Ian Curtis
Η Σκοτεινή Ψυχή των Joy Division και το Σύμβολο μιας «Καταραμένης Γενιάς»
Στις 18 Μαΐου του 2016 συμπληρώνονται 36 χρόνια από την ημέρα που αυτοκτόνησε ο IanCurtis, o 23χρονος τραγουδιστής των Joy Division. Το αγόρι με την μπλε απόκοσμη ακεραιότητα στο βλέμμα και την κατατονική φιγούρα έφυγε από τη ζωή και η αυτοκτονία του σόκαρε ίσως όσο καμία άλλη στη ροκ σκηνή. Ήταν μόλις 23 χρόνων –παράξενη σύμπτωση, αν σκεφτεί κανείς τι ισχυρίζονται ορισμένοι για αυτόν τον αριθμό. Δεν πρόλαβε να ξεδιπλώσει όλες τις πτυχές του αλλόκοτου ταλέντου του, που εκδηλωνόταν στη βίαιη μελαγχολία της φωνής του, στους λυγμούς των στίχων του, στις εκρηκτικές χορευτικές κινήσεις του στη σκηνή και στην πολυπλοκότητα των συνθέσεων του που έμοιαζαν να βυθίζονται σε μια πρώιμη ωριμότητα…
Γράφει η Εύα Κουσιοπούλου
Η απώλεια του Curtis ήταν τεράστια για τους χιλιάδες μαυροντυμένους φαν της μπάντας. Η απώλεια του όμως ήταν εξίσου μεγάλη, κατά γενική ομολογία, για την παγκόσμια μουσική, καθώς όλοι αναγνωρίζουν ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα σύγχρονο ποιητή του 20ού αιώνα, που θα στεκόταν υπερβολικά ευαίσθητος αλλά και σκληρός κριτής των καιρών μας.
Suicide Is Not Painless
Θα επιχειρήσω να σας ξεναγήσω στις τελευταίες στιγμές του τραγουδιστή που ενσάρκωσε τη ζοφερή ατμόσφαιρα της δεκαετίας του 1980 καλύτερα από κάθε άλλον ξορκίζοντας φόβους και δαίμονες, μιλώντας για το θάνατο, την απογοήτευση, τον έρωτα που σε ξεσκίζει και τον πόνο του ανέφικτου. Θα το κάνω ωστόσο όσο πιο «αποστειρωμένα» μπορώ, χωρίς περιττές φιοριτούρες, αρχίζοντας να μετράω αντίστροφα τις στιγμές του μελαγχολικού πρίγκιπα. Αυτοκτόνησε στο σπίτι του περνώντας απλά ένα σκοινί στο λαιμό του, λίγες ημέρες πριν ξεκινήσουν την πρώτη τους μεγάλη περιοδεία στην Αμερική. Πριν φύγει είπαν ότι έβλεπε την ταινία του cult Γερμανού σκηνοθέτη Werner Herzog «Stroszek» και άκουγε ξανά και ξανά το Τhe Idiot του Iggy Pop. Ο ήρωας της ταινίας προτιμά το θάνατο από το να διαλέξει ανάμεσα σε δύο γυναίκες και για κάποιους υπάρχει μία σπαρακτική ταύτιση ανάμεσα στους δύο αυτόχειρες, καθώς ο Curtis είχε αφεθεί στον έρωτα της Βελγίδας δημοσιογράφου Ανίκ Ονορέ, χωρίς να μπορεί να εγκαταλείψει οριστικά τη σύζυγο του. O Ιan έβαλε τέλος στη ζωή του μη μπορώντας να αντιμετωπίσει το ερωτικό αδιέξοδο, αφήνοντας στη γυναίκα του ένα γράμμα, δύο μόλις μήνες πριν κλείσει τα 24; Ίσως πάλι να ήταν η πίεση που δεχόταν όταν πλέον η τέχνη και η μουσική μετατράπηκε σε επάγγελμα ή να ήταν μόνο η τάση του για τη φυγή και την αυτοκαταστροφή; Ή μήπως έφταιγαν οι επιληπτικές κρίσεις του, που γίνονταν όλο και πιο αφόρητες; Ίσως τίποτε από όλα αυτά, ή όλα αυτά μαζί. Δεν έχει σημασία. Τα πραγματικά κίνητρα ενός αυτόχειρα σπάνια γίνονται γνωστά.
