Οι παλιοί Μεσσήνιοι σίγουρα τον θυμούνται, πρόκειται για τον Χαραλάμπη τον Κολιτσιδιάρη, -το πραγματικό του επώνυμο Παπαδόγιαννης, το σόι του είχε μια ντουζίνα παπάδες-, Κολιτσιδιάρη τόνε φώναζαν παρατσούκλι γιατί είχε μακριά μαλλιά αχτένιστα που κολλούσαν απ την απλυσιά μπλεγμένα και γενικώς ήταν ένας άνθρωπος μ εμφάνιση εντελώς πρωτόγονη και σπηλαιώδη .
Αρκάς στην καταγωγή, έφτασε στο Πλατύ, λένε από κάποιον έρωτα είχε μελαγχολήσει και το μυαλό του σαλέψει, ήταν ένα όμορφο παλικάρι που την κοπέλα που αγάπησε την πάντρεψαν οι γονείς της μ άλλον, αυτός έπειτα μοίρασε τα υπάρχοντά του όλα και ύστερα έγινε ο σαλός, ο σαλεμένος, ο ζητιάνος, ο μουρλοΧαραλάμπης που τον έλεγε η γιαγιά μου, γι άλλους ο Άγιος γιατί είχε πολύ στενή σχέση με τη μονή Παναγουλάκη πίσω απ το νεκροταφείο Καλαμάτας και έλεγε για κόλαση και αγγέλους, ήταν μάλιστα παλαιοημερολογίτης και μέτραγε εορτές και με το παλαιό και με το νέο ημερολόγιο με δυνατή μνήμη .
Φορούσε πουκάμισο και παντελόνι, στη μέση για ζωνάρι ένα σακί και πάντα ξυπόλυτος, χειμώνα και καλοκαίρι περιδιάβαινε όλα τα χωριά της Μεσσηνίας κι ό,τι του δίνανε τό βαζε σ ένα τσουβάλι που κουβαλούσε και το πρόσφερνε σ άλλον, δεν έμπαινε ποτέ μέσα σε σπίτια, απ έξω στεκόταν, απ τις μάντρες κι απ τις πόρτες τον κουβέντιαζαν και ποτέ δεν άλλαζε ρούχα ούτε ζήταγε για κείνον κάτι, πράγμα που τον έκανε πολύ αγαπητό και δημοφιλή .
Τα παιδιά για το δικό τους λόγο δεν τον φοβόντουσαν, δεν τον κορόιδευαν και ήθελαν να φωτογραφίζονται μαζί του .
Τις φωτογραφίες του δεν τις ήθελε και με μια περίεργη αυτοπεποίθηση και αυταρέσκεια για τον τόσο ταπεινό τρόπο ζωής του, έλεγε κρατήστε τις φωτογραφίες μου, μια μέρα θα κάνουν πολλά χρήματα και θα γίνετε πλούσιοι .
Ή μπορεί μέσα στο μυαλό του να είχε την αντίληψη της εκτίμησης του τόσο πρωτότυπου και περίεργου τρόπου του βίου του .
Πώς γίνεται τώρα ένας τέτοιων υλικών άνθρωπος να είναι τόσο προσφιλής και όλοι στην φτώχεια κείνης της εποχής να του φιλέψουν ό,τι είχαν στο τσουβάλι του δεν είναι αλλόκοτο ούτε ανεξήγητο, τότε οι άνθρωποι ήταν πιο αθώοι, δεν είχαν καχυποψίες και πονηράδες και σ όλη την επαρχία οι γραφικοί του χωριού που λέμε, είχαν τη θέση τους και έχαιραν συμπόνοιας και ασυλίας, τον λυπούνταν τον άνθρωπο με βάσανα κι ας είχαν κι αυτοί τόσα δικά τους, εκτός κι ήταν επικίνδυνος, βίαιος κι επιθετικός .
Ο Χαραλάμπης ήταν ολιγόλογος και δε γινόταν στενός κορσές, περναγε απ τις ρούγες και τις γειτονιές κι άμα είχες κάτι του φώναζες νά ρθει κοντά, αλλιώς δεν ενοχλούσε .
Συνήθιζε τις γυναίκες να τις αποκαλεί "μανούλα μου" διότι όταν πέθανε ο πατέρας του στο Δυρράχι, η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε στα Χριστοφιλαίικα κι ο Χαραλάμπης αυτό το εισέπραξε ως προδοσία, ήθελε όμως να λέει τη λέξη "μανούλα", γιατί του έλλειψε αυτό το τρυφερό κάλεσμα προς τη μάνα του .
Στην Κατοχή οι Γερμανοί του φωνάζαν να μείνει ακίνητος, κείνος προχωρούσε προς αυτούς, σφαίρες πήραν το σακάκι του και το έδειχνε παράσημο, πως γλίτωσε και δεν μπόρεσαν να τον βλάψουν και να κόψουν τον δρόμο του .
Έτσι λοιπόν, όταν πέθανε το 1974, κηδεύτηκε στη μονή και έγινε το αδιαχώρητο, λαοθάλασσα αποχαιρέτησε τον Χαραλάμπη και όλοι έκλαψαν, ξένος κόσμος απ όλα τα χωριά, μιας κι οικογένεια δεν είχε .
Τίμησαν έναν έντιμο, παθημένο βαριά και αλαφροΐσκιωτο άνθρωπο, έναν εύθρυπτο ασκητή του δρόμου που μέσα απ το πειραγμένο του μυαλό έπαιρνε για να δίνει, ζούσε για να περπατάει και να διηγείται ιστορίες σε παιδιά και μεγάλους .
Σε μια κοινωνία ανθρωπινή που είχε περίσσεια ψυχής για κάθε έναν άνθρωπο, ακόμη και για κάθε Χαραλάμπη .
Αυτό σημαίνει ΚΟΙΝΩΝΙΑ .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.