Ακουμε να μιλούν για αυτήν, συχνά, θεωρούμε αυτονόητο τι σημαίνει καρδιά. Όχι εκείνη η καρδιά της ανατομίας αλλά αυτή που νιώθει, διαισθάνεται πίσω από τις μορφές την ουσία των πραγμάτων.
Την χρησιμοποιούμε στις εκφράσεις μας. Αυτό που με εντυπωσίασε όμως είναι ότι όταν διερωτήθηκα τι σημαίνει, καρδιά δεν είχα συνείδηση σε τι ακριβώς αναφέρομαι.
Η σκέψη μέσα από την καρδιά
Συχνά συμβαίνει να περιβαλλόμαστε από καταστάσεις και πράγματα που δεν τους δίνουμε σημασία. Έρχεται καμιά φορά η μέρα που εστιαζόμαστε σε ένα καινούριο στοιχείο του κόσμου.
Μόνο που δεν είναι καινούριο, έστεκε πάντα εκεί γύρω, έξω από μας, απλά η συνείδησή μας δεν ήταν ακόμη έτοιμη να υποδεχθεί την εμπειρία του και να την κάνει γνώση. Τούτο το στοιχείο γίνεται τότε η αιτία, η μικρή θεά, η μούσα για να περπατήσουμε μια καινούρια ατραπό στην ζωή. Μέσα στο σκοτάδι, μας απλώνει το μίτο κι εμείς ακολουθώντας τον βγαίνουμε σιγά σιγά σε ένα νέο φως.
Έτσι συνέβη και σε μένα. Παρόλο που από μικρό παιδί άκουγα να μιλούν ή τύχαινε να διαβάζω για αυτήν, πάντα θεωρούσα αυτονόητο τι σημαίνει καρδιά. Όχι εκείνη η καρδιά της ανατομίας αλλά αυτή που νιώθει, διαισθάνεται πίσω από τις μορφές την ουσία των πραγμάτων. Την χρησιμοποιούσα στις εκφράσεις μου συχνά, ακόμη την χρησιμοποιώ. Αυτό όμως που με εντυπωσίασε είναι ότι δεν είχα συνείδηση σε τι ακριβώς αναφέρομαι.
Λένε συχνά ‘το λέει η καρδιά του’, ή ‘το έκανε μέσα από την καρδιά του’. Τον τελευταίο καιρό όλο και πιο συχνά πρόσεχα τέτοιου είδους εκφράσεις. Βέβαια ήξερα για ποιο πράγμα μιλάνε, το ένιωθα. Κάποια στιγμή όμως γεννήθηκε η απορία τι είναι τέλος πάντων αυτή η καρδιά; Τι είναι εκείνο που προσδιορίζει αν κάτι γίνεται μέσα από την καρδιά ή όχι;
Ποιος ακριβώς ευθύνεται και τι είναι αυτό που προκαλεί την αδιαμφισβήτητη βεβαιότητα ότι κάτι υπαγορεύεται από την καρδιά; Για να ανιχνεύσουμε το ερώτημα και να σπείρουμε κάποιες ιδέες καλό θα ήταν να αναρωτηθούμε πρώτα ποιος είναι ο τόπος που η καρδιά και η σκέψη λειτουργούν. Ας αναφερθούμε λοιπόν στις κύριες ψυχικές δράσεις.
Σκέψη, Θέληση, Συναίσθημα. Παρόν, παρελθόν και μέλλον.
Ο νους παράγει την σκέψη. Η σκέψη προϋποθέτει γνώση και μνήμη που είναι τα υλικά που την τροφοδοτούν. Γνώση και μνήμη είναι στοιχεία που σχετίζονται με το παρελθόν, αφού έχουν αποκτηθεί σε παρελθόντα χρόνο. Η σκέψη έχει άμεση σχέση με τον λόγο. Με την σκέψη προσεγγίζεται ο λόγος, η βαθύτερη αιτία των πραγμάτων έτσι όπως αυτή μπορεί να συνειδητοποιηθεί.
Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα των αρχαίων ελλήνων ήταν ο ορθός λόγος. Το μεγάλο δώρο του ελληνικού πολιτισμού στην ανθρωπότητα: Μέσω της σκέψης το άτομο μπορεί να παράγει τον ορθό λόγο που με την σειρά του είναι ένα κατάλληλο εργαλείο για να προσεγγισθεί η γνώση.
Στην ακμή του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού εδραιώθηκε η δυνατότητα του άνθρωπου με δικές του δυνάμεις να προσεγγίζει την αλήθεια και όχι να την δέχεται ως αλήθεια κάποιας θείας αποκάλυψης, από προφήτες ή ιερά κείμενα. Έτσι πραγματοποιήθηκε η μετάβαση από τον μύθο στον λόγο. Αυτό γέννησε τη δημοκρατία, τη φιλοσοφία, την επιστήμη, την τέχνη όπως τελικά τα εξέλιξε ο δυτικός πολιτισμός.
Τότε ο λόγος -και συνεπώς η σκέψη- απέκτησε ιδιαίτερη αξία διότι μπορούσε να περιγράψει εκτός από τον επιστητό κόσμο, πνευματικές αλήθειες και να τις μεταφέρει στην συνείδηση. Λόγος και σκέψη λοιπόν συνδέθηκαν με την αλήθεια και σχεδόν εξισώθηκαν με το πνεύμα. Πολλές φορές από παρανοήσεις, όλα τους ταυτίστηκαν με την λογική. Όμως η σκέψη κι ο λόγος είναι συχνά πολύ ευρύτερα από την στεγνή λογική. Ακόμη περισσότερο το πνεύμα.
Σήμερα ο λόγος, προφορικός ή γραπτός έχει χάσει την αξία που παλαιότερα του αναλογούσε. Ο λόγος έχει γίνει προπαγανδιστικός, διαφημιστικός, εξυπηρετεί συμφέροντα και συχνά πυκνά σκιάζει την αλήθεια αντί να την φανερώνει. Ακόμη και ο επιστημονικός λόγος μπορεί να περιέχει προσωπικές φιλοδοξίες, ίντριγκες ερευνητικών εργαστηρίων, χρηματοδοτικές ανάγκες, προγράμματα πώλησης.
Ας σκεφτούμε μόνο τις επιστημονικές μελέτες μιας φαρμακοβιομηχανίας ή μιας βιομηχανίας παραγωγής μεταλλαγμένων που πληρώνει επιστήμονες για να αποδείξουν τη θεραπευτική αξία ενός νέου φαρμάκου. Είναι πάντα η αλήθεια που περιέχεται σε μια τέτοια έρευνα ή μπορεί να υποκινούνται συμπεράσματα από ανάγκη κέρδους, από την επιτυχή έκβαση ενός τεράστιου χρηματοδοτικού προγράμματος για το συγκεκριμένο προϊόν;
Το πρόβλημα του λόγου επομένως είναι ότι στην εποχή μας έχει χάσει την σύνδεσή του με την αλήθεια. Ποιο θα μπορούσε λοιπόν να είναι το κατάλληλο εργαλείο ώστε να αναβαθμιστεί και να αποκατασταθεί η γέφυρα μεταξύ συνείδησης και αλήθειας; Πώς στην καθημερινότητά μας πρακτικά αλλά και στις ενατενήσεις μας, θεωρητικές και πνευματικές μπορούμε να καλλιεργήσουμε την απαραίτητη διάκριση ως πυξίδα προσέγγισης της αλήθειας;
Η θέληση, σε αντιδιαστολή με τη σκέψη που σχετίζεται με το παρελθόν, σχετίζεται με το μέλλον. Αυτό συμβαίνει διότι αφορά πράγματα που ζητάμε να πραγματοποιηθούν. Η θέληση σε μεγάλο βαθμό καθορίζει τον προσανατολισμό της ζωής ενός ανθρώπου, τους στόχους του, το πού θέλει να πάει η ζωή του.
Η βαθύτερη θέληση ενός ανθρώπου για τα σημαντικά ζητήματα της ζωής, μοιάζει να ορίζει το πεπρωμένο που χτίζει κανείς με την δράση του. Συχνά αναρωτιόμαστε: είναι η ζωή μας έτσι όπως θα θέλαμε να είναι; Εκπληρώνονται οι σημαντικοί εσωτερικοί στόχοι που η ύπαρξή μας ζητά να εκπληρωθούν ή οδεύουμε με έναν τελείως λαθεμένο προσανατολισμό;
Η αναφορά δεν σχετίζεται μόνο με εξωτερικές, επιμέρους μέσες ή μικρές επιθυμίες, αλλά περισσότερο με κάτι βαθύτερο που πηγάζει από τα μύχια της ψυχής. Σχετίζεται με εκείνο το έργο που επιχειρεί να εκδηλώσει στην ζωή καθένας μας για να ολοκληρωθεί η ύπαρξή του δημιουργικά. Να φέρει δηλαδή στον κόσμο εκείνο για το οποίο εργάζεται στην ζωή και με χαρά ζητά να προσφέρει στους άλλους.
