(Δημοσιεύτηκε στο ένθετο περιοδικό Φαινόμενα του Ελεύθερου Τύπου 7 Απριλίου 2012)
Ο Θεός Άδωνης, ο μύθος, και οι τελετουργικές επιβιώσεις των εορτών του.
Το παρόν άρθρο θα αποπειραθεί να αναδείξει τις επιβιώσεις των αρχαίων ελληνικών τελετουργικών δρωμένων του Θεού Αδώνιδος στην σημερινή εποχή(Εικ.1). Άλλωστε, η πρόσληψη και η κατανόηση των ταφικών δρωμένων που την περίοδο του Πάσχα επιτελούνται από την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, κατά την γνώμη μας, δεν καθίσταται ολοκληρωμένη εάν δεν συνδέσουμε τα τελέσματα αυτά με την πρωταρχική τους τελετουργική μορφή, που ανάγεται στα αντίστοιχα θρησκευτικά θέσμια των αρχαίων ελληνικών λατρειών.
Η καθιέρωση των διαφόρων μορφών τελετουργιών και εορτών στην ελληνική θρησκεία ήταν σχεδόν πάντοτε συνυφασμένη με το αντίστοιχο μυθολογικό υπόβαθρο. Η ιερά μυθολογική παράδοση διαπνέει και μορφοποιεί όλες τις εκφάνσεις του ελληνικού πολιτισμού, την θρησκεία, την τέχνη, την λογοτεχνία ακόμη και τον φιλοσοφικό λόγο(Burkert,1997).
Από τις τρεις βασικές μυθολογικές-γενεαλογικές αποτυπώσεις του Αδώνιδος θα προτιμήσουμε να περιγράψουμε αυτήν που διασώζεται στις περίφημες μεταμορφώσεις του Οβιδίου και τον συνδέει με την παράδοση της Κύπρου που, όπως γνωρίζουμε, η λατρεία της θεάς Αφροδίτης και του Αδώνιδος γνώρισε τεράστια διάδοση(Εικ.2).
Όταν η Μύρρα, κόρη του Βασιλέα της Πάφου Κινύρα και της Κεχρηίδας, έφθασε σε ηλικία γάμου ο πατέρας της την ρώτησε ποιον θα ήθελε να παντρευτεί και αυτή απάντησε, με έναν «όμοιο» με εσένα. Ο άνομος έρωτας της κόρης για το πατέρα ήταν τόσο δυσβάσταχτος που η Μύρρα θέλησε να βάλει τέρμα στην ζωή της, όμως την σταμάτησε τελευταία στιγμή η παραμάνα της η Ιππολύτη, η οποία της υποσχέθηκε με όρκους ότι, αν δεν προχωρούσε στην πράξη της, θα την βοηθούσε σε ότι και να τις ζητούσε. Η Ιππολύτη, όταν η Κεχρηίδα έλειπε στην εορτή των θεσμοφορίων, μέθυσε τον Κινύρα με διονυσιακό οίνο και η Μύρρα κατάφερε με αυτόν τον τρόπο να συνευρεθεί με τον πατέρα της για δώδεκα ημέρες και νύχτες. Όταν ο Κινύρας συνήλθε από την μέθη θέλησε να δει το πρόσωπο της ερωμένης του και όταν αντιλήφθηκε την πλεκτάνη άρπαξε το ξίφος του να την σκοτώσει. Η Μύρρα ξέφυγε από το μένος του πατέρα της και περιπλανήθηκε για εννέα κύκλους της Σελήνης κυοφορώντας τον καρπό της ερωτικής μίξης με τον πατέρα της. Στο τέλος του ένατου κύκλου η Μύρρα απέτεινε ικετευτικό λόγο προς του θεούς λέγοντας είναι δίκαιη, δεν το αρνούμαι, η τιμωρία μου, μα σας ζητώ, για να μη μιαίνω μήτε τους ζωντανούς- αν επιζήσω- μήτε τους νεκρούς - αν θα πεθάνω - και από τα δύο βασίλεια να με αποπέμψετε, μεταμορφώστε με έτσι που και ζωή και θάνατο μαζί να μου αρνηθείτε(Οβιδίος,2002).
