Συνεχίζεται στο «John Golden Theatre» της Νέας Υόρκης το αφιερωμένο στη Μαρία Κάλλας έργο του Terrence McNally. «Αξίζει να έλθεις κολυμπώντας στη Νέα Υόρκη για να το δεις», γράφουν οι κριτικές που εδώ και τρεις μήνες ασχολούνται με τις ενστάσεις και τις συζητήσεις που προκαλεί. Η ντίβα συνεχίζει, καθώς φαίνεται, να ταράζει με την παράξενα ανησυχητική παρουσία της το κοινό ακόμα και σήμερα.
MASTER CLASS
«Πιπί-κακά», «πιπί-κακά». Πράγματι, έτσι μιλούσε η Μαρία Κάλλας όταν εκνευριζόταν την ώρα που δίδασκε; Και ο Αριστοτέλης Ωνάσης στα αλήθεια θεωρούσε ότι το καλύτερο μέρος σε μία όπερα είναι το διάλειμμα;
Οι θεατές που μαζικά σπεύδουν να δουν τη θεατρική παράσταση της χρονιάς στη Νέα Υόρκη δεν μπορούν να μη διατυπώσουν τέτοιου είδους ερωτήματα. Δε γίνεται να μην αναρωτηθούν: «Είναι αλήθεια τα όσα βλέπουμε;» «Τόσο απορροφημένη ήταν από τον εαυτό της, τόσο βυθισμένη στο πάθος και τα πάθη της, ώστε να εκμηδενίζεται την ώρα του μαθήματος ο τρέμων από την αγωνία μαθητής;»
Ακατάπαυστα τους τρεις τελευταίους μήνες που παίζεται στο «John Golden Theatre» το «Master Class» προκαλεί παθιασμένες συζητήσεις και αναλύσεις. Το έργο αναφέρεται στην εποχή ανάμεσα στον Οκτώβριο του 1971 και το Μάρτιο του 1972. Τότε που η Μαρία Κάλλας κάθε Δευτέρα και Πέμπτη από τις 5.30 μέχρι τις 7.30 έδινε μαθήματα στο Lincoln Center στο Julliard School of Music. Αν ήσουν τυχερός και έβρισκες εγκαίρως εισιτήριο, μπορούσες με πέντε δολάρια να παρακολουθήσεις το μάθημα που ήταν ανοιχτό στο κοινό.
Ειπώθηκε ότι το έργο δεν είναι πιστό. Οι απανταχού ιερογράφοι, αφοσιωμένοι σε κίβδηλους εξωραισμούς, έσπευσαν να το καταδικάσουν. Ναι! ίσως και να μην είναι πιστό. Τι σημασία έχει όμως; Μπορεί να μην είναι πιστό. Είναι όμως πειστικό. Εξαιρετικά πειστικό. Μια συγκλονιστική παράσταση. Και πέρα για πέρα αληθινή. Με την έννοια ότι η αλήθεια είναι πάντα κάτι περισσότερο από την ακρίβεια. Και αυτό είναι που μετράει τελικά. «Αξίζει να έλθεις κολυμπώντας στη Νέα Υόρκη για να το δεις», έτσι γράφει ένας κριτικός. Πριν την παράσταση χαμογελάς με την υπερβολή. Αφού έχεις δει όμως το έργο, δε χαμογελάς πια. Η Ζοέ Κάλντγουελ μπήκε στο πετσί της μεγάλης ντίβας και εκεί έμεινε σε όλη τη διάρκεια των δύο ωρών που κυλάνε σαν να είναι ένα λεπτό.
Το «Master Class», που αναφέρεται σε ένα μάθημα μουσικής, μεταμορφώνεται σε ένα μάθημα όχι μόνο θεατρικής τέχνης, όχι μόνο ποίησης και κουλτούρας, αλλά σε ένα μάθημα ύπαρξης. «Ποια είσαι;» ρωτάει η πρωταγωνίστρια. Η ερώτηση απευθύνεται στην τρέμουσα από αγωνία νεαρή μαθήτρια που μπαίνει στην τάξη για το πρώτο μάθημα. «Πες μου ποια είσαι;» «Μέσα από τη μουσική θα γίνεις…» είναι σαν να υπόσχεται η μεγάλη δασκάλα. «Κάθε νότα και ένας αβάσταχτος πόνος». Και η συνταγή; Σκληρή δουλειά, προσήλωση, κουράγιο. Σκληρή δουλειά, πριν, κατά τη διάρκεια, μετά.
Μια δασκάλα καταβροχθιστική. Απειλητική. Από το μαθητή της ζητούσε τα πάντα. Και είχε δικαίωμα να τα ζητήσει, γιατί προηγουμένως τα είχε ζητήσει όλα από τον εαυτό της. Τα είχε ζητήσει και τα είχε δώσει. Και μόνο αυτός ο δάσκαλος, στη σκηνή, στο θέατρο ή στο Πανεπιστήμιο, δικαιούται να ζητά. Οι άλλοι καλύτερα να σιωπούν.