Τέλος το συναίσθημα σχετίζεται με το παρόν. Το ζούμε σε πραγματικό χρόνο και δένει το παρελθόν με το μέλλον, ενώνοντας τη σκέψη με τη θέληση. Ο λόγος είναι απλός. Είναι το συναίσθημα θετικό από πράξεις και δράσεις μας; Τότε οι γνώσεις, δηλαδή το παρελθόν μας, μάς ωθούνε ορθά προς τους στόχους που ζητά η θέλησή μας να εκπληρωθούν, δηλαδή προς το μέλλον μας. Αν από την άλλη το συναίσθημα εκδηλώνει δυσφορία, αυτό είναι σημάδι ότι η σκέψη ξεμακραίνει από την θέλησή μας.
Η καρδία είναι το όργανο που δονείται από το συναίσθημα. Κάθε μικρός συναισθηματισμός σχετίζεται με την καρδιά. Το σημαντικό όμως είναι η δόνηση που μας υπενθυμίζει αν είμαστε σύμφωνοι με την εσωτερική μας ώθηση ή απομακρυνόμαστε από αυτήν. Επιπλέον μέσω αντίστοιχων δονήσεων, η καρδιά είναι σε θέση να αναγνωρίσει πόσο οι άλλοι και οι δράσεις τους λειτουργούν μέσα από την αρμονία που συνθέτει σκέψη, συναίσθημα και θέληση.
Ο χρόνος λοιπόν ταξινομεί λειτουργικά αυτές τις τρεις ψυχικές δράσεις, γνώση, συναίσθημα και θέληση, και μας δίνει μια πρώτη σπερματική ιδέα της σύνδεσης καρδιάς σκέψης και δράσης. Αλλά και ο τόπος που εκδηλώνονται, εμφανίζονται αυτές οι ψυχικές δραστηριότητες μπορεί επίσης να μας φανερώσει επιπλέον στοιχεία.
Ο μικρόκοσμος, ο μακρόκοσμος και η σύνδεσή τους
Κάθε άνθρωπος μπορεί να παρομοιαστεί με έναν ολόκληρο κόσμο. Ας τον ονομάσουμε μικρόκοσμο. Από την άλλη υπάρχει, ζει, δρα σε έναν άπειρο κόσμο, τον μακρόκοσμο. Οι γνώσεις είναι δεδομένα που βρίσκονται μέσα στον μικρόκοσμο, μέσα μας δηλαδή. Είναι όλα εκείνα τα βιώματα, οι πληροφορίες και τα προϊόντα της σκέψης που έχουν καταγραφεί μέσα μας.
Θα μπορούσαμε επίσης να ισχυριστούμε ότι η σκέψη περιέχει όλο το καρμικό καταγεγραμμένο παρελθόν που είναι ουσιαστικά μια ευρύτερη έννοια της γνώσης και σαφώς βρίσκεται εντός μας. Η θέληση είναι η πρόθεση του μικρόκοσμου να εκδηλωθεί στο περιβάλλον, το μακρόκοσμο δηλαδή. Ο μακρόκοσμος περιέχει την οικογένεια, την κοινωνική ομάδα, το έθνος, τον πλανήτη, το πλανητικό σύστημα, το γαλαξία, το σύμπαν.
Η θέληση έχει να κάνει με την εκδήλωσή μας, του μικρόκοσμου δηλαδή, στο περιβάλλον και τις αλλαγές που καθένας προτίθεται να επιφέρει δημιουργικά στο μέλλον. Η θέληση επομένως δεν ενοικεί απόλυτα μέσα αλλά και έξω από μας. Απλώνεται εκεί έξω, στον μακρόκοσμο. Είναι ένα ψυχικό μέλος μας που εκδιπλώνεται στο περιβάλλον.
Αυτοί οι δύο κόσμοι παρόλο που συνήθως βιώνονται ως ξεχωριστοί είναι αλληλένδετοι.
Το συναίσθημα είναι ο διαμεσολαβητής, εκείνη η ψυχική δραστηριότητα που φέρνει σε επαφή τον ένα κόσμο με τον άλλο, το μέσα με το έξω. Το συναίσθημα, που βρίσκεται ακριβώς εκεί που αυτοί οι δύο κόσμοι, ο μικρόκοσμος και ο μακρόκοσμος συνδέονται, λειτουργεί από μια άποψη ως εξής.
Κάθε τι που εισέρχεται από το μακρόκοσμο στον μικρόκοσμο προκαλεί ένα συναίσθημα. Αντίστοιχα συναίσθημα προκύπτει από κάθε μας δράση προς τον μακρόκοσμο. Είναι κάτι σαν ψυχικό κέλυφος που συνδέει το έξω, το μακρόκοσμο, με το μέσα, τον μικρόκοσμο. Κατ’ επέκταση, τη θέληση με τη γνώση.Η συνείδηση που αναπτύσσουμε ως μικρόκοσμος και η ελεύθερη βούλησή μας καθορίζει ποιο από τα πεδία του μακρόκοσμου επιλέγουμε να βιώνουμε ως ιδιαίτερο περιβάλλον δράσης. Ακόμη όμως κι αν διαλέγουμε ως πεδίο την οικογένεια, ή το έθνος, ποτέ δεν παύουμε να είμαστε κύτταρα του συμπαντικού κοσμικού ρευστού.
Όταν η σκέψη γεννιέται εναρμονισμένη με την καρδιά, αυτό σημαίνει ότι έχει δημιουργηθεί με την μεσολάβηση της θέλησης ένας παλμός προς το μέλλον. Αυτή της η αλήθεια την κάνει ιδιαίτερα αναγνωρίσιμη και γίνεται αντιληπτή ως ένας ιδιαίτερος εσωτερικός κραδασμός.
Αυτή η διάστασή είναι μια κίνηση του μικρόκοσμου προς τον μακρόκοσμο. Αντίστοιχα υπάρχει και η αντίθετη φορά κίνησης, όταν το πνεύμα δύναται να ενατενίζει το κοσμικό άπειρο, να ανοίγεται στο όλον και να εντοπίζει εκεί κοσμικές ωθήσεις που σχετίζονται με το ατομικό πεπρωμένο.
Μικρόκοσμος και μακρόκοσμος ως αλληλένδετες οντότητες συντονίζονται δια μέσου ρυθμών. Η τροφή, ο αέρας που αναπνέουμε, η επικοινωνία είναι κάποια από τα κανάλια όπου αυτοί οι ρυθμοί αναπτύσσονται. Όλο το μεταβολικό σύστημα οργανώνεται χρονικά μέσω ρυθμών και κύκλων. Η αναπνοή καθορίζει έναν ρυθμό λειτουργίας σε κάθε οργανισμό. Η καρδιά κι αυτή ενεργοποιεί ρυθμούς που συνήθως είναι αδιόρατοι από την συνείδησή μας.
Η καρδιά και οι πνεύμονες είναι τα κέντρο που δίνουν τον ρυθμό της ζωής σε κάθε οντότητα.
Οι πνεύμονες ειδικότερα δίνουν τον ορατό ρυθμό της αναπνοής και είναι διαμεσολαβητές μεταφέροντας τον αέρα από τον κόσμο στον οργανισμό και αντίστροφα. Από την άλλη η καρδιά δίνει έναν αόρατο εσωτερικό ρυθμό στον οργανισμό που είναι αυτόνομος και αυτάρκης.
Η καρδιά κάθε όντος και η Κοσμική- συμπαντική καρδιά είναι συνδεδεμένες δια μέσου του ρυθμού. Μπορεί, έχει την δυνατότητα, η καρδιά κάθε όντος να συντονιστεί με τον ρυθμό της κοσμικής καρδιάς. Τότε κοσμικές αλήθειες ρέουν, εισέρχονται στον μικρόκοσμο και εμπλουτίζουν την γνώση του, διατρέχουν την συντονισμένη καρδιά του όντος που αναμφισβήτητα αναγνωρίζει αυτή την ροή και πάλλεται γεμίζοντας θετικά συναισθήματα. Η βεβαιότητα της ορθής δράσης τότε γιγαντώνεται και παρασύρει με ενθουσιασμό κάθε εμπόδιο, κάθε δυσκολία.
