…
Τ ουιαβίι :
Οι λόγοι του φυλάρχου
Από το νησί Τιαβέα του Ειρηνικού.
Παπαλάνγκι είναι ένας άνθρωπος με εντελώς δική του λογική.
Κάνει πολλά που δεν έχουν νόημα και τον αρρωσταίνουν κι όμως τα εξυμνεί και τραγουδά τραγούδια γι’ αυτά του τα κατορθώματα
…Ένας άλλος λόγος που κάνει τον Παπαλάνγκι να ξεχωρίζει, είναι ότι λέγοντας πολλά λόγια, προσπαθεί να μας πείσει ότι είμαστε φτωχοί και άθλιοι, και ότι χρειαζόμαστε πολλή βοήθεια,
γιατί δεν έχουμε πράγματα.
Αφήστε με να σας περιγράψω, αδέρφια μου των Πολλών Νησιών, τί είναι πράγμα. Η καρύδα είναι ένα πράγμα, η βεντάλια είναι ένα πράγμα, το πανί, το όστρακο, το δαχτυλίδι, το πιάτο, το κόσμημα, όλα αυτά, είναι πράγματα. Υπάρχουν όμως δυό ειδών πράγματα. Αυτά που έφτιαξε το μεγάλο Πνεύμα, χωρίς εμείς να το βλέπουμε, και που δεν κοστίζουν σ’εμάς τους ανθρώπους κανέναν κόπο και δουλειά, όπως η καρύδα, το μύδι, η μπανάνα. Υπάρχουν και τα πράγματα που φτιάχνουν οι άνθρωποι, με πολύ κόπο και δουλειά, όπως το δαχτυλίδι, το πιάτο, η βεντάλια.
Ω, αδέρφια μου, αν μπορούσατε να με πιστέψετε! Μπήκα μέσα στην σκέψη του Παπαλάνγκι, και είδα την βούλησή του τόσο καθαρά, σαν να την φώτιζε ο μεσημεριάτικος ήλιος.
Επειδή καταστρέφει τα πράγματα του μεγάλου Πνεύματος, όπου κι αν βρεθεί, θέλει, αυτό που σκοτώνει, να το ξαναζωντανέυει, με την δική του δύναμη. Έτσι πείθει τον εαυτό του, ότι επειδή φτιάχνει τα πολλά πράγματα, είναι ο ίδιος το Μεγάλο Πνεύμα.
Εκεί όπου βρίσκονται οι πολλές καλύβες του Παπαλάνγκι, στα μέρη που οι ίδιοι ονομάζουν πόλεις, ο τόπος είναι έρημος όπως η παλάμη… γι αυτό ο Παπαλάνγκι τρελλάθηκε και παριστάνει το Μεγάλο Πνεύμα, για να μπορέσει έτσι να ξεχάσει όλα αυτά, που τού λείπουν.
Επειδή είναι τόσο φτωχός, και η χώρα του τόσο θλιβερή, καταφεύγει στα πράγματα, τα μαζεύει, όπως μαζεύει ο τρελός του χωριού τα μαραμένα φύλλα, και γεμίζει με αυτά την καλύβα του. Γι αυτό και μας φθονεί, και θέλει να γίνουμε κι εμείς φτωχοί, σαν αυτόν.
Μια Ευρωπαϊκή καλύβα έχει τόσα πράγματα, που ακόμη κι αν κάθε άντρας ενός χωριού της Σαμόα γέμιζε την αγκαλιά του με αυτά, δεν θα έφτανε ολόκληρο το χωριά για να την αδειάσουν.
Σε μιά μόνο καλύβα, υπάρχουν τόσο πολλά πράγματα, ώστε πολλοί λευκοί αρχηγοί χρειάζονται πολλούς άντρες και γυναίκες, που δεν κάνουν τίποτε άλλο, από το να τοποθετούν αυτά τα πράγματα στην θέση τους και να τα καθαρίζουν από την σκόνη. Ακόμη και η πιό μεγάλη Ταοπού,
ξοδεύει πολύ χρόνο για να μετρά όλα τα πολλά της πράγματα, να τα τακτοποιεί, και να τα καθαρίζει.
δεν θα τον δεις να τραγουδά, να έχει χαρούμενα μάτια.
Οι άντρες και οι γυναίκες του λευκού κόσμου θα θρηνούσαν μέσα στις καλύβες μας, και θα έτρεχαν να μαζέψουν ξύλα, και το καύκαλο της χελώνας, γυαλιά, σύρματα, παρδαλές πέτρες, και πολλά ακόμη, από το πρωί μέχρι το βράδυ θα κινούσαν τα χέρια και τα πόδια τους, μέχρι η καλύβα τους να γέμιζε μικρά και μεγάλα πράγματα. Πράγματα που καταστρέφονται εύκολα, που μπορεί να τα αφανίσει κάθε φωτιά, και κάθε τροπική βροχή, έτσι που πάντα να πρέπει να φτιάχνονται καινούργια.
