Ο Στέφανος ήταν κυνικός.
Δεν έγινε έτσι μετά από κάποιο κοσμοϊστορικό γεγονός.
Απλά έτσι γεννήθηκε.
Από μωρό, η φάτσα του είχε ένα στραβό, ειρωνικό θαρρείς, χαμόγελο.
Το ίδιο διατήρησαν και τα ενήλικα του μούτρα. Δεν το ένιωθε κουσούρι. Αντίθετα το γούσταρε τρελά.
Υπήρξαν γκόμενες που θέλησαν να του το παίξουν ψυχολόγοι. Αναζήτησαν στα βάθη της ύπαρξης του τις αιτίες, τα τραύματα και τα απωθημένα εκείνα, που τον έκαναν αυτό που ήταν. Τις χώρισε. Αν ήθελε ψυχολόγο θα πλήρωνε έναν.
Ήταν κυνικός γιατί έτσι ήταν.
Δίχως φροϋδικές αναλύσεις.
Το σύνδρομο του καλού παιδιού του ήταν άγνωστο.
Έλεγε αυτό που σκεφτόταν, όπως κι όταν το σκεφτόταν.
Δίχως υποκρισίες και φτιασίδια. Γυμνή αλήθεια.
Με χιούμορ που ενίοτε μαύριζε και αυτοσαρκασμό.
Οι μετρημένοι στα δάχτυλα φίλοι του, εκείνοι που τ’αυτιά τους δεν αποζητούσαν χάιδεμα και δεν προσβάλλονταν εύκολα, τον ήξεραν και τον δεχόταν.
Οι άλλοι έφευγαν αδιάβαστοι. Δεν τους έκανε και δεν του έκαναν, προφανώς.
Δεν ήταν δήθεν. Ήταν απλά γνήσιος.
Κανένα μαγείρεμα σκέψης.
Στο σταυρό που λέμε, πετούσε τα πάντα. Κι όποιον πάρει ο Χάρος. Και μάζευε. Πτώματα, βρισίδια ή χαμόγελα.
Εκείνα τα χαμόγελα τα κρατούσε. Ακομπλεξάριστα, αυθόρμητα, πηγαία.
Στο σχολείο η μάνα του είχε λιώσει αμέτρητες σόλες στο πήγαινε έλα.
Κάθε βδομάδα την καλούσε η δασκάλα.
ω«Καλό και πανέξυπνο παιδί, αλλά αυτό το στόμα του οχετός» , παραπονιόταν. Κατέβαζε τα μούτρα η κακομοίρα.
Με τον καιρό σήκωσε τα χέρια ψηλά. Τον αποδέχτηκε.
Κάποιες φορές μάλιστα κρυφογελούσε με κάποια πετυχημένη αλήθεια που της ξεστόμιζε.
Στη δουλειά του βέβαια είχε θέμα. Το γλύψιμο δεν του πήγαινε καθόλου. Και δεν το έκανε.
Μια φορά το επιχείρησε κι έβαλε τα γέλια πριν καν ολοκλήρώσει την πρόταση.
Από το να χάσει τον εαυτό του, άφηνε τους άλλους να κερδίζουν καρέκλες και bonus κι ας μην ήταν καλύτεροι.
Μια χαρά τα έβγαζε πέρα κι έτσι. Δεχόταν τη ζωή ωραία όπως ήταν. Όχι ωραιοποιημένη. Αμακιγιάριστη.
Διασκέδαζε με τους γύρω του όταν έλεγε τα πράγματα με το όνομά τους. Όταν πετούσε αλήθειες στα μούτρα. Τον λέγανε αγενή, γραφικό, αναίσθητο. Αυτός πάλι τον έλεγε αυθεντικό.
Και δυστυχώς για τους άλλους, δυσβάσταχτα ειλικρινή.
Μια φορά μόνο πήγε να πουλήσει τον εαυτό του.
Ένα κορίτσι αξιοπρόσεκτο. Η Μαρίζα.
Εκείνος στα αμφίρροπα. Βλέπεις με αυτά που πετούσε δεν του καθότανε καμιά. Του σπιτιού το Μαριζάκι. Με μπαλέτα, πιάνα και γαλλικά. Με το σεις και με το σας την είχε.
Έγινε άλλος για να μην τη φρικάρει. Στο μήνα πάνω βαρέθηκε.
Καλό το σεξ, αλλά δεν έχει πλάκα να μην είσαι ο εαυτός σου.
Κάθε που πήγαινε να του ξεφύγει κάτι, δαγκωνόταν. Πληγές το στόμα του. Νισάφι.
Σε έναν καυγά το άνοιξε και της χάρισε πέντε εγκεφαλικά.
Τον παράτησε προφανώς το ίδιο βράδυ.
Το ίδιο βράδυ ανάσανε κι αυτός ελεύθερα.
Δεν αδιαφορούσε για την ηθική και την ευπρέπεια, όπως πολλοί τον κατηγορούσαν. Δε θα σκότωνε, ούτε θα αδικούσε κανέναν.
Αλλά το δήθεν δεν το άντεχε. Για τη ζωή, την κοινωνία, τους εαυτούς τους.
«Μένουν στο στόμα σου και χάνουν την καρδιά σου», του είπε κάποτε η μάνα του.
Άδικο δεν είχε. Αλλά ήταν ευτυχισμένος έτσι. Και σίγουρος. Έβλεπε τα πράγματα δίχως αυταπάτες. Όπως ήταν κι όχι όπως έπρεπε ή θα ήθελε να ήταν.
Ζούσε στον αληθινό κόσμο κι όχι στην παραμυθούπολη.
Και οι άνθρωποι που έμεναν κοντά του ήταν αληθινοί. Ούτε κόλακες, ούτε παρτάκηδες.
Ειλικρινή αισθήματα, αυθεντικές ανθρώπινες σχέσεις.
Στον έρωτα είχε ακόμη ένα θεματάκι, αλλά δεν έπαυε να ελπίζει.
Ρομαντικός δεν ήταν επ’ουδενί, αλλά όσο να πεις μια ελπίδα την είχε.
Πως θα βρισκόταν κάποια στιγμή η ηρωίδα που θα άντεχε δίπλα του.
Εκείνη που θα μύριζε μαζί του λουλούδια κι αντί να ψάχνει κρυμμένες ανθοδέσμες και δαχτυλίδια, θα έψαχνε πρώτη να εντοπίσει το φέρετρο*.
Αυτή την ηρωίδα μη σου πω ότι θα την παντρευόταν κιόλας.
«Kυνικός είναι ο άνθρωπος που όταν μυρίζει λουλούδια, ψάχνει να βρει το φέρετρο». H.L. Mencken
pillowfights
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.