Ποια είναι όμως η Κοσμική καρδιά; Θρησκεία, μυθολογία, φιλοσοφία και επιστήμη επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις σε ανάλογα ερωτήματα. Ο Χριστιανισμός θα αναφερόταν στην Θεϊκή καρδιά ως εστία της αγάπης. Κοσμογονικές αναφορές σε κάθε μυθολογία του κόσμου αναφέρονται με ποικίλους τρόπους σε αυτήν.
Η επιστήμη από την άλλη παραδέχεται ένα συμπαντικό ρυθμό. Είναι δεδομένο ότι σε αυτή την περίοδο το σύμπαν διαστέλλεται διαρκώς κι αυτό, όσο άσχετο κι αν φαίνεται επιφανειακά, καθορίζει έναν ρυθμό κίνησης γαλαξιών, αστεριών, όλου του κοσμικού ρευστού. Τελικά αν κάποιος συμφωνεί ότι υπάρχει κάτι που μπορεί να ονομάσει κοσμική καρδιά οφείλει να ανιχνεύσει μέσα του πώς το νοιώθει, πώς το προσεγγίζει, πώς το ερμηνεύει και τελικά πώς το πιστεύει.
Η σκέψη μέσα από την καρδιά
Ο νους που παράγει την σκέψη, μπορεί να γίνει ένα εποπτικό εργαλείο αυτής της ροής ενεργειών -που προέρχεται από το συντονισμό σκέψης, συναισθήματος και θέλησης- και να διατυπώνει σε λόγο ό,τι συλλαμβάνει και μεταφέρει στη συνείδηση. Μπορεί να βιωθεί πολύ καθαρά η πνευματική προέλευση των χαρακτηριστικών διαυγών σκέψεων από το συντονισμό αυτό. Έτσι ξεκινά η σκέψη από την καρδιά.
Η αλήθεια της σκέψης που προέρχεται από τη συντονισμένη καρδιά με τον Κοσμικό ρυθμό δεν είναι απαραίτητα αιώνια διότι και η αλήθεια η ίδια βρίσκεται σε εξέλιξη. Είναι όμως κατασκευασμένη από το ίδιο κοσμικό υλικό που είναι φτιαγμένα τα άστρα αλλά και εμείς οι ίδιοι, από φως – από αστρόσκονη.
Αυτό της δίνει μια αναμφισβήτητη αξία που είναι πέρα από την λογική, είναι υπερρεαλιστική, υπέρ λογική. Η βασική ουσία της είναι το φως που έχει την ιδιότητα να φανερώνει τα πράγματα, να τα αποκαλύπτει με τον πιο απλό και αυτονόητο τρόπο, όσο δυσνόητα κι αν φαίνονται στην αρχή για την συνείδηση. Η σκέψη αποκτά αυτή τη φωτεινή, αυταπόδεικτη αμεσότητα και απλότητα.
Γεννά πάντα μια πιο διευρυμένη συνείδηση που επηρεάζει τις συνειδήσεις γύρω της. Μόλις κανείς εκδηλώνει σκέψεις από την καρδιά, η αλήθεια τους τις κάνει αναγνωρίσιμες άμεσα και από αυτόν που τις γεννά αλλά και από αυτόν που τις ακούει. Περιέχουν το φως της εξελισσόμενης αλήθειας. Φωτίζουν, ξεκαθαρίζουν καταστάσεις γύρω τους και επηρεάζουν θετικά και εξελικτικά το περιβάλλον. Ξεκαθαρίζουν επομένως τη διάνοια και οργανώνουν την λογική σκέψη.
Όταν συντονίζεται κανείς με σκέψεις από την καρδιά βιώνει μια πληρότητα. Καμιά φορά αυτή η πληρότητα αφήνει και ένα έντονο σωματικό αποτύπωμα, μια αίσθηση πνευματικού χορτάσματος, έναν κορεσμό, μία αρμονία και γαλήνη ταυτόχρονα στο νευρικό σύστημα.
Παρόλο που η ‘καρδιακή λειτουργία’ της σκέψης δεν είναι ένας υποκειμενικός συναισθηματισμός, μπορεί η αλήθεια που περιέχει να μας δονήσει συναισθηματικά, να συντονισθούν συναισθηματικοί φορείς, οπότε να τρέχουν δάκρυα ή να εμφανίζεται η εντύπωση ότι δεν μας χωράει ο τόπος ή ότι βρισκόμαστε στην κορφή βουνού ή ότι πετάμε στο διάστημα.
Το ενδιαφέρον είναι ότι πρόκειται όντως για ένα είδος αποκαλυπτικής αλήθειας που όμως δεν έρχεται από ‘πάνω’. Αντιθέτως, κατακτάται με δράση του ίδιου του ανθρώπου που προσεγγίζει τις ‘ανώτερες σφαίρες’ με τις δικές του δυνάμεις.
Εξετάζοντας το θέμα ενεργειακά θα μπορούσε κανείς να πει ότι το σύμπαν, ο ουρανός, είναι από μια πύρινη ουσία και από αντίστοιχο υλικό είμαστε δομημένοι και εμείς, γεμίζει η καρδιά μας. Αυτό που λίγο πριν ονομάσαμε αστρόσκονη, άλλοτε το λέγανε αιθέρα, άλλοτε πεμπτουσία, άλλοτε οργόνη, πνευματικό φως, αείζωον πυρ κλπ.
Είναι πολλά τα ονόματα που του έχουν δοθεί. Έτσι η καρδιά, συχνά χαρακτηρίζεται πύρινη για να αποδοθεί αυτή ακριβώς η ενεργειακή της υπόσταση. Αυτή η πύρινη ουσία είναι το υλικό της ενεργειακή ροής μεταξύ καρδιάς και σύμπαντος. Είναι αναμφισβήτητη η αίσθηση αυτού που έχει βιώσει τη σκέψη μέσα από την καρδιά, ότι αυτή η ενεργειακή ροή που τη συνοδεύει έχει να κάνει με την ζωή.
Αυτή η ενέργεια συσσωρεύεται στη γη δίνοντάς της το υπέροχο γαλάζιο χρώμα της. Αυτή η ακτίνα ενεργειακής ροής μπορεί να μας πλημμυρίζει με αισιοδοξία, χαρά και να μας κάνει να νιώθουμε πολύ οικεία σαν να πρόκειται για την οικογένειά μας, για το ίδιο μας το σπίτι. Και συνήθως στην καταιγιστική, βιαστική καθημερινότητά όταν βρισκόμαστε στην συνηθισμένη κατάσταση συνείδησης δεν την αντιλαμβανόμαστε, μας είναι διάφανη.
Όταν βρεθούμε στην ροή της νιώθουμε σαν σε ένα ποτάμι αγάπης που ρέει δυναμικά και ευχάριστα. Είναι βέβαιο ότι συναισθανόμαστε μια ανείπωτη αίσθηση υψηλής ποιότητας που μόνο με την αίσθηση του έρωτα μπορεί να παρομοιαστεί, ενός έρωτα κορύφωσης αγάπης που δεν έχει συγκεκριμένο αποδέκτη αλλά κάθε τι ζωντανό.
Η αναγκαιότητά της και η ενεργοποίησή της
Όταν λοιπόν ο λόγος, που είναι προϊόν σκέψης, ολοκληρώνει μέσα του την ‘καρδιακή λειτουργία’ αποκτά μια νέα διάσταση. Ξεφεύγει τότε από τις απλές νοητικές διαδρομές που στηρίζονται μόνο στην λογική και στις επίκτητες προκατασκευασμένες, στερεότυπες σκέψεις που οικειοποιούμαστε πολλές φορές αδιάκριτα.
Γεννιέται μια σκέψη που μπορεί, να αντιληφθεί το παρόν βαθύτερα και σπάζοντας τα καθιερωμένα όρια αντίληψης να αισθανθεί το μέλλον. Μπορεί να αναγνωρίσει την περιεχόμενη αλήθεια κάθε λόγου ή γεγονότος. Επιπλέον ενσωματώνει μέσα της ιδιότητες όπως η διαίσθηση, η έμπνευση, η ενόραση που έχουν εξοστρακισθεί μέσα στο τεχνοκρατικό, χυδαία υλιστικό κοινωνικό περιβάλλον που ζούμε.
Πως μπορεί να ενεργοποιηθεί η σκέψη μέσα από την καρδιά; Το παράξενο είναι ότι αυτή η λειτουργία είναι πάντα ενεργή, δεν χρειάζεται ενεργοποίηση. Είναι όμως απαραίτητο να τοποθετηθεί η συνείδηση σε τέτοια θέση ώστε αυτού του είδους η σκέψη από διάφανη να γίνει ορατή, να μπορεί ο νους να την ακούει. Είναι απαραίτητη η συγκρότηση μιας συνείδησης που να αφουγκράζεται, να αγγίζει πιο λεπτεπίλεπτες καταστάσεις.
