“ΕΈρος δ’ ετίναξέ μοι φρένας,
ως άνεμος κατ΄ορος δρύσιν εμπέτων…”
(“Ο Έρωτας μου πήρε το μυαλό
σαν άνεμος που πέφτει
πάνω στη δρυ του βουνού…”)
ως άνεμος κατ΄ορος δρύσιν εμπέτων…”
(“Ο Έρωτας μου πήρε το μυαλό
σαν άνεμος που πέφτει
πάνω στη δρυ του βουνού…”)
“α δε μ’ ίδρως κακχέεται,
τρόμος δε παίσαν άγρει,
χλωτερα δε ποιας έμμι,
τεθνάκην δ’ ολίγω πιδεύην φαίνομαι”
(“με λούζει κρύος ιδρώτας
και τρέμω ολόκληρη
και γίνομαι πιο πράσινη από χόρτο
και μου φαίνεται πως λίγο θέλω ακόμη να πεθάνω”)
τρόμος δε παίσαν άγρει,
χλωτερα δε ποιας έμμι,
τεθνάκην δ’ ολίγω πιδεύην φαίνομαι”
(“με λούζει κρύος ιδρώτας
και τρέμω ολόκληρη
και γίνομαι πιο πράσινη από χόρτο
και μου φαίνεται πως λίγο θέλω ακόμη να πεθάνω”)
Σφίγγα αινιγματική η Σαπφώ γεννήθηκε στα 630 π.Χ. στην Ερεσσό της Λέσβου. Οι Αρχαίοι Έλληνες έλεγαν για την Σαπφώ ότι ήταν ένα αίνιγμα και ένα θαύμα, η Δέκατη Μούσα, ισάξια του Ομήρου.
“Εννέα τας Μούσας φάσιν τίνες
ως ολιγώρως,
Ηνίδε και Σαπφώ Λεσβόθεν η δεκάτη”
[Πλάτων]
ως ολιγώρως,
Ηνίδε και Σαπφώ Λεσβόθεν η δεκάτη”
[Πλάτων]
Παντρεύτηκε ένα πλούσιο ηλικιωμένο σύζυγο τον Κερκύλα από την Άνδρο, με τον οποίο έμεινε σύντροφος του ως τον θάνατο του, και δεν κάνει γι’ αυτόν καμία μνεία σε κανένα της ποίημα. Κληρονομεί την περιουσία του και μπορεί να αφεθεί στον έρωτά της για την ζωή. Ο γάμος αυτός της χαρίζει μια κόρη την Κλείδα και οι στίχοι της αφιερωμένοι σε αυτήν μας μεταφέρουν σε ένα ποιητικό κλίμα έντονα ευαίσθητο και λυρικό.
“Το παιδί μου είναι όμορφο
που μοιάζει με χρυσό λουλούδι
στο παράστημα
η Κλείδα η αγαπημένη
Δεν θα την άλλαζα
με όλα τα πλούτη της Λυδίας…”
που μοιάζει με χρυσό λουλούδι
στο παράστημα
η Κλείδα η αγαπημένη
Δεν θα την άλλαζα
με όλα τα πλούτη της Λυδίας…”
Η Σαπφώ έγραψε Ύμνους, Ωδές, Ελεγείες, Θρήνους, Επιγράμματα και Επιθαλάμια. Οι στίχοι της είναι τα πιο ωραία δείγματα ερωτικής και ανθρώπινης ευαισθησίας στην αρχαία ποίηση. Τα θέματα που κυριαρχούν στους στίχους της είναι η μοναξιά, ο χωρισμός, η εγκατάλειψη, η ανθρώπινη μοίρα, η ζήλεια, η νοσταλγία, ο πόνος από την αναπόληση ευτυχισμένων ημερών, η απελπισμένη κραυγή κι η γαλήνια επίκληση. Το κεντρικό θέμα φυσικά είναι πάντα το ίδιο: Ο ΕΡΩΤΑΣ…
“για σας ωραίες εσάς
ο στοχασμός μου
ποτέ του δεν αλλάζει”
ο στοχασμός μου
ποτέ του δεν αλλάζει”
Η ποίησή της είναι έκφραση της ζωής της, συγχρόνως όμως αποτελεί και μια έντονη διακριτική διάσταση στην ανθρώπινη ευαισθησία.
