Γράφει η Μαρία Λαμπαδαρίδου – Πόθου //
Είναι κάποιες στιγμές, εξαιρετικές στιγμές του βίου ή αλλιώς, στιγμές λάμψης, που υψώνονται πάνω από τον χρόνο, πάνω από τη βουή της καθημερινότητας, και μένουν εκεί ακοίμητες να σου θυμίζουν ένα εξαιρετικό και άκρως προσωπικό συμβάν που σε σημάδεψε.
Μέσα σ” αυτές τις εξαιρετικές στιγμές υπάρχουμε με όλα τα άγνωστα βάθη του είναι μας. Σε αυτή την εσωτερική λάμψη που μας υψώνει πάνω από τον χρόνο.
Εκεί, σ” εκείνη την ελάχιστη αστραπή συνειδητοποίησα “το πένθος των λέξεων”.
Χρόνια το ζούσα και δεν ήξερα να το ονομάσω. Ζούσα μόνο την οδύνη του πένθους γι” αυτό που χανόταν μέρα τη μέρα, γι” αυτό που ράγιζε αβοήθητο μέρα τη μέρα και κυλούσε στην απώλεια. Έτσι όπως αγαπάς έναν άνθρωπο που τον χτύπησε το Αδύνατο. Και όλα τα τοπία που αγάπησες μαζί του τυλίγονται σ” ένα πένθος άβατο. Όλες οι λέξεις που έμαθες μαζί του παίρνουν σιγά σιγά τις χλομές αποχρώσεις ενός πένθους αμίλητου.
Οι λέξεις. Έχουν μέσα τους ένα κρυφό πένθος σαν χλομό φως αστεριού που σβήνει και που εσύ μόνον το βλέπεις.
Τον πρώτο καιρό το πένθος αυτό είχε μια παράξενη λάμψη. Σαν εκείνες τις στιγμές λάμψης που υψώνονται πάνω από τον χρόνο. Κι εγώ ταξίδεψα μέσα σ” αυτές τις σπάνιες στιγμές και έγραψα το μικρό μου μυθιστόρημα του κεχριμπαριού.
Αυτό το μυθιστόρημα γράφτηκε μέσα σε μικρές αναβάσεις της ψυχής μου το περασμένο καλοκαίρι, όταν εγώ αναμετριόμουν με το Αδύνατο και προετοίμαζα το σώμα μου και την ψυχή μου να μυηθεί σε αυτό που δεν γνώριζα.
Αυτό το μικρό κεχριμπαρένιο μου μυθιστόρημα που το είπα “Συνέντευξη με το φάντασμα του βάλτου” γεννήθηκε με κοφτές ανάσες γέννας επώδυνης μέσα στις αστραπές της λάμψης που προετοίμαζε το πένθος.
Ο μύθος ήταν έτοιμος στο μυαλό μου. Τα πρόσωπα, τα περισσότερα, αληθινά. Τα γεγονότα έτσι ακατέργαστα όπως τα είπα και ακήδευτα. Το αίμα να ρέει στα αυλάκια των νερών. Ο βάλτος προστατευμένος από το αθέατο. Όλα ήταν έτοιμα για να μετουσιώσω το πένθος των λέξεων σε ένα τρυφερό νεανικό μυθιστόρημα, με όλη την ευδοκία και τη δροσιά της νιότης, που όμως βαθιά στις κρυφές πτυχές του θα κρατά την αγωνία της αποδοχής του Αδύνατου.
Κάποτε, μέρες που είχα βγάλει το βιβλίο μου “Σάμουελ Μπέκετ – Η εμπειρία της υπαρξιακής οδύνης”, είχα λάβει ένα γράμμα από μια άγνωστη φοιτήτρια. Μου έλεγε πως το βιβλίο εκείνο τη βοήθησε να λυτρωθεί από τον σπαραγμό μιας απώλειας.
Και θα πει κανείς, ποια σχέση μπορεί να έχει ο Μπέκετ με τον πόνο της απώλειας που
δήλωνε η φοιτήτρια. Κι όμως. Έτσι ήταν. Και να γιατί. Όταν εγώ λίγο πριν είχα βιώσει μια προσωπική απώλεια, έμεινα στη σιωπή για καιρό και διάβαζα μόνο Μπέκετ. Αυτό ήθελα. Να χαρτογραφήσω την άβυσσο του έργου του, αυτή την ανυπέρβατη όπως την είπε, να βρω τις πατημασιές μου πάνω της. Και όταν έγραψα το βιβλίο μου εκείνο για το έργο του, “πέρασα” μέσα στις λέξεις αυτό που βίωνα, το “πέρασα” μέσα στον λόγο μου, στην ουσία των λέξεων, στα κρυφά ντουλαπάκια των λέξεων, γιατί αυτό που ζητούσα ήταν: Να περάσω μέσα από την άβυσσο του Μπέκετ και να βγω στο φως, να αναδυθώ.
Και αυτό, ακριβώς αυτό έπιασε με τις κεραίες της ψυχής της η φοιτήτρια:
Την ανάδυση.
Κάπως έτσι έγινε και με το μυθιστόρημα του κεχριμπαριού. “Πέρασα” στις σελίδες του όλο εκείνο το πένθος για τα χαμένα πρόσωπα που τόσο άδικα τους στέρησαν την άνοιξη – για το άδικο που περισσεύει σε όλους τους καιρούς. Κι ας έχει όλη τη δροσιά της νεότητας. Τη χαρά της ζωής, τη χαρά της ύπαρξης πάντα τη συνοδεύει ένα αδιόρατο πένθος. Αυτό ήθελα να δώσω, έτσι όπως το βρήκα στις λέξεις και στα τοπία που αγάπησα πριν τα αγγίξει το Αδύνατο.
Και ήθελα ακόμα να πω, με το μικρό μου μυθιστόρημα του κεχριμπαριού, πως αυτό που μένει από τη ζωή είναι η λάμψη της μιας μοναχικής στιγμής που υψώνεται πάνω από τον χρόνο. Η χαραγή της λάμψης που την είπαμε Μνήμη.
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.