντας τα διάφορα δεδομένα που σχετίζονται με αυτό, με σκοπό να το συνειδητοποιήσουμε βαθύτερα.
Η κατανόηση είναι ελαστική και αυξάνεται όσο διευρύνεται η συνειδητότητα μας και όσο αναπτύσσεται η ικανότητα της διάκρισης και της διαίσθησης που είναι οι ανώτερες λειτουργίες της διάνοιας (μπούντι).
Η ικανότητα διάκρισης, της διαίσθησης και η συνειδητότητα αυξάνονται με τον εξαγνισμό του νου και τις διάφορες πνευματικές ασκήσεις (τζάπα νάμα, κίρταν, προσευχή, διαλογισμό κ.λπ.)
Η κατανόηση είναι δημιουργική και μας επιτρέπει να χρησιμοποιήσουμε στην πράξη αυτό που μάθαμε. Έτσι γίνεται το εσωτερικό ελατήριο της δράσης.
Αντίθετα η γνώση τις περισσότερες φορές παραμένει σαν μια πληροφορία στη μνήμη. Ίσως αργότερα, να την επεξεργαστούμε, να μετατραπεί σε κατανόηση ή να μας χρησιμεύσει σαν δεδομένο για να κατανοήσουμε κάτι άλλο που σχετίζεται με αυτήν.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η κατανόηση είναι ελαστική. Αυτό που κατανοούμε σήμερα είναι το σκαλοπάτι για μια βαθύτερη κατανόηση αργότερα. Έτσι όταν κατανοούμε κάτι δεν θα πρέπει να θεωρούμε ότι αυτό είναι αρκετό, αλλά να θυμόμαστε ότι η κατανόηση μας θα βαθαίνει ανάλογα με την εμπειρία και την εσωτερική μας πρόοδο.
Για παράδειγμα, όταν διαβάζουμε πνευματικά βιβλία ας μην θεωρούμε ότι διαβάζοντας τα μια φορά τα κατανοήσαμε σε βάθος. Θα πρέπει να στοχαστούμε πολλές φορές πάνω σε αυτά και να εφαρμόζουμε όσα διαβάζουμε για να μπορέσουμε να εμβαθύνουμε περισσότερο.