Ήταν μία συννεφιασμένη ημέρα ...
.. όταν αντιλήφθηκα πως τελικά ότι και να πιστεύω, όσο κι αν προσπαθώ ή αν επιμένω, δύσκολα μπορώ να αλλάξω κάτι σε αυτόν τον κόσμο ... μόνος μου ή με άλλους. Διότι η απάντηση βρίσκεται στην ερώτηση, «θέλει πραγματικά ο κόσμος να αλλάξει»; Έχει πραγματικά αναρωτηθεί κανείς, κάποτε, πόσοι, κυριολεκτικά και με ψυχρά μαθηματικά, είναι αυτοί που επιθυμούν να αλλάξουν τα πράγματα; Διότι άμα αλλάξουν όλα (;), ορισμένα (;), αρκετά (;), γιατί κανείς δε μπορεί να δηλώσει με απόλυτη σιγουριά πόσα θα πρέπει να αλλάξουμε προκειμένου να γίνει ο κόσμος μας δίκαιος, ίσως αυτό σημαίνει αυτόματα ότι θα πρέπει εμείς πρώτοι απ’ όλους, οι προνομιούχοι,
οι απλά τυχεροί της ζωής, να χάσουμε αρκετές από τις πολυτέλειές μας και να συβιβαστούμε με πιο λίγα. Μπορούμε να ζήσουμε με τα ελάχιστα; Το έχουμε δοκιμάσει ποτέ; Είμαστε έτοιμοι και αποφασισμένοι για κάτι τέτοιο; Έχουμε δει το ψυγείο μας μια φορά άδειο στη ζωής μας και έχουμε σκεφτεί ότι δε χρειάζεται να το γεμίσουμε το γαμημένο; Ότι μπορεί να πεινάμε, αλλά και αν δεν φάμε, δεν τρέχει κάτι : δεν πρόκειται να πεθάνουμε έτσι απλά και οι αηδίες του «ζαλίζομαι» ή «δε νιώθω καλά» είναι απλά αηδίες και τίποτα παραπάνω. Επιθυμούμε κάτι τέτοιο; Να ζήσουμε στα όρια, αλλά να πολεμήσουμε για κάτι καλύτερο για όλους; Να δοκιμάσουμε να κάνουμε κάτι προς αυτήν την κατεύθυνση; Fuck no! Γιατί εμείς είμαστε οι τυχεροί και τα έχουμε όλα, δε θέλουμε να αλλάξει κάτι, δε μας νοιάζει κιόλας.
Στατιστικά,
το 33% αυτών που θα διαβάσουν το συγκεκριμένο κείμενο δεν τρώει χθεσινό
φαγητό. Το 80% αυτών θα πετάξει στον κάδο των αχρήστων προϊόν του
οποίου η ημερομηνία λήξεως έχει παρέλθει. Το 95% θα πετάξει, χωρίς
δεύτερη σκέψη κιόλας, σουβλάκι, το οποίο του έπεσε κάτω και δεν θα
διανοηθεί καν να το ακουμπήσει. Είμαστε έτοιμοι όμως για Επανάσταση, ένα
πράγμα σαν τους «Αγανακτισμένους» με λίγα λόγια ...
Διότι
όπως και να το κάνουμε είναι διαφορετικό κάποιος να πεθαίνει από την
πείνα, επειδή δεν έχει να φάει – πράγμα λίγο πολύ ανεπίτρεπτο και
ανήκουστο από όλες τις πλευρές στις ημέρες μας – και διαφορετικό να
πεθαίνει με μία βελόνα στο χέρι του. Ο τρόπος θανάτου έχει σημασία ...
διότι είναι άμεσα συνηφασμένος με τις ευκαιρίες, που είχε ο
συγκεκριμένος άνθρωπος να ζήσει, να επιζήσει, να δει τον ήλιο, να χαρεί
και να χαμογελάσει, σε αυτόν τον πλανήτη. Ο θάνατος από ναρκωτικά είναι επιλογή ... ο θάνατος εξαιτίας της πείνας όμως είναι παγκόσμια επιβολή.