Είναι δύσκολο να αποτιμήσεις μια τέτοια ενέργεια ζώντας όπως όλοι μας στη συνηθισμένη –και εσφαλμένη– αίσθηση ασφάλειας.
Δεν έχει νόημα να εξηγήσεις μια τέτοια πράξη γιατί απλά ο Ήρωας δεν είναι πια εδώ. Δε χρειάζεται να πεις αν πρόκειται για μια ακραία ενέργεια ηρωισμού ή για μια πράξη δειλίας, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι. Έτσι και αλλιώς, ήρωες είναι αυτοί που έχουν συνείδηση της δειλίας τους. Αλλά αληθινοί ήρωες είναι αυτοί που δε φοβούνται τις ανατροπές και τιμούν τις επιλογές τους. Γι‘ αυτό και όλοι οι βολεμένοι οικογενειάρχες που στηρίζουν στις κουρασμένες πλάτες τους το δόγμα «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» και οι αδύναμοι εγκεφαλικοί γιοι τους καταδικάζουν τους αυτόχειρες σα «μαύρα πρόβατα». Γι’ αυτό η Εκκλησία αντιμετωπίζει εχθρικά την αυτοκτονία και την καταδικάζει ως μια –επαναστατική– πράξη ενάντια στη θεϊκή εξουσία. Το βέβαιο είναι ότι το τραγικό τέλος του μπλε αγοριού, που είχε ζήσει μόλις 23 χρόνια, εξασφάλισε για αυτόν και τους Joy Division την υστεροφημία.
Ο «Ευτυχισμένος Πρίγκιπας»
Ο Ian γεννήθηκε στο Μάντσεστερ, στις 15 Ιουλίου 1956. Απόλυτα μεθοδικός, δεν άφηνε τίποτα στην τύχη. Έμοιαζε να παίρνει τα πάντα στα σοβαρά από παιδί. Διάβαζε διαρκώς, χανόταν με τις ώρες και απομονωνόταν με τους ήρωες των βιβλίων που τον γοήτευαν. Συνήθιζε να ζωγραφίζει τους στρατιώτες και τους μονομάχους που τον κέρδιζαν με τις περιπέτειες τους και σύντομα συγκρότησε μια ποδοσφαιρική ομάδα με το όνομα «Σπαρτιάτες». Έβαζε μάλιστα συστηματικά αγγελίες σε εφημερίδες του Μάντσεστερ για να βρει συμπαίκτες και να οργανώσει τους επόμενους αγώνες. Η Βρετανία της δεκαετίας του 1970 δεν είναι η ιδανική πατρίδα για το νεαρό, που έμελλε να γίνει το είδωλο μιας γενιάς που δεν πίστευε σε ήρωες. Ανάμεσα σε μια νεολαία που στερείται ιδεολογίας και οραμάτων, οIan τριπάρει στον κόσμο κάθε λογής επικίνδυνων ουσιών. Σιτίζεται στην κυριολεξία με χάπια, καταπίνει αντιβηχικά σιρόπια, σνιφάρει γκαζάκια και βυθίζεται όλο και περισσότερο στο τέλμα. Παρόλα αυτά ο νεαρός μοιάζει να παραμένει καθαρός στην ψυχή και το γαλάζιο, έντονο βλέμμα του προδίδει τη γενναιοδωρία και τη διάθεση του να βοηθήσει τον πλησίον. Χαρίζει εύκολα τους αγαπημένους του δίσκους, θέλει να μοιραστεί ότι έχει με τους υπόλοιπους, διαβάζει δακρυσμένος στην κοπέλα του τον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα του Όσκαρ Ουάιλντ και πουλά την αγαπημένη του κιθάρα για να της αγοράσει ένα δαχτυλίδι.
