Όσο κι αν είμαστε «βουτηγμένοι» ως το λαιμό στον αγώνα της επιβίωσης, εμείς οι άνθρωποι, από την αρχή του Χρόνου και σε κάθε γωνιά της Γης, μας χαρακτηρίζει εκείνη η έμφυτη περιέργεια για κάθε τι που βλέπουμε και αντιλαμβανόμαστε γύρω μας. Και προσπαθούμε να καταλάβουμε, να ερμηνεύσουμε, να γνωρίσουμε. Έτσι φτάσαμε σήμερα να είμαστε σε θέση να έχουμε περισσότερα δεδομένα προς σύγκριση, αποθηκευμένα στη Μνήμη μας, αλλά και να αποκτήσουμε την επίγνωση της ανεπάρκειας μας σε σχέση με το σύνολο της Κοσμικής Ύπαρξης.
Ωστόσο, μερικοί δεν καταθέτουμε τα όπλα –και καλά κάνουμε– κι έτσι συνεχίζουμε το Παιχνίδι της Γνώσης και της Κατανόησης κι όπου μας πάει… Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, επιστρατεύσαμε θεούς και δαίμονες, επιστήμονες και φιλοσόφους, αποκριφιστές και μυθοπλάστες και σαλπάρουμε για άλλη μια φορά για τον γύρο του Κόσμου σε συμπαντικό επίπεδο. Στην πλώρη μας, οδηγοί και προστάτες οι Κάβειροι, οι Μεγάλοι Θεοί!
Άβειροι: (ελλ.) Βλ και Κάβειροι, οι Ισχυροί, Ουράνιοι γιοι του Τσαντίκ (Zadek) του δίκαιου. Μια ομάδα θεοτήτων που λατρευόταν στη Φοινίκη. Φαίνεται πως είναι ταυτόσημοι με τους Τιτάνες, τους Κορύβαντες, τους Κουρήτες, τους Τελχίνες και τους Dii Magni (Μεγάλους Θεούς) του Βιργιλίου.
Γ.Γ.Γουέστκοτ, από τη Βίβλο Αποκρυφισμού της Ε.Μπλαβάτσκυ
Κάβειροι: Ή Kabiri (φοιν.). Θεότητες που απολάμβαναν ύψιστο σεβασμό στις Θήβες, στη Λήμνο, στη Φρυγία, στη Μακεδονία και ειδικώς στη Σαμοθράκη. Ήταν μυστηριακοί θεοί και κανένας βέβηλος δεν είχε το δικαίωμα να τους ονομάσει ή να μιλήσει γι αυτούς. Ο Ηρόδοτος τους παρουσιάζει ως θεούς του Πυρός και θεωρεί τον Ήφαιστο ως πατέρα τους. Οι Κάβειροι προϊσταντο των Μυστηρίων και ο πραγματικός αριθμός τους ποτέ δεν αποκαλύφθηκε, επειδή η απόκρυφη σημασία τους ήταν πολύ ιερή.
Ε.Μπλαβάτσκυ, Βίβλος Αποκρυφισμού
Κάβειροι: Είναι χθόνια σύμβολα (γιοι του Ήφαιστου, στη μυθολογία) που προσωποποιούν νάνοι και που η μη ορατότητα τους αναπαριστάνεται από την κουκούλα που καλύπτει το κεφάλι τους. Θεωρούνταν προστάτιδες θεότητες των ναυαγών. Είναι πιθανό να συμβολίζουν τις βοηθητικές «δυνάμεις» του ανθρωπίνου πνεύματος.
C.G.Jung, Psichologia e Alchima, Roma 1950
Έχετε ποτέ «περπατήσει» σε κάποιο λαβύρινθο; Ελπίζω ναι, γιατί θα μας φανεί πολύ χρήσιμη μια προϋπάρχουσα εμπειρία. Πρόκειται να ακολουθήσουμε τα χνάρια των Μεγάλων Θεών κι αυτοί ξέρετε, όπως όλοι οι VIPs άλλωστε, συνηθίζουν να κυκλοφορούν incognito.
Είναι γεγονός ότι οι πέντε αισθήσεις μας με τις οποίες ερχόμαστε σε επαφή και αντιλαμβανόμαστε τον Κόσμο, είναι πεπερασμένες και ανεπαρκείς.
Σήμερα, χάρη στις επιστημονικές έρευνες και τα τεχνολογικά επιτεύγματα, είναι αδιαμφισβήτητα αποδεδειγμένο πως δεν βλέπουμε, δεν ακούμε, δεν μυρίζουμε, δεν γευόμαστε και δεν αγγίζουμε το εκατό τοις εκατό του φυσικού σύμπαντος. Και γι αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε το εκατό τοις εκατό του Κόσμου.
Ακόμη, είναι γεγονός ότι ο εγκέφαλος μας δομείται και εκπαιδεύεται σύμφωνα με τις ελάχιστες προσλαμβάνουσες πληροφορίες που του προμηθεύουν τα υπάρχοντα και μη αποτελεσματικά –όπως αποδείχθηκε– αισθητήρια όργανα μας.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, αυτές αποτελούν μόνο το επτά τοις εκατό των πληροφοριών που διακινούνται στο σύμπαν ενώ παράλληλα ο εγκέφαλος μας «λογοκρίνει» κάποιες από αυτές, με αποτέλεσμα να φτάνει ακόμη μικρότερο ποσοστό στη Συνείδηση μας. Και εκτός όλων αυτών ας μη ξεχνάμε πως χρησιμοποιούμε μόνο το δέκα τοις εκατό του εγκεφάλου μας.
Είναι, επίσης, γεγονός ότι ο λογικός νους τείνει να, και, ταξινομεί τις πληροφορίες σε συγκεκριμένη σειρά συμπληρώνοντας τα κενά με λογικά συμπεράσματα, ώστε να υπάρχει η γραμμική συνέχεια, αιτίου-αιτιατού, βάση της οποίας λειτουργεί και αντιλαμβάνεται.
Ακούγοντας έναν ήχο «πυροβολισμού» πίσω μας και βλέποντας κάποιον να πέφτει μπροστά μας, θεωρούμε αυτόματα πως χτυπήθηκε από σφαίρα. Ίσως μάλιστα και να ακούσαμε το σφύριγμα της καθώς έσκιζε τον αέρα, ακόμη κι αν επρόκειτο για το σκάσιμο ενός ελαστικού και την τυχαία πτώση κάποιου που σκόνταψε την ίδια στιγμή. Αν «ξαναπαίξουμε το φιλμάκι» του συμβάντος στη μνήμη μας ίσως ανακαλύψουμε εμφανείς λεπτομέρειες της πτώσης του ανθρώπου που φανέρωναν ευθύς εξαρχής ότι σκόνταψε.
Λεπτομέρειες που «παραγράφηκαν» ώστε να δέσει η πτώση στο σενάριο του «πυροβολισμού», που στη συνέχεια γίνεται ξεκάθαρο πως δεν μπορούσε να ήταν πυροβολισμός εκείνος ο ήχος.
«Γεγονός», στην επιστήμη της Φυσικής, καλείται κάθε ενεργειακό σημείο με συντεταγμένες χ, ψ, ζ που εκπέμπει κάθε χρονική στιγμή t ένα σφαιρικό κύμα ενέργειας.
Η ύπαρξη του ενεργειακού σημείου –γεγονότος– γίνεται αντιληπτή από κάθε σημείο του χώρου στο οποίο έχει τη δυνατότητα να φτάσει το ενεργειακό κύμα. Αυτό σημαίνει ότι οι νόμοι της Φυσικής που περιγράφουν το γεγονός ισχύουν μόνο για όλα τα σημεία στα οποία αυτό εξελίσσεται.
