Η πρώτη φουρνιά ανθρώπων στην ελληνική μυθολογία φίλες και φίλοι μας ήταν το «χρυσό γένος». Σύμφωνα με τον Ησίοδο ζούσαν ανάμεσα στους θεούς και τρέφονταν από τη Γη που παρείχε γενναιόδωρα τα αγαθά της. Όλοι ήταν νέοι, ζούσαν πολλά χρόνια και έπειτα πέθαιναν ειρηνικά. Την επίβλεψη και κυριαρχία τους είχε ο Κρόνος. Ο Πλάτωνας θεωρούσε αυτό το γένος καλό και ενάρετο και τους περιέγραφε ως «δαίμονες» πάνω στη Γη, που σήμαινε σοφοί, ευεργετικά πνεύματα (την αρνητική έννοια που έχει σήμερα πήρε πολύ αργότερα).
Το δεύτερο γένος ήταν το αργυρό. Οι άντρες ζούσαν έναν αιώνα αλλά υπό την κυριαρχία των μανάδων. Βρίσκονταν σε συνεχή σύγκρουση μεταξύ τους και αμελούσαν τους Θεούς οπότε ο Δίας, στον οποίο ανήκαν, τους εξολόθρεψε με κατακλυσμό. Ερευνητικά πιστεύεται πως ο κατακλυσμός αυτός παραλληλιζόταν συμβολικά με τη λίμνη Κωπαΐδα ή την Αττική (*εκείνες τις εποχές μια απότομη υπερχείλιση ή άλλο σχετικό φυσικό φαινόμενο επέφερε επιπτώσεις στους αγροτικούς πληθυσμούς – για παράδειγμα αν σε μια λίμνη κατέληγε θαλασσινό νερό, τα νερά της αλμύριζαν, έπαυε να είναι πηγή καλλιεργήσιμων εκτάσεων καταστρέφοντας τις σοδειές και αναγκάζοντας τους γύρω πληθυσμούς να αναζητούν αλλού κατοικία. Έτσι σε πολλές μυθολογίες φαινόμενα όπως οι κατακλυσμοί χρησιμοποιήθηκαν ως ισχυρά σύμβολα μεταβολών των γενών των ανθρώπων.)
Στο χάλκινο γένος ζούσε και ο Δευκαλίωνας, βασιλιάς της Θεσσαλίας. Ήταν γιος του Προμηθέα, του Τιτάνα που πρόσφερε στους ανθρώπους τη σοφία και τη φωτιά των Θεών, παρόλο που τιμωρήθηκε σκληρά. Όταν προειδοποίησε τον γιο του για τον κατακλυσμό, ο Δευκαλίωνας κατασκεύασε ένα πλοίο και μπήκε με τη γυναίκα του, την Πύρρα, έχοντας μαζέψει αρκετά εφόδια. Μόλις οι βροχές του Δία σταμάτησαν, ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα βγήκαν από το πλοίο και έκαναν θυσία στον Δία. Έπειτα άρχισαν να πετάνε πέτρες πίσω από την πλάτη τους - οι πέτρες που πετούσε ο Δευκαλίωνας μεταμορφώνονταν σε άνδρες και αυτές της Πύρρας σε γυναίκες. Η πρώτη πέτρα του Δευκαλίωνα σχημάτισε τον Έλληνα, γενάρχη των Ελλήνων. Ο Έλληνας έζησε στη Θεσσαλία και γυναίκα του, η «μητέρα» των Ελλήνων, ήταν η Νύμφη Ορσηίδα.
Έπειτα από το χάλκινο έφτασε το ηρωικό γένος. Γνωρίζουμε περισσότερο από όλους τους άλλους τους εκπροσώπους του: Ήταν ο Οδυσσέας, ο Αχιλλέας, ο Ηρακλής και οι λοιποί ήρωες. Μετά τον θάνατό τους πήγαιναν σε ξεχωριστό τόπο - στα Ηλύσια Πεδία - ή οι ψυχές τους έφταναν στις Νήσους των Μακάρων όπου δεν πέθαιναν καν αλλά εξακολουθούσαν να ζουν ευτυχισμένοι. Εκεί φύτρωναν χρυσά λουλούδια, το έδαφος ήταν πάντα γόνιμο και έδινε τρεις φορές το χρόνο καρπούς, ενώ οι όμορφες αύρες του Ωκεανού δρόσιζαν τα σώματα των γενναίων.