Για να ανοίξει αυτό το κανάλι προαπαιτούνται κάποια βήματα. Η θεμελιώδης προϋπόθεση είναι να μπορέσουν να σιγάσουν όλα τα εξωτερικά ερεθίσματα που παράγουν εσωτερικό θόρυβο. Να επιτευχθεί δηλαδή εκείνη η εσωτερική ησυχία, που αποτελεί απαραίτητο όρο προκειμένου κάποιος να βρεθεί σε αυτή την κατάσταση ‘ετοιμότητας’ ώστε να εμπιστευθεί, να παρατηρήσει αλλά και να ‘πιάσει’ αυτό που γεννιέται στην δεδομένη κατάσταση. Να δημιουργηθεί δηλαδή ένας εσωτερικός χώρος, ένα δοχείο, ένα ‘εσωτερικό δισκοπότηρο’ στο μικρόκοσμο.
Με τον καιρό και όσο η συνείδηση επικεντρώνεται περισσότερο σε αυτή την πρόθεσή της, τόσο ισχυροποιείται η ικανότητα ‘ακρόασης’ αυτών των σημάτων που προέρχονται από την καρδιά. Μοιάζει η σκέψη από την καρδιά να μην έρχεται άμεσα από εμάς τούς ίδιους ή από το κέντρο μας αλλά από την περιφέρεια, δηλαδή από τον κόσμο.
Το αίτημα προέρχεται βέβαια από εμάς και φαίνεται σαν να εκπέμπεται στον κόσμο. Από την αλληλεπίδραση μας με τον κόσμο η καρδιά ανοίγει και δέχεται αρμονικές συχνότητες ανάλογες με τη φύση της. Έτσι, καθώς αφουγκράζεται την ηχώ του εαυτού της συλλαμβάνει κοσμικές συχνότητες. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που πολλές φορές η σκέψη από την καρδιά μοιάζει να μην ανήκει σε αυτόν που τη γεννά αλλά να προέρχεται από ‘πάνω’, από έξω, έτσι ώστε όλη αυτή η διαδικασία να θυμίζει την έμπνευση.
Η συνέπεια είναι ότι παράγονται τότε από την καρδιά διαδοχικές σκέψεις πολύ ζωντανές που δεν είναι πλέον αντιδράσεις στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος αλλά σχηματίζουν μια πιο ζωντανή, πιο σοφή στάση.
Η σκέψη που διέπεται από το συναίσθημα, το σχετιζόμενο με την καρδιά και διοχετευόμενο στην θέληση, μπορεί να κάνει πράξη στην ύλη το συντονισμό των τριών αυτών φορέων. Μια τέτοια δράση παράγει προϊόντα που ενεργειακά περιέχουν τη θερμή, θετική, προοδευτική πρόθεση για εξέλιξη και προσφορά στον κόσμο.
Αυτού του είδους ο συντονισμός μπορεί να συνδυαστεί και με έναν ακόμη που γίνεται σε ανώτερο, πιο κοσμικό επίπεδο. Τότε, όταν δηλαδή η καρδιά συντονίζεται με την σκέψη που συλλαμβάνει το πνεύμα εστιασμένο στο σύμπαν και την απειροσύνη γεννιέται μια κάθετη αρμονία που γίνεται αντιληπτή από το συναίσθημα, το οποίο με την σειρά του σαν αντλία όπως η καρδιά δονείται θετικά από τις κοσμικές ενέργειες που κατέρχονται και εκδηλώνονται στην ύλη.
Η αίσθηση ευδαιμονίας που νιώθει κανείς όταν συντονίζεται με το άπειρο εμφανίζεται παράλληλα με μια ιδιαίτερη νοητική καθαρότητα, είναι γι΄ αυτό πολύ ξεχωριστή. Είναι μια υπέροχη αίσθηση επίτευξης και κατάκτησης του κόσμου. Έχει κανείς την εντύπωση ότι κατακτά μεγαλύτερα και ευρύτερα πεδία του Κόσμου. Νιώθει σαν ένας κοσμικός εξερευνητής που ανακαλύπτει νέους τόπους. Γεννά σπερματικές ιδέες και συνειδητοποιήσεις που κουβαλάνε χαρά, αισιοδοξία και αποφασιστικότητα.
Πρέπει να διακριθεί αυτή η ιδιαίτερη κατάσταση νόησης από τον αυθαίρετο και υποκειμενικό συναισθηματισμό. Όμως ακόμη και στην περίπτωση που προέρχεται από διεύρυνση της συνείδησης -οπότε αναπόφευκτα μεγάλη η δυσκολία μεταφοράς των διαπιστώσεών της σε λόγο- οφείλει να μπορεί να διατυπωθεί ώστε να επισφραγίζεται η εξελικτική επίδραση της.
Περιέχει μια αντικειμενική συνιστώσα, το γεγονός ότι είμαστε εκδηλώσεις κοσμικές και άρα μπορούμε να εκφράσουμε κοσμικά δεδομένα που προέρχονται από μέσα μας, ένα κοσμικό αντίστοιχο. Γινόμαστε, θα μπορούσε να πει κανείς, βαρκάρηδες σε μια κοσμική θάλασσα στη μέση του σύμπαντος όπου ψαρεύουμε σκέψεις ως σπίθες φωτός έχοντας εντός μας ένα ιδιαίτερο φως, μια αντανάκλαση του κοσμικού φωτός.
Στο σημείο αυτό όμως χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος να γίνει κανείς υπερήφανος, να νιώθει ξεχωριστός και ανώτερος και αυτό συνιστά μια ύβριν. Η σκέψη από την καρδιά καλό είναι να δημιουργεί πράγματα που να είναι προσφορά προς τους άλλους και η χαρά που γεννιέται να ‘ναι η χαρά της ικανότητας για αυτή την προσφορά.
Έτσι, για άλλη μια φορά τονίζεται η σημαντικότητά της για διατύπωσή της σε λόγο. Αυτό μπορεί να γίνει η ασφάλεια αποφυγής της πλάνης και της υπερηφάνειας. Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι: Αφενός κάτι που δεν μπορεί να διατυπωθεί σε λόγο δεν μπορεί να μεταδοθεί στους άλλους.
Παραμένει σε μια κατάσταση ασαφή και με πολλές παγίδες πλάνης αφού δεν μπορεί να ελεγχθεί τελικά από το ίδιο της το μοίρασμα. Μπορεί να λιμνάσει ενεργειακά αν δεν διοχετευτεί προς τα έξω με αποτέλεσμα να σαπίσει και να γίνει πρόξενος πάθους και ασθένειας. Είναι ουσιαστικά μια πράξη υπηρεσίας ‘ηρωική’ και πρέπει να μπορεί να μοιράζεται στους υπόλοιπούς ανθρώπους.
Αν δεν εκφραστεί με λέξη δεν επισφραγίζεται η συνειδησιακή διεύρυνση.
Βέβαια με το που γίνεται λόγος μια τέτοια σκέψη και πράξη ίσως χάνει μέρος από την αίγλη της, αλλά μόνο έτσι και η ίδια η σκέψη θυσιάζεται για την υπηρεσία στο σύνολο, στο κοινό καλό.
Επίλογος
Τελικά φανερώνεται από όλη την παραπάνω προσέγγιση είναι ότι η σκέψη δεν είναι μια απλή διαδικασία που εξαντλείται μόνο σε λογικοφανείς δραστηριότητες. Είναι μια ολιστική διαδικασία που ούτε απολύτως καθαρά όρια έχει, ούτε και φορέας της είναι μόνο και αποκλειστικά ο εγκέφαλος.
Και άλλες πτυχές της ανθρώπινης οντότητας ψυχικές και υλικές μετέχουν σε αυτή είτε άμεσα είτε έμμεσα. Καθένας μπορεί να ερευνήσει μέσα του ποιες είναι οι πτυχές αυτές. Πιθανόν όταν δεν λαμβάνουμε υπόψη όλες τις πιθανές εκδηλώσεις της σκέψης και αντίθετα τις εξορίζουμε, να συντελούμε έναν αυτό-ακρωτηριασμό.
Κόβουμε δηλαδή όλες εκείνες τις παραφυάδες της λειτουργίας μας που δίνουν την δυνατότητά να επικοινωνούμε ουσιαστικά με τον Κόσμο. Είναι κάποιος βαθιά ριζωμένος αταβιστικός φόβος που μας ωθεί σε αυτό τον αυτοπεριορισμό; Έπρεπε απαραίτητα να περάσουμε στην εξελικτική μας ατραπό ως ανθρώπινο είδος, από αυτή την λήθη;
Συχνά συμβαίνει να περιβαλλόμαστε από καταστάσεις και πράγματα που δεν τους δίνουμε σημασία. Έρχεται καμιά φορά η μέρα που εστιαζόμαστε σε ένα καινούριο στοιχείο του κόσμου.
