Βάσω Δενδροπούλου
Κασσάνδρα... άλλη μια Σίβυλλα... Και... Σίβυλλες... Σ΄ αυτές χρωστάμε την ποίηση. Ο Απόλλωνας δεν ήθελε απρόσωπες σαμάνες, αλλά παιδούλες που θα είχαν βγει από τις σπηλιές του Παρνασσού, ακόμη κοντά στις Νύμφες, και θα πρόσφεραν πολύ ωραία πλασμένους στίχους. Μέχρι κι ο Ορφέας, που κόμπαζε για τα μυστήριά του, αρνήθηκε να υποβληθεί στους Δελφούς, στη δοκιμασία μιας μουσικής σύνθεσης. Καθώς κοίταξε το βράχο απ΄ τον οποίο η Φημονόη είχε προφέρει τα πρώτα εξάμετρα, δεν θέλησε να συνθέσει από ταπεινοφροσύνη.
Ανάμεσα στην έκσταση και τη σαφήνεια, δεν υπήρχε το ασυμβίβαστο εκείνους τους καιρούς.
Η Εκάβη, στη δεύτερη εγκυμοσύνη της είδε σε όνειρο ότι γέννησε μια αναμμένη λαμπάδα. Η φωτιά απλώθηκε σ΄ όλη την πόλη. Μια πυρφόρα, εκατόχερη Ερινύς, γκρέμισε στο όνειρο της βασίλισσας την Τροία. Ανάμεσα στους μάντεις που ερμήνευσαν το όνειρο, ήταν και η Ηροφίλη (αυτή που αγαπούσε η Ήρα0, η πρώτη και παλιότερη Σίββυλα.
Μάντισσα ήταν επίσης κι η Κασσάνδρα, η κόρη του Πρίαμου, η οποία επίσης χρωστά το προφητικό της χάρισμα στον Απόλλωνα, όμως επειδή αδιαφόρησε στον έρωτα του Θεού δεν την πίστευαν ποτέ...Η Κασσάνδρα, ήταν αυτή που αξίωσε να σκοτωθεί το παιδί που επρόκειτο να γεννήσει η Εκάβη.
Δεν την πίστεψαν ποτέ...
Κι όταν ο Δούρειος Ίππος σύρθηκε στολισμένος με γιρλάντες και νοτισμένα λουλούδια,με την επίχρυση χαίτη του και μάτια από βήρυλλο (παραλλαγή του γνωστού σμαραγδιού), πάνω στις ρόδες τους σαν ένα μεγάλο παιχνίδι κοντά στην ακρόπολη, στη γη ήταν στρωμένο χαλί από τριαντάφυλλα ενώ τα παιδιά έπαιζαν γύρω του.
Ξαφνικά, η διαπεραστική φωνή της Κασσάνδρας, κάλυψε κάθε άλλη. Μιλούσε για την Αθηνά, τη θεά που είχε προετοιμάσει εκείνη την απάτη. Έβλεπε αίμα, έλεγε την αλήθεια, αλλά μετά ακούστηκε η φωνή του Πρίαμου που μιλούσε για χορούς, μέλι κι ελευθερία, κι έδιωξε μακριά την κόρη του.
Ας δούμε όχι την έφοδο, τη λεηλασία και τη σφαγή με τους ήρωες που έγιναν αθάνατοι μέσα απ΄ την ποίηση.
Ας δούμε ένα άλλο χέρι που μέσα στη γεμάτη καπνούς σκοτεινιά του ναού της Αθηνάς, απλωνόταν προς ένα άλλο κορμί. Το χέρι του Αίαντα Λοκρού σφίχτηκε στα κοντά μαλλιά που μόλις σκέπαζαν το σβέρκο της Κασσάνδρας. Τα δυνατά του δάκτυλα προέκτειναν τη γραμμή του φλογερού δέρματός του. Όπως ο πατέρας της Πρίαμος έτσι κι η Κασσάνδρα άγγιζε με το σώμα της κάτι το ιερό: όχι το βωμό του Δία αλλά το Παλλάδιο. Εκείνο το αυστηρό αγαλματάκι, εκείνη την Αθηνά με την ασπίδα και το υψωμένο δόρυ, που ήταν ο φύλακας της Τροίας. Η πόλη μπορούσε να υπάρξει εκεί όπου βρισκόταν το άγαλμα, όπως η γλώσσα υπάρχει εκεί όπου βρίσκεται ο ποιητής της.
Η Κασσάνδρα, έσφιγγε στο τρυφερό κι ολόγυμνο κορμί της το άγαλμα. Είχε δεμένο στο λαιμό ένα μικρό μανδύα που ανέμιζε πάνω απ΄ τις πλάτες της και άφηνε να φανούν τα μικρά της στήθη.