Τελευταίο για τον Ησίοδο ήρθε το γένος του σιδήρου. Το χαρακτήριζαν η έλλειψη ηθικής, ο βαρύς αγώνας, ο κόπος και η ανάγκη για σκληραγωγία. Οι άνθρωποι χρησιμοποίησαν το ψέμα και τη φήμη και ξέχασαν τους συγγενικούς δεσμούς, το έθιμο της φιλοξενίας και την ντροπή. Σε αυτό πίστευε πως ανήκε ο Ησίοδος, που κατέγραψε την κοσμογονία, και οι σύγχρονοί του.
Η επιστήμη έχει ανακαλύψει με τον δικό της τρόπο (τον Λόγο) τα «δικά της» πρώτα γένη των ανθρώπων: Οι πρώτοι πρόγονοι του ανθρώπου δεν ήταν ευνοημένοι, ομοτράπεζοι με τους θεούς (όπως στο χρυσό γένος για παράδειγμα) αλλά πίθηκοι με ουρά του Παλαιού Κόσμου (εκατομμύρια χρόνια πριν, μπαμπουίνοι, λεμούριοι κ.ά.) Από αυτούς προήλθε στην πορεία της εξέλιξης η οικογένεια των μεγάλων πιθήκων χωρίς ουρά που ξεχώρισαν και διαχωρίστηκαν από τους μικρότερους συγγενείς τους πριν 18 εκατομμύρια χρόνια δημιουργώντας τα γένη των ουρακοτάγκων, έπειτα των γοριλών, έπειτα των χιμπατζήδων και τελικά τον άνθρωπο. Αυτά τα τέσσερα γένη έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα – από το γένος των ανθρώπων όμως επιβίωσε μόνο ένα από τα είδη του, ο Homo Sapiens.
Ακόμα πιο μακρινοί μας πρόγονοι ήταν σύμφωνα με την επιστήμη τα θηλαστικά. Χαρακτηριστικά των «προ-προπαππούδων» και «προ-προγιαγιάδων» μας αυτών ήταν η ύπαρξη τριχώματος, τα τρία οστάρια του μέσου αυτιού, οι μαστοί στα θηλυκά, και ο νεοφλοιός, μια νέα περιοχή του εγκεφάλου. Ήταν σύγχρονα των δεινοσαύρων, μικρόσωμα, και κατοικούσαν σε τόπους μακριά από τους κυρίαρχους δεινόσαυρους. Όταν αφανίστηκαν οι δεινόσαυροι (όχι με κατακλυσμό αλλά με έναν αστεροειδή που προσέκρουσε στη Χερσόνησο Γιουκατάν του Μεξικού) τα θηλαστικά «ελευθερώθηκαν» και κατέλαβαν σταδιακά τη Γη. Η εξέλιξη αύξησε το μέγεθος και την ποικιλομορφία τους και το μεγαλύτερο από αυτά στην ιστορία είναι το Indricotherium, Paraceratherium ή κοινώς το «Κτήνος του Μπαλουτσιστάν». Θύμιζε στη μορφή του τον Βραχιόσαυρο και την καμηλοπάρδαλη λόγω του μεγάλου λαιμού του.
Το ότι ο άνθρωπος ήταν μετεξέλιξη μεγάλων πιθήκων διαφοροποιείται από την αρχαία ελληνική μυθολογική αντίληψη. Σύμφωνα με την παράδοση, επειδή ο άνθρωπος δεν είχε εξοπλιστεί κατάλληλα από τον Τιτάνα Επιμηθέα που έδωσε σε κάθε πλάσμα τις ιδιαίτερες δυνάμεις του για να επιβιώνει, ο άνθρωπος βοηθήθηκε από τον Προμηθέα. Ο τελευταίος ανέλαβε και τον προίκισε με τη δύναμη της φωτιάς (από τον Ήφαιστο) και της Σοφίας (από την Αθηνά) γιατί ήταν ευάλωτος και χωρίς μεγάλες δυνάμεις (χωρίς μεγάλα νύχια ή δόντια, τρίχωμα κ.ά.). Παρόλα αυτά η μυθολογία διαμορφώθηκε σε πολύ διαφορετικό πολιτισμό από τον σύγχρονο, και αν ο μύθος του Προμηθέα και του Επιμηθέα για την καταγωγή των ανθρώπων διαμορφωνόταν σήμερα, θα ήταν κάπως έτσι:
«Στην αρχή, ο Επιμηθέας είχε να προικίσει ζώα με ικανότητες επιβίωσης, αλλά κάποια ζώα που ζούσαν στα δέντρα (πιθηκοειδή) αναγκάστηκαν λόγω των συνθηκών να τα εγκαταλείψουν (το τροπικό κλίμα έγινε πιο ψυχρό και ξηρό, οπότε λιγόστεψαν οι κάτοικοι των δέντρων πριν από 15 εκατομμύρια χρόνια). Ο Προμηθέας νοιάστηκε για τα ζώα αυτά και τους έδωσε το δώρο της δίποδης βάδισης, άρα της απελευθέρωσης των χεριών και των αντιχείρων. Τα ελεύθερα χέρια ήταν αυτά που άρχισαν – πρώτη φορά σε ζώο – να αποκτούν πολύπλοκες δεξιότητες/ικανότητες και να δίνουν στους κατόχους τους εξελικτικό πλεονέκτημα, ισχυρό νου και έλεγχο των δυνάμεων της φύσης».