Τότε το σώμα της Μύρρας άρχισε να μεταμορφώνετε σε δέντρο αφού τα πόδια της έγιναν ρίζες, το σώμα της, κορμός δέντρου, και τα ικετευτικά απλωμένα στον ουρανό χέρια της, κλαδιά. Μόλις ολοκληρώθηκε η μεταμόρφωση ο φλοιός του δέντρου αποσχίστηκε και εγγενήθη ο πανέμορφος μύρινος Αδωνης! (Εικ.3).
Σε αυτό το σημείο θεωρούμε απαραίτητο να αποσαφηνίσουμε το ζήτημα της αιμομιξίας στον μυθολογικό ορίζοντα της ελληνικής θρησκείας. Ως πράξη βεβαίως και ήταν απορριπτέα στον ελληνικό κόσμο γι’ αυτό και τελικά η Μύρρα τιμωρήθηκε. Θα πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι οι μυθολογικές περιγραφές υποκρύπτουν πάντοτε και εσωτερικές-μυστηριακές προεκτάσεις που δεν ακλουθούν τις κοινωνικά καθορισμένες ηθικές. Η Μύρρα ήθελε να μιχθεί με έναν ψυχικό μέγεθος εξελικτικά «όμοιο» με το πατέρα της, και εφόσον δεν υπήρχε, τότε αναπόφευκτα η μίξη, δηλαδή η μετάδοση των μυστηριακών θέσμιων θα έπρεπε να συντελεστεί από τον ίδιο τον Κινύρα. Γι’ αυτό το λόγο και η ερωτική συνεύρεση κράτησε δώδεκα ημέρες και νύχτες, και μάλιστα υπό την επίδραση του διονυσιακού οίνου, γεγονός υποδηλώνει την όλη μυστηριακή δομή του μύθου.
Αμέσως μόλις γεννήθηκε ο Άδωνης τον παρέλαβαν οι νύμφες να τον πρωταναθρέψουν μυστικά εντός ιερού σπηλαίου. Μόλις έφεραν εις πέρας το έργο τους η Θεά Αφροδίτη πήρε τον Άδωνη από τις νύμφες και τον παρέδωσε στην Περσεφόνη για ολοκληρώσει την μυστηριακή του ανατροφή, αφού τον τοποθέτησε κρυφά σε μία λάρνακα (ξύλινη κιβωτός από κυπαρισσόδεντρο),(Liddell-Scott,2006). Όσο όμως ο νέος πλησίαζε προς την ενηλικίωση του το φυσικό κάλλος του γίνονταν ανυπέρβλητο, η Αφροδίτη μαγεύτηκε από την ομορφιά του αλλά και ο Άδωνης ερωτεύτηκε σφόδρα την πολυύμνητη θεά(Εικ.4).
Η Περσεφόνη συνεπαρμένη από την ωραιότητα του Αδώνιδος αρνήθηκε να τον δώσει πίσω και τότε οι θεές αποτάθηκαν στον Κρονίδη Δία να δώσει την λύση. Ο Δίας αποφάσισε, το ένα τρίτο του έτους να παραμένει ο νέος με την Περσεφόνη στον Άδη, το υπόλοιπο διάστημα να επανέρχεται και να ζει με την Αφροδίτη. Το τρίτο του χρόνου θα το αφιέρωνε όπου εκείνος επιθυμούσε(Εικ.5). Ο Άδωνης επέλεξε το δικό του χρόνο να τον αφιερώσει στην αγαπημένη Θεά Αφροδίτη, για να χαίρονται περισσότερο χρόνο του ετήσιου κύκλου τον θείο έρωτά τους. Και σε αυτήν την αφήγηση διαφαίνεται ο μυστηριακός ορίζοντας του μύθου, αφού η απόφαση του Διός είναι όμοια με αυτήν που έδωσε στην θεότητα της Ελευσίνος Περσεφόνη, όταν ο Άδης θέλησε να την κρατήσει κοντά του.