.. όταν αντιλήφθηκα πως τελικά ότι και να πιστεύω, όσο κι αν προσπαθώ ή αν επιμένω, δύσκολα μπορώ να αλλάξω κάτι σε αυτόν τον κόσμο ... μόνος μου ή με άλλους. Διότι η απάντηση βρίσκεται στην ερώτηση, «θέλει πραγματικά ο κόσμος να αλλάξει»; Έχει πραγματικά αναρωτηθεί κανείς, κάποτε, πόσοι, κυριολεκτικά και με ψυχρά μαθηματικά, είναι αυτοί που επιθυμούν να αλλάξουν τα πράγματα; Διότι άμα αλλάξουν όλα (;), ορισμένα (;), αρκετά (;), γιατί κανείς δε μπορεί να δηλώσει με απόλυτη σιγουριά πόσα θα πρέπει να αλλάξουμε προκειμένου να γίνει ο κόσμος μας δίκαιος, ίσως αυτό σημαίνει αυτόματα ότι θα πρέπει εμείς πρώτοι απ’ όλους, οι προνομιούχοι,
οι απλά τυχεροί της ζωής, να χάσουμε αρκετές από τις πολυτέλειές μας και να συβιβαστούμε με πιο λίγα. Μπορούμε να ζήσουμε με τα ελάχιστα; Το έχουμε δοκιμάσει ποτέ; Είμαστε έτοιμοι και αποφασισμένοι για κάτι τέτοιο; Έχουμε δει το ψυγείο μας μια φορά άδειο στη ζωής μας και έχουμε σκεφτεί ότι δε χρειάζεται να το γεμίσουμε το γαμημένο; Ότι μπορεί να πεινάμε, αλλά και αν δεν φάμε, δεν τρέχει κάτι : δεν πρόκειται να πεθάνουμε έτσι απλά και οι αηδίες του «ζαλίζομαι» ή «δε νιώθω καλά» είναι απλά αηδίες και τίποτα παραπάνω. Επιθυμούμε κάτι τέτοιο; Να ζήσουμε στα όρια, αλλά να πολεμήσουμε για κάτι καλύτερο για όλους; Να δοκιμάσουμε να κάνουμε κάτι προς αυτήν την κατεύθυνση; Fuck no! Γιατί εμείς είμαστε οι τυχεροί και τα έχουμε όλα, δε θέλουμε να αλλάξει κάτι, δε μας νοιάζει κιόλας.
Θυμάμαι, όταν ήμουν μικρό παιδάκι, πριν 30 χρόνια περίπου, το
ενδιαφέρον ολόκληρου του πλανήτη να εστιάζεται κατά κύριο λόγο στην
Αφρική, τους πάντες να μιλάνε για την κατάσταση εκεί, τη
φτώχια, την πείνα, τα παιδιά που πέθαιναν, τις μεγαλύτερες
ίσως συναυλίες όλων των εποχών να λαμβάνουν χώρα και τον καλλιτεχνικό
κόσμο – φαινομενικά τουλάχιστον – να κινητοποιείται και να
ευαισθητοποιείται. Ποιο το αποτέλεσμα; Σχεδόν 3 δεκαετίες μετά, παιδιά
συνεχίζουν πεθαίνουν από την πείνα (περισσότερα μάλιστα από ποτέ
άλλοτε), τις αρρώστιες και τον πόλεμο, ο κόσμος συνεχίζει να υποφέρει
και σχεδόν τίποτα δε δείχνει να έχει αλλάξει ... εμείς όμως στη «Δύση»
έχουμε σίγουρα περισσότερα χρήματα. Μιλάμε και ασχολούμαστε με το aids
και τον καρκίνο, όταν ο αριθμός αυτών που πεθαίνουν από τη δίψα είναι
διπλάσιος και ο αριθμός όσν πεθαίνουν από αρρώστιες, οι οποίες
συνδέονται με την κατανάλωση βρώμικου και μολυσμένου νερού είναι
δεκαπλάσιος. Τι υποκρισία! Και το πρόβλημα σήμερα δεν είναι μόνο η
Αφρική, αλλά και η Ασία και η Νότια Αμερική, μήπως όμως είναι και η
Ευρώπη, η Ελλάδα η ίδια;
Στο ελληνικό σχολείο ακούμε για τα ναρκωτικά, δεν ακούμε ποτέ όμως για
την πείνα. Γιατί άραγε; Νιώθουμε ενοχές για το έγκλημα που διαπράττουμε;
Δεν είναι ανάγκη, έχουμε κάνει και χειρότερα.
Ήταν μία ηλιόλουστη ημέρα ...
