(Η φωτογραφία από την πρώτη πορεία που έγινε για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου στις 17-11-1975… Την σημαία της εξέγερσης του Πολυτεχνείου κρατούν ο τότε πρόεδρος της ΕΦΕΕ, Στ. Τζουμάκας, (ΠΑΣΟΚ) ο αντιπρόεδρος Γ. Σταματάκης, (ΚΚΕ), ο γεν. γραμματέας Χρ. Λαζαρίδης, (ΚΚΕ εσ.) και ο πρόεδρος της τότε ΕΣΕΕ.
Ο Στέφανος Τζουμάκας, μετά από λίγα χρόνια κράτησε τη σημαία, σαν πρόεδρος της ΕΦΕΕ, και ο Χρήστος Παπουτσής, και οι δυο για χρόνια υπουργοί του “σοσιαλΗστικού” ΠΑΣΟΚ…
Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης ηγετικό στέλεχος τότε της νεολαίας του ΚΚΕ εσ., του Ρήγα Φεραίου, και σήμερα το «δεξί χέρι» του Αντώνη Σαμαρά!…. Κι ας μην αναφέρω τη Δαμανάκη, τον Ανδρουλάκη, τον (συγκυβερνώντα τώρα) Χατζησωκράτη, κι άλλους πολλούς… Εύκολα μπορεί ο καθείς να βγάλει τα συμπεράσματά του)….
“Με παρελάσεις, με ηρώα, με στεφάνια –
Τι πένθος: να θυμόμαστε πάλι
Πόσο οι νεκροί είναι ξεχασμένοι” (Γ. Ρίτσος)
Με στεφάνια, με μνημεία, με παρλάτες και φανφάρες ενταφιάζουμε όλο και βαθύτερα το πραγματικό νόημα του Πολυτεχνείου. Όλα αυτά τα χρόνια ποικίλοι θεσμικοί και εξωθεσμικοί παράγοντες «δούλεψαν», και «δουλεύουν» ακόμα, υπογείως και φανερά, για την αποδόμησή του. Και κατάφεραν εν τέλει το Πολυτεχνείο να μετατοπιστεί στα «Σύμβολα», ακριβώς για «να μη σημαίνει» ή για να «σημαίνει» κάτι το γενικώς αποδεκτό, δηλαδή κάτι το εύκολα αφομοιώσιμο και κατά συνέπεια «ακίνδυνο». Η αχλή του μύθου βιάστηκε να σκεπάσει την «θερμή» πραγματικότητά του…
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το κορυφαίο συμβάν του αντιδικτατορικού αγώνα δεν προήλθε από τους δεδηλωμένους εχθρούς του, από τους ακροδεξιούς ας πούμε, που χρόνια τώρα επιμένουν να βεβηλώνουν τη μνήμη των νεκρών, αρνούμενοι τον ίδιο το θάνατο των παλικαριών και θεωρώντας τον τέχνασμα των «αναρχοκομμουνιστών».
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος προήλθε και προέρχεται από τη μεριά όπου συνωθούνται οι κατά δήλωσή τους φίλοι του και συνεχιστές του, οι οποίοι βεβαίως ποικίλουν: είναι, πρώτον, όσοι, διά της αδάπανης ηρωολογίας, μείωσαν ή και μηδένισαν την υλική ιστορικότητα του γεγονότος και το εκτόπισαν βαλσαμωμένο στην περιοχή του «θαύματος», άρα του στέρησαν την πολιτικότητά του, τη συνάφειά του με ανθρώπινες δυνάμεις και με οράματα ανθρώπων. Δεύτερον, όσοι δοκίμασαν να το σφετεριστούν, να καπαρώσουν την «αποκλειστικότητά» του (πρωτίστως δε οι κομματικοί μηχανισμοί που μάλλον διά της απουσίας τους παρά διά της παρουσίας τους έλαμψαν τω καιρώ εκείνω, αφού δεν κατόρθωσαν να «οργανώσουν» το εξεγερμένο αυθόρμητο μέσα στα δικά τους στεγνά καλούπια). Τρίτον, όσοι επιζητούν να εγκλωβίσουν το ιστορικό γεγονός στην προθήκη κάποιου μουσείου αδρανούς ιστορίας (σαν ένα ακόμα μπιμπελό), δήθεν για να μη «σκονίζεται».
Πολλοί και διάφοροι βίασαν την ιστορία και σκύλευσαν πάνω στο «σώμα» του Πολυτεχνείου, για να αποκομίσουν προσωπικά, συλλογικά ή κομματικά οφέλη.