Μόνο που δεν είναι καινούριο, έστεκε πάντα εκεί γύρω, έξω από μας, απλά η συνείδησή μας δεν ήταν ακόμη έτοιμη να υποδεχθεί την εμπειρία του και να την κάνει γνώση. Τούτο το στοιχείο γίνεται τότε η αιτία, η μικρή θεά, η μούσα για να περπατήσουμε μια καινούρια ατραπό στην ζωή. Μέσα στο σκοτάδι, μας απλώνει το μίτο κι εμείς ακολουθώντας τον βγαίνουμε σιγά σιγά σε ένα νέο φως.
Έτσι συνέβη και σε μένα. Παρόλο που από μικρό παιδί άκουγα να μιλούν ή τύχαινε να διαβάζω για αυτήν, πάντα θεωρούσα αυτονόητο τι σημαίνει καρδιά. Όχι εκείνη η καρδιά της ανατομίας αλλά αυτή που νιώθει, διαισθάνεται πίσω από τις μορφές την ουσία των πραγμάτων. Την χρησιμοποιούσα στις εκφράσεις μου συχνά, ακόμη την χρησιμοποιώ. Αυτό όμως που με εντυπωσίασε είναι ότι δεν είχα συνείδηση σε τι ακριβώς αναφέρομαι.
Λένε συχνά ‘το λέει η καρδιά του’, ή ‘το έκανε μέσα από την καρδιά του’. Τον τελευταίο καιρό όλο και πιο συχνά πρόσεχα τέτοιου είδους εκφράσεις. Βέβαια ήξερα για ποιο πράγμα μιλάνε, το ένιωθα. Κάποια στιγμή όμως γεννήθηκε η απορία τι είναι τέλος πάντων αυτή η καρδιά; Τι είναι εκείνο που προσδιορίζει αν κάτι γίνεται μέσα από την καρδιά ή όχι;
Ποιος ακριβώς ευθύνεται και τι είναι αυτό που προκαλεί την αδιαμφισβήτητη βεβαιότητα ότι κάτι υπαγορεύεται από την καρδιά; Για να ανιχνεύσουμε το ερώτημα και να σπείρουμε κάποιες ιδέες καλό θα ήταν να αναρωτηθούμε πρώτα ποιος είναι ο τόπος που η καρδιά και η σκέψη λειτουργούν. Ας αναφερθούμε λοιπόν στις κύριες ψυχικές δράσεις.
Σκέψη, Θέληση, Συναίσθημα. Παρόν, παρελθόν και μέλλον.
Ο νους παράγει την σκέψη. Η σκέψη προϋποθέτει γνώση και μνήμη που είναι τα υλικά που την τροφοδοτούν. Γνώση και μνήμη είναι στοιχεία που σχετίζονται με το παρελθόν, αφού έχουν αποκτηθεί σε παρελθόντα χρόνο. Η σκέψη έχει άμεση σχέση με τον λόγο. Με την σκέψη προσεγγίζεται ο λόγος, η βαθύτερη αιτία των πραγμάτων έτσι όπως αυτή μπορεί να συνειδητοποιηθεί.
Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα των αρχαίων ελλήνων ήταν ο ορθός λόγος. Το μεγάλο δώρο του ελληνικού πολιτισμού στην ανθρωπότητα: Μέσω της σκέψης το άτομο μπορεί να παράγει τον ορθό λόγο που με την σειρά του είναι ένα κατάλληλο εργαλείο για να προσεγγισθεί η γνώση.
Στην ακμή του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού εδραιώθηκε η δυνατότητα του άνθρωπου με δικές του δυνάμεις να προσεγγίζει την αλήθεια και όχι να την δέχεται ως αλήθεια κάποιας θείας αποκάλυψης, από προφήτες ή ιερά κείμενα. Έτσι πραγματοποιήθηκε η μετάβαση από τον μύθο στον λόγο. Αυτό γέννησε τη δημοκρατία, τη φιλοσοφία, την επιστήμη, την τέχνη όπως τελικά τα εξέλιξε ο δυτικός πολιτισμός.
Τότε ο λόγος -και συνεπώς η σκέψη- απέκτησε ιδιαίτερη αξία διότι μπορούσε να περιγράψει εκτός από τον επιστητό κόσμο, πνευματικές αλήθειες και να τις μεταφέρει στην συνείδηση. Λόγος και σκέψη λοιπόν συνδέθηκαν με την αλήθεια και σχεδόν εξισώθηκαν με το πνεύμα. Πολλές φορές από παρανοήσεις, όλα τους ταυτίστηκαν με την λογική. Όμως η σκέψη κι ο λόγος είναι συχνά πολύ ευρύτερα από την στεγνή λογική. Ακόμη περισσότερο το πνεύμα.
Σήμερα ο λόγος, προφορικός ή γραπτός έχει χάσει την αξία που παλαιότερα του αναλογούσε. Ο λόγος έχει γίνει προπαγανδιστικός, διαφημιστικός, εξυπηρετεί συμφέροντα και συχνά πυκνά σκιάζει την αλήθεια αντί να την φανερώνει. Ακόμη και ο επιστημονικός λόγος μπορεί να περιέχει προσωπικές φιλοδοξίες, ίντριγκες ερευνητικών εργαστηρίων, χρηματοδοτικές ανάγκες, προγράμματα πώλησης.
Ας σκεφτούμε μόνο τις επιστημονικές μελέτες μιας φαρμακοβιομηχανίας ή μιας βιομηχανίας παραγωγής μεταλλαγμένων που πληρώνει επιστήμονες για να αποδείξουν τη θεραπευτική αξία ενός νέου φαρμάκου. Είναι πάντα η αλήθεια που περιέχεται σε μια τέτοια έρευνα ή μπορεί να υποκινούνται συμπεράσματα από ανάγκη κέρδους, από την επιτυχή έκβαση ενός τεράστιου χρηματοδοτικού προγράμματος για το συγκεκριμένο προϊόν;
Το πρόβλημα του λόγου επομένως είναι ότι στην εποχή μας έχει χάσει την σύνδεσή του με την αλήθεια. Ποιο θα μπορούσε λοιπόν να είναι το κατάλληλο εργαλείο ώστε να αναβαθμιστεί και να αποκατασταθεί η γέφυρα μεταξύ συνείδησης και αλήθειας; Πώς στην καθημερινότητά μας πρακτικά αλλά και στις ενατενήσεις μας, θεωρητικές και πνευματικές μπορούμε να καλλιεργήσουμε την απαραίτητη διάκριση ως πυξίδα προσέγγισης της αλήθειας;
Η θέληση, σε αντιδιαστολή με τη σκέψη που σχετίζεται με το παρελθόν, σχετίζεται με το μέλλον. Αυτό συμβαίνει διότι αφορά πράγματα που ζητάμε να πραγματοποιηθούν. Η θέληση σε μεγάλο βαθμό καθορίζει τον προσανατολισμό της ζωής ενός ανθρώπου, τους στόχους του, το πού θέλει να πάει η ζωή του.
Η βαθύτερη θέληση ενός ανθρώπου για τα σημαντικά ζητήματα της ζωής, μοιάζει να ορίζει το πεπρωμένο που χτίζει κανείς με την δράση του. Συχνά αναρωτιόμαστε: είναι η ζωή μας έτσι όπως θα θέλαμε να είναι; Εκπληρώνονται οι σημαντικοί εσωτερικοί στόχοι που η ύπαρξή μας ζητά να εκπληρωθούν ή οδεύουμε με έναν τελείως λαθεμένο προσανατολισμό;
Η αναφορά δεν σχετίζεται μόνο με εξωτερικές, επιμέρους μέσες ή μικρές επιθυμίες, αλλά περισσότερο με κάτι βαθύτερο που πηγάζει από τα μύχια της ψυχής. Σχετίζεται με εκείνο το έργο που επιχειρεί να εκδηλώσει στην ζωή καθένας μας για να ολοκληρωθεί η ύπαρξή του δημιουργικά. Να φέρει δηλαδή στον κόσμο εκείνο για το οποίο εργάζεται στην ζωή και με χαρά ζητά να προσφέρει στους άλλους.
