Ο παράδεισος των Ελλήνων, σε μια εποχή όπου η γη δεινοπαθούσε από την τραχύτητα του καιρού και οι άνθρωποι βρίσκονταν στο έλος της φύσης, φαντάζει καταρχήν σαν ένα εύκρατο κλίμα. Ο μέγας ποιητής, μέσω του Πρωτέα του θεού που βόσκει τα κοπάδια με τις φώκιες στους θαλασσινούς κάμπους, λέει στον Μενέλαο για την τύχη που τον περιμένει στο υπερπέραν πως στα Ηλύσια τα λημέρια που είναι ο ξανθός Ροδάμανθυς , οι μέρες των θνητών ανάλαφρα διαβαίνουν. Δεν έχει χειμώνα εκεί, μήτε βροχή και χιόνι μόνε τα΄ αγέρι το γλυκό του Ζέφυρου ανεβάζει παντοτινά ο Ωκεανός, και τους θνητούς δροσίζει.
Μόνο που…η ευδαιμονία αυτή, σε μια χώρα δίχως ομίχλες και χειμώνες, προορίζεται αποκλειστικά για τους συγγενείς των θεών και όχι για τους κοινούς θνητούς. Πρόκειται για αριστοκράτες οι οποίοι θεωρούσαν εαυτούς φορείς θεϊκού αίματος και δικαιούχους ενός προνομιακού ρόλου και ενός προνομιακού πεπρωμένου. Ο ορφικός και πυθαγόρειος στοχασμός θα προσδώσει αργότερα σ΄ αυτή την ιδέα ένα ηθικό και μυστικιστικό νόημα. Ο Πίνδαρος σε ένα απόσπασμα από τον «Δεύτερο Ολυμπιόνικο», λέει πως δικαίωμα στον «παράδεισο» δεν έχουν μόνο οι έχοντες θεϊκό αίμα, αλλά όλοι εκείνοι οι οποίοι έχουν φθάσει στο υψηλότερο ηθικό επίπεδο και παρέμειναν αλώβητοι από κάθε ρύπο.
Η μεταθανάτια μοίρα του Αχιλλέα στη φαντασία των ποιητών της εποχής του, είναι να συνεχίζει στη μυστηριώδη Λευκή Νήσο (την οποία τοποθετούσαν κοντά στις εκβολές του Δούναβη), μια ζωή γεμάτη πόλεμο και ευφροσύνη. Λεγόταν πως οι ναυτικοί που περνούσαν από εκείνα τα παράλια άκουγαν τη μέρα το αδιάκοπο κροτάλισμα των όπλων και των μαχών και τη νύχτα τον ήχο από τα κύπελλα που τσούγκριζαν και το ακούραστο τραγούδι των παιάνων. Πόλεμος τη μέρα, ευωχία τη νύχτα, τέτοια τύχη άρμοζε στους πολεμιστές ήρωες.
Ο Πλάτωνας, στο «Φαίδωνα», περιγράφει τη λαμπρότητα αυτού που αποκαλεί «η άνω γη», η οποία τοποθετείται «στην καθαρή πλευρά του κόσμου, όπου υπάρχουν τα άστρα και που ονομάζεται αιθέρας». Η γη αυτή έχει πράγματι να επιδείξει χρώματα, ουσίες και ιδιότητες που την εξομοιώνουν με έναν παραδεισένιο τόπο. (Στην δημοσίευση της ερχόμενης Δευτέρας θα «ακούσουμε» τον Πλάτωνα να μας το περιγράφει. Κλείνοντας για τους Έλληνες, (λόγω περιορισμένου χώρου), θα αναφερθούμε στην άποψη του Σωκράτη για το ποιοι είναι οι δικαιούχοι του παραδείσου: Εκείνοι των οποίων «ο βίος τους υπήρξε ενάρετος και τον διέθεσαν για να πράξουν ό,τι θεωρούσαν χρέος τους». Οι φιλόσοφοι παίρνουν τη θέση των πολεμιστών και των ηρώων ανάμεσα στους εκλεκτούς των απολαύσεων.