... όταν κατάλαβα ότι η ελληνική κοινωνία είναι μία κλειστόμυαλη, συντηρητική και άκρως υποκριτική κοινωνία. Η θρησκεία κρυμμένη σχεδόν πίσω από κάθε κάδο σκουπιδιών, μέσα σε κάθε σπίτι, παραμονεύει σε κάθε γωνία, επιβλέπει και αποφασίζει για τα πάντα. Δε φαίνεται, δεν αφήνει πανέξυπνα να φανεί, κι όμως είναι η πραγματικότητα. Εκκλησίες που έβλεπα μικρό παιδί έχουν διπλασιαστεί και τριπλασιαστεί σε μέγεθος, ενώ ήρθαν και νέες να χτιστούν στις γειτονιές, λες και δεν είχαμε αρκετές ή χρειαζόμασταν ακόμη περισσότερες ή ο αριθμός των Ελλήνων ορθοδόξων «πιστών-υποκριτών» αυξήθηκε με τα χρόνια. «Πλήρωσε, αγόρασε το κερί σου, εξασφάλισε τη σωτηρία της πουτάνας ψυχής σου στη ζωή μετά θάνατον».
... όταν κατάλαβα ότι η ελληνική κοινωνία είναι μία κλειστόμυαλη, συντηρητική και άκρως υποκριτική κοινωνία. Η θρησκεία κρυμμένη σχεδόν πίσω από κάθε κάδο σκουπιδιών, μέσα σε κάθε σπίτι, παραμονεύει σε κάθε γωνία, επιβλέπει και αποφασίζει για τα πάντα. Δε φαίνεται, δεν αφήνει πανέξυπνα να φανεί, κι όμως είναι η πραγματικότητα. Εκκλησίες που έβλεπα μικρό παιδί έχουν διπλασιαστεί και τριπλασιαστεί σε μέγεθος, ενώ ήρθαν και νέες να χτιστούν στις γειτονιές, λες και δεν είχαμε αρκετές ή χρειαζόμασταν ακόμη περισσότερες ή ο αριθμός των Ελλήνων ορθοδόξων «πιστών-υποκριτών» αυξήθηκε με τα χρόνια. «Πλήρωσε, αγόρασε το κερί σου, εξασφάλισε τη σωτηρία της πουτάνας ψυχής σου στη ζωή μετά θάνατον».
Και η εκκλησία όπως πάντα δηλώνει απούσα από τα σημαντικότερα κοινωνικά
γεγονότα της χώρας. Όπως κατά τη διάρκεια της επταετίας ήταν το
δεκανίκι των χουντικών, κατά τον ίδιο ακριβώς και κατά τη διάρκεια της
πράσινης Χούντας ήταν ο Δούρειος Ίππος του Παπανδρέου και των
ζιβαγκο-ιδεαλιστών στην απλή, μεσοαστή, ελληνική οικογένεια ... και η
ιστορία συνεχίζεται με το απολυταρχικό καθεστώς των τελευταίων ετών. Δεν
ακούγεται μιλιά! «Η Εκκλησία βοηθάει» ... με τα δισεκατομμύρια του
ελληνικού λαού, που κατέχει παρανόμως και ουδείς ποτέ μπήκε στον κόπο να
ελέγξει πώς και με τι τρόπους απέκτησε, ταϊζει μακαρόνια και κριθαράκι
κάτι άστεγους. Τεράστιο έργο!!! Η πλύση εγκεφάλου που μας έκαναν μικρά
παιδιά περί Βυζαντίου, Παλαιών Πατρών Γερμανού και ένας Θεός ξέρει μόνο
τι άλλο δεν περιγράφεται. Το μαύρο γινόταν άσπρο, εξυπηρετώντας
συγκεκριμένα συμφέροντα ... άνθρωποι βαφτίζονταν συγγραφείς και
επιστήμονες, έγγραφαν βιβλία και αυτά τα διδαχτήκαμε – με το ζόρι φυσικά
– και μελετήσαμε γενιές ολόκληρες, ποτισμένες με το δηλητήριο του
μικροβίου φόβου ενός Θεού-τιμωρού.
Θεός
είναι ο ίδιος μας ο εαυτός και οφείλουμε πρώτα απ΄όλα οι ίδιοι να
κρίνουμε τις πράξεις μας. Η έννοια του «καλού-κακού» ξεκινάει πρώτα απ’
όλα μέσα από τον ίδιο μας τον εαυτό. Η ελευθερία μας σταματάει εκεί που
αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε κοινωνική
συνείδηση και να ευαισθητοποιούμαστε αναφορικά με θέματα που αφορούν
συμπολίτες μας και είναι σημαντικά γι’αυτούς. Η επιβράβευση για το
αυτονόητο ταυτίζεται με την ηλιθιότητα. Θέτει νέα όρια, ρίχοντας σε
απίστευτα χαμηλό επίπεδο την ύπαρξή μας ως προσωπικότητες και ώριμοι
άνθρωποι. Οι έννοιες αυτογνωσία, αυτοκριτική και αυτοπροσδιορισμός
απουσιάζουν πλήρως από το λεξιλόγιο του μέσου Έλληνα πολίτη και όχι
τυχαία.