Είναι σκληρή, ψυχρή, απόμακρη, ακόμα και προσβλητική. Θυμώνει όταν ο Τόνυ, ο νεαρός τενόρος, επιχειρεί να τραγουδήσει την άρια του Μάριο Καβαραντόσι στην πρώτη σκηνή της Τόσκα, δίχως να γνωρίζει σε ποια εκκλησία στη Ρώμη, τι ώρα και σε ποια εποχή εκτυλίσσεται η σκηνή. Όμως αμέσως μετά κατακλύζεται από τη συγκίνηση ακούγοντας τον νεαρό με τη χαρισματική φωνή να τραγουδάει Τόσκα. Η φωνή του και μόνο την κάνει προς στιγμήν ευάλωτη. Τότε χάνει για πρώτη φορά την αυτοκυριαρχία της. «Έχετε ωραία φωνή». Έπειτα σιωπή. Κι έπειτα: «Τίποτε άλλο. Τελειώσαμε». Το μάθημα απότομα θεωρείται λήξαν. Ο νεαρός μαθητής πρέπει να φύγει. Η σκηνή φέρνει στο νου τον Lacan, όταν ύστερα από πέντε λεπτά ακρόαση τελείωνε τη συνεδρία με τον αναλυόμενό του. Και όταν ο Τόνυ, αρνούμενος να αποχωρήσει έτσι «σκέτα», παρακαλεί «Μα δώστε μου τουλάχιστον μια συμβουλή», εκείνη του λέει: «Να θυμάσαι, ήταν Άνοιξη όταν ο Μάριο Καβαραντόσι τραγουδούσε».
Ίσως να ήθελε με τα λόγια αυτά να επισημάνει ότι για να γίνεις καλλιτέχνης πρέπει να αισθάνεσαι και να ξέρεις, να νιώθεις και να κατέχεις. Να φέρνεις στη φαντασία σου την αλήθεια του έργου και να αφήνεσαι σε αυτό.
Ναι, όπως προκύπτει και μέσα από το έργο, ήταν απορροφημένη από τον εαυτό της. Ναι, ήταν «ναρκισσιστική προσωπικότητα». Για να μπορέσεις όμως να αγαπήσεις τον άλλο, τον μαθητή, τη δουλειά σου, το έργο σου, για να μπορέσεις να μεταδώσεις ένα κομμάτι του εαυτού σου στον άλλο, δεν πρέπει πρώτα να αγαπήσεις βαθιά τον ίδιο σου τον εαυτό; Και η αγάπη είναι πάντα διπλή. Δοτική και σπαραχτική. Δώρο και σφαγή. Και η Κάλλας αγαπούσε και ταλάνιζε τον εαυτό της, τον χάιδευε και τον κατασπάρασσε, όπως ακριβώς έκανε και με τους μαθητές της.
«Είμαστε στη σκηνή και όχι σε δωμάτιο ψυχιάτρου», λέει σε μία στιγμή, ίσως για να υπενθυμίσει ακριβώς το αντίθετο. Ότι τελικά το μάθημα αυτό ήταν μία παράσταση ψυχής. Μάθημα ψυχής έδινε τελικά η Κάλλας. «Πόσο πιο φτωχοί θα ήσασταν δίχως εμάς τους καλλιτέχνες…» λέει έπειτα απευθυνόμενη στο κοινό. Ακόμα κι αν η ντίβα, που δε φημιζόταν για τη μετριοφροσύνη της, εννοούσε «πόσο πιο φτωχοί θα ήσασταν χωρίς τη Μαρία Κάλλας», ακόμα κι έτσι, η «ύβρις» αυτή δεν είναι σε ένα βαθμό αληθινή; Η ζωή με μερικές τέτοιες αλήθειες δε γίνεται πιο όμορφη; Περισσότερο παρά ποτέ άλλοτε οι αλήθειες αυτές μας χρειάζονται.
Η υπερβολή δεν πάντα βλαβερή. Ναι, αξίζει να πας κολυμπώντας στη Νέα Υόρκη για να δεις το έργο.
Φωτεινή Τσαλίκογλου, Ψυχολογία της Καθημερινής Ζωής: Η κουλτούρα του εφήμερου(Εκδ. Καστανιώτη, 5η έκδοση, 1999)
*Στη φωτογραφία, η Μαρία Κάλλας και ο πιανίστας Eugene Kohn στη διάρκεια ενός από τα θρυλικά μαθήματά της στο Juilliard School, τον Μάρτιο του 1972. Photography, Beth Bergman.
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.