Η γραφική παράσταση ενός γεγονότος, στο πλαίσιο της Ειδικής Θεωρίας της Σχετικότητας, ονομάζεται κώνος φωτός και σύμφωνα με την Γενική Θεωρία της Σχετικότητας οι κώνοι φωτός αναπαριστούν γεγονότα που συμβαίνουν στο χωροχρονικό συνεχές (τέσσερις διαστάσεις) το οποίο περιγράφεται από την Γεωμετρία Riemann και όχι από την Ευκλείδεια. Αυτό σημαίνει ότι τα γεγονότα αυτά είναι μη αισθητά. Ταυτόχρονα, οι κώνοι φωτός παραμορφώνονται όπως μας λέει η βαρυτική θεωρία από την παρουσία και την κατανομή της υπάρχουσας ύλης.
Όμως, όσο ακατανόητα και παράξενα και αν μας φαίνονται όλα αυτά, δεν παύουν να είναι η αντικειμενική πραγματικότητα μέσα στην οποία υπάρχουμε και ζούμε. Το ότι δεν μπορούμε να αντιληφθούμε το χωροχρονικό συνεχές της Ριμάνιας Γεωμετρίας οφείλεται βέβαια στα αισθητήρια όργανα μας που εκ φυσιολογίας αποκόπτουν μικρά τμήματα του χωροχρόνου, τμήματα που υπόκεινται στους νόμους της Ευκλείδειας Γεωμετρίας των τριών διαστάσεων, γιατί μόνον αυτά μπορούν να αντιληφθούν.
Έτσι, το φαινόμενο του γεγονότος μιας μελανής οπής δεν είναι παρά η «σκιά» του πραγματικού γεγονότος που συμβαίνει στον Ριμάνιο «χώρο». Και, οι λώροι Αϊνστάιν – Ρόζεν (σκουληκότρυπες), μπορούν να ενώνουν άχρονα χώρους που απέχουν μεταξύ τους αστρονομικές αποστάσεις ή ακόμη, διαφορετικά χρονικά «σημεία» του αυτού χώρου, κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη μας και όμως εν αγνοία μας.
Τώρα, ίσως σ’ αυτό το σημείο να υπάρχουν κάποιες εύλογες ενστάσεις σχετικά με το «εν αγνοία μας» δεδομένου ότι θεωρούμε τέτοια γεγονότα ως γεγονότα μέγιστης ισχύος και επομένως αντιληπτά. Πριν όμως ασχοληθούμε με αυτές τις ενστάσεις, θα μας φανεί χρήσιμο στη συνέχεια, να δούμε και την άποψη των J. Sarfatti και B. Toben για τις σκουληκότρυπες.
Στο βιβλίο τους “Space-Time and Beyond” διαβάζουμε: «Μέσα από τις σταθερά εμφανιζόμενες και εξαφανιζόμενες συνδέσεις των σκουληλότρυπων, κινούνται σήματα που προκαλούν στιγμιαία επικοινωνία ανάμεσα σε όλα τα τμήματα του συμπαντικού χώρου. Αυτά τα σήματα μπορούν να παρομοιαστούν με τους παλμούς των νευρικών κυττάρων ενός μεγάλου κοσμικού εγκεφάλου που διαχέεται σε όλα τα τμήματα του χώρου. Πρόκειται για μια άποψη που δημιουργήθηκε από τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν με τη μορφή της Γεωμετροδυναμικής. Μια παράλληλη άποψη εμφανίζεται στην κβαντική θεωρία, έτσι όπως ερμηνεύεται από τον Ντέηβιντ Μπομ. Κατά τη γνώμη μου, αυτό δεν είναι τυχαίο, διότι υποπτεύομαι ότι η Γενική Σχετικότητα και η Κβαντική Θεωρία είναι δύο συμπληρωματικές όψεις κάποιας βαθύτερης θεωρίας που περιλαμβάνει σαν ιδέα-κλειδί ένα είδος κοσμικής συνείδησης.»
Όσον αφορά δε το κατά πόσο περνούν τελικά απαρατήρητα από μας τα σήματα αυτά που διακινούνται μέσα από τις σκουληκότρυπες, είναι σαφές και προφανές άλλωστε, πως δεν μπορούμε να τα αντιληφθούμε με τις πέντε αισθήσεις μας. Συνηθίζουμε όμως να μιλάμε και για μια «έκτη» αίσθηση, που βέβαια δεν αντιστοιχεί σε κανένα από τα αισθητήρια όργανα μας. Την αποκαλούμεδιαίσθηση ή ενόραση και όσους την διαθέτουν ευαίσθητους ή και αλαφροΐσκιωτους και υποθέτουμε πως αφού της δώσαμε ονόματα άρα και την εξηγήσαμε, άρα μπορούμε και να κοιμόμαστε ήσυχοι…
Αλλά, ας υποθέσουμε, πως κάποιοι από αυτούς τους αλαφροΐσκιωτους δεν κοιμούνται και τόσο ήσυχοι και πως συχνά, πυκνά συμβαίνει να αντιλαμβάνονται μέσω αυτής της έκτης αίσθησης που διαθέτουν, κάποια από τα μηνύματα που διακινούνται μέσω των «σκουληκότρυπων» στον συμπαντικό χώρο - κοσμικό εγκέφαλο. Πώς νομίζετε, με ποιες λέξεις και ποια νοήματα, θα μας περιέγραφαν όλα όσα τους έγιναν αντιληπτά;
Πώς να εξηγήσεις καταστάσεις για τις οποίες ο δικός σου εγκέφαλος δεν έχει τις αντίστοιχες προσλαμβάνουσες εικόνες, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεσαι κάτω από την επήρεια απόλυτου τρόμου καθώς αντιμετωπίζεις την κατάλυση των γνωστών φυσικών νόμων και της ύπαρξης έτσι όπως την γνωρίζεις;
Και όταν ο εγκέφαλος μας βρίσκεται αντιμέτωπος με …αγνώστου ταυτότητας πληροφορίες, προσπαθεί να τις αντιστοιχίσει με ό,τι πλησιέστερο ανασύρει από τα υπάρχοντα δεδομένα. Έτσι τα μηνύματα «εικονοποιούνται» ανάλογα με το υπάρχον καταγεγραμμένο υλικό που διαθέτει ο καθένας μας.
Ένας θρησκόληπτος αλαφροΐσκιωτος θα περιγράψει τα όσα αντιλαμβάνεται σύμφωνα με το δόγμα του. Ένας ανίδεος υλιστής, ίσως απευθυνθεί πανικόβλητος σε κάποιο ψυχίατρο. Ένας συγγραφέας θα γράψει ιστορίες «φαντασίας». Κι ένας υποψιασμένος και αμερόληπτος ερευνητής, που πιθανόν πήγαινε γυρεύοντας, ή που θα αρχίσει να χοροπηδά από τη χαρά του ή που θα αλλάξει τις «κακιές» του συνήθειες.
Όπως και να ‘χει όμως, θα προσπαθήσει να περιγράψει την εμπειρία του όσο πιο αντικειμενικά μπορεί, δανειζόμενος όρους, εκφράσεις και παρομοιώσεις από κάθε επιστήμη, μυθολογία ή αποκρυφιστικό σύστημα που νομίζει πως θα τον βοηθήσει. Ίσως ακόμη και να φτιάξει δικές του λέξεις αν χρειαστεί!
Αντίστοιχη φαίνεται πως ήταν και η αντίδραση του συγγραφέα του «φανταστικού» Χ. Φ. Λάβκραφτ, του εμπνευστή της Μυθολογίας Κθούλου. Μιας φανταστικής κατά τα λεγόμενα του μυθολογίας, που ωστόσο στηρίζεται στο παγκοσμίως κοινό μυθολογικό υπόβαθρο.