Τα δάκτυλα του Αίαντα Λοκρού έσφιγγαν τα μαλλιά της, ενώ τα δάκτυλα της Κασσάνδρας γατζώνονταν στα πλευρά του Παλλάδιου. Από τα δάχτυλα του πολεμιστή και μέσα από τα δάχτυλα της ιέρειας του Απόλλωνα, η βία μεταδιδόταν με μια δόνηση στο άγαλμα. Ο πατέρας της ο Πρίαμος, είχε σκεπάσει τα μάτια με τα μπράτσα του, τριγύρω άλλες Τρωάδες ενώνονταν στο θρήνο και στη φρίκη με τα κεφάλια ανάμεσα στα χέρα. Η Κασσάνδρα όμως κοίταζε σταθερά και ήρεμα το θώρακα του Αίαντα Λοκρού, καθώς ορμούσε πάνω της. Με το ελεύθερο χέρι της φαινόταν σαν να προκαλούσε τον επιδρομέα, έτι όπως το άπλωνε ανάμεσα στο σπαθί και τους μηρούς του ήρωα, έλκοντας, προκαλώντας το χτύπημα.
Η Τροία έπεσε, όπως ήταν γραφτό να γίνει, παρόλο που σ΄ αυτή τη μάχη συμμετείχαν όλοι οι Θεοί, εκτός του Άδη. Γιατί έτσι ήταν το πεπρωμένο... Την παρουσία των θεών επέβαλε ο Δίας, που δεν λύγιζε στο σκοτωμό αλλά στο κλάμα των αλόγων, των αγαπημένων του ζώων που με δάκρυα καυτά θρηνούσαν το χαμό των αγαπημένων τους. Όπως ο Ξάνθος το άλογο του Αχιλλέα...
Κι η Κασσάνδρα, που κανείς δεν πίστευε, το ίδιο σεμνά όπως και στη ζωή της, περνά στη σφαίρα των αθάνατων...
Για το Παλλάδιο που κρατούσε στα χέρια της, ο θρύλος λέει ότι βρέθηκε αιώνες μετά στο Βυζάντιο. Κι ότι σ΄ αυτό οφείλουν οι Βυζαντινοί την κυριαρχία τους σ΄ όλο τον κόσμο. Και πως όταν χάθηκε, "η πόλις εάλω".
Κι έφτασε από στόμα σε στόμα ως εμάς, πως το Παλλάδιο γεμάτο τη δύναμη που του φύσηξε η Κασσάνδρα, βρίσκεται θαμμένο κάτω απ΄ την Αγιά Σοφιά...
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Κασσάνδρα... άλλη μια Σίβυλλα... Και... Σίβυλλες... Σ΄ αυτές χρωστάμε την ποίηση. Ο Απόλλωνας δεν ήθελε απρόσωπες σαμάνες, αλλά παιδούλες που θα είχαν βγει από τις σπηλιές του Παρνασσού, ακόμη κοντά στις Νύμφες, και θα πρόσφεραν πολύ ωραία πλασμένους στίχους. Μέχρι κι ο Ορφέας, που κόμπαζε για τα μυστήριά του, αρνήθηκε να υποβληθεί στους Δελφούς, στη δοκιμασία μιας μουσικής σύνθεσης. Καθώς κοίταξε το βράχο απ΄ τον οποίο η Φημονόη είχε προφέρει τα πρώτα εξάμετρα, δεν θέλησε να συνθέσει από ταπεινοφροσύνη.
Ανάμεσα στην έκσταση και τη σαφήνεια, δεν υπήρχε το ασυμβίβαστο εκείνους τους καιρούς.
Η Εκάβη, στη δεύτερη εγκυμοσύνη της είδε σε όνειρο ότι γέννησε μια αναμμένη λαμπάδα. Η φωτιά απλώθηκε σ΄ όλη την πόλη. Μια πυρφόρα, εκατόχερη Ερινύς, γκρέμισε στο όνειρο της βασίλισσας την Τροία. Ανάμεσα στους μάντεις που ερμήνευσαν το όνειρο, ήταν και η Ηροφίλη (αυτή που αγαπούσε η Ήρα0, η πρώτη και παλιότερη Σίββυλα.
Μάντισσα ήταν επίσης κι η Κασσάνδρα, η κόρη του Πρίαμου, η οποία επίσης χρωστά το προφητικό της χάρισμα στον Απόλλωνα, όμως επειδή αδιαφόρησε στον έρωτα του Θεού δεν την πίστευαν ποτέ...Η Κασσάνδρα, ήταν αυτή που αξίωσε να σκοτωθεί το παιδί που επρόκειτο να γεννήσει η Εκάβη.
Δεν την πίστεψαν ποτέ...
Κι όταν ο Δούρειος Ίππος σύρθηκε στολισμένος με γιρλάντες και νοτισμένα λουλούδια,με την επίχρυση χαίτη του και μάτια από βήρυλλο (παραλλαγή του γνωστού σμαραγδιού), πάνω στις ρόδες τους σαν ένα μεγάλο παιχνίδι κοντά στην ακρόπολη, στη γη ήταν στρωμένο χαλί από τριαντάφυλλα ενώ τα παιδιά έπαιζαν γύρω του.
