«Σε παρακαλώ Θεέ, πάρε με. Δώσε τέλος σε αυτό το μαρτύριο. Δεν αντέχω άλλο. Δεν αντέχω κι άλλο σαν αυτό. Δεν αντέχω τίποτα. Αρκετά».
Σαν να ήταν χτες. Θυμάμαι την πρώτη ημέρα που ήθελα να πεθάνω. Και το εννοούσα.
Η απελπισία, το αίσθημα ότι ήμουν τελείως χαμένη και απογοητευμένη, ότι η μόνη διέξοδος ήταν να αφήσω τη στιγμή αυτή να είναι η τελευταία. Το οριστικό τέλος της ζωής μου. Ήταν η πρώτη από πολλές ημέρες σαν αυτή, μια σειρά από λεπτά, ώρες και ημέρες, που ολόκληρη η ύπαρξη μου φώναζε για ανακούφιση.
Ήμουν πολύ άρρωστη για να μου λείψει μεγάλο μέρος της κανονικής μου ζωής. Ήμουν αποσυνδεδεμένη από τον κόσμο. Δεν μου έλειπε τίποτα από αυτά, φαινόταν πολύ μακρινά. Η οικογένεια σπάνια έρχονταν να με δουν, και όταν το έκαναν, κάθονταν στον κάτω όροφο στο σαλόνι. Οι φίλοι μας σταμάτησαν να μας προσκαλούν σε εκδηλώσεις και κανένας από αυτούς δεν ήλθε να χτυπήσει την πόρτα μας.
Από εκεί που ζούσα μια ζωή γεμάτη με ταξίδια, είχα τη δική μου επιχείρηση, ήμουν το κέντρο της προσοχής στις διασκεδάσεις, ήμουν η χαρούμενη, γεμάτη ενέργεια μητέρα, αδελφή, κόρη, φίλη και σύζυγος, έγινα ένα τίποτα. Από εκεί που ήμουν αθλητική, υγιής και έτρεχα να τα κάνω όλα για όλους, έγινα ένα τίποτα. Όχι γι' αυτούς, όχι για μένα. Αυτή ήταν η αλήθεια μου. Η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το Lyme, τα έλκη και το άγχος κατέτρωγαν την ίδια τη ζωή μου.
Ήταν σαν να εξαφανίστηκε ο έξω κόσμος. Όλα έγιναν σιωπηλά. Το τηλέφωνό μου σταμάτησε να χτυπάει, και κατοικούσα σε μια φούσκα πόνου και μοναξιάς. Περνούσα στον καιρό μου διαβάζοντας στο Διαδίκτυο, με προσευχή, κλαίγοντας και γεμάτη οργή. Έγινα τα συναισθήματά μου, ο θυμός. Ένιωθα απελπισμένη και αβοήθητη. Αμφισβήτησα τα πάντα. Δεν πίστευα πια στους γιατρούς και την εκπαίδευσή τους. Δεν είχα πλέον καμία ελπίδα ανάκαμψης. Σύμφωνα με αυτούς που είχα πιστέψει, δεν υπήρχε τίποτα που να μπορεί να γίνει για να ανακτήσω την υγεία μου. Μόνο μια ζωή όπου τα φάρμακα και ο πόνος, οι παραμορφώσεις και οι αναπηρίες θα βασίλευαν. Ήμουν μόνη μου.
«Σε παρακαλώ Θεέ μου, βοήθησε με. Δείξε μου τον δρόμο για την υγεία, σε παρακαλώ δείξε μου τον δρόμο. Είμαι έτοιμη για την απόλυτη γιατρειά. Είμαι έτοιμη».
Βίωνα αυτό που αντιλαμβανόμουν ως κατάθλιψη. Όντας φυσιολογικά χαρούμενη, αυτό δεν το περίμενα. Με τον σωματικό πόνο μπορούσα να τα βγάλω πέρα. Ήταν κάτι που το γνώριζα. Αυτή η καταστροφική απελπισία ήταν καινούργια για μένα και με ξέσχιζε. Ήταν σαν να έσβησαν όλα τα φώτα και όλο το νόημα εξαφανίστηκε. Δεν ήταν απάθεια, ήταν περισσότερο κάτι σαν μια βαθιά κραυγή της ψυχής, και μια απελευθέρωση όλων όσων συνδέονταν με το εγώ μου, με εμένα, και τα όνειρά μου για το μέλλον.