Την ίδια στιγμή γοητεύεται από τις στολές, διαβάζει για την ιστορία του Ναζισμού και ο ρομαντισμός του ξεφεύγει από τα ηνία του ορθολογισμού και αγγίζει σκοτεινά όρια. Χαρακτηρίζεται από μία τάση φυγής σε φανταστικούς κόσμους, ονειρικούς και μυθικούς. Εξιδανικεύει τη νοσταλγία ενός ένδοξου παρελθόντος που ο ίδιος δεν έχει βιώσει. Παντρεύεται τη Deborah, πριν κλείσει τα είκοσι και επιλέγει για τη γαμήλια τελετή τους ήχους της μελωδίας του Χάιντν, η οποία ενέπνευσε τον εθνικό ύμνο της Γερμανίας. Ταξιδεύει στο Παρίσι, στήνει την πρώτη του μπάντα και το 1977 ύστερα από αποχωρήσεις, ατέλειωτες συζητήσεις και νέες αφίξεις το γκρουπ οδηγείται στην τελική του μορφή. O κιθαρίστας της μπάντας είναι ο Bernard Albrecht (θα το αλλάξει αργότερα σε Sumner) και ο μπασίστας ο Peter Hook. Βαφτίζουν το γκρουπ «Warsaw» από το ομώνυμο κομμάτι του David Bowie. Η ηλικία όλων των μελών της μπάντας είναι γύρω στα είκοσι.
Από τους Warsaw, στους Joy Division
Στις 29 Μαΐου της ίδιας χρονιάς το σχήμα δίνει την πρώτη του συναυλία. Η έκρηξη του πανκ είναι γεγονός και το Μάντσεστερ αποτελεί πόλο έλξης νεοεμφανιζόμενων καλλιτεχνών και γκρουπ που ακροβατούν στην κόψη του ξυραφιού. Οι κριτικές για τους Warsaw, ωστόσο, κάνουν λόγο για εκρηκτική παρουσία του Ian στη σκηνή αλλά και για αδυναμίες των στίχων.
O Ian πείθει ένα δημοσιογράφο, τον Tony Wilson, τον μετέπειτα θρυλικό παραγωγό και ιδρυτή τηςFactory Records να ενδιαφερθεί για το γκρουπ. Αναζητά ντράμερ μέσω αγγελιών σε μουσικά περιοδικά και εντυπωσιάζει με τις κρίσεις ανισορροπίας που φτιάχνουν σιγά-σιγά το ιδιαίτερο στιλ του στη σκηνή. Ο ντράμερ βρίσκεται στο όνομα του Steven Morris και ο Wilson γίνεται ο μέντορας του νεαρού Curtis. Είναι η στιγμή να αλλάξει το όνομα του γκρουπ σε Joy Division που σημαίνει «Τάγμα της Χαράς», το αποτρόπαιο όνομα δηλαδή που έδιναν οι Ναζί στις αιχμάλωτες, οι οποίες προορίζονταν να ικανοποιούν τις σεξουαλικές ορέξεις και τη βαναυσότητα του Γερμανικού Στρατού.
Η μουσική τους είναι ριζικά διαφορετική από άλλους σύγχρονους τους: υποβλητική, αιχμηρή, απογυμνωμένη από κάθε ίχνος συναισθήματος. Ένα δάνειο 400 λιρών από την τράπεζα για την αγορά επίπλων που προορίζεται δήθεν για τη φωλιά του ζεύγους Curtis, μετατρέπεται στα απαραίτητα «καύσιμα» για να κλειστούν στο στούντιο. Ηχογραφούν το πρώτο τους EP, το θρυλικό An Ideal ForLiving. Η άκρατη γερμανοφιλία του Ian αρχίζει να ξενίζει τους υπόλοιπους της μπάντας. Παρ’ όλα αυτά στο εξώφυλλο του «χειροποίητου» δίσκου εικονίζεται ένας τυμπανιστής, μέλος της Νεολαίας του Χίτλερ κι ένας Γερμανός στρατιώτης που σημαδεύει με το όπλο του ένα παιδί. Στο μεταξύ ο leaderπλέον του γκρουπ Ian ακολουθεί μία ιλιγγιώδη άνοδο γεμάτη εντάσεις αλλά και σκοτεινές μεταπτώσεις. Ο Hook έχει πει για εκείνη την εποχή ότι ο Ian δε δίστασε να διαλύσει κάποτε σε μία ζωντανή τους εμφάνιση ολόκληρη τη σκηνή! Σα μανιακός ξήλωσε τις σανίδες της, με τα καρφιά να εξέχουν και τις πέταξε στο κοινό σε ένα παραλήρημα πανκ επιθετικότητας. Στη συνέχεια έσπασε ένα ποτήρι μπύρας, κυλίστηκε πάνω στα σπασμένα γυαλιά με αποτέλεσμα να κοπεί στο μηρό και να αποκτήσει μία ουλή εικοσιπέντε εκατοστών. Και όμως την επόμενη στιγμή –λένε όσοι τον γνώριζαν– μπορούσε να είναι μειλίχιος και ευγενικός και ύστερα πάλι εσωστρεφής και κατατονικός.