Και παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το διήγημα του «Η Ονειρική Αναζήτηση της Άγνωστης Καντάθ», που με την ατμόσφαιρα του μας μεταδίδει εκείνη την μαγεία της Γνώσης που προσκομίζει κάθε βιωματική εμπειρία και συνεπώς και την ουσία των διηγημάτων. Γι αυτό άλλωστε και παραθέτω την μυθιστορηματική περιγραφή. Ως καταλληλότερο εκφραστή αυτής της έκτης αίσθησης. Γράφει λοιπόν ο Λάβκραφτ:
«Υπήρχαν σ’ εκείνα τα ταξίδια ανυπολόγιστοι τοπικοί κίνδυνοι –καθώς κι εκείνη η συγκλονιστική έσχατη απειλή που σκούζει άναρθρα και ακατονόμαστα έξω από το σύμπαν της τάξης, εκεί όπου κανένα όνειρο δεν μπορεί να φτάσει ποτέ– εκείνη η άμορφη πληγή του εσώτατου χάους που βλαστημά και αφρίζει στο κέντρο του απείρου – ο απέραντος δαιμονικός ηγεμόνας Αζαθόθ, που τ’ όνομα του κανένα στόμα δεν τολμά ν’ αρθρώσει μεγαλόφωνα και ο οποίος ροκανίζει πεινασμένα στο κέντρο του απείρου σε κάποιες ασύλληπτες κι αφώτιστες αίθουσες πέρα από το χρόνο μέσα σ’ ένα πνιχτό, φρενήρη ρυθμό από βδελυρά τύμπανα και το αχνό, μονότονο κλαψούρισμα από καταραμένους αυλούς – και στη συνοδεία αυτών των αποκρουστικών μπουμπουνητών και συριγμών χορεύουν αργά, αδέξια και αλλόκοτα οι γιγάντιοι Έσχατοι Θεοί, τυφλοί, βουβοί, ζοφεροί και άμυαλοι. Οι άλλοι θεοί, η ψυχή και ο αγγελιαφόρος των οποίων είναι το έρπον χάος, ο Νυαρλαθοτέπ».
«…εκείνη η συγκλονιστική έσχατη απειλή που σκούζει άναρθρα και ακατονόμαστα έξω από το σύμπαν της τάξης…», «…εκείνη η άμορφη πληγή του εσώτατου χάους που βλαστημά και αφρίζειστο κέντρο του απείρου…»
Η έννοια του Χάους χρησιμοποιείται από την εποχή ακόμη της Ορφικής Κοσμογονίας έως και σήμερα προκειμένου να περιγραφεί μια κατάσταση αταξίας ή έλλειψης νόμων λειτουργίας και ανάπτυξης.
Ωστόσο, ο επιστημονικός όρος του χάους περιγράφει ένα σύστημα στο οποίο, αν μεταβληθούν έστω και κατ’ ελάχιστο οι αρχικές συνθήκες λειτουργίας του, παρουσιάζεται μια δυσανάλογη μεταβολή της τελικής του εξέλιξης.
Πατέρας της Θεωρίας του Χάους είναι ο Ανρί Πουανκαρέ, ο οποίος στην προσπάθεια του να δώσει αλγεβρική λύση στον προσδιορισμό της κίνησης τριών σωμάτων βάση της αμοιβαίας έλξης τους, κατέληξε στην γεωμετρική μέθοδο χρησιμοποιώντας έναν χώρο πολλών διαστάσεων (χώρος φάσεων). Η αναπαράσταση της κίνησης των σωμάτων στον χώρο φάσεων υπέδειξε τελικά την ύπαρξη των χαοτικών συστημάτων.
Στην Κοσμολογία την ύπαρξη χαοτικής κατάστασης σ’ ένα σύστημα σηματοδοτεί ο εντοπισμός ενός παράξενου ελκυστή. Ένας παράξενος ελκυστής αποτελεί μια άπειρη σε μήκος τροχιά μέσα στο χώρο των φάσεων και έχει τέσσερα κύρια χαρακτηριστικά: παρουσιάζει μορφοκλασματική μορφή, δημιουργείται από ένα σύστημα διαφορικών εξισώσεων, όλες οι τροχιές στο χώρο φάσεων συγκλίνουν προς αυτόν και, παρουσιάζει ακραία ευαισθησία στη μεταβολή των αρχικών συνθηκών.
Αυτό σημαίνει πως αν «πέφταμε» εντός ενός παράξενου ελκυστή θα περιφερόμασταν εσαεί, παγιδευμένοι εντός της φρακταλικής δομής του χωρίς καμιά δυνατότητα πρόβλεψης της κατάληξης μας. Θα βρισκόμασταν σαν άλλοι Τιτάνες παγιδευμένοι στα αιώνια Τάρταρα.
Σ’ ένα κβαντικό περιβάλλον όμως, όπου επικρατούν υψηλά επίπεδα διέγερσης, η έννοια του χάους καταπνίγεται σχεδόν ολοσχερώς. Σύμφωνα με τα πειραματικά δεδομένα η δυνατότητα εμφάνισης χαοτικής κατάστασης, σ’ ένα κβαντικό σύστημα, υπάρχει μόνο στην ενδιάμεση «περιοχή» μετάβασης, μεταξύ των δύο ακραίων καταστάσεων δυναμικού διέγερσης.
Πιο απλά, αν βρισκόμασταν στο χείλος μιας συμπαντικής αβύσσου και έπρεπε να περάσουμε στο απέναντι σύμπαν, θα χρειαζόμασταν εξ αρχής το μάξιμουμ της ενεργειακής διέγερσης μας για να καταφέρουμε με επιτυχία το επιθυμητό άλμα. Και ο παραμικρός δισταγμός θα μπορούσε να μας «ρίξει» εντός μιας χαοτικής κατάστασης χωρίς επιστροφή. Ή πιο μυθιστορηματικά, στο στόμα της «καρδιάς» του Χάους, του Αζαθόθ, …ο οποίος ροκανίζει πεινασμένα στο κέντρο του απείρου σε κάποιες ασύλληπτες κι αφώτιστες αίθουσες πέρα από το χρόνο μέσα σ’ ένα πνιχτό, φρενήρη ρυθμό από βδελυρά τύμπανα και το αχνό, μονότονο κλαψούρισμα από καταραμένους αυλούς…
Μυθολογικά, το Χάος ταυτίστηκε με τον Ωκεανό ή την Θάλασσα (στις μητριαρχικές κοινωνίες) και κατ’ επέκταση με όλους τους θαλάσσιους δαίμονες. Από αυτούς, εκείνος που θα μας απασχολήσει εδώ, είναι ο Πρωτέας στην αρχαϊκή αυθεντική μορφή του. Το όνομα του σημαίνει τον Πρώτο, τον Πρωτογέννητο, και η ικανότητα του να μεταμορφώνεται σε ό,τι επιθυμεί υποδεικνύει την πανάρχαια κοσμογονική αντίληψη της Πρώτης Μορφής που γεννά όλες τις άλλες, δηλαδή μια πρωταρχική μορφή ύλης που δικές της μεταστοιχειώσεις αποτελούν όλες οι άλλες μορφές του Κόσμου.
Ο Πρωτέας ήταν αρχικά στην φαντασία των ανθρώπων, ο πρώτος δαίμονας που δεν όφειλε τη γέννηση και την ύπαρξη του σε προγενέστερα όντα.
Ξέρω βέβαια πως, σε κάθε νέα παράγραφο, περιμένετε να διαβάσετε επιτέλους και κάτι σχετικό με τους Κάβειρους. Όμως υπομονή. Το υπόβαθρο, είναι απαραίτητο όσο και το έδαφος που πατάμε αν θέλουμε να βρούμε την άκρη του νήματος. Άλλωστε σας προειδοποίησα, έχουμε να διαβούμε ένα λαβύρινθο! Ένα λαβύρινθο φτιαγμένο λιθαράκι, λιθαράκι εδώ και χιλιάδες χρόνια. Κάθε λιθαράκι και ένας θρύλος… ένας μύθος… ένα απόκρυφο μυστικό… μια φιλοσοφική θεωρία… μια επιστημονική απόδειξη… και βέβαια εννοείται πως δεν είναι δυνατόν να αναφερθούμε σε κάθε τι σχετικό, αλλά τα χρησιμοποιούμε επιλεκτικά.