Ο Προμηθέας θα συμβόλιζε δηλαδή τη διαδικασία της εξέλιξης.
Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα λοιπόν ο Προμηθέας δε θα έδινε τα δώρα της φωτιάς και του νου στον άνθρωπο, αλλά το δώρο των απελευθερωμένων χεριών τα οποία με τη σειρά τους έφεραν την εξέλιξη που ακόνισε το μυαλό του ανθρώπου και την ικανότητά του να ελέγχει όχι μόνο τη φωτιά μα και τα εργαλεία και το περιβάλλον. Διαμορφώνοντας λίγο πολυπλοκότερα τον μύθο, θα μπορούσαμε (χρησιμοποιώντας μια σύγχρονη επιστημονική θεωρία) να δούμε τον Προμηθέα να δίνει δώρο στον άνθρωπο μέσω μίας εξασθένισης των μυών της σιαγόνας, οι οποίοι μυς συνδέονται με τη βρεγματική ακρολοφία στην κορυφή του κρανίου των ανθρωποειδών πιθήκων. Η εξασθένιση αυτή επέτρεψε στο κρανίο των πιθήκων να αποκτήσει μεγαλύτερο μέγεθος, άρα να χωρέσει και μεγαλύτερο εγκέφαλο από τους προγόνους του.
Τα μειονεκτήματα της όρθιας στάσης των ανθρώπων ήταν:
1. Ήταν ασταθείς. Τα τετράποδα είχαν πολύ μεγαλύτερη σταθερότητα.
2. Δεν μπορούσαν να τρέξουν καλά. Τα τετράποδα χρησιμοποιούσαν εκτός από τα πόδια και όλον τον κορμό οπότε ανέπτυσσαν μεγαλύτερες και πιο εκρηκτικές ταχύτητες.
Τα πλεονεκτήματα της όρθιας στάσης ήταν:
1. Μπορούσαν να μεταφέρουν τροφή με τα χέρια (και όχι μόνο με το στόμα όπως τα ζώα)
2. Μπορούσαν να βρίσκουν εφόδια σε υψηλότερα σημεία.
3. Μπορούσαν να αναρριχώνται, φτάνοντας σε ακόμα μεγαλύτερα ύψη αναζήτησης και προστασίας.
4. Είχαν καλύτερη οπτική για τον εντοπισμό τροφής, θηραμάτων και θηρευτών.
5. Η μεγαλόσωμη εμφάνιση λόγω ύψους βοηθούσε στην άμυνα και την εδραίωση της κυριαρχίας.
6. Η θερμοκρασία του σώματος ρυθμιζόταν καλύτερα. Όταν ίδρωνε, ο πρώιμος άνθρωπος όρθιος είχε αυξημένη έκθεση του σώματός του στον αέρα και έτσι μεγαλύτερη εξάτμιση ιδρώτα άρα ταχύτερη αποβολή της θερμοκρασίας. Η μετατροπή του νερού από υγρό σε αέριο είναι πολύ πιο ισχυρή από τις γρήγορες εισπνοές-εκπνοές (για παράδειγμα το λαχάνιασμα των σκύλων) και επιτρέπει στο σώμα να έχει πολύ μεγαλύτερη αντοχή στην διάρκεια της κίνησης.
