Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

1000 και 1 νύχτες... Τα πλούτη και το πεπρωμένο (Α’ Μέρος)

Φωτογραφία του χρήστη The Mythologists.

(τής Αρετής Μαρκέλλου)
Το πρώτο λοιπόν παραμύθι πού ξεκίνησε η Σεχραζάτ να αφηγείται στον Βασιλιά Σαρίγια, αμέσως μετά τον γάμο τους, το βράδυ πού έμειναν μόνοι ήταν το εξής:
Κάποτε δύο φίλοι έμειναν στην Βαγδάτη: ο Σάντ & ο Σάντι. Ο Σάντι ήταν πάμπλουτος και ο Σάντ πάμφτωχος, πατ’όλ’αυτά εκτιμούσαν ο ένας τον άλλο. Δεμ ήθελαν να αποχωριστούν ό ένας την παρέα τού άλλου ούτε γιά όλα τα λεφτά τού κόσμου. Συμφωνούσαν σχεδόν σε όλα. Μόνο σε ένα θέμα διαφωνούσαν. Το θέμα αυτό αναφερόταν σε κάθε συζήτησή τους.

Ο πάμπλουτος Σάντι ήταν τής άποψης ότι το Πεπρωμένο των ανθρώπων εξαρτάται αποκλειστικά από τα πλούτη. Αν περισσότεροι άνθρωποι είχαν χρήματα θα εξαρτιόταν λιγότερο από τους άλλους και η ζωή τους θα ήταν πολύ καλύτερη.
Ο πάμφτωχος Σάντ είχε διαφορετική άποψη. «Χρήματα,τί να σου κάνουν;», ρωτούσε. «Μπορεί να είναι σηματικά, όμως το Πεπρωμένο καθορίζει την ευτυχία καθενός. Το Πεπρωμένο καθορίζει ό,τι κάνεις και τα χρήματα δεν σε βοηθούν σε αυτό.»
«Αυτό δεν είναι αλήθεια!» διαφωνούσε ο Σάντι. «Τα χρήματα τα αποκτάς με σκληρή δουλειά κι έξυπνο προγραμματισμό. Έτσι ο καθένας μπορεί να φτιάξει το δικό του Πεπρωμένο!»
Κάθε φορά πού συναντιόνταν οι δύο φίλοι προέκυπτε το ίδιο θέμα. Μιά μέρα καθώς περπατούσαν στους δρόμους τής Βαγδάτης ο Σάντι πρότεινε: «Ας δούμε μιά και καλή ποιός από τους δυό μας έχει δίκιο τελικά. Εδώ πιό πάνω ζεί ο Χασάν, ο κατασκευαστής σχοινιών. Από τα ξημερώματα μέχρι αργά το βράδυ πλέκει σχοινιά, αλλά και πάλι δεν είναι σε θέση να θρέψει ικανοποιητικά την οικογένεια του με τα 5 παιδιά του. Αν του δώσω 200 δηνάρια, θα μπορέσει να αγοράσει ένα μεγαλύτερο μαγαζί και να πάρει μεγάλες προμήθειες από σχοινί. Θα μπορέσει να προσλάβει κι έναν βοηθό και θα δείς ότι σε ππολύ σύντομο χρόνο θα γίνει εύπορος!»