Έτσι, όταν υπάρχει η μέγιστη δυνατή διέγερση, είτε αυτή είναι απόρροια φυσικών τοπικών διαδικασιών (locus), είτε αποτέλεσμα τελετουργικών (focus), ή εργαστηριακών στην περίπτωση της επιστήμης πρακτικών, έχουμε την σταδιακή δημιουργία του φαινομένου της δίνης.
Ο Σπαρτιάτης ποιητής Αλκμάνος (700πΧ), και δεν μου προκαλεί εντύπωση που ένας ποιητής έγραφε Κοσμολογία (αν και μάλλον πρέπει να αντιστρέψουμε την οπτική μας και να θεωρήσουμε πως ένας Κοσμολόγος εξέφραζε ποιητικά όσα δεν μπορούσε να πει στην καθομιλουμένη …), μας λέει πως ενώ στην αρχή η Ύλη όλων των πραγμάτων ήταν ταραγμένη και αποίητη (Χάος-Αζαθόθ-Ωκεανός), γεννήθηκε κάποιος που τακτοποιούσε τα πάντα σαν τεχνίτης.
Ήταν η Νηρηίδα Θέτις, κόρη του γέροντα της θάλασσας Νηρέα και της Δωρίδας. Το όνομα της προέρχεται από την ρίζα τιθέναι, θέσθαι, που σημαίνει τοποθετώ ή ταξιθετώ. Ο Λάβκραφτ έδωσε στο αντίστοιχο κοσμολογικό γεγονός το όνομα Γιογκ-Σοθόθ. Θέτις, θέσθαι, Σοθόθ… μοιάζουν ε; Αλλά δεν μοιάζουν μόνο τα ονόματα.
Σύμφωνα με το βασικό μοντέλο της πληθωριστικής Κοσμολογίας μέσα στον μη αισθητό, δηλαδή μη ευκλείδειο χώρο, του συνόλου του Σύμπαντος, σχηματίζονται επιμέρους περιοχές –υποχώροι– με διαφοροποιημένη πυκνότητα άρα και καμπυλότητα, που τις ονόμασαν φυσαλίδες.
Αυτές τις «φυσαλίδες» ο Δημόκριτος τις αποκαλούσε «μεγάλα κενά» και θεωρούσε πως μη αισθητά κομμάτια του Όντος, προερχόμενα από το συνολικό μη αισθητό σύμπαν, τείνουν να καταλάβουν τα μεγάλα κενά δημιουργώντας για καθένα από αυτά και μια αντίστοιχη δίνη.
Η δίνη αυτή σχηματίζεται σε πρώτη φάση στο πλαίσιο του αρχικού, μη αισθητού συστήματος, του συμπαντικού χώρου Riemann. Σε δεύτερη φάση η δίνη εξελίσσεται μέσα στον ευκλείδειο υποχώρο της φυσαλίδας. Η χοάνη της δηλαδή βρίσκεται στον μη αισθητό χώρο Riemann και ο λώρος της στον αισθητό ευκλείδειο υποχώρο.
Έχουμε λοιπόν μια διαδικασία, αυτή της περιστροφικής κίνησης της δίνης, η οποία «παραλαμβάνει» μη αισθητά κομμάτια του Αδιαμόρφωτου ή Χάους και τα ταξιθετεί (Θέτις) σ’ ένα επιμέρους διάστημα-υποχώρο όπου αυτά γίνονται πλέον αισθητά.
Ο Γιογκ-Σοθόθ συμβολίζει το «σώμα» του Αζαθόθ-Χάους, το ίδιο το διάστημα, και ως οντότητα εκφράζει την αμφίδρομη πρόσβαση ή τη δύναμη που επιτρέπει την πρόσβαση, από τον μη αισθητό χώρο προς τον ευκλείδειο και από αυτόν προς άλλους μη αισθητούς. Ταυτόχρονα θεωρείται ως Φρουρός της Πύλης, εφόσον εξαρτάται από αυτόν η δυνατότητα διάβασης από τον ένα χώρο στον άλλο και σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του Λάβκραφτ, είναι το κλειδί και η ίδια η Πύλη (Καμπαλιστικά ο Γιογκ-Σοθόθ ταυτίζεται με την πύλη του Ντάαθ). Και οι Κοσμικές Δίνες είναι Πύλες.
Βέβαια, δεν υπάρχουν μόνον κοσμικών διαστάσεων δίνες-πύλες. Δεν υφίστανται μόνο στον Μακρόκοσμο, αλλά και στον Μικρόκοσμο με όσα αυτό συνεπάγεται. Στην σύγχρονη Κοσμολογία, ως τέτοιες αμφίδρομες Πύλες θεωρούνται οι Μελανές και οι Λευκές Οπές.
Η Θέτις, στην αρχαϊκή της υπόσταση, είχε δυο γιους με την βοήθεια των οποίων ταξινόμησε την πρωταρχική Ύλη. Τον Πόρο, που γνώριζε τον τρόπο και τον Τέκμωρα (τεκμαίρομαι-τέκμαρ:συμπεραίνω), που γνώριζε τον σκοπό. Αυτά τα δύο ονόματα χρησιμοποιεί και ο Αλκμάν προκειμένου να περιγράψει τις κοσμολογικές διαδικασίες.
Τον Πόρο μπορούμε σύμφωνα με τους σχετικούς παραλληλισμούς να τον ταυτίσουμε με τον λώρο Αϊνστάιν-Ρόζεν (σκουληκότρυπα). Ή αν θέλετε, με τον Νυαρλαθοτέπ, το Έρπον Χάος, που αποτελεί την μόνη γέφυρα ανάμεσα στους Μεγάλους Παλαιούς και τους ανθρώπους στην μυθολογία Κθούλου.
Ταυτόχρονα ας μη ξεχνάμε πως μέσα στον Πόρο-σκουληκότρυπα, διαδραματίζεται η ελικοειδής κίνηση μέσω της οποίας τίθεται σε συγκεκριμένη διάταξη η πρωταρχική Ύλη έτσι ώστε να καταστεί από αδιαμόρφωτη και μη αισθητή, η διαμορφωμένη και αισθητή ύλη που γνωρίζουμε.
Ο Τέκμωρ, που κατά τον West ήταν ένα κατευθυντήριο σημάδι μέσα στον πόρο, μπορεί να ταυτιστεί με την επιστημονική έννοια της σημειακής ιδιομορφίας.
Η σημειακή ιδιομορφία είναι μια περιοχή του χωροχρόνου, εντός του ορίζοντα γεγονότων των μελανών οπών, όπου το σύστημα των γνωστών φυσικών νόμων παύει να ισχύει και όπου επικρατούν απείρως μεγάλες βαρυτικές δυνάμεις.
Μέσω της σημειακής ιδιομορφίας ή εξ αιτίας της ύπαρξής της, κάθε Μελανή Οπή θεωρείται ότι λειτουργεί αμφίδρομα, συνυπάρχοντας «αντιδιαμετρικά» με μια Λευκή Οπή. Σύμφωνα με αυτή την οπτική, ολόκληρο το Σύμπαν μας αποτελεί το χώρο εξέλιξης μιας τεράστιας λευκής οπής χωρίς όρια.
Εδώ χρειάζεται να αναφέρουμε πως, όπως μπορεί να αποδειχθεί θεωρητικά, κατά τις πρώτες στιγμές της εμφάνισης μιας λευκής οπής και μέχρι η εκχεόμενη ύλη (βλ Ενέργεια) να ξεπεράσει την αντίστοιχη ακτίνα του ορίζοντα των γεγονότων της (ακτίνα Schwarzschild), οι παρατηρούμενες φασματικές γραμμές της θα παρουσιάζονται μετατοπισμένες προς την ιώδη περιοχή του φάσματος.