Γι αυτό και τα πρόσωπα των λευκών είναι συχνά τόσο κουρασμένα και θλιμμένα, γι’αυτό μόνο ελάχιστοι από αυτούς βρίσκουν τον καιρό να δουν τα πράγματα του Μεγάλου Πνεύματος, να παίξουν στην πλατεία του χωριού, να γράψουν τραγούδια και να τα τραγουδήσουν χαρούμενα, να χορέψουν την ημέρα της γιορτής, και να χαρούν τα μέλη τους, όπως είναι καθορισμένο για όλους εμάς.
Αυτοί πρέπει να αποκτούν πράγματα. Πρέπει να προσέχουν τα πράγματά τους να μην τους τα κλέψουν. Τα πράγματα γαντζώνονται πάνω τους, και σέρνονται, σαν τα μικρά μυρμήγκια της άμμου. Με απόλυτη ψυχρότητα κάνουν κάθε είδους έγκλημα για να αποκτήσουν πράγματα.
Πολεμούν ο ένας τον άλλον, όχι για την Τιμή τους, ούτε για να μετρήσουν την πραγματική τους δύναμη, αλλά μόνο και μόνο για τα πράγματα.
Το μεγαλύτερο από τα ψέμματα του Παπαλάνγκι είναι αυτό: τα πράγματα του Μεγάλου Πνεύματος είναι άχρηστα, ενώ τα δικά του είναι πολύ χρήσιμα, είναι πιό χρήσιμα.
Τα πράγματα του Παπαλάνγκι , αν και είναι τόσο πολλά στον αριθμό, αν και αστράφτουν, και λαμποκοπούν, δεν φώτισαν τα μάτια του περισσότερο, δεν έκαναν τις αισθήσεις του εντονότερες.
Επομένως, τα πράγματά του είναι άχρηστα, και επομένως, αυτά που λέει, και αυτά που θέλει να μας επιβάλει, είναι κακόβουλα, και η σκέψη του, είναι διαποτισμένη από δηλητήριο.
Ο Παπαλάνγκι άγαπάει πολύ το στρογγυλό μέταλλο και το βαρύ χαρτί, όμως αγαπάει και αυτό που δεν πιάνεται και που όμως υπάρχει – το χρόνο. Κάνει πολύ φασαρία και λέει πολλές ανοησίες γι ‘ αυτόν .
Παρόλο που ο χρόνος ποτέ δεν είναι περισσότερος απ’ όσο χωράει στο διάστημα μεταξύ ανατολής και δύσης του ήλιου, για τον Παπαλάνγκι ποτέ δεν είναι αρκετός.
Πιστεύω ότι ο χρόνος ξεγλιστρά από τα χέρια του σαν το φίδι στην υγρή παλάμη, ακριβώς επειδή τον κρατά πολύ σφιχτά. δεν τον αφήνει να συνέλθει. τον κυνηγά πάντα με απλωμένα χέρια, δεν τον αφήνει να ησυχάσει, να ξαπλωθεί στον ήλιο. Θέλει ο χρόνος να ‘ναι πάντα κοντά του, τον θέλει να τραγουδά και να μιλά. Ο χρόνος όμως είναι σιωπηλός και ειρηνικός και αγαπά την ησυχία και το άραγμα στο στρώμα.
Ο Παπαλάνγκι δεν έχει καταλάβει τι είναι ο χρόνος, δεν τον έχει αντιληφθεί σωστά και γι ‘ αυτό τον κακοποιεί με τις ωμές του συνήθειες.
Για τα πέτρινα μπαούλα, τις σχισμές στις πέτρες, τα πέτρινα νησιά και τι υπάρχει ανάμεσά τους.
Ο Παπαλάγκι κατοικεί σαν το μύδι σ΄ ένα σκληρό καβούκι. Ζει ανάμεσα σε πέτρες όπως η σκολόπεντρα μέσα στις ρωγμές της πετρωμένης λάβας. Πέτρες είναι γύρω του, δίπλα του και πάνω του. Η καλύβα του μοιάζει μ’ ένα όρθιο μπαούλο από πέτρα. Ένα μπαούλο με πολλά συρτάρια και πολλές τρύπες.
Από ένα μόνο σημείο μπορεί κανείς να μπει και να βγει στο πέτρινο καβούκι.
Το σημείο αυτό ο Παπαλάγκι το ονομάζει είσοδο, όταν μπαίνει στην καλύβα και έξοδο όταν βγαίνει, παρ’ όλο που και τα δύο είναι ένα και το ίδιο πράγμα.