Η Αφροδίτη ενόσω γεύονταν τον ερωτά της συμβούλεψε τον Άδωνη, που αρέσκονταν στο κυνήγι, να προσέχει και να μην είναι παράτολμος. Ο Θεός Άρης όμως του έστειλε έναν αγριόχοιρο που του κατάφερε ένα θανατερό πλήγμα στην ηβική του χώρα(Εικ.6). Η θεά άκουσε τον γοερό βόγγο του αγαπημένου της και έπεσε επάνω του θρηνώντας για τον χαμό του, και παραίνεσε τους ανθρώπους να καθιερώσουν εορτή προς τιμήν του εραστή της, εις αιώνια ανάμνηση του δικού της θρήνου για τον όμορφο θεό, και καθώς περιέρραινε το σώμα του με νέκταρ, από τον ουρανό κατήλθε λευκό σύννεφο και ο Άδωνης αναλήφθηκε με αυτό στα ουράνια δώματα των αθανάτων(Εικ.7)(Οβιδίος,2002).
Η εορτή που εγκαθιδρύθηκε ονομάστηκε Αδώνια ή αλλιώς Κήποι Αδώνιδος Τα Αδώνια ήταν μία επιτάφια ιδιωτική-οικιακή εορτή που τελούνταν κάθε χρόνο σε όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλεις προς τιμήν του Άδωνη και της Αφροδίτης. Η διάρκεια της εορτής ήταν συνήθως διήμερη αλλά σε κάποιες πόλεις τα Αδώνια μπορούσαν να διαρκέσουν ακόμη και για μία εβδομάδα(Βρεττός,2002). Τα τελετουργικά αυτά λάμβαναν χώρα κυρίως κατά την εποχή της ανοίξεως και όπως ο Ν. Πολίτηςεπισημαίνει, αυτά «…ετελούντο δ’ εν Αθήναις και εν άλλαις πόλεσι της Ελλάδος περί τα τέλη Μαρτίου…»(Πολίτης,1966,σελ.204). Πολλοί μελετητές ισχυρίζονται ότι η λατρεία αυτή εισήχθη στον σημερινό ελλαδικό χώρο από την πόλη Βύβλο της Συρίας τον 5ο π.Χ αιώνα(Βρεττός,2002), που βεβαίως την εποχή εκείνη κατοικούνταν και από ελληνικό πληθυσμό, όμως υπάρχουν σημαντικές αναφορές ότι η λατρεία του θεού ήταν αναπτυγμένη ήδη από το 600 π.Χ. στον θρησκευτικό κύκλο των γυναικών που πλαισίωναν την Σαπφώ στην Λέσβο. (Burkert, 1993).
Η τελετή χωρίζονταν σε δύο κύρια μέρη. Η πρώτη μέρα ήταν πένθιμη και ονομάζονταν «αφανισμός»,(Βρεττός,2002),οι γυναίκες κατά το μέρος αυτό της εορτής ακολουθούσαν όλα τα καθιερωμένα τελετουργικά της κηδεύσεως που ονομάζονταν και ως «πρόθεσις» του νεκρού(Μαρίνης,2003).Κατά την ταφική διαδικασία της προθέσεως οι μαυροφορεμένες γυναίκες τοποθετούσαν σε νεκρική κλίνη ένα ξύλινο ομοίωμα (ξόανο) του Αδώνιδος και επιτελούσαν, σαν να είχαν ένα νεκρό σώμα, τα ταφικά τελετουργικά(Εικ.8). ΄Επλεναν με νερό το ξόανο, μύρωναν το σώμα του Θεού, το έντυναν με το χαρακτηριστικό ύφασμα των νεκρών το σάβανο, και νεκροστόλιζαν με αρωματικά άνθη και κλαδιά αειθαλών δέντρων την κλίνη του.(Alexiou,2002). Ο ποιητής Θεόκριτος που έζησε 3ο αιώνα π.Χ., και ήταν ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Ελληνιστικής εποχής, στο 15ο ειδύλλιο του με τίτλο Συρακουσίαι ή Αδωνιασταί περιγράφει με εξαίσιο τρόπο την ατμόσφαιρα της εορτής.