Μετά τον ορίζοντα των γεγονότων η μετατόπιση προς το κυανό δίνει τη θέση της σε μετατόπιση προς το ερυθρό. Αυτή η παλινδρόμηση της θέσης των φασματικών γραμμών της λευκής οπής είναι μια σύνθεση του φαινομένου Doppler και της μετατόπισης του φάσματος λόγω της παρουσίας βαρυτικών πεδίων υψηλής έντασης.
Βάση των παραπάνω, και πριν στρέψουμε την προσοχή μας –επιτέλους– στους Μεγάλους Θεούς Κάβειρους, μπορούμε να εξηγήσουμε την παρουσία του ιώδους χρώματος, αλλά και της αίσθησης του βάρους ή της έντονης έλξης ή βουλιάγματος, που παρουσιάζονται κατά τις στιγμές που λαμβάνουν χώρα κάποια «υπερφυσικά γεγονότα». Επίσης βάση όλων των παραπάνω, θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε και τον συμβολισμό των δρώμενων στα γνωστά-άγνωστα Καβείρια Μυστήρια.
Αλλά ας δούμε κατ’ αρχήν το «βιογραφικό» των Καβείρων έτσι όπως μας το δίνει η κλασική, εξωτερική, μυθολογία στις διάφορες εκδοχές της.
Κατά τον Ακουσίλαο, ο Ήφαιστος από την ένωση του με την Καβειρώ απέκτησε ένα γιο, τον Καδμίλο, ο οποίος με τη σειρά του γέννησε τους τρεις Καβείρους, που ήταν οι πατέρες των Καβειρίδων Νυμφών.
Κατά τον Φερεκύδη ήταν, οι ίδιοι, γιοι του Ηφαίστου και της Καβειρώς, κόρης του Πρωτέα, και οι Καβειρίδες Νύμφες ήταν αδελφές τους. Ήταν τεχνίτες των μετάλλων όπως ο πατέρας τους, αλλά και προστάτες όσων μυημένων ταξίδευαν στη θάλασσα, μια ιδιότητα που όφειλαν στην καταγωγή τους από τον Πρωτέα τον αρχαϊκό θαλάσσιο δαίμονα.
Από τον Μνασέα αναφέρονται τέσσερις Κάβειροι: Αξιόκερσα, Αξίερος, Αξιόκερσος και Καδμίλος. Αυτοί αργότερα ταυτίστηκαν με την Περσεφόνη, τη Δήμητρα, τον Άδη και τον Ερμή, ωστόσο το όνομα Αξίερος –κατά το σχόλιο του Μνασέα– δεν είναι σίγουρο αν ανήκε σε γυναικεία θεότητα ή σε ανδρική.
Ο ιστορικός Σαγχουνιάθων αναφέρει επτά Καβείρους και ως πατέρα τους τον Συδύκ (Τσαντίκ, Zadek) από τη Φοινίκη. Ένας δε από αυτούς ονομαζόταν Αδάμας ή Αδάμνας και λατρευόταν στη Λήμνο ως ο πρώτος Άνθρωπος της Γης. Σ’ αυτή την εκδοχή είχαν έναν όγδοο αδελφό, τον Έσμουνο.
Ο Ηρόδοτος, που αναφέρει ως πατέρας τους τον Ήφαιστο, τους παρουσιάζει ως θεούς του Πυρός και σε άλλη εκδοχή θεωρεί πατέρα τους τον Φθα ή Πταχ –την Αρχή του Φωτός και της Ζωής μέσω της οποίας έλαβε χώρα η Εξέλιξη της Δημιουργίας στο αιγυπτιακό πάνθεο.
Ως Καβείρους συναντάμε και τον Προμηθέα (Παυσανίας) και τους Διόσκουρους, ενώ σε άλλη παραλλαγή ταυτίζονται με τους Ιασίονα και Δάρδανο, τους γιους της Πλειάδας Ηλέκτρας.
Τους αποκαλούσαν συνήθως Μεγάλους Θεούς και τους θεωρούσαν ως ακόλουθους της Ρέας-Κυβέλης της Μεγάλης Μητέρας ή Μεγάλης Θεάς και γι αυτό τον λόγο τους συνέχεαν με τους Κορύβαντες και τους Κουρήτες, που ανήκαν στην ακολουθία της. Αργότερα τους ταύτισαν με τους Τελχίνες, τους θαλάσσιους δαίμονες που θεωρούνταν επίσης τεχνίτες των μετάλλων και εκπολιτιστές.
Κατά τον ρήτορα Αριστείδη, ήταν πρεσβύτατοι δαιμόνων και τα Μυστήρια ετελούντο προς τιμήν των…εθεωρούντο δε, καθώς οι Τιτάνες, ως τέκνα του Ουρανού.»
«Για το όνομα «Κάβειροι», σύμφωνα με την Μυθολογία Κακριδή, δεν έχει ακόμη δοθεί μια αναμφισβήτητη ετυμολογία. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται για ελληνική λέξη και ότι οι θεότητες που φέρουν το όνομα αυτό δεν πρέπει να έχουν ελληνική προέλευση.»
Μια εκδοχή υποστηρίζει πως το όνομα προέρχεται από τη σημιτική λέξη Kabir, πληθ. Kabirim., που σημαίνει «Μεγαλοδύναμοι» και συνεπώς αντιστοιχεί στους χαρακτηρισμούς Μεγάλοι Θεοί και Ισχυροί.
Το Kabirim όμως ενδέχεται να είναι σύνθετο, από τις Χαλδαϊκές λέξεις Kob που θα πει –μέτρο– και Urim -ουρανοί- και έτσι να σημαίνει «Ουράνια Μέτρα».
Μια τρίτη, στηρίζεται στην μαρτυρία του Στησιμβρότου που μας λέει ότι πήραν το όνομα τους από το βουνό Κάβειρο της Φρυγίας, και σ’ αυτήν θεωρούνται φρυγικής καταγωγής, ταυτόσημοι με τους δαίμονες-νάνους Πατάικες, προστάτες των ναυτικών και που πιθανόν ευθύνονται για την ταύτιση τους με τους Τελχίνες.
Μια άλλη άποψη παράγει το όνομα από το σουμεροχιουρριτικό Kabar που σημαίνει χαλκός- μπρούντζος και που τους ταιριάζει ως παιδιά του Ήφαιστου. Ακόμη, το συνδέουν με τον αρχαίο ινδικό θεό Kubera, το θεό των νυχτερινών πνευμάτων και των χθονίων θησαυρών.
Ωστόσο, οι Welcker και Maury έχουν την γνώμη ότι το «Κάβειροι» παράγεται εκ του ελληνικού ρήματος «καίω» ή «κάω», καθόσον ήσαν δαίμονες οι οποίοι από το βάθος της θάλασσας, στην οποία είχαν γεννηθεί, εξακόντιζαν την φλόγα του πατέρα τους Ηφαίστου. Άλλωστε οι κάτοικοι της Σαμοθράκης, της Λήμνου και της Ίμβρου θεωρούσαν ότι οι Κάβειροι εκπροσωπούσαν το ηφαιστειώδες πυρ. Ποιοι όμως ήταν πραγματικά οι Κάβειροι;
«Ότι τους εν Σαμοθράκη τιμωμένους θεούς πολλοί έχουν είπει ότι είναι οι Κάβειροι οι ίδιοι, αλλ’ ούτε αυτοί οι ειπόντες τούτο ημπορούν να μας ειπούν οποίοι τινες είναι οι Κάβειροι.» γράφει ο Στράβων (Ζ΄, 331).