Τέλος το συναίσθημα σχετίζεται με το παρόν. Το ζούμε σε πραγματικό χρόνο και δένει το παρελθόν με το μέλλον, ενώνοντας τη σκέψη με τη θέληση. Ο λόγος είναι απλός. Είναι το συναίσθημα θετικό από πράξεις και δράσεις μας; Τότε οι γνώσεις, δηλαδή το παρελθόν μας, μάς ωθούνε ορθά προς τους στόχους που ζητά η θέλησή μας να εκπληρωθούν, δηλαδή προς το μέλλον μας. Αν από την άλλη το συναίσθημα εκδηλώνει δυσφορία, αυτό είναι σημάδι ότι η σκέψη ξεμακραίνει από την θέλησή μας.
Η καρδία είναι το όργανο που δονείται από το συναίσθημα. Κάθε μικρός συναισθηματισμός σχετίζεται με την καρδιά. Το σημαντικό όμως είναι η δόνηση που μας υπενθυμίζει αν είμαστε σύμφωνοι με την εσωτερική μας ώθηση ή απομακρυνόμαστε από αυτήν. Επιπλέον μέσω αντίστοιχων δονήσεων, η καρδιά είναι σε θέση να αναγνωρίσει πόσο οι άλλοι και οι δράσεις τους λειτουργούν μέσα από την αρμονία που συνθέτει σκέψη, συναίσθημα και θέληση.
Ο χρόνος λοιπόν ταξινομεί λειτουργικά αυτές τις τρεις ψυχικές δράσεις, γνώση, συναίσθημα και θέληση, και μας δίνει μια πρώτη σπερματική ιδέα της σύνδεσης καρδιάς σκέψης και δράσης. Αλλά και ο τόπος που εκδηλώνονται, εμφανίζονται αυτές οι ψυχικές δραστηριότητες μπορεί επίσης να μας φανερώσει επιπλέον στοιχεία.
Ο μικρόκοσμος, ο μακρόκοσμος και η σύνδεσή τους
Κάθε άνθρωπος μπορεί να παρομοιαστεί με έναν ολόκληρο κόσμο. Ας τον ονομάσουμε μικρόκοσμο. Από την άλλη υπάρχει, ζει, δρα σε έναν άπειρο κόσμο, τον μακρόκοσμο. Οι γνώσεις είναι δεδομένα που βρίσκονται μέσα στον μικρόκοσμο, μέσα μας δηλαδή. Είναι όλα εκείνα τα βιώματα, οι πληροφορίες και τα προϊόντα της σκέψης που έχουν καταγραφεί μέσα μας.
Θα μπορούσαμε επίσης να ισχυριστούμε ότι η σκέψη περιέχει όλο το καρμικό καταγεγραμμένο παρελθόν που είναι ουσιαστικά μια ευρύτερη έννοια της γνώσης και σαφώς βρίσκεται εντός μας. Η θέληση είναι η πρόθεση του μικρόκοσμου να εκδηλωθεί στο περιβάλλον, το μακρόκοσμο δηλαδή. Ο μακρόκοσμος περιέχει την οικογένεια, την κοινωνική ομάδα, το έθνος, τον πλανήτη, το πλανητικό σύστημα, το γαλαξία, το σύμπαν.
Η θέληση έχει να κάνει με την εκδήλωσή μας, του μικρόκοσμου δηλαδή, στο περιβάλλον και τις αλλαγές που καθένας προτίθεται να επιφέρει δημιουργικά στο μέλλον. Η θέληση επομένως δεν ενοικεί απόλυτα μέσα αλλά και έξω από μας. Απλώνεται εκεί έξω, στον μακρόκοσμο. Είναι ένα ψυχικό μέλος μας που εκδιπλώνεται στο περιβάλλον.
Αυτοί οι δύο κόσμοι παρόλο που συνήθως βιώνονται ως ξεχωριστοί είναι αλληλένδετοι.
Το συναίσθημα είναι ο διαμεσολαβητής, εκείνη η ψυχική δραστηριότητα που φέρνει σε επαφή τον ένα κόσμο με τον άλλο, το μέσα με το έξω. Το συναίσθημα, που βρίσκεται ακριβώς εκεί που αυτοί οι δύο κόσμοι, ο μικρόκοσμος και ο μακρόκοσμος συνδέονται, λειτουργεί από μια άποψη ως εξής.
Κάθε τι που εισέρχεται από το μακρόκοσμο στον μικρόκοσμο προκαλεί ένα συναίσθημα. Αντίστοιχα συναίσθημα προκύπτει από κάθε μας δράση προς τον μακρόκοσμο. Είναι κάτι σαν ψυχικό κέλυφος που συνδέει το έξω, το μακρόκοσμο, με το μέσα, τον μικρόκοσμο. Κατ’ επέκταση, τη θέληση με τη γνώση.Η συνείδηση που αναπτύσσουμε ως μικρόκοσμος και η ελεύθερη βούλησή μας καθορίζει ποιο από τα πεδία του μακρόκοσμου επιλέγουμε να βιώνουμε ως ιδιαίτερο περιβάλλον δράσης. Ακόμη όμως κι αν διαλέγουμε ως πεδίο την οικογένεια, ή το έθνος, ποτέ δεν παύουμε να είμαστε κύτταρα του συμπαντικού κοσμικού ρευστού.
Όταν η σκέψη γεννιέται εναρμονισμένη με την καρδιά, αυτό σημαίνει ότι έχει δημιουργηθεί με την μεσολάβηση της θέλησης ένας παλμός προς το μέλλον. Αυτή της η αλήθεια την κάνει ιδιαίτερα αναγνωρίσιμη και γίνεται αντιληπτή ως ένας ιδιαίτερος εσωτερικός κραδασμός.
Αυτή η διάστασή είναι μια κίνηση του μικρόκοσμου προς τον μακρόκοσμο. Αντίστοιχα υπάρχει και η αντίθετη φορά κίνησης, όταν το πνεύμα δύναται να ενατενίζει το κοσμικό άπειρο, να ανοίγεται στο όλον και να εντοπίζει εκεί κοσμικές ωθήσεις που σχετίζονται με το ατομικό πεπρωμένο.
Μικρόκοσμος και μακρόκοσμος ως αλληλένδετες οντότητες συντονίζονται δια μέσου ρυθμών. Η τροφή, ο αέρας που αναπνέουμε, η επικοινωνία είναι κάποια από τα κανάλια όπου αυτοί οι ρυθμοί αναπτύσσονται. Όλο το μεταβολικό σύστημα οργανώνεται χρονικά μέσω ρυθμών και κύκλων. Η αναπνοή καθορίζει έναν ρυθμό λειτουργίας σε κάθε οργανισμό. Η καρδιά κι αυτή ενεργοποιεί ρυθμούς που συνήθως είναι αδιόρατοι από την συνείδησή μας.
Η καρδιά και οι πνεύμονες είναι τα κέντρο που δίνουν τον ρυθμό της ζωής σε κάθε οντότητα.
Οι πνεύμονες ειδικότερα δίνουν τον ορατό ρυθμό της αναπνοής και είναι διαμεσολαβητές μεταφέροντας τον αέρα από τον κόσμο στον οργανισμό και αντίστροφα. Από την άλλη η καρδιά δίνει έναν αόρατο εσωτερικό ρυθμό στον οργανισμό που είναι αυτόνομος και αυτάρκης.
Η καρδιά κάθε όντος και η Κοσμική- συμπαντική καρδιά είναι συνδεδεμένες δια μέσου του ρυθμού. Μπορεί, έχει την δυνατότητα, η καρδιά κάθε όντος να συντονιστεί με τον ρυθμό της κοσμικής καρδιάς. Τότε κοσμικές αλήθειες ρέουν, εισέρχονται στον μικρόκοσμο και εμπλουτίζουν την γνώση του, διατρέχουν την συντονισμένη καρδιά του όντος που αναμφισβήτητα αναγνωρίζει αυτή την ροή και πάλλεται γεμίζοντας θετικά συναισθήματα. Η βεβαιότητα της ορθής δράσης τότε γιγαντώνεται και παρασύρει με ενθουσιασμό κάθε εμπόδιο, κάθε δυσκολία.
Ποια είναι όμως η Κοσμική καρδιά; Θρησκεία, μυθολογία, φιλοσοφία και επιστήμη επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις σε ανάλογα ερωτήματα. Ο Χριστιανισμός θα αναφερόταν στην Θεϊκή καρδιά ως εστία της αγάπης. Κοσμογονικές αναφορές σε κάθε μυθολογία του κόσμου αναφέρονται με ποικίλους τρόπους σε αυτήν.