“Έλα ω Κύπρις,
σ’ ολόχρυσα ποτήρια στο συμπόσιο
σμιγμένο τρυφερά τώρα το νέκταρ
Εσύ να το μοιράζεις.”
σ’ ολόχρυσα ποτήρια στο συμπόσιο
σμιγμένο τρυφερά τώρα το νέκταρ
Εσύ να το μοιράζεις.”
“Η Σελήνη έδυσε
το ίδιο και οι Πλειάδες,
μεσάνυκτα οι ώρες περνούν
και εγώ κοιμάμαι μόνη…”
το ίδιο και οι Πλειάδες,
μεσάνυκτα οι ώρες περνούν
και εγώ κοιμάμαι μόνη…”
Η πραγματικότητα μεταπλάθεται αέναα μέσα στην οδύνη των επιθυμιών και των ονείρων.
«ή κανεν’ άλλον αγάπησες
περισσότερο από μένα
και μ’ έχεις λησμονήσει…»
περισσότερο από μένα
και μ’ έχεις λησμονήσει…»
Ο αισθησιασμός της Σαπφούς δεν απευθύνεται μόνο στο γυναικείο σώμα, μα είναι πιο πλατύς. Αγγίζει ερωτικά όλα τα στοιχεία του κόσμου που ζουν , που κυλούν, που αναπνέουν και νιώθουν πέρα από τις γνωστές φυσιολογικές συγκινήσεις. Ζητά την αισθησιακή απελευθέρωση με μια ιερότητα θρησκευτική με ένα πόθο σωματικό, μ’ ένα άρπαγμα απόλυτης ηδονής, και που όταν ερωτεύεται ο ερωτισμός αυτός διαχέεται σ’ ολόκληρο το Σύμπαν. Αυτό διαπνέει όλο το ποιητικό της οικοδόμημα. Ξέρει την πορεία της ερωτικής παραφοράς.
«Υπερέχοντας απ’ όλα τα άστρα
το φώς της (η σελήνη) ρίχνει
πάνω στην αλμυρή θάλασσα
όπως και στην πολύανθη γη»
το φώς της (η σελήνη) ρίχνει
πάνω στην αλμυρή θάλασσα
όπως και στην πολύανθη γη»
Στην Μυτιλήνη ιδρύει ένα είδος λυρικής ποίησης, που προορίζεται μόνο για νεαρά κορίτσια που είχαν στενή σχέση μαζί της και ονομάζεται «ΟΙΚΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΕΡΕΙΕΣ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ». Κάτω από την κηδεμονία και την προστασία της Αφροδίτης και των Χαρίτων, αυτό το οικοτροφείο όπου οι νεαρές κοπέλες αφοσιώνονται στην λατρεία του Έρωτα και της Ομορφιάς, αναπαριστά τον ιδανικό γεωγραφικό και παιδαγωγικό τρόπο για την προώθηση των γυναικείων αξιών. Αυτό το ΜΟΥΣΕΙΟ με τον πολιτιστικό χαρακτήρα οργανώθηκε υπό την μορφή μιας θρησκευτικής αδελφότητας ή ΘΙΑΣΟΥ που σκοπό είχε να μάθει στα νεαρά ευαίσθητα κορίτσια της Μυτιλήνης «την τέχνη να είναι γυναίκες» κατά την μεταβατική περίοδο της ζωής τους, όπου περνούν από τα παιδικά χρόνια σε εκείνα του ΓΑΜΟΥ.
«Γεμάτη χάρη είναι η ομορφιά σου,
Νύφη, τα μάτια σου έχουν την λάμψη του μελιού,
Ο έρωτας απλώνεται στο πανέμορφο σου πρόσωπο.
Η Αφροδίτη ανάμεσα σε άλλες σε στόλισε…»
Νύφη, τα μάτια σου έχουν την λάμψη του μελιού,
Ο έρωτας απλώνεται στο πανέμορφο σου πρόσωπο.