Και είναι αξιοσημείωτο ότι, παρ’ όλο που οι Κάβειροι λατρεύονταν σε μια μεγάλη ακτίνα γύρω από τη Μεσόγειο, δεν μας έχουν παραδοθεί καθόλου μύθοι σχετικά μ’ αυτούς. Ακόμη, η ταυτότητα τους ήταν εξ ίσου αόριστη και συγκεχυμένη για τους αρχαίους γραμματείς, όσο και για μας σήμερα.
Λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι η εξωτερική προσέγγιση της λατρείας τους απευθύνονταν στο πλήθος των ανθρώπων και όχι στους λίγους μυημένους, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το εσωτερικό νόημα της παρουσίας τους στα Κοσμικά δρώμενα. Έτσι, είναι νομίζω η κατάλληλη στιγμή ν’ αρχίσουμε να ξαναμαζεύουμε το νήμα από το κουβάρι που ξετυλίγουμε εδώ και τόσες αράδες.
Πρώτα απ’ όλα να θυμίσω πως η καταγωγή τους ανάγεται στην απαρχή της κοσμογονικής εποχής, αλλά η αυθεντικότητα του χαρακτήρα τους αρχίζει να αλλοιώνεται σταδιακά, καθώς οι φυλές που τους λάτρευαν προσπαθούσαν να κατανοήσουν τα βαθύτερα νοήματα που έκρυβαν οι εξωτερικές αλληγορίες, με το δικό της φυλετικό υπόβαθρο η κάθε μια.
Είναι εύκολο ωστόσο να απλοποιήσουμε την κατάσταση, αν λάβουμε υπόψη το γεγονός πως όλες οι πρώιμες λατρείες, ήταν λατρείες της Φύσης. Έτσι ας στρέψουμε την προσοχή μας προς αυτή την κατεύθυνση και ας εξετάσουμε την υπόσταση των Καβείρων έχοντας κατά νου πως αντιπροσώπευαν Φυσικές Δυνάμεις και τις αντίστοιχες Ιδιότητες τους ή, κατά τους Φυσικούς επιστήμονες, Ενεργειακά Πεδία. Είναι πολύ σημαντικό επίσης, για ευκολότερη κατανόηση, να θυμόμαστε όσα αναφέρθηκαν στην αρχή του κεφαλαίου.
Έχουμε λοιπόν ένα κοινό βασικό όνομα-χαρακτηρισμό: Κάβειροι. Και στη συνέχεια ατομικότητες με προσωπικά ονόματα. Αυτό σημαίνει πως αναζητούμε ένα ενεργειακό πεδίο αλληλοσχετιζόμενων δυνάμεων διαφορετικής ποιότητας. Η κάθε μια δηλαδή, με τη δική της ξεχωριστή ιδιότητα και συνεπώς συχνότητα δόνησης.
Συναντάμε όμως μια, εκ πρώτης όψεως, αντίφαση σε σχέση με τον αριθμό των εμπλεκόμενων δυνάμεων. Οι διάφορες εκδοχές θέλουν την ύπαρξη άλλοτε τριών Καβείρων, άλλοτε τεσσάρων και άλλοτε επτά. Αλλά τρία συν τέσσερα δίνει άθροισμα επτά και αυτό είναι ένα στοιχείο που δεν πρέπει να μας διαφύγει: η φαινομενική αντίφαση έχει τις ρίζες της στην ύπαρξη των ξεχωριστών Ιδιοτήτων. Και συγκεκριμένα, το Ενεργειακό Πεδίο «Κάβειροι» δείχνει να έχει επτά διαφορετικές Ιδιότητες ή διαδοχικές συχνότητες. (Θυμηθείτε τις Λευκές Οπές και τη διαβάθμιση του φάσματος από το ιώδες προς το κόκκινο.)
Όμως η Φοινικική παράδοση θέλει οι επτά Κάβειροι να έχουν και έναν όγδοο αδελφό, τον Έσμουνο, που ταυτίστηκε με τον Ασκληπιό, που ας μη ξεχνάμε ήταν γιος του Απόλλωνα. Αυτός διαχωρίζεται πάντοτε και δεν αποτελεί μέρος του συνόλου. Δεν έχουμε οκτώ, αλλά επτά συν ένα και αυτό βέβαια δεν γίνεται τυχαία. Υποδηλώνει την ύπαρξη μιας «οντότητας» gestalt, με τον Έσμουνο (ή Ασκληπιό) να αντιπροσωπεύει το τελικό αποτέλεσμα. Κάτι αντίστοιχο με το λευκό φως που αποτελείται από την σύνθεση των χρωμάτων της ίριδας, χωρίς αυτά να παύουν να υπάρχουν. (Και η Ίριδα στη μυθολογία, ήταν η αγγελιοφόρος ανάμεσα στους θεούς!)
Την απάντηση στο ερώτημα, γιατί αυτές οι ιδιότητες χωρίστηκαν σε δυο ομάδες, των τριών και τεσσάρων (και όχι των -πέντε και δύο- ή -έξι και μία-) στηρίζεται στον εσωτερικό συμβολισμό της επταπλότητας του Ανθρώπου που εκφράζεται γεωμετρικά με το τετράγωνο και το τρίγωνο.
Γνωρίζουμε ότι οι Κάβειροι ήταν παιδιά του Ηφαίστου, του θεού της φωτιάς και της μεταλλουργίας, Κύριου των ηφαιστείων και της πύρινης λάβας. Αλλά ήταν και παιδιά της Νύμφης Καβειρώς, της κόρης του θαλάσσιου δαίμονα Πρωτέα και λατρεύονταν ως προστάτες από τις θαλασσοταραχές και τα τέρατα των βυθών.
Ήταν παιδιά της Φωτιάς και του Νερού. Η «συγχώνευση», ο άξονας, των δυο αντίθετων πόλων κι αυτό το χαρακτηριστικό αντιπροσωπεύονταν από την ταύτιση τους με τους Διόσκουρους. Ένα χαρακτηριστικό που διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο την εποχή της εμφάνισης του Ηλιακού μας Συστήματος, καθώς ο άξονας της Γης ευθυγραμμίζεται με τον εκάστοτε Πολικό αστέρα, αλλά σ’ αυτό θα αναφερθούμε αργότερα.
Στον ένα πόλο, τον θετικό (Πυρ-αρσενική αρχή), αντιστοιχούσε η ομάδα των τριών (τρίγωνο). Στον αρνητικό (Νερό-θηλυκή αρχή), αντιστοιχούσε η ομάδα των τεσσάρων (τετράγωνο).
Τώρα, γνωρίζοντας παράλληλα ότι το κεντρικό μοτίβο γύρω από το οποίο ήταν δομημένα τα Καβείρια, αφορούσε το ζήτημα της Γενέσεως του Ανθρώπου, αντιλαμβανόμαστε πως αυτές οι δυο ομάδες ήταν επιφορτισμένες η μία με τις Ιδιότητες που συμβολίζονται με τον αριθμό τέσσερα (ύλη-γη, θηλυκή αρχή, ανθρώπινες αισθήσεις-κατώτερα πάθη κλπ) και η άλλη με τις Ιδιότητες που συμβολίζει ο αριθμός τρία (άυλο-ουράνιο -αρσενική αρχή, πνευματική σύνθεση κλπ).
Έτσι, παρ’ όλο που δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες για τους Κάβειρους μπορούμε να εντοπίσουμε περισσότερα στοιχεία γι αυτούς σε άλλους ταυτόσημους «θεούς», καθώς το επτά ως σύνθεση του τρία και του τέσσερα είναι βασικό στοιχείο σε κάθε αρχαία παράδοση.
