Ο μύθος του ανθρώπου που επιτυγχάνει να κερδίσει την αιώνια νεότητα δεν είναι καινούργιος, και δεν ήταν καινούργιος ούτε όταν ο Όσκαρ Ουάιλντ έγραψε το Πορτρέτο του Ντόριαν Γκραίυ. Αυτό όμως που εισήχθει από τον Ουάιλντ ήταν η ψυχολογική διάσταση που έδωσε στην αιωνιότητα του ήρωα του. Έπαψε πλέον να είναι μια μονάχα σωματική νεότητα, στην περίπτωση του Ντόριαν ακόμα και η ψυχή του κατέστει άφθαρτη. Μαγεμένος από την ομορφιά του, ένας ζωγράφος του φτιάχνει ένα πορτρέτο το οποίο ο Ντόριαν θαυμάζει, και μισοαστεία μισοσοβαρά εύχεται να γερνούσε και να ασχήμαινε αυτό αντί για τον ίδιο. Φυσικά η ευχή του πραγματοποιείται. Όμως το πορτρέτο κάνει πολύ περισσότερα από το να γερνάει στην θέση του, στην πραγματικότητα επωμίζεται και τις αμαρτίες του, οι οποίες αποτυπώνονται πάνω του ακριβώς όπως θα αποτυπωνόντουσαν και σε έναν οποιονδήποτε άνθρωπο.
Το αποτέλεσμα που έχει πρακτικά το πορτρέτο στον Ντόριαν είναι να αποκοπεί πλήρως η πραγματική εικόνα του εαυτού του από την αυτοαντίληψη του, μένοντας έτσι ελεύθερος να κυνηγήσει τα πάθη του, φαινομενικά χωρίς κανένα κόστος για τον ίδιο. Και σε αυτό το σημείο οι μορφές του Ντόριαν και του μέσου ανθρώπου συγχέονται και γίνεται δύσκολο να διαχωριστούν. Αυτήν την εικόνα, ο μέσος άνθρωπος, συχνά επιλέγει να την αγνοήσει ή να την κρύψει στο μεταφορικό πατάρι όπου και ο Ντόριαν έκρυψε τον πίνακα του, όταν γίνει εν τέλει πολύ απεχθής για να την αντέξει. Αυτό που απομένει είναι μια στρεβλή αντίληψη της πραγματικότητας και της θέσης σε αυτήν, μια αντίληψη που ελάχιστα αντικατοπτρίζει την αλήθεια.
Το όφελος του να δρα κανείς κρύβοντας την προσωπογραφία του είτε στην σοφίτα είτε στο υποσυνείδητο του, του επιτρέπει να διαμορφώσει έναν εαυτό που αντιλαμβάνεται πως έχει. Ψέματα, εθελοτυφλία και διαστρέβλωση τον γεγονότων συνηγορούν στην τερατογένεση ενός πλάσματος που αδυνατεί να καταλάβει την ίδια του την φύση, και συνεχίζει απρόσκοπτα την ζωή του χωρίς αμφιβολίες για την ποιότητα της ηθικής την οποία πιστεύει πως έχει.
Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η σκηνή που ο πρωταγωνιστής αηδιασμένος από την κατάντια του πίνακα που φέρει τα σημάδια σχεδόν είκοσι χρόνων καταχρήσεων και έκλυτου βίου, καταλήγει, μην θέλοντας να αποδεχθεί πως η πραγματική του μορφή είναι αυτή του πορτρέτου, να σκοτώσει τον ζωγράφο και πρώην φίλο του που έφτιαξε το έργο. Αρνούμενος να αντιμετωπίσει την αλήθεια της εξέλιξης του και κυριότερα του γιατί, ο Ντόριαν προτιμάει να πείσει τον εαυτό του πως το φταίξιμο είναι κάποιου άλλου.
Οπότε μια συγκεκριμένη αλληλουχία φαίνεται να γίνεται διακριτή: ο ήρωας μας διαλέγει να ζήσει την ζωή του με μόνο γνώμονα τις απολαύσεις του. Όταν αυτές αντικρούουν τις αρχές του, επιλέγει με κάθε τρόπο να παραχαράξει την πραγματικότητα. Έτσι πλάθει την επίπλαστη του εικόνα, την μόνη που αντιλαμβάνεται και όταν πια έρθει σε επαφή με την πραγματική του εικόνα αδυνατεί να την αντιμετωπίσει μιας και αυτό θα σήμαινε πως ήρθε η ώρα να αλλάξει. Μην θέλοντας όμως να αλλάξει καταφεύγει στο μόνο πράγμα που ξέρει να κάνει, παραχαράσσει την αλήθεια μεταθέτοντας την ευθύνη αλλού. Έτσι ο Μπάζιλ, ο ζωγράφος γίνεται ένας μάγος που τον καταριέται με αιώνια νεότητα, γίνεται υπεύθυνος για τα δεινά του και δικαιολογεί τον φόνο του, γεγονός που με την σειρά του αλλάζει κι’ άλλο τον πίνακα τον οποίο όμως ξανά επιλέγει να αγνο-ήσει, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που ξαναξεκινάει. Και όλα αυτά με την ακλόνητη πίστη πως είναι δίκαιος.