Ο σκανδιναβικός παράδεισος, μοιάζει πολύ με αυτόν του Αχιλλέα. Εδώ βρίσκονται, επίσης, μόνο οι εκλεκτοί ήρωες. Όσοι δηλαδή σκοτώθηκαν γενναία στη μάχη και η ψυχή τους μετέβη κατευθείαν στο μεγάλο ανάκτορο όπου βασιλεύει ο Οντίν. Δικαιούχοι δεν είναι όσοι έχουν φρόνηση, αρετή, ευφυία και ευσέβεια. Μετράνε μόνο η ανδρεία, η περιφρόνηση προς το θάνατο και η φιλοπόλεμη διάθεση. «Όσοι φτάνουν στο ανάκτορο του Οντίν, αναγνωρίζουν εύκολα το ενδιαίτημά του. Ένας λύκος είναι κρεμασμένος στην είσοδο της Δύσης κι ένας αετός ζυγιάζεται ακριβώς από πάνω του». Η μάχη είναι η αγαπημένη τους ενασχόληση. Ούτε πληγώνονται ούτε σκοτώνονται πραγματικά, τραυματίες και νεκροί αυτών των ουράνιων μαχών, ξανασηκώνονται αμέσως. Και το βράδυ ο ξαναμμένος όμιλος των ευκλεών νεκρών επιστρέφει στη Βαλχάλα για να ξεφαντώσει μέχρι την αυγή. Ωραίες Βαλκυρίες τους κερνούν υδρόμελο μέσα σε χρυσά κύπελλα ή γάλα από το γίδα Χεϊντρούν, (την αθάνατη γίδα που βόσκει στα φυλλώματα της φλαμουριάς Υγκντράσιλ), ενώ οι πολεμιστές τρώνε πάντα το ίδιο γεύμα: το κρέας του γιγάντιου κάπρου Σαχριμνίρ, επίσης αθάνατου, μιας και ξαναγεννιέται κάθε πρωί (τραγική στ΄ αλήθεια μοίρα!), για να σερβιριστεί στο βραδινό συμπόσιο. Ο μάγειρας Αντριμνίρ τον τεμαχίζει και τον ψήνει σε ένα γιγάντιο καζάνι, το Ελντριμνίρ. Για τους ήρωες των Βορείων, η μεταθανάτια ζωή τους , είναι μέσα στη μάχη, στα ατέλειωτα συμπόσια και στα τραγούδια, μέσα σε έναν αέναο πόλεμο.
Για τους Αιγύπτιους, ο παράδεισος είναι ένα περίεργο κράμα από αμιγώς πνευματικές τροφές (η ζωή κοντά στους μεγάλους θεούς) και κυρίως υλικές απολαύσεις: Ο ευλογημένος «μπαινοβγαίνει στον υποχθόνιο κόσμο, κατοικεί στα Πεδία Ιαρού και ενδιατρίβει στον αγρό της τροφής, εκτεταμένη περιοχή πλούσια σε ανέμους. Εκεί είναι κραταιός και τιμημένος. Εκεί οργώνει και θερίζει. Εκεί πίνει και παραδίνεται στον έρωτα και κάνει ό,τι έκανε πάνω στη γη». Που σημαίνει πως η επίγεια ζωή αποτελεί σημείο αναφοράς της μεταθανάτιας. Ο νεκρός παρά την ευδαιμονία που απολαμβάνει διατηρεί μια νοσταλγία για ό,τι ήταν δικό του. Οι πεθαμένοι καλλιεργούν τους αγρούς του Ρα αλλά δεν έχουν τίποτα στην κατοχή τους!
Φίλες και φίλοι, Παράδεισος στη κυριολεξία σημαίνει περιφραγμένος λειμώνας ή τόπος αναψυχής και διασκέδασης, που είναι κατάφυτος και γεμάτος με άγρια ή ελεύθερα ζώα. Ο παράδεισος εκφράζει τις ανικανοποίητες επιθυμίες και προσδοκίες μας, δηλαδή έναν υποθετικό τρόπο ύπαρξης τον οποίο ποτέ δεν γευτήκαμε σ΄ αυτή τη ζωή. Οι συνετοί, ενάρετοι και δίκαιοι που δεν δικαιώθηκαν σ΄ αυτή τη ζωή, έχουν να προσδοκούν μια καλύτερη τύχη στον παράδεισο, ίσως γιατί το θεϊκό σχέδιο δεν μπορεί να μην τους αποδίδει τις χαρές που τους αξίζουν.
Κλείνουμε με ένα μικρό απόσπασμα του Ελύτη γιατί μόνο η αγάπη δεν υπόκειται στους νόμους της λήθης…
«Στόν Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στή θάλασσα. Μέ κρεβάτι μεγάλο καί πόρτα μικρή. Έχω ρίξει μες στ’ άπατα μιαν ηχώ να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ, Να σε βλέπω μισή να περπατάς στο νερό, και μισή να σε κλαίω μες στον παράδεισο…θα πενθώ πάντα μ΄ ακούς; Για σένα μόνος στον παράδεισο».
ΠΗΓΕΣ: Jacques Lacarriere, «Στα Άδυτα των Μύθων», Γιώργος Μάντης «Μυθολογικό Λεξικό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.