Ήταν μια συννεφιασμένη ημέρα ...
... όταν κατάλαβα ότι όλοι μας, χωρίς σχεδόν καμία εξαίρεση, αγαπάμε πάνω απ’ όλα τους ίδιους μας τους εαυτούς. Ο κόσμος μιλάει για έρωτα, για αγάπες, για ειδύλλια ... ίσως να είναι και το μεγαλύτερο ψέμα από καταβολής κόσμου. Το να συγχωρέσεις κάποιον για κάτι που έκανε, ακόμη κι αν σε πλήγωσε, δε δηλώνει έρωτα ... δε δηλώνει ούτε αγάπη. Η συγχώρεση πολλές φορές είναι άμεσα συνηφασμένη με το συμφέρον ή με το φόβο ... τι θα κάνω χωρίς ... ή τι θα κάνω άμα ... ή πού θα πάω μετά ... οπότε «καταπίνουμε» καταστάσεις και προχωράμε όπως γνωρίζουμε, κινούμενοι σταθερά σε σίγουρα μονοπάτια. Δεν είναι ακριβώς αδύνατο, αλλά σίγουρα είναι αρκετά σπάνιο φαινόμενο, να βρεις κάποιον να αγαπάει το συντροφό του για όλα αυτά που μισεί επάνω του. Αυτό όμως είναι ουσιαστικά η αγάπη! Πηγάζει μέσα από τη διαφορετικότητα των ανθρώπων και των χαρακτήρων. Πολλές φορές, τις περισσότερες μάλιστα, μισούμε πράγματα στο χαρακτήρα ή στην καθημερινότητα του συντρόφου μας. Δεν αναλογιζόμαστε όμως ποτέ, πως εφόσον δεν υπήρχαν αυτά, αν δεν ήταν όλα έτσι, ίσως αυτός να μην ήταν και αυτός που πιστεύουμε ότι αγαπάμε ή τουλάχιστον νιώθουμε κάτι γι’αυτόν. Ξοδεύουμε το χρόνο μας ηλίθια σχεδόν παλεύοντας να τον αλλάξουμε, να αλλάξουμε όλα αυτά που δεν μας αρέσουν και μας ενοχλούν, χάνοντας υπερπολύτιμη ενέργεια σε πράγματα άνευ ουσίας ... διότι μεθαύριο θα υπάρξει κάτι άλλο, κάτι νέο προφανώς, που δεν θα μας αρέσει και θα γεννηθεί η επιθυμία να το αλλάξουμε κι αυτό. Και πότε θα νιώσουμε μέσα μας ήρεμοι; Πότε θα βρούμε πραγματική γαλήνη;
... όταν κατάλαβα ότι όλοι μας, χωρίς σχεδόν καμία εξαίρεση, αγαπάμε πάνω απ’ όλα τους ίδιους μας τους εαυτούς. Ο κόσμος μιλάει για έρωτα, για αγάπες, για ειδύλλια ... ίσως να είναι και το μεγαλύτερο ψέμα από καταβολής κόσμου. Το να συγχωρέσεις κάποιον για κάτι που έκανε, ακόμη κι αν σε πλήγωσε, δε δηλώνει έρωτα ... δε δηλώνει ούτε αγάπη. Η συγχώρεση πολλές φορές είναι άμεσα συνηφασμένη με το συμφέρον ή με το φόβο ... τι θα κάνω χωρίς ... ή τι θα κάνω άμα ... ή πού θα πάω μετά ... οπότε «καταπίνουμε» καταστάσεις και προχωράμε όπως γνωρίζουμε, κινούμενοι σταθερά σε σίγουρα μονοπάτια. Δεν είναι ακριβώς αδύνατο, αλλά σίγουρα είναι αρκετά σπάνιο φαινόμενο, να βρεις κάποιον να αγαπάει το συντροφό του για όλα αυτά που μισεί επάνω του. Αυτό όμως είναι ουσιαστικά η αγάπη! Πηγάζει μέσα από τη διαφορετικότητα των ανθρώπων και των χαρακτήρων. Πολλές φορές, τις περισσότερες μάλιστα, μισούμε πράγματα στο χαρακτήρα ή στην καθημερινότητα του συντρόφου μας. Δεν αναλογιζόμαστε όμως ποτέ, πως εφόσον δεν υπήρχαν αυτά, αν δεν ήταν όλα έτσι, ίσως αυτός να μην ήταν και αυτός που