Εν προκειμένω, οι αντίστοιχες δυνάμεις στο Ινδικό πάνθεο όπως αναφέρονται στους Βέντα, τις ιερές γραφές, είναι οι Σαπταρίσι, δηλαδή, οι επτά Ρίσι. Οι επτά Αρχικοί Ρίσι είναι οι Ιεραρχίες των «Δομητών» και των Αρχιτεκτόνων του Σύμπαντος και των ζωντανών πλασμάτων πάνω στη Γη. Στην αρχή κάθε νέου Κύκλου (το αντίστοιχο του Μεγάλου Ενιαυτού) οι Ισχυροί, Επτά Μεγάλοι Θεοί, κατέρχονται για να εγκαθιδρύσουν την νέα πραγματικότητα και να δώσουν την ώθηση στο νέο Κύκλο. Βάση αυτής της εκδοχής το χαλδαϊκό όνομα Kabirim ως σύνθεση του Kob-Urim («Ουράνια Μέτρα»), αποκτά κυριολεκτική σημασία.
Σύμφωνα με το Βιβλίο του Ντζυάν (Σοφία, Θεία Γνώση στα Θιβετανικά) δεν είχαν όλοι τις ίδιες δυνατότητες και συνεπώς έδωσαν στο ανθρώπινο γένος ό,τι μπορούσε να δώσει ο καθένας σύμφωνα με τη φύση του. Οι μεν έδωσαν το αιθερικό και υλικό σώμα και την ζωτική ενέργεια, οι δε το Πνευματικό Πυρ, την αυτοσυνείδηση και αυτεπίγνωση, και έγιναν γνωστοί κάτω από την ονομασία «Ιερά Πυρά», αντίστοιχα με την προσωνυμία «Ιερές Φλόγες» που είχαν οι Κάβειροι. Αυτό εξηγεί και το λόγο που ο Προμηθέας θεωρήθηκε Κάβειρος, αν πίσω από την αλληγορία της φωτιάς που έκλεψε από τους θεούς αναζητήσουμε την Ιερή Σπίθα της Συνειδητότητας.
Η αλληγορική διήγηση, στον Ριγκ Βέντα, λέει ότι οι Σαπταρίσσι (Κάβειροι) εμψύχωσαν τα επτά άστρα της Μεγάλης Άρκτου (ανατρέξτε στη σχέση Μεγάλης και Μικρής Άρκτου και Πολικού Αστέρα), και πως ως αστέρες παντρεύτηκαν τις Κρίττικα (Πλειάδες).
Οι Πλειάδες ήταν κόρες της Ωκεανίδας Πλειόνης και του Τιτάνα Άτλαντα και συνεπώς ανιψιές του Προμηθέα, αδελφού του πατέρα τους. Διέμεναν με τη μητέρα τους στη Σαμοθράκη και όπως ήδη αναφέραμε, η Ηλέκτρα ήταν μητέρα των Κάβειρων Ιασίωνα και Δάρδανου.
Στην ινδική παράδοση ήταν τροφοί του Καρττικέγια, θεού του πολέμου. Ο Καρττικέγια ως θεός του πολέμου συμβολίζει εσωτερικά τον αιώνιο πόλεμο μεταξύ Πνεύματος και Ύλης. Γεννήθηκε από το Πύρινο σπέρμα του Αγκνί –του θεού του τριαδικού Πυρός– που το πέταξε στα Ύδατα του Γάγγη. Έτσι κι αυτός γεννιέται από Φωτιά κι από Νερό, αντίστοιχα με την καταγωγή των Καβείρων. (Ήφαιστος-Καβειρώ)
Ως Κοσμικό γεγονός θεωρείται πως είναι Εκείνος που εμφανίζεται πρώτος στην αρχή κάθε νέου Συμπαντικού Κύκλου, ενώ οι Σαπταρίσσι σημειώνουν το Χρόνο (Κρόνο), τη διάρκεια των γεγονότων του Κύκλου.
Στην αρχή του δικού μας Κύκλου οι Πλειάδες βρίσκονταν στον ίδιο μεσημβρινό με τον τότε Πολικό αστέρα, αλλά πάνω από αυτόν. Έτσι λέγεται ότι τον Καρττικέγια τον «έθρεψαν» οι Πλειάδες.
Αυτό βέβαια τις τοποθετεί στο Κέντρο, καθιστώντας τις την κεντρική ομάδα του συστήματος της αστρικής συμβολολογίας. Ακόμη και ο Μάντλερ, όπως μας πληροφορεί η Ε. Μπλαβάτσκυ, πίστευε πως το Ηλιακό μας Σύστημα έχει σαν κέντρο της τροχιάς του τις Πλειάδες και συγκεκριμένα την Αλκυόνη, που στην απόκρυφη σημασία της συμβολίζει την αθάνατη Ψυχή, το Πνευματικό Πυρ. (Στη μυθολογία ήταν γιαγιά του Λύκου.)
Έτσι εξηγείται το γιατί τις «πάντρεψαν» με τους Σαπταρίσσι, καθώς είναι εκείνες τις οποίες σημάδευε ο Άξονας κατά μήκος του οποίου οι Ισχυροί εισήλθαν στο Σύμπαν μας κατά την αρχή του παρόντος Κύκλου.
Αλλά το χαρακτηριστικό των Καβείρων ως Άξονα ισορροπίας γύρω από τον οποίο δομήθηκε το τοπικό τμήμα του Κόσμου διαφαίνεται συνεχώς σε διάφορους συμβολισμούς. Όπως, στον μύθο της Λευκοθέας, εγγονής της Πλειάδας Ηλέκτρας (φωτεινής), που αν και θαλασσινή θεά έφερνε το Φως της Αυγής, ως Mater Matuta (Αφροδίτη-Εωσφόρο) και του γιου της Μελικέρτη στον οποίο –ως Παλαίμονα– ήταν αφιερωμένα τα Ίσθμια. (βλ. Μυθολογία Κθούλου, Αβυσσαίοι-Τελχίνες, Ντάγκον-Πρωτέας).
Ο Μελικέρτης ή Μελκάρτ (Φοιν.), αν και σε άλλη εκδοχή θεωρείται γιος του Δάγωνα, μας παραπέμπει στους Μελχά (Σανσ.) μια τάξη πύρινων θεών, και στον Μελχισεδέκ -Melchi-zedek / θεός πύρινος και δίκαιος- (βλ. και Μελχισεδέκ Βασιλιάς του Σάλεμ, όπου Σέηλεμ-Άρκαμ ταυτίζονται στη Μυθολογία Κθούλου).
Κατά τον Σαγχουνιάθωνα πατέρας των Καβείρων ήταν ο Sydic ή Tsaddik η Zadek ο οποίος ταυτίζεται όχι μόνο με τον Κρόνο-Χρόνο, αλλά και με τον Δίκαιο Melchizedek ενώ παράλληλα ο Διόδωρος ο Σικελιώτης μας πληροφορεί πως όσοι μυούνταν στα Καβείρια Μυστήρια γίνονταν ευσεβέστεροι και προ πάντων δικαιότεροι. Την καθυπόταξη των κατώτερων παθών από τις πνευματικές αρχές την συμβόλιζαν στα Καβείρια με την τελετή του Θρονισμού, όπου ο μυούμενος καθίζονταν σ’ ένα θρόνο. Μια αντιστοίχιση του μύθου όπου ο Ήφαιστος παγιδεύει την Ήρα (Ύλη) στο χρυσό θρόνο που της είχε δωρίσει.
Όμως ο Μελικέρτης μας παραπέμπει ακόμη και στον Μελέκ Ταούς, τον Εωσφορικό θεό παγώνι των Γεζίντι, μιας φυλής Κούρδων του Ιράκ, στη διάρκεια των τελετών των οποίων λέγεται ότι εμφανίζονται τεράστιες σφαίρες φωτιάς που παίρνουν τη μορφή αλλόκοτων ζώων. Ταυτόχρονα και ο Καρττικέγια, ο ινδικός θεός του πολέμου τον οποίο ανέθρεψαν οι Πλειάδες -και που ταυτίζεται φυσικά με τον Άρη, (ας μη σας αναλύσω εδώ πώς αυτοί οι δυο ταυτίζονται με τον Μελχισεδέκ το Δίκαιο και τον Άξονα της ισορροπίας, αλλά ας πω ότι στην αρχαϊκή του μορφή ο Άρης λατρεύονταν από τους γεωργούς και ως προστάτης των συγκομιδών όπως οι Κάβειροι θεωρείται ότι δίδαξαν την γεωργία).