Έχουν στρώσει αργυρή κλίνη νεκρική για τον όμορφο Θεό. Δίπλα της, βρίσκονται καρποί που δίνουν τα κλαδιά των ιερών δένδρων, και άνθη φυλαγμένα σε πήλινα δοχεία, οι περιώνυμοι κήποι του Άδωνη.
Ο πολυέραστος Άδωνης, αυτός που αγαπούν και στον Αχέροντα ακόμη!
Δέσποινα Αφροδίτη, εσύ είσαι που κρατείς στα χέρια τώρα το ρόδινο σώμα του Άδωνη (Θεόκριτος, 2007,σελ.215-219).
Σημαντικό μέρος στην τελετή διαδραμάτιζαν οι λεγόμενοι «Κήποι Αδώνιδος». Οι γυναίκες εννέα ημέρες πριν την εορτή τοποθετούσαν μέσα σε αγγεία πήλινα σπόρους από φυτά που αναπτύσσονται γρήγορα, συνήθως σίτο, μαρούλι, μάραθο ή και διάφορα άνθη(Εικ9). Τοποθετούσαν τα αγγεία αυτά στις στέγες των σπιτιών ή όπου αλλού αυτά θα δέχονταν την θερμότητα των ηλιακών ακτινών ώστε να μεγαλώσουν γρήγορα. Τα φυτά αυτά συμβόλιζαν την νεότητα και το σφρίγος του νεανία θεού, που όμως αυτή δεν κράτησε πολύ γι’ αυτό το λόγο ενώ αναβλασταίνουν γρήγορα μαραίνονται απότομα, όπως απότομα και πρόωρα αφανίστηκε και ο Άδωνης (Λέτσας, 1989).
Κατόπιν ακολουθούσε ο θρήνος του νεκρού Αδώνιδος. Ο θρήνος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των ελληνικών ταφικών τελετουργιών,(Alexiou,2002). Έχουμε την τύχη να διασώζεται αυτούσιος ένας τελετουργικός θρήνος του Αδώνιδος από τον Βίωνα τον Σμυρναίο που έζησε τον 2ο αιώνα π.Χ. Το έργο του Επιτάφιος Αδώνιδος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ποιητικά κείμενα της Ελληνιστικής περιόδου που περιγράφει με αριστουργηματικό λογοτεχνικό τρόπο τον θρήνο της Θέας Αφροδίτης για τον Άδωνη.
Τον Άδωνη θρηνολογώ, τον όμορφο που εχάθη,
«πάει, χάθηκεν ο Άδωνης» οι Έρωτες θρηνούνε.
Στα πορφυρά σου Κύπριδα να μην ξαναπλαγιάσεις,
βάλε τα μαύρα σου, καλή, και να στηθοκοπιέσαι,
σύρε φωνή, ο Άδωνης χάθηκεν, ο καλός σου.
Τον Άδωνη θρηνολογώ και οι Έρωτες θρηνούνε (Βίων, 1991,σελ.21).