Η Αφροδίτη ανάμεσα σε άλλες σε στόλισε…»
Αυτό το ΜΟΥΣΕΙΟ το αφιερωμένο στην ΜΟΥΣΙΚΗ, την ΤΕΧΝΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ, είναι ταυτόχρονα ένα διδασκαλείο μουσικής ρητορικής, χορού τραγουδιού. Τα ποιήματα της Σαπφούς προορίζονται για τραγούδι, για να διαδώσουν καλύτερα τη κουλτούρα του διδασκαλείου μέσα σε φλογισμένες στροφές, που τραγουδούν τις χάρες της Αφροδίτης.
«Αθάνατη ομορφόθρονη Αφροδίτη
Κόρη του Δία, δολοπλόκε, σε καλώ,
με πίκρες και καημούς μη, Δέσποινα,
παιδεύεις την ψυχή μου
Κόρη του Δία, δολοπλόκε, σε καλώ,
με πίκρες και καημούς μη, Δέσποινα,
παιδεύεις την ψυχή μου
Μα έλα μου. Αν κάποτε από πέρα
μακριά το κάλεσμα μου όμοια ακούγοντας
ήρθες, το πατρικό παλάτι αφήνοντας
και το χρυσό σου αμάξι
μακριά το κάλεσμα μου όμοια ακούγοντας
ήρθες, το πατρικό παλάτι αφήνοντας
και το χρυσό σου αμάξι
ζεύοντας και όμορφα σπουργίτια πετώντας
γοργά στη γη σε φέρανε τη μαύρη
πάνω απ’ τον ουρανό με φτεροκόπημα
πυκνό μες στον αιθέρα
γοργά στη γη σε φέρανε τη μαύρη
πάνω απ’ τον ουρανό με φτεροκόπημα
πυκνό μες στον αιθέρα
κι ως έφτασαν γρήγορα, χαμογελώντας
με την αθάνατη όψη, ώ μακαρία
με ρώτησες σαν τι πάλι νάπαθα,
τι σε καλώ κοντά μου
με την αθάνατη όψη, ώ μακαρία
με ρώτησες σαν τι πάλι νάπαθα,
τι σε καλώ κοντά μου
τι λαχταρά η ψυχή μου η φρενιασμένη
τόσο πολύ να γίνει «Ποια και πάλι
θες η Πειθώ να φέρει στην αγάπη σου
Σαπφώ, που σ’ αδικάει
τόσο πολύ να γίνει «Ποια και πάλι
θες η Πειθώ να φέρει στην αγάπη σου
Σαπφώ, που σ’ αδικάει
Γιατί αν φεύγει τώρα γοργά πίσω θάρθει
κι αν δε σου παίρνει δώρα, θα σου φέρει
τώρα αν δε σ’ αγαπάει, θα σ’ αγαπήσει
και δίχως να το θέλει.
κι αν δε σου παίρνει δώρα, θα σου φέρει
τώρα αν δε σ’ αγαπάει, θα σ’ αγαπήσει
και δίχως να το θέλει.
Ω, έλα μου και τώρα, κι από τις μαύρες
τις έγνοιες λύσε με, κι ότι αληθέψει
ποθεί η ψυχή μου κάνε το κι ίδια εσύ
γίνε ο βοηθός…»
τις έγνοιες λύσε με, κι ότι αληθέψει
ποθεί η ψυχή μου κάνε το κι ίδια εσύ
γίνε ο βοηθός…»
Αυτό που ζητάει με ξετρελαμένη καρδιά η Σαπφώ είναι η εκπλήρωση μιας επιθυμίας που μπορεί να ευοδωθεί έστω κι’ αν το αγαπημένο πρόσωπο δεν ανταποκρίνεται. Αυτά τα τραγούδια που τα επαναλάμβαναν οι συγκινημένες έφηβες, πρέπει να ξυπνήσουν στις νεανικές καρδιές τα πάθη που γεννιούνται, και αυτό το λειτούργημα του ΕΡΩΤΑ, που καλλιεργείται έτσι δοξάζει αυτό που οι αρχαίοι ονόμασαν ΕΡΩΤΙΣΜΟ. Αυτή η σφοδρότητα του πάθους βρίσκεται στο αφιερωμένο σε μια παλιά μαθήτρια κι αγαπημένη φίλη την Αριγνώτα, της οποίας η ανάμνηση είναι γεμάτη έρωτα και ζήλεια.
«Συχνά μέσα στις μακρινές Σάρδεις,
η σκέψη της αγαπημένης Αριγνώτας
έρχεται ως εδώ να μας ψάξει.