Ο Samner έχει πει πως «ο Ian ήταν ο καταλύτης του γκρουπ. Ήξερε να μας κατευθύνει, να ηλεκτροσυγκολλά θαρρείς τις ιδέες μας, να τις συνδυάζει και να ανοίγει με το δικό του τρόπο το κουτί με τους στίχους για να τελειοποιήσει τις πρωτόλειες εμπνεύσεις όλων». Ο Robert Greton γίνεται μάνατζέρ τους και τον παροτρύνει να δίνει συνεντεύξεις καθώς η μπάντα αρχίζει να γίνεται ευρύτερα γνωστή, αλλά ο Ian αρνείται. Δε βλέπει θετικά τις συνεντεύξεις ούτε των υπολοίπων μελών της μπάντας, ενώ αντιδρά σχεδόν φασιστικά όταν κάποιος θέλει να πάει διακοπές, καθώς το θεωρεί σπατάλη χρόνου. Άλλοτε παραληρεί μιλώντας την αρχαϊκή γλώσσα του 19ου αιώνα και άλλοτε εκφράζεται μέσα από έξαλλες κινήσεις επί σκηνής μπροστά στα έκπληκτα μάτια του κοινού.
Απομακρύνεται από τη γυναίκα του και την κόρη που αποκτούν το 1979, τη Νatalie, και οι διαθέσεις του εναλλάσσονται από την τυφλή μανία μέχρι το ρομαντισμό, την ευσπλαχνία και την αβρότητα με ένα τρόπο που αποδιοργανώνει και τρομοκρατεί όσους βρίσκονται κοντά του. Είναι πλέον το επίκεντρο της προσοχής, εξώφυλλο στο New Musical Express και είδωλο για τους ανερχόμενους μουσικούς. Καπνίζει ασταμάτητα και έχει παντού μαζί του μια σακούλα γεμάτη σημειώσεις και χαρτιά, όπου γράφει ότι επιθυμεί να θυμάται. Οι κρίσεις επιληψίας τον βασανίζουν όλο και συχνότερα. Η Deborah αναφέρει μάλιστα στο βιβλίο της με τίτλο Touching From A Distance(«Αγγίζοντας από Απόσταση») ότι διασκέδαζε αναπαριστώντας επί σκηνής τις κρίσεις του. Χόρευε σαν επιληπτικός ξεσηκώνοντας το κοινό του, ανεμίζοντας σε μια παρωδία του ίδιου του εαυτού του τα μπράτσα του, τινάζοντας σπασμωδικά το κορμί του, σα μια μαριονέτα που κρεμόταν από μία αόρατη κλωστή. Όμως η επιληψία του έχει και μια άλλη διάσταση: του προσδίδει μια εξαιρετική διαύγεια που τον εξοντώνει καθώς «βλέπει» καθαρά αυτά που έρχονται.
Το πρώτο άλμπουμ των Joy Division κυκλοφορεί τον Ιούνιο του 1979 και έχει τον τίτλο Unknown Ρleasures. Ο Curtis βρίσκεται ανάμεσα σε αυτούς που ονειρευόταν. Αισθάνεται να ταυτίζεται με τονMorrison και τη Joplin, θαυμάζει τον Iggy Pop και τον David Bowie, αλλά νιώθει πλέον πως φτάνει τους Sex Pistols, το γκρουπ που είχε πρωτοδεί στο Free Trade Hall της πόλης που γεννήθηκε και τον επηρέασε περισσότερο από κάθε άλλο.