Ο Καρτικέγια λοιπόν, όταν εμφανιζόταν στο πλευρό της Καούμαρι, της θηλυκής του όψης, ήταν ανεβασμένος πάνω σ’ ένα παγώνι, το πουλί της απόκρυφης γνώσης που η ουρά του συμβολίζει τον έναστρο ουρανό και τα «μάτια» της τις Πύλες του Κόσμου. Και μια και αναφερθήκαμε σε πύλες, ο Μελέκ Ταούς, στην Μυθολογία Κθούλου, όχι τυχαία σχετίζεται με τον Γιογκ Σοθόθ που ως Θώθ-Ερμής (ο ιθυφαλλικός της Σαμοθράκης) έχει άμεση σχέση με την Μυστική Σεφίρα του Ντάαθ.
Πώς δένουν όλα τα τελευταία με τους Κάβειρους; Διαβάστε το απόσπασμα από το Βιβλίο του Ντζυάν που ακολουθεί, όπως το έχει μεταφράσει η Ε. Μπλαβάτσκυ: «Από τη λαμπρότητα του φωτός –την ακτίνα του παντοτινού σκοταδιού- (Χάος) ξεπήδησαν στο διάστημα οι επαναφυπνισμένες ενέργειες(Κάβειροι). Το ένα από το αυγό, (η εκπόρευση ή ακτίνα, ή και σκουληκότρυπα) το έξι και το πέντε.(6+5=11 βλ Ντάαθ η 11η Σεφίρα) Ύστερα το τρία, το ένα, το τέσσερα, το ένα, το πέντε:το δυο φορές επτά, το συνολικό άθροισμα. (31415 ή 3,1415 = π / 3+1+4+1+5=14 ή 2Χ7 δηλ. οι Σαπταρίσσι και οι Κρίττικα ή τα άστρα των αντίστοιχων αστερισμών.)
Και αυτά είναι οι ουσίες, οι φλόγες, τα στοιχεία, οι δομητές, οι αριθμοί, οι Άρουπα (άμορφοι), οι Ρουπά (με σώματα) και η δύναμη του θείου ανθρώπου: το συνολικό άθροισμα.» -Οι παρενθέσεις δικές μου-
Αν θυμάστε όσα είχαμε αναφέρει στο κεφάλαιο «Η 11η Πύλη» για το 3,14 και το Ντάαθ καθώς και την αντιστροφή του λατινικού αριθμού έντεκα σε εννιά, νομίζω πως είναι η κατάλληλη στιγμή να αναφερθούμε στην γιορτή της Πυροφορίας που γίνονταν κάθε χρόνο στη Λήμνο, νησί αφιερωμένο στον Ήφαιστο.
Ο εξωτερικός μύθος μας λέει πως τα Πυροφόρια ήταν μια επανάληψη της ανακάλυψης της φωτιάς που λέγεται πως έγινε για πρώτη φορά στη Λήμνο από τους προέλληνες κατοίκους της τους Σίντιους (ή Τυρσηνούς), αλλά θεωρώ πως είμαστε πλέον σε θέση να κατανοήσουμε την ουσιαστική σημασία της γιορτής.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Λήμνιου Φιλόστρατου («Ηρωικός»), η ιεροτελεστία άρχιζε με το σβήσιμο κάθε εστίας φωτιάς, ανεξαιρέτως, σε όλο το νησί για εννέα ολόκληρα μερόνυχτα και την αποστολή ενός πλοίου στη Δήλο, το οποίο θα έφερνε το καινούργιο φως. Ο συνηθισμένος ρυθμός της ζωής των Λήμνιων άλλαζε καθώς έπαυε κάθε δραστηριότητα. Δεν γίνονταν θυσίες στους θεούς, ούτε άναβαν λιβάνια και οι μεταλλουργοί και οι αγγειοπλάστες δεν εργάζονταν. Δεν έψηναν ψωμί και δεν μαγείρευαν και η οικογένειες δεν μαζεύονταν στο τραπέζι.
Η εστία ήταν σβηστή. Επικαλούνταν μονάχα τους χθόνιους και απόρρητους θεούς και περίμεναν την επιστροφή του φωτός. Όταν έφτανε το πλοίο υποδέχονταν τη νέα φλόγα μέσα σε οργιαστική ατμόσφαιρα και τη μοίραζαν σε κάθε εστία του νησιού με λαμπαδηδρομία, ώστε να ξεκινήσει ένας νέος κύκλος φυσιολογικής ζωής.
Από τη μια φλόγα άναβαν πολλές, και από την κάθε μια από αυτές ακόμη περισσότερες. Κι ωστόσο η πρώτη έμενε πάντα αναλλοίωτη. Την ίδια ιεροτελεστία συναντάμε και στην γιορτή των Πυρών του ζωροαστρισμού. Όπου επτά ιερείς άναβαν τις λαμπάδες επτά προσκυνητών κι εκείνοι με τη σειρά τους άλλων επτά, έως ότου ανάψουν όλοι. Όπως στο «δεύτε λάβετε φως» της Χριστιανικής λειτουργίας της Ανάστασης!
Η λαμπάδα ήταν σύμβολο των Καβείρων. Η μύηση στα Καβείρια γίνονταν νύχτα κάτω από το φως των λυχναριών που κρατούσαν οι υπόλοιποι μύστες. Τον μυούμενο εξομολογούσε ειδικός ιερέας που ονομάζονταν Κόης και μετά τον Θρονισμό, του πρόσφεραν στεφάνι από ελιά και πορφυρή ζώνη.
Το πορφυρό είναι το χαμηλότερο χρώμα του ορατού φάσματος (βλ. ορίζοντας γεγονότων στις Λευκές Οπές) και βέβαια το χρώμα του Άρη, που είδαμε πώς εμπλέκεται στα δρώμενα. Αλλά η ζώνη μας παραπέμπει στην Ίσιδα που συμβόλιζε τον ορατό και φωτεινό Κόσμο και που η ζώνη της, κατά τον Ελιφά Λεβί, περιστρεφόμενη γύρω από δυο πόλους παριστάνει το Ζων Πυρ. Την Ίσιδα-Ιστάρ που χόρευε τον χορό των επτά πέπλων…
Αλλά φτάνει ως εδώ! Είπαμε πολλά και παραλείψαμε ακόμη περισσότερα. Ο Lobeck, είχε γράψει πως όποιος προσπαθεί να αποσαφηνίσει την φύση των Καβείρων και των Μυστηρίων τους, απλά ματαιοπονεί. Κι η αλήθεια είναι πως ήταν πραγματικό πόνημα αυτή η έρευνα! Το αν ήταν και μάταιο αφήνω να το κρίνετε εσείς…
Όπως και να ‘χει τον λαβύρινθο τον περπατήσαμε, τουλάχιστον ως ένα σημείο. Και ευτυχώς κρατούσαμε εκείνο το κουβάρι που μας βοήθησε να γυρίσουμε πίσω.
Ποιος ξέρει, ίσως κάποια άλλη φορά καταφέρουμε να βρούμε την απέναντι έξοδο κι ίσως τότε δεν θα μας νοιάζει αν θα μπορούμε να ξαναγυρίσουμε. Ίσως και να μη θέλουμε καν.
* Το άρθρο της Ειρήνης Λεονάρδου "ΚΑΒΕΙΡΟΙ, στα Ίχνη των Μεγάλων Θεών" πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Ανεξήγητο" / τεύχος Νο. 213
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.