Ξαφνικά, η διαπεραστική φωνή της Κασσάνδρας, κάλυψε κάθε άλλη. Μιλούσε για την Αθηνά, τη θεά που είχε προετοιμάσει εκείνη την απάτη. Έβλεπε αίμα, έλεγε την αλήθεια, αλλά μετά ακούστηκε η φωνή του Πρίαμου που μιλούσε για χορούς, μέλι κι ελευθερία, κι έδιωξε μακριά την κόρη του.
Ας δούμε όχι την έφοδο, τη λεηλασία και τη σφαγή με τους ήρωες που έγιναν αθάνατοι μέσα απ΄ την ποίηση.
Ας δούμε ένα άλλο χέρι που μέσα στη γεμάτη καπνούς σκοτεινιά του ναού της Αθηνάς, απλωνόταν προς ένα άλλο κορμί. Το χέρι του Αίαντα Λοκρού σφίχτηκε στα κοντά μαλλιά που μόλις σκέπαζαν το σβέρκο της Κασσάνδρας. Τα δυνατά του δάκτυλα προέκτειναν τη γραμμή του φλογερού δέρματός του. Όπως ο πατέρας της Πρίαμος έτσι κι η Κασσάνδρα άγγιζε με το σώμα της κάτι το ιερό: όχι το βωμό του Δία αλλά το Παλλάδιο. Εκείνο το αυστηρό αγαλματάκι, εκείνη την Αθηνά με την ασπίδα και το υψωμένο δόρυ, που ήταν ο φύλακας της Τροίας. Η πόλη μπορούσε να υπάρξει εκεί όπου βρισκόταν το άγαλμα, όπως η γλώσσα υπάρχει εκεί όπου βρίσκεται ο ποιητής της.
Η Κασσάνδρα, έσφιγγε στο τρυφερό κι ολόγυμνο κορμί της το άγαλμα. Είχε δεμένο στο λαιμό ένα μικρό μανδύα που ανέμιζε πάνω απ΄ τις πλάτες της και άφηνε να φανούν τα μικρά της στήθη.
Τα δάκτυλα του Αίαντα Λοκρού έσφιγγαν τα μαλλιά της, ενώ τα δάκτυλα της Κασσάνδρας γατζώνονταν στα πλευρά του Παλλάδιου. Από τα δάχτυλα του πολεμιστή και μέσα από τα δάχτυλα της ιέρειας του Απόλλωνα, η βία μεταδιδόταν με μια δόνηση στο άγαλμα. Ο πατέρας της ο Πρίαμος, είχε σκεπάσει τα μάτια με τα μπράτσα του, τριγύρω άλλες Τρωάδες ενώνονταν στο θρήνο και στη φρίκη με τα κεφάλια ανάμεσα στα χέρα. Η Κασσάνδρα όμως κοίταζε σταθερά και ήρεμα το θώρακα του Αίαντα Λοκρού, καθώς ορμούσε πάνω της. Με το ελεύθερο χέρι της φαινόταν σαν να προκαλούσε τον επιδρομέα, έτι όπως το άπλωνε ανάμεσα στο σπαθί και τους μηρούς του ήρωα, έλκοντας, προκαλώντας το χτύπημα.
Η Τροία έπεσε, όπως ήταν γραφτό να γίνει, παρόλο που σ΄ αυτή τη μάχη συμμετείχαν όλοι οι Θεοί, εκτός του Άδη. Γιατί έτσι ήταν το πεπρωμένο... Την παρουσία των θεών επέβαλε ο Δίας, που δεν λύγιζε στο σκοτωμό αλλά στο κλάμα των αλόγων, των αγαπημένων του ζώων που με δάκρυα καυτά θρηνούσαν το χαμό των αγαπημένων τους. Όπως ο Ξάνθος το άλογο του Αχιλλέα...
Κι η Κασσάνδρα, που κανείς δεν πίστευε, το ίδιο σεμνά όπως και στη ζωή της, περνά στη σφαίρα των αθάνατων...
Για το Παλλάδιο που κρατούσε στα χέρια της, ο θρύλος λέει ότι βρέθηκε αιώνες μετά στο Βυζάντιο. Κι ότι σ΄ αυτό οφείλουν οι Βυζαντινοί την κυριαρχία τους σ΄ όλο τον κόσμο. Και πως όταν χάθηκε, "η πόλις εάλω".
Κι έφτασε από στόμα σε στόμα ως εμάς, πως το Παλλάδιο γεμάτο τη δύναμη που του φύσηξε η Κασσάνδρα, βρίσκεται θαμμένο κάτω απ΄ την Αγιά Σοφιά...
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.