Έπειτα ακολουθούσε η λεγόμενη «Έκθεσις» του ομοιώματος του θνήσκοντος Θεού, δηλαδή η περιφορά, η μετάβαση της ταφικής λάρνακας από τον οίκο προς τον χώρο ταφής του. Στην πομπή προπορεύονταν οι άντρες και ακολουθούσαν οι γυναίκες, οι αναμμένοι πυρσοί και τα κεριά προσέδιδαν σε αυτήν την επιβλητική πομπή μια ιδιαίτερα κατανυκτική ατμόσφαιρα. Οι πένθιμοι ύμνοι συνεχίζονταν κατά την διαδρομή με την συνοδεία αυλού που παρήγαγε έναν θρηνητικό ήχο και ονομάζονταν γίγγρα (West, M.L. (2004),. Όταν έφταναν στον υποτιθέμενο χώρο ταφής έθαβαν το ομοίωμα και ακολουθούσαν οι καθιερωμένες ταφικές χοές καθώς και ο τελετουργικός κυκλικός χορός των γυναικών γύρω από τον τάφο.
Η επόμενη ημέρα των αδωνίων ήταν χαρμοσύνη και ενθουσιαστική και ονομάζονταν «Εύρεσις»,εόρταζαν την ανάσταση, την αναγέννηση του Αδώνιδος με χορούς γέλια, και συνέτρωγαν με πλούσια γεύματα που προέρχονταν από τις καθιερωμένες θυσίες(Βρεττός,2002).
Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό από την περιγραφή της εορτής των αδωνίων, τα χριστιανικά θρησκευτικά δρώμενα του εορτασμού του Πάσχα από την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία ομοιάζουν σε μεγάλο βαθμό στις τελετουργικές πρακτικές των αρχαίων ελληνικών παραδόσεων. Αυτό βέβαια συμβαίνει γιατί όπως θα αποδείξουμε η χριστιανική θρησκεία, αν και προσπάθησε με κάθε τρόπο να εξαλείψει τα ταφικά έθιμα, τελικά αυτά κατάφεραν και όχι μόνο επιβίωσαν, αλλά παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητα, παρόλο τον ανηλεή πόλεμο που δέχθηκαν(Alexiou,2002). Οι Πατέρες της Εκκλησίας καταδίκαζαν ήδη από την πρώιμη χριστιανική περίοδο τα αρχαία ταφικά τελετουργικά δρώμενα όπως για παράδειγμα τον θρήνο, την περιφορά του νεκρού, ακόμη και τα μνημόσυνα, που σήμερα θεωρούμε δεδομένο ότι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της χριστιανικής πίστης. Δεν αντιμάχονταν βέβαια τόσο τα ίδια τα έθιμα όσο την παγανιστική τους καταγωγή, αφού η τήρηση των εθίμων αυτών είχε ως αποτέλεσμα να διατηρούνται εν ισχύ τα τελετουργικά της ελληνικής θρησκείας. Με το πέρασμα των αιώνων η προσήλωση του ελληνικού λαού στα έθιμα αυτά ήταν ακλόνητη, γεγονός που εξανάγκασε τους Πατέρες της Εκκλησίας να τα εγκολπώσουν τελικά στην χριστιανική πίστη. Η προσπάθεια όμως αυτή, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Alexiou(2002),« …δεν υπήρξε μόνο ασυνείδητη φυσική διεργασία αλλά ήταν και αποτέλεσμα συνειδητών παρεμβάσεων της Εκκλησίας».
Οι απόπειρες απεμπολής των δρωμένων αυτών βέβαια δεν σταμάτησαν ακόμη και τον προηγούμενο αιώνα. Η περιφορά του επιταφίου της Μ. Παρασκευής που πολλοί από τους αναγνώστες του παρόντος άρθρου πιστεύουν ότι αποτελεί αναπόσπαστο και απολύτως καθιερωμένο στην χριστιανική πίστη έθιμο, θα διαπιστώσουν με την παρακάτω ατράνταχτη απόδειξη, ότι δεν ήταν. Η εγκύκλιος της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος της 12 Μαΐου του 1882 θεωρεί το έθιμο της περιφοράς του επιταφίου ως «άσκοπον και ανεβλαβές» και επικαλείται για την κατάργηση της περιφοράς, τις σχετικές θεολογικές θέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου.(Μπακούρος, 2001). Ακόμη και ο επιτάφιος θρήνος, όπως αναφέρει ο Β. Μπακούρος, «ως τελετή αποτελεί εκκλησιαστική ιεροπραξία που διαμορφώθηκε σταδιακά και το κυριότερο στοίχησε με τις απαιτήσεις της λαϊκής ψυχής» (Μπακούρος, 2001,σελ.69).