Στο σημείο αυτό λοιπόν υπάρχει μια μεγάλη σανίδα που πρέπει κανείς να τη σπρώξει με δύναμη για να μπορέσει να μπει στην καλύβα. Ακόμη όμως βρίσκεται στην αρχή και θα πρέπει να σπρώξει πολλές ακόμη σανίδες, ώσπου να βρεθεί πραγματικά μέσα στην καλύβα.
Στις καλύβες τώρα συμβαίνει να κατοικούν περισσότεροι άνθρωποι απ’ όσοι ζουν σ’ ένα μόνο χωριό της Σαμόας και γι’ αυτό πρέπει κανείς να ξέρει ακριβώς το όνομα της Άϊγκα (οικογένειας) που θέλει να επισκεφτεί. Γιατί κάθε Άϊγκα έχει για τον εαυτό της ένα ιδιαίτερο μέρος του πέτρινου μπαούλου, ή επάνω ή κάτω ή στο κέντρο, αριστερά ή δεξιά ή στη μέση.
Και η μια Άϊγκα συχνά δεν ξέρει τίποτα απολύτως για τις άλλες, λες και δεν τους χωρίζει μόνο ένας πέτρινος τοίχος, αλλά είναι σαν να βρίσκονται ανάμεσά τους βουνά και λαγκάδια και πολλές θάλασσες. Συχνά δεν ξέρουν τα ονόματά τους, κι αν συναντηθούν στην τρύπα της εισόδου χαιρετιούνται μόλις και μετά βίας ή μουρμουρίζουν μέσα από τα δόντια τους κάτι στον άλλο σαν κάτι εχθρικά έντομα. Σαν να τους εξοργίζει το ότι είναι υποχρεωμένοι να ζουν τόσο κοντά ο ένας με τον άλλο.
.
Εμείς όμως, που είμαστε ελεύθερα παιδιά του ήλιου και του φωτός, θα μείνουμε πιστοί στο μεγάλο Πνεύμα και δεν θα του βαρύνουμε την καρδιά με πέτρες.
.
Εμείς όμως, που είμαστε ελεύθερα παιδιά του ήλιου και του φωτός, θα μείνουμε πιστοί στο μεγάλο Πνεύμα και δεν θα του βαρύνουμε την καρδιά με πέτρες.
Μόνο παραπλανημένοι, άρρωστοι άνθρωποι, που δεν κρατάν πια το χέρι του Θεού, μπορούν να ζουν ευτυχισμένοι ανάμεσα σε πέτρινες σχισμάδες χωρίς ήλιο, φως και αέρα.
Ας χαρίσουμε στον Παπαλάνγκι την αμφίβολη ευτυχία του, αλλά ας τσακίσουμε κάθε του προσπάθεια να χτίσει και στις δικές μας ηλιόλουστες παραλίες πέτρινα μπαούλα και να σκοτώσει την ανθρώπινη χαρά με πέτρες, με σχισμάδες, με βρωμιά, με θόρυβο, με καπνό και με σκόνη, όπως το θέλει το μυαλό του και είναι ο στόχος.
Κακόμοιρε Παπαλάνγκι,
πόσο περήφανος είσαι για τις πέτρες , που έχεις μαζέψει?
Για τον χρόνο που δεν έχεις?
Για τα πανιά που συγκεντρώνεις στα πέτρινα μπαούλα σου?
Για τα τραγούδια που δεν μπορείς πια να τραγουδήσεις?
Για τις Τούσι-Τούσι, δουλειές που κανείς?
Για τα πολλά άσπρα χαλάκια που διαβάζεις, για να έχεις
την ψευδαίσθηση, πως είσαι «καλά» πληροφορημένος?
Για τον ουρανό που δεν βλέπεις πια?
Για το πόσο φτωχό, έχεις καταντήσει τον Θεό σου?
Για την μηχανή ,να σε προστατεύει από τον θάνατο, που δεν έχεις βρει ακόμη?
Για τον χρόνο που δεν έχεις?
Για τα πανιά που συγκεντρώνεις στα πέτρινα μπαούλα σου?
Για τα τραγούδια που δεν μπορείς πια να τραγουδήσεις?
Για τις Τούσι-Τούσι, δουλειές που κανείς?
Για τα πολλά άσπρα χαλάκια που διαβάζεις, για να έχεις
την ψευδαίσθηση, πως είσαι «καλά» πληροφορημένος?
Για τον ουρανό που δεν βλέπεις πια?
Για το πόσο φτωχό, έχεις καταντήσει τον Θεό σου?
Για την μηχανή ,να σε προστατεύει από τον θάνατο, που δεν έχεις βρει ακόμη?
.
Κακόμοιρε Παπαλάγκι, πόσο μόνος …απέμεινες?
Κακόμοιρε Παπαλάγκι, πόσο μόνος …απέμεινες?
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.