Αρχίζει να φλερτάρει με το θάνατο και οι παλαιότερες εμμονές του επανέρχονται με μεγαλύτερη ένταση. Άλλωστε πάντα πίστευε ότι η ζωή μετά τα 25 είναι ένα μουντό, αδιάφορο τέλμα, ένας βάλτος που καταπίνει τις ανθρώπινες επιθυμίες, μια μονότονη καθημερινότητα. Αφηρημένος, ευάλωτος και μόνος, αφήνεται στον έρωτα της Ονορέ και γίνεται φαινομενικά πιο γήινος. Γελά περισσότερο, παριστάνει επιτέλους τον ωραίο! Όμως το κενό συνεχίζει να βρίσκεται παντού μέσα του. Το κοιτά κατάματα, ατρόμητος με το γαλάζιο παγωμένο βλέμμα. Το έρεβος που τον κατατρέχει, η προσωπική του κόλαση δεν αφορούν κανένα. Διαβάζει για ακόμη μια φορά ότι μπορεί να τον γοητεύσει, καταβροχθίζει την Αποκάλυψη, εντρυφά στα σκοτάδια του ανθρώπινου νου και το ταξίδι προς το τέλος ξεκινά. Τη μια μέρα σκορπίζει τα κομμάτια της Βίβλου που έχει διαλύσει με το ξυράφι και την άλλη βρίσκεται να δουλεύει με τρομαχτική διαύγεια τους ύμνους του Closer που ανοίγει με το εξαιρετικό Atrocity Exhibition. Η Deborah παραδέχεται στο βιβλίο της για τον Ian πως «όλοι οι άλλοι ήταν δευτεραγωνιστές στο έργο του. Είχε οργανώσει την πτώση του, όντας δικαστής και δεσμοφύλακας του εαυτού του». Και μερικούς μήνες μετά θα στείλει τη σύζυγο και την κόρη τους στους παππούδες για να δώσει ανενόχλητος τέλος στη ζωή του.
Love Will Tear Us Apart –again
Επανέρχομαι στο σήμερα και πέφτω πάνω στο δημοσίευμα για την ταινία που ετοιμάζεται για τη ζωή του Curtis ανάμεσα σε μια σινε-πλημμύρα ροκ βιογραφιών. Αναφέρει μεταξύ άλλων: «η ζωή και ο τραγικός θάνατος του Ian Curtis θα έχει άρωμα ποπ-κορν με την ταινία Control». Το σενάριο του φιλμ βασίζεται στο βιβλίο της γυναίκας του, Deborah. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Δανός Anton Corbijn, διάσημος από τις συνεργασίες του με U2 και Depeche Mode, αλλά και τους ίδιους τους Joy Divisionστο Atmosphere. Ο Tony Wilson, ο οποίος μαζί με το Martin Hannet ευθύνεται για τις κυκλοφορίες των Joy Division αλλά και των New Order και Ηappy Mondays θα είναι συμπαραγωγός στην ταινία. Ο Τony παραμένει φίλος της χήρας και της κόρης του Ian και θα λάβει ενεργά μέρος στην παραγωγή, ενώ έχει δηλώσει στο BBC News ότι «η ταινία θα αντανακλά τις διάφορες απόψεις για την αιτία της αυτοκτονίας του leader των Joy Division εστιάζοντας στη ζωή του και όχι απλά στη μουσική του γκρουπ». Και για όσους θέλουν μία παραπάνω πληροφορία σας θυμίζω πως ο Tony είναι η περσόνα της ροκ που υποδυόταν ο Steve Cogan στο λατρεμένο 24 Ηour Party People κάνοντας μάλιστα και μίαcameo εμφάνιση. Επίσης, ανάμεσα στα ονόματα των σταρ που διέρρευσαν στον Τύπο, ότι πρόκειται να συμμετάσχουν στην ταινία είναι και αυτά του Μoby –ο οποίος είναι και φανατικός φίλος της μουσικής της μπάντας– και του Jude Law.