Τα παραδείγματα στον σύγχρονο κόσμο δεν υστερούν σε τίποτα από την ιστορία που μας εξιστορεί ο Ουάιλντ. Είναι ο λόγος που ένας κοντός μαυρομάλλης έπεισε μια ολόκληρη χώρα να κάνει έναν φρικαλέο πόλεμο στο όνομα μιας ψηλής γαλανομάτας φυλής. Εξηγεί ακόμα και τον τρόπο που άνθρωποι διέπραξαν βασανιστήρια τα οποία σε οποιεσδήποτε άλλες συνθήκες θα καταδίκαζαν ως βαρβαρότητα, χωρίς όμως να θεωρήσουν ούτε στιγμή πως τα λόγια τους αντικρούουν τις πράξεις τους. Στο κάτω-κάτω ο Μπάζιλ ήταν μάγος και αυτοί οι μαυριδεροί ήταν μέλη μιας παγκόσμιας συνομωσίας να κλέψουν το βιός των ξανθών, και ας μην ξεχνάμε πως σταύρωσαν και τον Χριστό. Η λογική είναι αναντίρρητη: «Δεν είμαι ένας κακός άνθρωπος που την βίασα, αφού αυτή είναι γυναίκα που ζει στην άκρη του δάσους / γυναίκα που κεράτωσε τον άντρα της / γυναίκα που φόραγε φούστα και με προκάλεσε». Ο πραγματικός εαυτός του θύτη σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι προφανής σε όλους εκτός απ’ τον ίδιο, που δεν μπορεί παρά να χαθεί μέσα στην εικόνα που πλάθει και η οποία του επιτρέπει να κοιμάται τα βράδυα. Και όλα αυτά φυσικά με ακλόνητη πίστη.
Αν δεχτούμε πως η ισχύς της ανάγκης κάποιων ανθρώπων φτάνει μέχρι σε αυτά τα σημεία, δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσουν λοιπόν απλούστερα πράγματα όπως το πώς ένας πολιτικός όχι μόνο δεν νιώθει άσχημα επειδή λαδώθηκε για τα αεροπλάνα που αγόρασε, αλλά φαίνεται και να πιστεύει ακράδαντα (στις χειρότερες των περιπτώσεων) πως δεν έκανε καν κάτι μεμπτό. Ακόμα και αν είχε κάποια στιγμή συναίσθηση του λάθους αυτής της πράξης, αυτή χάθηκε κάτω από ένα βουνό δικαιολογίες. Η διαστρεβλωμένη αυτοαντίληψη του, επίπλαστη μεν, βολική δε, επιτρέπει στον δημιουργό της να καλύπτει τις επιθυμίες του και ταυτόχρονα να μην αυτομαστιγώνεται τις νύχτες.
Φυσικά αυτή η διαδικασία δεν είναι προνόμιο μερικών ισχυρών ανθρώπων που έτυχε να έχουν εξουσία, είναι ένα χαρακτηριστικό που όλοι σε ένα βαθμό το έχουμε ανεξαρτήτως τάξης, παιδείας ή μόρφωσης. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι εκείνο του Καστελοριζιού που κάπου στα μέσα του καλοκαιριού παντρεύτηκε μια Τουρκάλα. Αυτό που μαθεύτηκε αργότερα είναι πως ο ίδιος ήταν μέλος της Χρυσής Αυγής και κατόπιν του γάμου του διεγράφη από το κόμμα εξ αιτίας ευνόητων λόγων. Το σημείο όμως που αυτή η ιστορία γίνεται ενδιαφέρουσα είναι όταν ο εν λόγο άντρας έδωσε συνέντευξη σε τοπικό κανάλι, εκφράζοντας την απορία του ως προς την διαγραφή του, ζητώντας εξηγήσεις από το κόμμα. Αν αφήσουμε απ’ έξω την συνομωσιολογία, έχουμε μόνο δύο πιθανές απαντήσεις: ή στην πραγματικότητα δεν μισούσε τους Τούρκους ποτέ και ήθελε να πιστεύει ότι το κάνει, ή απλά κατάφερε να αγνοήσει το ότι η γυναίκα του ήταν Τουρκάλα. Και ό, τι και από τα δύο να συμβαίνει, δεν μπορούμε παρά να δεχτούμε πως η εικόνα του εαυτού του που αντιλαμβανόταν δεν αντικατόπτριζε την πραγματική του εικόνα. Δεν έχει σημασία τόσο τι από τα δύο ισχύει, αυτό που έχει σημασία είναι η εθελουσία τύφλωση, η ισχύς της οποίας ήταν αρκετή για να βγει και να παραπονεθεί στα κανάλια για την αδικία που υπέστη.
Τελικά εύκολα βλέπουμε πως ο Ντόριαν δεν αποτελεί κανενός είδους εξαίρεση και πως ου-σιωδώς το μόνο που αλλάζει είναι πως αυτού η πραγματική εικόνα είναι εμφανής σε ένα πορτρέτο που το βαραίνουν οι αμαρτίες του όσο και τα χρόνια του. Εμείς πάλι ελλείψει εμφανούς πορτρέτου δεν μπορούμε να έχουμε άμεση πρόσβαση στην αλήθεια του τι είμαστε, αλλά πρέπει να ερευνήσουμε το υποσυνείδητο μας. Ένα γεγονός που δεν είναι αμιγώς αρνητικό μιας και από τη μια μας αποτρέπει να αντιληφθούμε την εξύψωση μας, αλλά από την άλλη μας προστατεύει από το σοκ του να έρθουμε αντιμέτωποι με τον πλήρη εκφυλισμό μας, αυτόν που τελικά οδήγησε και τον Ντό-ριαν στην αυτοκτονία όταν μετά από χρόνια ανέβηκε στην σοφίτα να αντικρύσει το ποιος πραγματικά ήταν.
Γράφει ο Νταλρί Αλβίζε
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.