Η επιστήμη από την άλλη παραδέχεται ένα συμπαντικό ρυθμό. Είναι δεδομένο ότι σε αυτή την περίοδο το σύμπαν διαστέλλεται διαρκώς κι αυτό, όσο άσχετο κι αν φαίνεται επιφανειακά, καθορίζει έναν ρυθμό κίνησης γαλαξιών, αστεριών, όλου του κοσμικού ρευστού. Τελικά αν κάποιος συμφωνεί ότι υπάρχει κάτι που μπορεί να ονομάσει κοσμική καρδιά οφείλει να ανιχνεύσει μέσα του πώς το νοιώθει, πώς το προσεγγίζει, πώς το ερμηνεύει και τελικά πώς το πιστεύει.
Η σκέψη μέσα από την καρδιά
Ο νους που παράγει την σκέψη, μπορεί να γίνει ένα εποπτικό εργαλείο αυτής της ροής ενεργειών -που προέρχεται από το συντονισμό σκέψης, συναισθήματος και θέλησης- και να διατυπώνει σε λόγο ό,τι συλλαμβάνει και μεταφέρει στη συνείδηση. Μπορεί να βιωθεί πολύ καθαρά η πνευματική προέλευση των χαρακτηριστικών διαυγών σκέψεων από το συντονισμό αυτό. Έτσι ξεκινά η σκέψη από την καρδιά.
Η αλήθεια της σκέψης που προέρχεται από τη συντονισμένη καρδιά με τον Κοσμικό ρυθμό δεν είναι απαραίτητα αιώνια διότι και η αλήθεια η ίδια βρίσκεται σε εξέλιξη. Είναι όμως κατασκευασμένη από το ίδιο κοσμικό υλικό που είναι φτιαγμένα τα άστρα αλλά και εμείς οι ίδιοι, από φως – από αστρόσκονη.
Αυτό της δίνει μια αναμφισβήτητη αξία που είναι πέρα από την λογική, είναι υπερρεαλιστική, υπέρ λογική. Η βασική ουσία της είναι το φως που έχει την ιδιότητα να φανερώνει τα πράγματα, να τα αποκαλύπτει με τον πιο απλό και αυτονόητο τρόπο, όσο δυσνόητα κι αν φαίνονται στην αρχή για την συνείδηση. Η σκέψη αποκτά αυτή τη φωτεινή, αυταπόδεικτη αμεσότητα και απλότητα.
Γεννά πάντα μια πιο διευρυμένη συνείδηση που επηρεάζει τις συνειδήσεις γύρω της. Μόλις κανείς εκδηλώνει σκέψεις από την καρδιά, η αλήθεια τους τις κάνει αναγνωρίσιμες άμεσα και από αυτόν που τις γεννά αλλά και από αυτόν που τις ακούει. Περιέχουν το φως της εξελισσόμενης αλήθειας. Φωτίζουν, ξεκαθαρίζουν καταστάσεις γύρω τους και επηρεάζουν θετικά και εξελικτικά το περιβάλλον. Ξεκαθαρίζουν επομένως τη διάνοια και οργανώνουν την λογική σκέψη.
Όταν συντονίζεται κανείς με σκέψεις από την καρδιά βιώνει μια πληρότητα. Καμιά φορά αυτή η πληρότητα αφήνει και ένα έντονο σωματικό αποτύπωμα, μια αίσθηση πνευματικού χορτάσματος, έναν κορεσμό, μία αρμονία και γαλήνη ταυτόχρονα στο νευρικό σύστημα.
Παρόλο που η ‘καρδιακή λειτουργία’ της σκέψης δεν είναι ένας υποκειμενικός συναισθηματισμός, μπορεί η αλήθεια που περιέχει να μας δονήσει συναισθηματικά, να συντονισθούν συναισθηματικοί φορείς, οπότε να τρέχουν δάκρυα ή να εμφανίζεται η εντύπωση ότι δεν μας χωράει ο τόπος ή ότι βρισκόμαστε στην κορφή βουνού ή ότι πετάμε στο διάστημα.
Το ενδιαφέρον είναι ότι πρόκειται όντως για ένα είδος αποκαλυπτικής αλήθειας που όμως δεν έρχεται από ‘πάνω’. Αντιθέτως, κατακτάται με δράση του ίδιου του ανθρώπου που προσεγγίζει τις ‘ανώτερες σφαίρες’ με τις δικές του δυνάμεις.
Εξετάζοντας το θέμα ενεργειακά θα μπορούσε κανείς να πει ότι το σύμπαν, ο ουρανός, είναι από μια πύρινη ουσία και από αντίστοιχο υλικό είμαστε δομημένοι και εμείς, γεμίζει η καρδιά μας. Αυτό που λίγο πριν ονομάσαμε αστρόσκονη, άλλοτε το λέγανε αιθέρα, άλλοτε πεμπτουσία, άλλοτε οργόνη, πνευματικό φως, αείζωον πυρ κλπ.
Είναι πολλά τα ονόματα που του έχουν δοθεί. Έτσι η καρδιά, συχνά χαρακτηρίζεται πύρινη για να αποδοθεί αυτή ακριβώς η ενεργειακή της υπόσταση. Αυτή η πύρινη ουσία είναι το υλικό της ενεργειακή ροής μεταξύ καρδιάς και σύμπαντος. Είναι αναμφισβήτητη η αίσθηση αυτού που έχει βιώσει τη σκέψη μέσα από την καρδιά, ότι αυτή η ενεργειακή ροή που τη συνοδεύει έχει να κάνει με την ζωή.
Αυτή η ενέργεια συσσωρεύεται στη γη δίνοντάς της το υπέροχο γαλάζιο χρώμα της. Αυτή η ακτίνα ενεργειακής ροής μπορεί να μας πλημμυρίζει με αισιοδοξία, χαρά και να μας κάνει να νιώθουμε πολύ οικεία σαν να πρόκειται για την οικογένειά μας, για το ίδιο μας το σπίτι. Και συνήθως στην καταιγιστική, βιαστική καθημερινότητά όταν βρισκόμαστε στην συνηθισμένη κατάσταση συνείδησης δεν την αντιλαμβανόμαστε, μας είναι διάφανη.
Όταν βρεθούμε στην ροή της νιώθουμε σαν σε ένα ποτάμι αγάπης που ρέει δυναμικά και ευχάριστα. Είναι βέβαιο ότι συναισθανόμαστε μια ανείπωτη αίσθηση υψηλής ποιότητας που μόνο με την αίσθηση του έρωτα μπορεί να παρομοιαστεί, ενός έρωτα κορύφωσης αγάπης που δεν έχει συγκεκριμένο αποδέκτη αλλά κάθε τι ζωντανό.
Η αναγκαιότητά της και η ενεργοποίησή της
Όταν λοιπόν ο λόγος, που είναι προϊόν σκέψης, ολοκληρώνει μέσα του την ‘καρδιακή λειτουργία’ αποκτά μια νέα διάσταση. Ξεφεύγει τότε από τις απλές νοητικές διαδρομές που στηρίζονται μόνο στην λογική και στις επίκτητες προκατασκευασμένες, στερεότυπες σκέψεις που οικειοποιούμαστε πολλές φορές αδιάκριτα.
Γεννιέται μια σκέψη που μπορεί, να αντιληφθεί το παρόν βαθύτερα και σπάζοντας τα καθιερωμένα όρια αντίληψης να αισθανθεί το μέλλον. Μπορεί να αναγνωρίσει την περιεχόμενη αλήθεια κάθε λόγου ή γεγονότος. Επιπλέον ενσωματώνει μέσα της ιδιότητες όπως η διαίσθηση, η έμπνευση, η ενόραση που έχουν εξοστρακισθεί μέσα στο τεχνοκρατικό, χυδαία υλιστικό κοινωνικό περιβάλλον που ζούμε.
Πως μπορεί να ενεργοποιηθεί η σκέψη μέσα από την καρδιά; Το παράξενο είναι ότι αυτή η λειτουργία είναι πάντα ενεργή, δεν χρειάζεται ενεργοποίηση. Είναι όμως απαραίτητο να τοποθετηθεί η συνείδηση σε τέτοια θέση ώστε αυτού του είδους η σκέψη από διάφανη να γίνει ορατή, να μπορεί ο νους να την ακούει. Είναι απαραίτητη η συγκρότηση μιας συνείδησης που να αφουγκράζεται, να αγγίζει πιο λεπτεπίλεπτες καταστάσεις.
Για να ανοίξει αυτό το κανάλι προαπαιτούνται κάποια βήματα. Η θεμελιώδης προϋπόθεση είναι να μπορέσουν να σιγάσουν όλα τα εξωτερικά ερεθίσματα που παράγουν εσωτερικό θόρυβο. Να επιτευχθεί δηλαδή εκείνη η εσωτερική ησυχία, που αποτελεί απαραίτητο όρο προκειμένου κάποιος να βρεθεί σε αυτή την κατάσταση ‘ετοιμότητας’ ώστε να εμπιστευθεί, να παρατηρήσει αλλά και να ‘πιάσει’ αυτό που γεννιέται στην δεδομένη κατάσταση. Να δημιουργηθεί δηλαδή ένας εσωτερικός χώρος, ένα δοχείο, ένα ‘εσωτερικό δισκοπότηρο’ στο μικρόκοσμο.