Τον καιρό που ζούσαμε μαζί,
ήσουν για κείνη στ’ αλήθεια μια Θεά
και με το τραγούδι σου γινόταν αγαπητή,
και μέσα στις Λυδίες γυναίκες ξεχωρίζει
σαν όταν πέσει ο ήλιος
ροδοστέφανη η Σελήνη
Από τ’ αστέρια όλα υπέρτερη.»
η σκέψη της αγαπημένης Αριγνώτας
έρχεται ως εδώ να μας ψάξει.
Τον καιρό που ζούσαμε μαζί,
ήσουν για κείνη στ’ αλήθεια μια Θεά
και με το τραγούδι σου γινόταν αγαπητή,
και μέσα στις Λυδίες γυναίκες ξεχωρίζει
σαν όταν πέσει ο ήλιος
ροδοστέφανη η Σελήνη
Από τ’ αστέρια όλα υπέρτερη.»
Αυτή η σφοδρότητα του πάθους βρίσκεται στην υπηρεσία του Έρωτα, του οποίου η παιδαγωγική αμφισημία έχει συχνά τονιστεί. Οι σχέσεις φλογερής φιλίας κάτω από έναν καυτό μεσογειακό ουρανό, όπου βασίλευε ελεύθερη η ΚΥΠΡΙΣ, κάνει να γεννηθούν μεταξύ της Σαπφούς και των μαθητριών της, αυτό που μας λέει η γυμνή της ποίηση.
«Νάσαι ευτυχισμένη, πήγαινε,
άλλωστε τίποτα δεν διαρκεί.
Να θυμάσαι όμως πάντα πόσο σ’ αγάπησα,
κρατιόμασταν χέρι-χέρι
μέσα στην νύκτα που ευωδίαζε,
πηγαίναμε στην πηγή
ή τριγυρίζαμε στους λόγγους
κι έφτιαχνα για το λαιμό σου
γιρλάντες μεθυστικές.»
άλλωστε τίποτα δεν διαρκεί.
Να θυμάσαι όμως πάντα πόσο σ’ αγάπησα,
κρατιόμασταν χέρι-χέρι
μέσα στην νύκτα που ευωδίαζε,
πηγαίναμε στην πηγή
ή τριγυρίζαμε στους λόγγους
κι έφτιαχνα για το λαιμό σου
γιρλάντες μεθυστικές.»
Γιατί είναι μέσα στην ποίηση, όπου απελευθερώνεται αυτή η καυτή λάβα του πόθου που κατακαίει αυτή τη μοναχική κι ερωτευμένη με την ομορφιά ψυχή. Σε μια τέτοια συναναστροφή και ατμόσφαιρα είναι φυσικό ότι τα γοητευτικά πλάσματα που το σώμα τους είχε πλαστεί για τον έρωτα θα γίνονται αντικείμενα θαυμασμού και λατρείας. Το φλογισμένο ποίημα στην Αγαλλίδα εκφράζει φυσικό πόνο, όπου ο έρωτας αναλώνει και η ζήλεια καταβροχθίζει.
«Όμοια Θεού μου φαίνεται η θωριά
του αντρός αυτού που κάθεται αντίκρυ σου
κι ακούει με λαχτάρα την φωνή σου,
κι αυτό το σαγηνευτικό σου γέλιο που,
τ’ ορκίζομαι έκανε την καρδιά μου στο στήθος
να σκιρτήσει.
του αντρός αυτού που κάθεται αντίκρυ σου
κι ακούει με λαχτάρα την φωνή σου,
κι αυτό το σαγηνευτικό σου γέλιο που,
τ’ ορκίζομαι έκανε την καρδιά μου στο στήθος
να σκιρτήσει.