Ήθελα να πεθάνω, ήθελα να απελευθερωθώ από τις επίγειες προσδοκίες και τη ζωή μου. Ήθελα να προχωρήσω, να αφήσω τον εαυτό μου ελεύθερο. Αισθάνθηκα παγιδευμένη και ήθελα να πετάξω. Έκλαιγα για μέρες χωρίς σταματημό. Έκλαψα για τον πόνο μου, αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο. Έκλαιγα για όλους εμάς που υποφέραμε.
Τι μπορώ να κάνω;
Γιατί βρίσκομαι εδώ;
Τι είδους ζωή θα είναι αυτή στο μέλλον;
Πώς μπορώ να σώσω τη ζωή μου;
Γιατί είμαι ζωντανή;
Τη νύχτα, πριν πέσω για ύπνο, ζητούσα από τον Θεό να με πάρει κοντά του. Η σκέψη μιας ακόμη ημέρας μέσα σε αυτό το σώμα ήταν πάρα πολύ. Αυτό που ήθελα ήταν μια έξοδος, ήθελα να πάω σπίτι, και να νιώσω ελεύθερη.
Η ζωή έγινε πολύ σκοτεινή, και η ψυχή μου έκλαιγε καθώς ετοιμαζόμουν να το αφήσω όλο αυτό πίσω μου.
Και τότε πέθανα…
Η Μαύρη Νύκτα της Ψυχής
Η ζωή μου έγινε το σκοτάδι. Δεν ήμουν πλέον ζωντανή, μόνο παρούσα. Έζησα τη Μαύρη Νύχτα, τον θάνατο του εγώ. Το θάνατο της ζωής μου όπως την ήξερα. (Ένας πολύ γνωστός όρος στην πνευματική και Χριστιανική λογοτεχνία). Στο μέσον του κενού μου, ανακάλυψα αυτή την «κανονικότητα». Αυτό το κύμα της ελευθερίας και της καθαρότητας. Μπόρεσα να αισθανθώ ένα νόημα σε όλα τα δεινά μου. Δεν θα πέθαινα, σωματικά, θα παραδινόμουν στον θάνατο.
Είναι συνηθισμένο να πιστεύουμε ότι κάτι είναι πολύ λάθος όταν εμφανιστούν τα συμπτώματα της Μαύρης Νύχτας. Είναι φυσιολογικό να αισθάνεστε ότι χάνετε ακόμη και το μυαλό σας. Να νιώθετε κολλημένοι στο σκοτάδι, ότι ποτέ δεν θα υπάρξει πάλι φως.
Αισθανόμαστε εντελώς μόνοι, ψάχνοντας για το φως, καθώς είμαστε συνηθισμένοι να φεύγουμε μακριά από το σκοτάδι. Αυτή τη φορά δεν μπορούμε να φύγουμε, δεν είναι δυνατόν. Μας καταπίνει εντελώς.
Ο πόνος που αισθανόμαστε είναι ο πόνος που προσπαθήσαμε να καταπνίξουμε για χρόνια, δεκαετίες και προηγούμενες ζωές ακόμη. Τώρα έρχεται τελικά στην επιφάνεια για να θεραπευτεί. Είχα προσευχηθεί για πλήρη γιατρειά, και ελάχιστα ήξερα ότι αυτή η εμπειρία θα ήταν ένα μεγάλο μέρος από αυτό.
Ο όρος «Μαύρη Νύχτα της Ψυχής» πηγαίνει πολύ πίσω και χρησιμοποιείται πάντα για να περιγράψει την κατάρρευση του νοήματος της ζωής όπως το αντιλαμβανόμαστε, ακολουθούμενη από το αίσθημα της απόλυτης έλλειψης νοήματος και την απώλεια του εαυτού. Στον σύγχρονο κόσμο, θα μπορούσαμε να συγχέουμε αυτή την εμπειρία με αυτό που ονομάζεται κατάθλιψη, αλλά δεν είναι. Δεν υπάρχει νόημα σε τίποτα. Τίποτα απολύτως δεν έχει νόημα.
Της Hilde Larsen
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.