Ο Σαντ συμφώνησε με την πρόταση τού φίλου του, αν και δεν ήταν διατεθειμένος να αλλάξει άποψη. Οι δυό τους μπήκαν στο μαγαζί τού φτωχού κατασκευαστή σχοινιών.
- « Πόσο καιρό είσαι κατασκευαστής σχοινιών Χασάν;», τον ρώτησε ο πλούσιος Σάντι.
- « Όλη μου τη ζωή, αξιότιμε κύριε. Κι ο πετέρας μου, κι ο παππούς μου και ο προπάππος μου , όλοι τους δούλευαν σε αυτό το μαγαζί.»
- «Ώστε έτσι......πολύς καιρός! Πως όμως γίνεται και δεν έχεις γίνει επιτυχημένος, αλλά εξακολουθείς να βγάζεις λίγα χρήματα:»
Ο κατασκευαστής σχοινιών κοίταζε λυπημένος. « Κερδίζω τόσα λίγα πού ίσα-ίσα μού φτάνουν να αγοράσω προμήθειες. Αυτά πού μου μένουν μόλις που αρκούν για να ζήσω....»
- Γιά πες μου Χασάν, τί θα έλεγες αν σου έδινα 200 δηνάρια; Θα τα σκόρπιζες αυτά τα χρήματα σε διάφορες απολαύσεις ή θα τα επένδυες στο μαγαζί σου;» ρώτησε ο Σάντι
- « Ω κύριε, αν στ’ αλήθεια το κάνατε αυτό, τότε είμαι βέβαιος ότι πολύ σύντομα θα γινόμουν ο πιό πετυχημένος κατασκευαστής σχοινιών στη Βαγδάτη!!!»
Ο Σάντι χαμογέλασε και έδωσε στον Χασάν ένα πουγκί πού μέσα του είχε ακριβώς 200 δηνάρια. «Ορίστε τα χρήματα», τού είπε. «Θα έρθουμε μαζί με τον φίλο μου μετά από μερικούςμήνες να δούμε πόσο έχει καλυτερεύσει η ζωή σου.»
Είχε σχεδόν βραδιάσει. Όταν έφυγαν οι δύο φίλοι ο Χασάν κλείδωσε το μαγαζί και βιαστικά κίνησε για το σπίτι του. Ήθελε να κρύψει το πουγκί με τα χρήματα σε ένα ασφαλές μέρος,αλλά στο απλό σπιτικό του δεν υπήρχε μήτε ντουλάπα μήτε ερμάρι. Έβγαλε λοιπόν μερικά δηνάρια από το πουγκί για να αγοράσει φαγητό και τα υπόλοιπα τα έκρυψε μέσα στο τουρμπάνι του.
Έπειτα πήγε κτευθείαν στην αγορά για να αγοράσει κρέας για το δείπνο, για τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Θα ήταν η πρώτη φορά έπιτα από πολύ καιρό. Αγόρασε ένα μεγάλο κομμάτι κρέας και με εύθυμη διάθεση πήρε τον δρόμο για το σπίτι του,ονειρευόμενος τη νέα ζωή πού θα ξεκινούσε από’δώ και πέρα.
Αλοίμονο όμως!!! Ενώ ήταν απορροφημένος σε αυτές τις χαρούμενες σκέψεις, ένα όρνιο βούτηξε από ψηλά, ορμώντας πάνω στο κρέας. Ο χασάν προσπάθησε να αποτρέψει το πουλί και να ξεφύγει από τα κοφτερά του νύχια. Το όρνιο όμως άρπαξε το τουρμπάνι τού Χασάν και κρώζωντας πέταξε μακριά.
«Αχ....»,σκέφτηκε ο άμοιρος ο άντρας, «ας το είχα αφήσει να το πάρει από την αρχή να πάρει το κρέας! Τώρα η ζημιά είναι πολύ μεγαλύτερη.»
Ο καημένος ο Χασάν, μόλις είχε χάσει όλα του τα χρήματα. Του ερχόταν να κλάψει από τη συμφορά που τον βρήκε. Όλα τα όμορφα όνειρά του είχαν γίνει καπνός.....Και το χειρότερο απ’όλα ήταν ότι δεν ήξερε πως θα αντίκριζε ξανά τον γενναιόδωρο πλούσιο άνθρωπο που τον είχε βοηθήσει. Ό,τι του είχε δώσει ο Αλλάχ, το είχε πάρει πάλι πίσω. Στο τέλος αποφάσισε να πείόλη την αλήθεια στον ευεργέτη του – δε γινόταν αλλιώς. Την επόμενη μέρα συνέχισε να κάνει τη δουλειά που έκανε και τα προηγούμενα χρόνια.
Ακριβώς 6 μήνες αργότερα εμφανίστηκε+αν ο Σάντι και ο Σαντ στο μαγαζί τού κατασκευαστή σχοινιών. Ο χασάν τούς είπε αμέσως τί είχε συμβεί, από την αρχή μέχρι το τέλος. Ο πλούσιος άντρας αμφέβαλλε για την αλήθεια των λόγων του.
Ο Σαντ από την άλλη ήταν ενθουσιασμένος. «Είμαι σίγουρος ότι ο Χασάν λέει την αλήθεια, καλέ μου Σάντι», τού είπε. «Και τώρα θα πρέπει πλέον να κοιτάξεις κατάματα το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι καλύτερα να έχει την τύχη με το μέρος του και ένα καλό Πεπρωμένο παρά πλούτη.»
- «Είναι όντως άτυχος, αυτό το παραδέχομαι» είπε ο Σάντι. «Αλλά προτιμώ να του ξαναδώσω 200 δηνάρια από το να αλλάξω γνώμη.» Με αυτά τα λόγια πέταξε προς τη μεριά τού κατασκευαστή ακόμη ένα πουγκί με χρήματα,λέγοντάς του: «Τώρα σίγουαρα θα κάνεις την τύχη σου. Σε 3 μήνες θα έρθω να σε βρω να δω πως τα πήγες.»
Οι δύο φίλοι έφυγαν και πάλι, αφού πρώτα ο Χασάν έπεσε στα πόδια τους και τους ευχαρίστησε θερμά.
Αυτή τη φορά θα φυλάξω τα χρήματα μου σε πιό ασφαλές μέρος, αποφάσισε. Καθ’ οδόν για το σπίτι έβαζε με το μυαλό του διάφορες κρυψώνες.
Μόλις μπήκε στο σπίτι το βλέμμα του έπεσε σε μιά στάμνα με πίτουρα που βρισκόταν σε μία γωνιά. Αυτό τού έδωσε μιά ιδέα. Σίγουρα δεν θα υπήρχε καλύτερη κρυψώνα από αυτήν !!!
Έβγαλε λίγα πίτουρα από τη στάμνα, έβαλε μέσα το πουγκί με τα χρήματα και ξαναγέμισε τη στάμνα με τα πίτουρα που είχε βγάλει. Κανείς δεν τον είχε δεί! Ικανοποιημένος κίνησε να πάει στο μαγαζί του.
Αλίμονο.....δεν μπορούσε να ξέρει τί θα συνέβαινε στο σπίτι του. Εκείνο το μεσημέρι πέρασε ένας γυρολόγος με χρωματιστή σκόνη από πηλό, την οποία χρησιμοποιούσαν οι φτωχές γυναίκες για να βάφουν τα μαλλιά τους. Η γυναίκα τού Χασάν ήθελε λίγη από αυτή τη σκόνη, αλλά δεν είχε χρήματα. Μήπως θα μπορούσε να δώσει κάτι σε αντάλλαγμα;
Κοίταξε γύρω της – και είδε τη στάμνα με τα πίτουρα. Πίτουρα, τί να τα κάνει; μΕτά από αρκετή ώρα παζαρέματος αντάλλαξε τη στάμνα με την επιθυμητή σκόνη.
Τα χρήματα είχαν κάνει φτερά. Ποιός ξέρει πού θα κατέληγαν;;;




ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

1

Το Ενατο Κυμα