Tον Νοέμβριο του 2005 στο dj set του ο Ιρλανδός David Holmes –σε μια στιγμή ευφυούς αλαζονείας;– έπαιξε σε διάστημα δύο ωρών δύο φορές το Love will tear us apart, κάνοντας έναν παλιό συμμαθητή να μου ψιθυρίσει «για σένα το παίζει επειδή ξέρει ότι τους λατρεύεις» και εμένα να χαζεύω το trendyκοινό να τα… σπάει. Μερικούς μήνες μετά στο ίδιο club ο Peter Hook βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για ένα dj set που περιελάμβανε άπειρα hit των New Order –η ζωή συνεχίζεται βλέπετε!
Το άπληστο κοινό όπως και οι πιτσιρικάδες φίλοι μου dj’s αδημονούσαν για ένα μόνο κομμάτι. Και τοLove will tear us apart, ίσως το πιο σπαραχτικό κομμάτι που γράφτηκε ποτέ μας έκανε όλους –μαζί και τον ίδιο τον Hook– να χαθούμε σε ένα ξέσπασμα που έμοιαζε να κράτησε ώρες και όχι μόνο μερικά λεπτά. Πάντα έλεγα ότι η μουσική είναι το μόνο που με σώζει, είναι λύτρωση, φευγιό. Για αυτό και το Love will tear us apart, σημαίνει για τόσες γενιές, για τον καθένα μας κάτι διαφορετικό μιλώντας στις ψυχές μας, σαν ένας μυστικός κώδικας κάτω από το δέρμα, τον οποίο μοιράζονται πολλοί μυημένοι. Θα μπορούσα να συνεχίσω γράφοντας δεκάδες άλλα στιγμιότυπα αναφορικά με τον απόλυτο ύμνο, του οποίου ο τίτλος του έχει γίνει ακόμη και τατουάζ στα χέρια κάποιων αλλά θα κλείσω μόνο με μια ανάμνηση.
Χρόνια πριν, σχεδόν στα 23, στην ηλικία δηλαδή του Curtis (πάλι αυτός ο αριθμός;) χόρευα ανύποπτη με τη φωνή του να μη μου θυμίζει ακόμη πως ένας έρωτας μπορεί να σε κόψει στα δυο. Άνοιξα τα μάτια και είδα στην άλλη άκρη του μπαρ μια μικρούλα που θα΄ ταν το πολύ στα δεκαοχτώ, να χορεύει με τα μάτια κλειστά και τα δάκρυα να κυλάνε στα μάγουλα της. Η εικόνα με σόκαρε. Δε μπορούσα προφανώς, έτσι προστατευμένη όπως ήμουν μεσ’ το κουκούλι ενός παιδικού έρωτα να εξηγήσω τι πληγές κουβαλούσε όντας τόσο νέα και τι θα μπορούσε να την κάνει να διαλύεται βουβά, μέσα σε ένα ασφυκτικά γεμάτο μπαρ, καλοκαίρι σε νησί. Υποθέτω ότι αν ερχόταν σήμερα στο μαγαζί που παίζω μουσική θα της αφιέρωνα ένα κομμάτι. Χρόνια μετά θα΄ ταν και πάλι το ίδιο κομμάτι που χορεύαμε εκείνη την καλοκαιρινή νύχτα…
Η ΕΥΑ ΚΟΥΣΙΟΠΟΥΛΟΥ είναι δημοσιογράφος και ασχολείται με τη μουσική και την εναλλακτική τέχνη.
Αληθινοί ήρωες είναι αυτοί που δε φοβούνται τις ανατροπές και τιμούν τις επιλογές τους.
Πάντα πίστευε ότι η ζωή μετά τα 25 είναι ένα μουντό, αδιάφορο τέλμα, ένας βάλτος που καταπίνει τις ανθρώπινες επιθυμίες, μια μονότονη καθημερινότητα.
«Όλοι οι άλλοι ήταν δευτεραγωνιστές στο έργο του. Είχε οργανώσει την πτώση του, όντας δικαστής και δεσμοφύλακας του εαυτού του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.