Οι πολυθεϊστικές θρησκείες πολλών παραδοσιακών πολιτισμών εμπεριέχουν το αρχέτυπο του θνήσκοντος και αναγεννώμενου θεού, στην Αίγυπτο ο Όσιρις στους Βαβυλωνίους ο Ταμμούζ, ο Άττης στην Φρυγία κ.α. Οι μονοθεϊστικές θρησκείες και ειδικότερα ο χριστιανισμός, στις περιοχές που επιβλήθηκε και υπήρχε ήδη ένα τέτοιο αρχέτυπο, περιέβαλε τον δικό της θεό με τις ίδιες σχεδόν θεολογικές και τελετουργικές πρακτικές, γιατί αντιλήφθηκε με το πέρασμα των χρόνων ότι με αυτόν τον τρόπο θα ήταν πιο ευχερή η επικράτηση της.
Κατά την διάρκεια του έαρος και πιο συγκεκριμένα της εαρινής ισημερίας, όπου και τελούνταν αυτές οι εορτές, ο ήλιος ανέρχεται σταδιακά από το νότιο ημισφαίριο της γης που κυριαρχεί το ψύχος και το σκοτάδι, κατάσταση παρόμοια με το σκότος του Άδου, και μετέρχεται προς την επικράτηση του φωτός και της θερμότητος, και η αναγέννηση της φύσεως σηματοδοτεί και την αντίστοιχη αναγέννηση της ανθρώπινης πνευματικότητας(Αρβανάτικης,2009). Πιο συγκεκριμένα, στην Ελληνική θρησκευτική παράδοση ο Άδωνης συμβολίζει την ίδια την ανθρώπινη ψυχή που πεθαίνει και αναγεννιέται συνεχώς, οι συνεχόμενες όμως επαναγεννήσεις θα εξελίξουν την ψυχή και θα της προσδώσουν το απαραίτητο ψυχικό κάλλος, και τότε θα νομιμοποιείτε αυτή να ανέλθει στα ανώτερα θεϊκά πεδία. Η ανυπέρβλητη φυσική ωραιότητα του Αδώνιδος αντανακλά σε εξωτερική μορφή το αντίστοιχο εσωτερικό ψυχικό του κάλλος, αυτή η εσωτερική ομορφιά ήταν που ενθουσίασε ερωτικά την Θεά του κάλλους Αφροδίτη στο να τον οδηγήσει, όπως περιγράφεται και στον ίδιο τον μύθο, στα Ολύμπια δώματα των αθανάτων. Αυτό το εσωτερικό κάλλος της ανθρώπινης ψυχής ήταν και το ζητούμενο από τους μετέχοντες της ελληνικής θρησκευτικής παραδόσεως.
Είναι άξιο αναφοράς, εν κατακλείδι, να επισημάνουμε ότι, οι σύγχρονοι πολυθεϊστές με την σχετική θρησκευτική ελευθερία των τελευταίων ετών, όχι απλά αναβιώνουν αλλά βιώνουν εκ νέου τα τελετουργικά αυτά δρώμενα προς τιμήν του θεού Αδώνιδος, γεγονός που αποδεικνύει το πόσο βαθιά ριζωμένη είναι η ελληνική κοσμοθέαση στις ψυχές αυτού του λαού.
Μπουσίου Ιωάννης
Απόφοιτος Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου
Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Πατρών
Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό.
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.