Ο Σιντάρτα πήγε στον έμπορο Καμασβάρι˙ τον δέχτηκε σ’ ένα πλούσιο σπίτι, υπηρέτες τον οδήγησαν ανάμεσα από ακριβά χαλιά σ’ ένα δωμάτιο όπου περίμενε ο οικοδεσπότης.
Ο Καμασβάρι μπήκε στο δωμάτιο˙ ήταν ένας ευκίνητος , λεπτός άνδρας, με μαλλιά που είχαν αρχίσει να ασπρίζουν αρκετά, με πανέξυπνα, προσεκτικά μάτια, με φιλήδονο στόμα. Ο κύριος κι ο επισκέπτης αντάλλαξαν φιλικό χαιρετισμό.
«Μου είπαν», άρχισε ο έμπορος, «πως είσαι βραχμάνος, ένας μορφωμένος, και ότι ζητάς να μπεις στην υπηρεσία ενός εμπόρου. Θα βρίσκεσαι ασφαλώς σε κατάσταση ανάγκης βραχμάνε, για να ζητάς εργασία»...
«Όχι», είπε ο Σιντάρτα, «δεν έχω καμιά ανάγκη, δεν γνώρισα ποτέ ανάγκη. Μάθε ότι έρχομαι από τους σαμάνους, που κοντά τους έζησα πολύ καιρό».
«Αφού έρχεσαι από τους σαμάνους πως είναι δυνατό να μη βρίσκεσαι σε ανάγκη; Δεν είναι εντελώς ακτήμονες οι σαμάνοι;»
«Δεν έχω τίποτα», είπε ο Σιντάρτα, «αν εννοείς αυτό. Ασφαλώς είμαι ακτήμονας. Το δέχτηκα όμως με την ίδια μου τη θέληση, κι έτσι δεν βρίσκομαι σε ανάγκη».
«Μα πως θέλεις να ζήσεις, αφού δεν έχεις τίποτα;»
«Δεν το σκέφτηκα ακόμα αυτό, κύριε. Ήμουνα απόλυτα φτωχός πάνω από τρία χρόνια, και δεν σκέφτηκα ποτέ πως θα ζήσω».
«Ζούσες λοιπόν από την περιουσία των άλλων;»
«Προφανώς έχεις δίκιο. Αλλά κι ο έμπορος από τα υπάρχοντα των άλλων ζει».
«Σωστά το είπες. Δεν παίρνει όμως άδικα τα αγαθά τους˙ τους δίνει σε αντάλλαγμα τα εμπορεύματά του».
«Έτσι φαίνεται ότι γίνεται στην πράξη. Καθένας παίρνει, καθένας δίνει, έτσι είναι η ζωή».
«Ο καθένας δίνει ό,τι έχει. Ο πολεμιστής δίνει δύναμη, ο έμπορος δίνει πραμάτεια, ο δάσκαλος διδαχή, ο γεωργός ρύζι, ο ψαράς ψάρια».
«Πολύ καλά. Κι εσύ τι έχεις να δώσεις; Τι έμαθες, τι ξέρεις;»
«Ξέρω να σκέφτομαι. Ξέρω να περιμένω. Ξέρω να νηστεύω».
«Αυτό είναι όλο;»
«Πιστεύω πως αυτό είναι όλο!»
«Και σε τι χρησιμεύουν ολ’ αυτά; Η νηστεία λόγου χάρη – τι χρειάζεται η νηστεία;»
«Είναι πολύ χρήσιμη, κύριε. Όταν ένας άνθρωπος δεν έχει να φάει, η νηστεία είναι η πιο έξυπνη λύση. Αν π.χ. ο Σιντάρτα δεν είχε μάθει να νηστεύει, θα ήταν αναγκασμένος σήμερα ν’ αναλάβει μια οποιαδήποτε υπηρεσία, σε σένα ή σε κάποιον άλλο, επειδή η πείνα θα το έσπρωχνε να το κάνει. Τώρα όμως ο Σιντάρτα μπορεί να περιμένει ήσυχα, δεν γνωρίζει την ανυπομονησία, δεν ξέρει την ανάγκη, μπορεί ν’ αφήσει την πείνα να τον κυριέψει μέρες ολόκληρες και να γελάει γι’ αυτό. Να, σε τι χρησιμεύει η νηστεία, κύριε».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ «ΣΙΝΤΑΡΤΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ», 2010
ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ
Ο Έρμαν Έσσε ήταν Γερμανός λογοτέχνης. Ο Έσσε γεννήθηκε στο Καλβ της Βυρτεμβέργης στη Γερμανία το 1877. Ξεκίνησε να εργάζεται ως βιβλιοπώλης και, παράλληλα, συνέγραφε. Έγινε γρήγορα γνωστός με τα ποιήματα και τα μυθιστορήματά του.
Γέννηση: 2 Ιουλίου 1877
Απεβίωσε: 9 Αυγούστου 1962
Βραβεία: Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, Βραβείο ΓκαίτεΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: slamachalas
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.