Με τον καιρό και όσο η συνείδηση επικεντρώνεται περισσότερο σε αυτή την πρόθεσή της, τόσο ισχυροποιείται η ικανότητα ‘ακρόασης’ αυτών των σημάτων που προέρχονται από την καρδιά. Μοιάζει η σκέψη από την καρδιά να μην έρχεται άμεσα από εμάς τούς ίδιους ή από το κέντρο μας αλλά από την περιφέρεια, δηλαδή από τον κόσμο.
Το αίτημα προέρχεται βέβαια από εμάς και φαίνεται σαν να εκπέμπεται στον κόσμο. Από την αλληλεπίδραση μας με τον κόσμο η καρδιά ανοίγει και δέχεται αρμονικές συχνότητες ανάλογες με τη φύση της. Έτσι, καθώς αφουγκράζεται την ηχώ του εαυτού της συλλαμβάνει κοσμικές συχνότητες. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που πολλές φορές η σκέψη από την καρδιά μοιάζει να μην ανήκει σε αυτόν που τη γεννά αλλά να προέρχεται από ‘πάνω’, από έξω, έτσι ώστε όλη αυτή η διαδικασία να θυμίζει την έμπνευση.
Η συνέπεια είναι ότι παράγονται τότε από την καρδιά διαδοχικές σκέψεις πολύ ζωντανές που δεν είναι πλέον αντιδράσεις στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος αλλά σχηματίζουν μια πιο ζωντανή, πιο σοφή στάση.
Η σκέψη που διέπεται από το συναίσθημα, το σχετιζόμενο με την καρδιά και διοχετευόμενο στην θέληση, μπορεί να κάνει πράξη στην ύλη το συντονισμό των τριών αυτών φορέων. Μια τέτοια δράση παράγει προϊόντα που ενεργειακά περιέχουν τη θερμή, θετική, προοδευτική πρόθεση για εξέλιξη και προσφορά στον κόσμο.
Αυτού του είδους ο συντονισμός μπορεί να συνδυαστεί και με έναν ακόμη που γίνεται σε ανώτερο, πιο κοσμικό επίπεδο. Τότε, όταν δηλαδή η καρδιά συντονίζεται με την σκέψη που συλλαμβάνει το πνεύμα εστιασμένο στο σύμπαν και την απειροσύνη γεννιέται μια κάθετη αρμονία που γίνεται αντιληπτή από το συναίσθημα, το οποίο με την σειρά του σαν αντλία όπως η καρδιά δονείται θετικά από τις κοσμικές ενέργειες που κατέρχονται και εκδηλώνονται στην ύλη.
Η αίσθηση ευδαιμονίας που νιώθει κανείς όταν συντονίζεται με το άπειρο εμφανίζεται παράλληλα με μια ιδιαίτερη νοητική καθαρότητα, είναι γι΄ αυτό πολύ ξεχωριστή. Είναι μια υπέροχη αίσθηση επίτευξης και κατάκτησης του κόσμου. Έχει κανείς την εντύπωση ότι κατακτά μεγαλύτερα και ευρύτερα πεδία του Κόσμου. Νιώθει σαν ένας κοσμικός εξερευνητής που ανακαλύπτει νέους τόπους. Γεννά σπερματικές ιδέες και συνειδητοποιήσεις που κουβαλάνε χαρά, αισιοδοξία και αποφασιστικότητα.
Πρέπει να διακριθεί αυτή η ιδιαίτερη κατάσταση νόησης από τον αυθαίρετο και υποκειμενικό συναισθηματισμό. Όμως ακόμη και στην περίπτωση που προέρχεται από διεύρυνση της συνείδησης -οπότε αναπόφευκτα μεγάλη η δυσκολία μεταφοράς των διαπιστώσεών της σε λόγο- οφείλει να μπορεί να διατυπωθεί ώστε να επισφραγίζεται η εξελικτική επίδραση της.
Περιέχει μια αντικειμενική συνιστώσα, το γεγονός ότι είμαστε εκδηλώσεις κοσμικές και άρα μπορούμε να εκφράσουμε κοσμικά δεδομένα που προέρχονται από μέσα μας, ένα κοσμικό αντίστοιχο. Γινόμαστε, θα μπορούσε να πει κανείς, βαρκάρηδες σε μια κοσμική θάλασσα στη μέση του σύμπαντος όπου ψαρεύουμε σκέψεις ως σπίθες φωτός έχοντας εντός μας ένα ιδιαίτερο φως, μια αντανάκλαση του κοσμικού φωτός.
Στο σημείο αυτό όμως χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος να γίνει κανείς υπερήφανος, να νιώθει ξεχωριστός και ανώτερος και αυτό συνιστά μια ύβριν. Η σκέψη από την καρδιά καλό είναι να δημιουργεί πράγματα που να είναι προσφορά προς τους άλλους και η χαρά που γεννιέται να ‘ναι η χαρά της ικανότητας για αυτή την προσφορά.
Έτσι, για άλλη μια φορά τονίζεται η σημαντικότητά της για διατύπωσή της σε λόγο. Αυτό μπορεί να γίνει η ασφάλεια αποφυγής της πλάνης και της υπερηφάνειας. Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι: Αφενός κάτι που δεν μπορεί να διατυπωθεί σε λόγο δεν μπορεί να μεταδοθεί στους άλλους.
Παραμένει σε μια κατάσταση ασαφή και με πολλές παγίδες πλάνης αφού δεν μπορεί να ελεγχθεί τελικά από το ίδιο της το μοίρασμα. Μπορεί να λιμνάσει ενεργειακά αν δεν διοχετευτεί προς τα έξω με αποτέλεσμα να σαπίσει και να γίνει πρόξενος πάθους και ασθένειας. Είναι ουσιαστικά μια πράξη υπηρεσίας ‘ηρωική’ και πρέπει να μπορεί να μοιράζεται στους υπόλοιπούς ανθρώπους.
Αν δεν εκφραστεί με λέξη δεν επισφραγίζεται η συνειδησιακή διεύρυνση.
Βέβαια με το που γίνεται λόγος μια τέτοια σκέψη και πράξη ίσως χάνει μέρος από την αίγλη της, αλλά μόνο έτσι και η ίδια η σκέψη θυσιάζεται για την υπηρεσία στο σύνολο, στο κοινό καλό.
Επίλογος
Τελικά φανερώνεται από όλη την παραπάνω προσέγγιση είναι ότι η σκέψη δεν είναι μια απλή διαδικασία που εξαντλείται μόνο σε λογικοφανείς δραστηριότητες. Είναι μια ολιστική διαδικασία που ούτε απολύτως καθαρά όρια έχει, ούτε και φορέας της είναι μόνο και αποκλειστικά ο εγκέφαλος.
Και άλλες πτυχές της ανθρώπινης οντότητας ψυχικές και υλικές μετέχουν σε αυτή είτε άμεσα είτε έμμεσα. Καθένας μπορεί να ερευνήσει μέσα του ποιες είναι οι πτυχές αυτές. Πιθανόν όταν δεν λαμβάνουμε υπόψη όλες τις πιθανές εκδηλώσεις της σκέψης και αντίθετα τις εξορίζουμε, να συντελούμε έναν αυτό-ακρωτηριασμό.
Κόβουμε δηλαδή όλες εκείνες τις παραφυάδες της λειτουργίας μας που δίνουν την δυνατότητά να επικοινωνούμε ουσιαστικά με τον Κόσμο. Είναι κάποιος βαθιά ριζωμένος αταβιστικός φόβος που μας ωθεί σε αυτό τον αυτοπεριορισμό; Έπρεπε απαραίτητα να περάσουμε στην εξελικτική μας ατραπό ως ανθρώπινο είδος, από αυτή την λήθη;
Αυτό που διαισθάνομαι είναι πως έχει έρθεί ο καιρός που όλο και περισσότεροι άνθρωποι διευρύνουν την σκέψη τους προσεγγίζοντας την α-λήθη, και ίσως αυτή η διευρυμένη σκέψη να ανασύρει μια ανά-μνηση, μόνο που στην σημερινή εποχή δεν μπορεί πλέον να είναι όπως παλιά, αλλά αφού βρισκόμαστε σε μια νέα σπείρα εξέλιξης αυτές οι μνήμες και αυτή η αλήθεια οφείλουν να φωτιστούν από το φως της σημερινής πραγματικότητας.
Λ.Κ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.