πιστεύουμε ότι αγαπάμε ή τουλάχιστον νιώθουμε κάτι γι’αυτόν. Ξοδεύουμε το χρόνο μας ηλίθια σχεδόν παλεύοντας να τον αλλάξουμε, να αλλάξουμε όλα αυτά που δεν μας αρέσουν και μας ενοχλούν, χάνοντας υπερπολύτιμη ενέργεια σε πράγματα άνευ ουσίας ... διότι μεθαύριο θα υπάρξει κάτι άλλο, κάτι νέο προφανώς, που δεν θα μας αρέσει και θα γεννηθεί η επιθυμία να το αλλάξουμε κι αυτό. Και πότε θα νιώσουμε μέσα μας ήρεμοι; Πότε θα βρούμε πραγματική γαλήνη;
Αγάπη είναι να σου λείπει ο/η σύντροφός σου με το που απουσιάσει τις
πρώτες ημέρες – για οποιοδήποτε λόγο – από δίπλα σου. Και να σου λείπει,
όχι διότι σου λείπουν όλα αυτά που γουστάρεις και σου αρέσουν σε
αυτόν/αυτήν, αλλά διότι γαμώτο σου λείπει ως ύπαρξη, ως οντότητα : αυτό
σημαίνει πως σου λείπουν επίσης όλα εκεί τα καθημερινά πράγματα επάνω
του/της, που σε εξοργίζουν και ορισμένες φορές σε βγάζουν από τα ρούχα
σου. Πόσες φορές το έχουμε νιώσει αυτό πραγματικά; Να μια καλή ερώτηση
...
Mίλτος Λυμπιτσούνης
Ήταν μια χιονισμένη ημέρα ...
... όταν κατάλαβα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τις πλέον ανήκουστες πράξεις, να καταστρέψει τη ζωή ενός άλλου, να τον διαλύσει στην κυριολεξία, να του κλέψει με το έτσι θέλω ότι πολυτιμότερο έχει στη ζωή του δίχως να πει κουβέντα και να εξαφανιστεί. Διότι δεν υπάρχει δικαιοσύνη! Η δικαιοσύνη είναι εκεί για να προστατεύει τα συμφέροντα αυτών που έχουν ήδη τα «προνόμια» και να φροντίζει ώστε να μη τα χάσουν. Η δικαιοσύνη είναι εκεί για να εμποδίζει τους απλούς ανθρώπους να υψώσουν κεφάλι και να φέρουν τα πάνω κάτω. Διότι δεν υπάρχει η παραμικρή λογική στη δικαιοσύνη του σήμερα ... δεν υπάρχει κανενός είδους δικαιοσύνη και δεν πιστεύω σε τίποτα. Λυπάμαι, αλλά είμαι ένας γαμημένος, κατεστραμένος άπιστος, του οποίου η καρδιά σταμάτησε να χτυπάει προ πολλού!
... όταν κατάλαβα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τις πλέον ανήκουστες πράξεις, να καταστρέψει τη ζωή ενός άλλου, να τον διαλύσει στην κυριολεξία, να του κλέψει με το έτσι θέλω ότι πολυτιμότερο έχει στη ζωή του δίχως να πει κουβέντα και να εξαφανιστεί. Διότι δεν υπάρχει δικαιοσύνη! Η δικαιοσύνη είναι εκεί για να προστατεύει τα συμφέροντα αυτών που έχουν ήδη τα «προνόμια» και να φροντίζει ώστε να μη τα χάσουν. Η δικαιοσύνη είναι εκεί για να εμποδίζει τους απλούς ανθρώπους να υψώσουν κεφάλι και να φέρουν τα πάνω κάτω. Διότι δεν υπάρχει η παραμικρή λογική στη δικαιοσύνη του σήμερα ... δεν υπάρχει κανενός είδους δικαιοσύνη και δεν πιστεύω σε τίποτα. Λυπάμαι, αλλά είμαι ένας γαμημένος, κατεστραμένος άπιστος, του οποίου η καρδιά σταμάτησε να χτυπάει προ πολλού!
Mίλτος Λυμπιτσούνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.