Η εξέλιξη λοιπόν απαίτησε ο άνθρωπος να εδραιώσει την κυριαρχία του στη Γη με αύξουσα πορεία (από τον αδύναμο στον δυνατό) και όχι με φθίνουσα (χρυσό -> αργυρό -> χάλκινο γένος κλπ.). Ας δούμε κάποια «γένη» του ανθρώπου:
- Ο Homo habilis (Άνθρωπος ο επιδέξιος), έχοντας μεγαλύτερο εγκέφαλο από τους προγόνους του, χρησιμοποίησε πρώτος λίθινα εργαλεία πριν 2,5 εκατομμύρια χρόνια. Είχε δυσανάλογα μακριά χέρια, λιγότερο προεξέχον πρόσωπο και κρανιακή χώρα περίπου μισού μεγέθους της αντίστοιχης ανθρώπινης περιοχής.
- Ο Homo erectus (Άνθρωπος ο όρθιος) κατέκτησε τη φωτιά καταφέρνοντας να την ελέγξει. Έτσι απέκτησε μεγάλη δύναμη: Μεταφέροντας τη φωτιά μπορούσε να μετακινείται και να κατοικεί σε ψυχρότερες περιοχές. Μπορούσε να μαγειρεύει οπότε σκοτώνονταν τα μικρόβια και τα παράσιτα στο φαγητό και έπεπτε με μεγαλύτερη ταχύτητα και ευκολία τα θρεπτικά στοιχεία. Είχε φως τη νύχτα και τρόμαζε αν χρειαζόταν τα αρπαχτικά ζώα. Έτσι ζούσε περισσότερο. Είχε μεγαλύτερο μέγεθος εγκεφάλου από τον Homo habilis και έζησε στις περιοχές από την Αφρική ως την Κίνα και την Ιάβα.
- Ο Homo sapiens (Άνθρωπος ο σοφός) εμφανίστηκε πριν 200 χιλιάδες χρόνια. Είναι ο άνθρωπος όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, είμαστε εμείς. Ο εγκέφαλός μας είναι ικανός για διανόηση και η ταυτόχρονη ικανότητά μας να χειριζόμαστε εργαλεία μάς έχει κάνει κυρίαρχους στη Γη και «σιγά σιγά» (ή ταχύτατα, ανάλογα με ποιο μέγεθος θα συγκρίνουμε την τεχνολογική εξέλιξη των τελευταίων δεκαετιών) και πέρα από αυτήν.
Μαζί με εμάς εμφανίστηκε ο Νεάντερταλ, όμως χάθηκε πριν περίπου 40 χιλιάδες χρόνια. Κατασκεύαζε λίθινα εργαλεία υψηλής ποιότητας, σχημάτιζε αφηρημένες σκέψεις και χάραζε σημάδια σε βότσαλα χωρίς να έχει ακόμη εξακριβωθεί η σημασία τους. Ζωγράφιζε και ίσως χρησιμοποιούσε μουσικά όργανα και προφορικό λόγο. Χρησιμοποιούσε και αυτός φωτιά και ρούχα και έκανε τελετουργίες που είναι ισχυρές ενδείξεις ύπαρξης θρησκευτικών πεποιθήσεων. Το αν αφανίστηκε αυτός και ο Homo habilis λόγω ανταγωνισμού με τον Homo sapiens ή αφομοίωσής τους, δεν το έχουμε εξακριβώσει.
Όταν οι πάγοι των παγετώνων έλιωσαν, είχε επιβιώσει μόνο ο Homo sapiens. Πριν 5 με 12 χιλιάδες χρόνια η θερμοκρασία του περιβάλλοντος ανέβηκε αρκετά οπότε άρχισε να εκμεταλλεύεται τη γεωργία: Εξημέρωσε φυτά και ζώα και αποθήκευε τις απαραίτητες τροφές. Χρησιμοποίησε τη φωτιά και στην εποχή του χαλκού ανέπτυξε τη μεταλλοτεχνία. Υπήρχαν όμως πάντα «κοινωνικές ανισότητες». Κάποιες κοινωνίες είχαν σταθερότητα ενώ άλλες ήταν πιο υπανάπτυκτες και νομαδικές. Ο ανταγωνισμός και οι κίνδυνοι που απειλούσαν τη σταθερή σοδειά των γεωργικών κοινωνιών προώθησαν τον εδαφισμό και κατά συνέπεια τη στρατιωτική προστασία του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.