Μόλις σε δω για λίγο, χάνω την φωνή μου,
η γλώσσα μου στεγνώνει, μια λεπτή φλόγα
τρέχει κάτω από το δέρμα μου,
τα μάτια μου δεν βλέπουν πια,
τ’ αυτιά μου βουίζουν
η γλώσσα μου στεγνώνει, μια λεπτή φλόγα
τρέχει κάτω από το δέρμα μου,
τα μάτια μου δεν βλέπουν πια,
τ’ αυτιά μου βουίζουν
με λούζει κρύος ιδρώτας
και τρέμω ολόκληρη και γίνομαι
πιο πράσινη από χόρτο
και μου φαίνεται πως λίγο θέλω ακόμη,
για να πεθάνω…»
και τρέμω ολόκληρη και γίνομαι
πιο πράσινη από χόρτο
και μου φαίνεται πως λίγο θέλω ακόμη,
για να πεθάνω…»
Η Σαπφώ που αγαπάει τις πανέμορφες νεαρές κοπέλες έχει μεγάλη διαφορά από τις σύγχρονες σεξουαλικές συμπεριφορές. Μ’ αυτή την έννοια το πάθος της εκφράζει περισσότερο το πάθος του έρωτα απ’ ό,τι το ρόλο μιας μεταστροφής της φύσης, και περισσότερο την προώθηση των θηλυκών αξιών απ’ ότι το αποτέλεσμα ενός επιλεκτικού διαχωρισμού φεμινιστριών που βρίσκονται απομονωμένες από τους άντρες. Κάτω από την τρυφερή προστασία της Θεάς του Έρωτα και των Χαρίτων αυτό το δροσερό οικοτροφείο της ομορφιάς και του έρωτα γίνεται ο ιδανικός τόπος για την προώθηση των γυναικείων αξιών. Γι’ αυτό ο όρος «λεσβία» στην αρχαιότητα φορτίζεται με τόσο αντιφατικές νοημοδοτήσεις και που ουδεμία σχέση έχουν με την σημασία που του δίνεται σήμερα.
«Και νεαρή ξαπλωμένη δίπλα μου τρυφερά,
δεχόσουν από των επιδέξιων
υπηρετριών τα χέρια
τα χίλια πράγματα που η τέχνη
κι η απαλότητα εφευρίσκουν,
για να στολίσουν την ομορφιά
των κοριτσιών της Ιωνίας».
δεχόσουν από των επιδέξιων
υπηρετριών τα χέρια
τα χίλια πράγματα που η τέχνη
κι η απαλότητα εφευρίσκουν,
για να στολίσουν την ομορφιά
των κοριτσιών της Ιωνίας».
Η Σαπφώ μαθαίνει τις αγαπημένες της μαθήτριες ν’ αγαπούν τα λουλούδια, τη θάλασσα, το φεγγάρι.
“Γύρω από την όμορφη Σελήνη τ’ άστρα
γοργά τη φεγγερή θωριά τους κρύβουν,
σαν ολόγιομη λάμπει απ’ τον αιθέρα στη γη”
γοργά τη φεγγερή θωριά τους κρύβουν,
σαν ολόγιομη λάμπει απ’ τον αιθέρα στη γη”
Η ποίηση της Σαπφούς είναι μια ποίηση φυσιολογίας, σαρκική και αγαθή ταυτόχρονα κυριευμένη και μειωμένη από έναν έρωτα γλυκόπικρο αλλά ηγεμονικό. Σπαραγμένος ποθητός μυστηριώδης ο έρωτας εκφράζει την ποιητική του φύση να διεισδύσει ακούραστα στο σώμα και στο πνεύμα σαν έμπνευση, σαν την ανάσα της ομορφιάς.