Τον τόνο, τα τελευταία χρόνια, το δίνουν οι επαγγελματίες του χλευασμού είτε από την τηλεόραση είτε από τις εφημερίδες του αχαλίνωτου «κιτρινισμού» είτε από τα περιοδικά της χιδάτης ημιπορνογραφικής τιποτοφροσύνης. Για να διευκολύνουν το κατεδαφιστικό τους έργο, ταυτίζουν δολίως το Πολυτεχνείο με μερικούς από τους επώνυμους πρωταγωνιστές του, οι οποίοι έχουν από καιρό αποσκιρτήσει από τον τοτινό ιδεολογικό τους εαυτό, εθισμένοι στην εξουσία ή απλώς καταπονημένοι και αποκαρδιωμένοι (κι αυτά είναι πράγματα απολύτως ερμηνεύσιμα). Ταυτόχρονα ταυτίζουν τις επετειακές εκδηλώσεις είτε με την κνίσσα των σουβλατζήδων και με το λιανεμπόριο που αναπτύσσεται στα πέριξ του ιδρύματος είτε με το τελετουργικό βίας που στήνουν εθιμικώ δικαίω οι θιασώτες των «αναπαραστάσεων» (υπό τις κάμερες βεβαίως των αδηφάγων τηλεοπτικών καναλιών που σπεύδουν να ακροβολιστούν, νοικιάζοντας επίζηλες θέσεις στους πάνω ορόφους των πολυκατοικιών της περιοχής, όχι για να «καταγράψουν γεγονότα», αλλά για να αποπροσανατολίσουν, να παραπληροφορήσουν, να διαστρεβλώσουν και να εξυπηρετήσουν πολιτικές σκοπιμότητες της όποιας κυβερνητικής εξουσίας.
Αλλά και ο στόχος όσων «ντύνονται φίλοι», δεν είναι τόσο αγαθός όσο θέλει να εμφανίζεται. Ονειδίζοντας μερικούς από τους «πρωταγωνιστές» του Πολυτεχνείου, που εφθάρησαν ήδη από τη μικροηδονή της Δύναμης ή υπετάγησαν στην «αρχή της πραγματικότητας», επιδιώκουν να μαγαρίσουν συνολικά το ιστορικό εγχείρημα. Ελεεινολογώντας και οικτίροντας το παρόν, επιζητούν να απαξιώσουν αναδρομικά την ιστορία, το Πολυτεχνείο της ιστορίας, επιζητούν να επιβάλλουν την άποψη ότι το Πολυτεχνείο νοσούσε εξαρχής, άρα το «νόημά» του δεν μπορούσε να οδηγήσει πουθενά αλλού από κει που ήδη οδήγησε.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου ανήκει πράγματι στον Αόριστο. Αλλά αν δεχτούμε ότι επίσης στον Αόριστο ανήκουν και τα ελευθερόφρονα αιτήματά της, οι αξίες που την ενέπνευσαν και ο τρόπος που διεκδίκησε την πραγμάτωσή τους, θα ‘ναι σα να δεχόμαστε πως η ιστορία έχει ημερομηνία λήξης, πως έχει ήδη ενταφιαστεί ή «μουμνιοποιηθεί»… Αλλά η ιστορία δεν τέλειωσε, δεν έχει ημερομηνία λήξης, το νήμα δεν κόπηκε, κάποιοι θα το ξαναρπάξουν για να οδηγήσουν την ιστορία και πάλι στο προσκήνιο με το πραγματικό και ουσιαστικό νόημά της.
-Οι χρυσαυγίτες νεοναζιστές και οι νεκροί του Πολυτεχνείου»…
«Εσείς
αδέρφια που πέσατε.
Οι άνθρωποι θα ξεχάσουν τ’ όνομά σας.
Μα η πατρίδα θα κρατάει το αίμα σας στις ρίζες της
για ν’ ανθίζει.»
(Τάσος Λειβαδίτης, «ΕΠΙΤΑΦΙΟ»)
Αισχρή και προκλητικότατη η ανακοίνωση της Χρυσής Αυγής και κατάπτυστη η αφίσα της που βλέπετε στη φωτογραφία… Παντελώς ανιστόρητα και με θράσος χιλίων πιθήκων υποστηρίζουν πως το Πολυτεχνείο είναι ένα παραμύθι και πως στις μέρες της μεγάλης εξέγερσης το Νοέμβρη του ’73 δεν υπήρξαν νεκροί:
«Όταν ρωτούσαν τον Γκέμπελς για την εξολόθρευση των Εβραίων, απαντούσε: «Αδύνατον, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα το γνώριζα»! Επομένως τίποτα το πρωτότυπο από τα ναζιστικά αποβράσματα της Χρυσής Αυγής, που ως απόγονοι των ταγματασφαλιτών, ως επίγονοι του φασίστα Μεταξά και ως υπερασπιστές της χούντας των συνταγματαρχών, ισχυρίζονται πως δεν υπήρξαν νεκροί στο Πολυτεχνείο και πως οι νεκροί του Πολυτεχνείου είναι «μύθος»… (η συνέχεια του κειμένου, από το tvxs, εδώ…)
-Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής, «Στο Διομήδη Κομνηνό»
Διομήδης Κομνηνός, ετών 17, με
βεβαρυμένον παρελθόν».
Εφημερίδες – από επίσημη ανακοίνωση.
Βεβαίως,
είχε βεβαρυμένο παρελθόν ο Διομήδης.
Πέντε χρονών, στους ώμους του πατέρα του
φώναζε για λευτεριά στην Κύπρο,
δέκα χρονών, ξυπόλυτος,
με μια φέτα ψωμί στην τσέπη,
βάδιζε στην πορεία της ειρήνης,
και δώδεκα ζητούσε δημοκρατία.
Στα δέκα επτά
μ’ ένα πλακάτ στο χέρι:
ψωμί – παιδεία – ελευθερία.
Γιάννης Π. Τζήκας
Αλέκος Χρυσόπουλος
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.