«Αγαπώ το λουλούδι της νιότης…
Ένας έρωτας είναι που
απέτυχα να μοιραστώ,
είναι η λάμψη του ήλιου
είναι η Ομορφιά.»…
Ένας έρωτας είναι που
απέτυχα να μοιραστώ,
είναι η λάμψη του ήλιου
είναι η Ομορφιά.»…
Η Σαπφώ ζει τον έρωτα και πεθαίνει γι αυτόν. Μια παράδοση που αναφέρει ο Στράβων την θέλει ν’ αυτοκτονεί από έρωτα, στο Πήδημα της Λευκάδας (στην νότια πλευρά του νησιού, στο βράχο του ακρωτηρίου Δουκάτο) έτσι όπως προσδιορίζεται από τον Μένανδρο : «Από κει πρώτη η Σαπφώ κυνηγώντας τον εξαιρετικά περήφανο Φάωνα μ’ έναν παράφορο έρωτα , ρίχτηκε στη θάλασσα από την κορυφή του βράχου…» Η ποιήτρια ρίχνεται εκεί χωρίς γυρισμό, γιατί ένας άντρας περιφρονεί τη φλόγα της. Η Σαπφώ με την φλογερή κι εκρηκτική φύση κράτησε πρώτη το λάβαρο του γυναικείου έρωτα. Σύμφωνα με την Σαπφώ δεν αγαπά κανείς μόνο για να αγαπά, αλλά από ιδεαλισμό και από έρωτα. Για την ποιήτρια η ομορφιά γυναικεία ή ανδρική στο βαθμό που βρίσκει το ανθισμά της στον έρωτα είναι ένα δώρο θεικό, δαιμόνιον τι, το πιο πολύτιμο δώρο, επίσης όμως το πιο εκτεθειμένο στον κίνδυνο, για την ιερουργό που παραινεί στη λατρεία του. Η παρουσία της Σαπφούς στην λυρική ποίηση, κυριαρχεί ουσιαστικά. Όταν οι αρχαίοι έλεγαν «η ποιήτρια» εννοούσαν την ΣΑΠΦΩ όπως ακριβώς λέγοντας «ο ποιητής» εννοούσαν τον ΟΜΗΡΟ. Το ποιητικό έργο της Σαπφούς καταστράφηκε τον 11ο μ.Χ. αιώνα (δυστυχώς…) Από τα ποιήματα της, που οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι τα είχαν περιλάβει σε 9 βιβλία σε εμάς έφτασαν ακέραια μόνο δύο. Αυτή λοιπόν υπήρξε η Σαπφώ. Ένα ηδυπαθές γυναικείο πρόσωπο χαμένο στην αχλή του μύθου με εμπνευστή αποκλειστικό της ποίησης της τον Έρωτα και που ύμνησε μέσω αυτού με την αιολική της λύρα το γυναικείο κάλλος.
«Άλλοι λένε πως ο στρατός των Ιππέων,
άλλοι των Πεζών κι άλλοι ο στόλος των καραβιών
λένε πως είναι το ομορφότερο πάνω στην μαύρη γη,
μα εγώ σας λέω πως είναι μόνο εκείνο που αγαπάς…
άλλοι των Πεζών κι άλλοι ο στόλος των καραβιών
λένε πως είναι το ομορφότερο πάνω στην μαύρη γη,
μα εγώ σας λέω πως είναι μόνο εκείνο που αγαπάς…
…πολύ εύκολα λυγάει η καρδιά του ανθρώπου
κι αμέσως λαχταράει στο νου ότι βάλει.
Μα τώρα την Ανακτορία θυμάμαι
που δεν είναι μαζί μας,
κι ήθελα το καμαρωτό της να ιδώ το βήμα
και την λαμπρή ανταύγεια του προσώπου της
παρά τα λύδια τ’ άρματα
ή σε μάχες, πεζούς να πολεμάνε…»
κι αμέσως λαχταράει στο νου ότι βάλει.
Μα τώρα την Ανακτορία θυμάμαι
που δεν είναι μαζί μας,
κι ήθελα το καμαρωτό της να ιδώ το βήμα
και την λαμπρή ανταύγεια του προσώπου της
παρά τα λύδια τ’ άρματα
ή σε μάχες, πεζούς να πολεμάνε…»
«Λέω ότι η ομορφότερη οπτασία στη γη
που μπορεί να χει κανείς΄
είναι η οπτασία αυτού που αγαπά…»
που μπορεί να χει κανείς΄
είναι η οπτασία αυτού που αγαπά…»
Το παραπάνω αφιέρωμα στην αγαπημένη μου ποιήτρια Σαπφώ οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην ανάγκη μου να εκφράσω μέσω των ποιημάτων της…
«Αυτό που νιώθω στην καρδιά…
Αυτό που μου τρυπάει την σκέψη… »,
Αυτό που μου τρυπάει την σκέψη… »,
και που ίσως μ’ αυτόν τον τρόπο…
την βοηθήσω να «δει» στην ψυχή του «καλλιτέχνη».
την βοηθήσω να «δει» στην ψυχή του «καλλιτέχνη».
Υ.Γ. Τα ποιήματα και οι σχολιασμοί βασίστηκαν στο ομώνυμο βιβλίο της Ελευθερίας Αναγνωστάκη-Τζαβάρα.
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.