της Φωτεινής Κακογιάννου
Ένα ολόκληρο πλήθος «ειδικών» επωφελήθηκε, περισσότερο ή λιγότερο έντιμα, από τους δεισιδαιμονικούς φόβους των ανθρώπων.
Μάγοι, περιπλανώμενοι και θορυβώδεις, εντυπωσίαζαν τις αθώες ψυχές με τα μυστηριώδη φίλτρα τους ή τα θεαματικά τους ξόρκια.
Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν και την περσική μαγεία, που ήταν συνδεδεμένη με την μαντεία, την ιατρική και την αστρολογία. Πολλοί επαγγελματίες της μαγείας
ισχυρίζονταν ότι βρίσκονταν υπό την προστασία των ξακουστών Περσών μάγων, για να προσδώσουν κύρος στις μεθόδους με τις οποίες υπότασσαν τους «δαίμονες» στη θέλησή τους για να ζητήσουν πράγματα πολύ πιο πεζά: να μάθουν το μέλλον, να απομακρύνουν το κακό μάτι, να τους αποκαλυφθεί η θεραπεία κάποιας σοβαρής αρρώστιας, να εξουδετερώσουν έναν πολιτικό ή επαγγελματικό αντίπαλο, να κερδίσουν μια δίκη…. αλλά και να ξανακερδίσουν έναν άστατο εραστή ή να τρελάνουν από έρωτα το αδιάφορο αντικείμενο του πόθου τους.
Τα συστατικά μιας μαγικής τελετής
Όσοι πήγαιναν να συμβουλευτούν μάγο, κατά κανόνα ανήκαν στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Κάποιες φορές, όμως, άντρες και γυναίκες ανώτερης τάξης δε δίσταζαν να καταφύγουν στα ερωτικά ή θανατηφόρα μάγια, τα μυστικά των οποίων κατείχαν οι μάγοι.
Η μαγική τελετή δανειζόταν πολλά από τη θρησκεία:
ξόρκια και προσφορές στους «δαίμονες», τους συνδετικούς κρίκους ανθρώπων και θεών, εξαγνισμό με νερό ή φωτιά.
Οι μάγοι και οι μάγισσες διέθεταν ολόκληρο εξοπλισμό, προορισμένο να εντυπωσιάσει τους πελάτες. Χρησιμοποιούσαν οστά και άλλα μακάβρια αντικείμενα κλεμμένα από τάφους, μαλλιά και κομμένα νύχια αυτού που πρόκειται να πέσει στα δίχτυα τους, κέρινες κού-
κλες με τη μορφή του θύματος, τρυπημένες με καρφιά.
Οι μάγοι έφτιαχναν επίσης κατάδεσμους, λεπτά πλακίδια από μόλυβδο, γκρίζα όπως ο θάνατος. Πάνω τους χαράσσονταν κείμενα που έδεναν το θύμα με τους χθόνιους θεούς, ύστερα το πινάκιο τυλιγόταν σε ρολό και διαπερνιόταν από ένα καρφί. Στη συνέχεια, τοποθετού-
νταν κρυφά μέσα σε ένα τάφο. Ο νεκρός αναλάμβανε να μεταφέρει το αίτημα στους «δαίμονες».
Η δύναμη του κειμένου του κατάδεσμου ενισχυόταν με διάφορα τεχνάσματα: επίκληση ξένων θεών, κείμενο γραμένο από τα δεξιά προς τα αριστερά, μυστηριώδης γραφή που συνδύαζε διάφορα αλφάβητα και σύμβολα μυστικιστικά, μαγικές φράσεις αποτελούμενες από γράμματα φαινομενικά ακατανόητα, τρομακτικές μορ-
φές ζώων ή δαιμονικών όντων.
Επιπλέον, κυκλοφορούσαν κατάλογοι με τελετές και ξόρκια, με τους οποίους οι μάγοι μετέδιδαν τη γνώση τους.
Ρωγμή στην κλασικιστική αντίληψη της ιστορίας και του αρχαίου κόσμου, οι κατάδεσμοι προσελκύουν πλέον το ενδιαφέρον ανθρωπολόγων, θρησκειολόγων και γλωσσολόγων, γιατί επιτρέπουν να μελετήσουμε τα όρια των αντιλήψεων, της κοινωνίας και της γλώσσας.
Περιλαμβάνουν συχνά λέξεις που δεν σημαίνουν τίποτα, κατεξοχήν παραδείγματα μαγείας, της βεβαιότητας πως αρκεί να πεις αυτό που θέλεις με τον κατάλληλο τρόπο και θα γίνει, δένοντας την πραγματικότητα και τα αντικείμενά της στο λόγο σου.
Κατά την αρχαιότητα, κατάδεσμος ονομαζόταν η πρακτική της συγγραφής μιας κατάρας ή ενός ξορκιού, συνήθως σε μια μολύβδινη πινακίδα, (σπανιότερα χρησιμοποιούνταν και άλλα υλικά). Ορισμένες φορές οι κατάδεσμοι συνοδεύονταν από κολοσσό, ένα μαγικό ειδώλιο (κάτι σαν κούκλες βουντού).
Η ύπαρξη των καταδέσμων ανάγεται τουλάχιστον στον 8ο αι. π.Χ. : στην Ηλιάδα αναφέρεται ότι ο βασιλιάς της Κορίνθου Πρωτέας, έστειλε τον Βελλερεφόντη στη Λυκία με μια διπλωμένη πινακίδα, όπου είχε γράψει θανατηφόρα σημάδια.
Ο κατάδεσμος αποσκοπούσε στο να υποτάξει το υποψήφιο θύμα στη θέληση του ατόμου, που τελούσε τη μαγική τελετή. Το κείμενο μαζί με τα λοιπά μαγικά αντικείμενα τοποθετούνταν σε ένα τάφο ή σε ένα σημείο που θεωρούνταν μιαρό και συνδέονταν κάπως με τον Κάτω Κόσμο.
Πίστευαν πως ο νεκρός λειτουργεί ως αποστολέας του μηνύματος στους υποχθόνιους δαίμονες, αλλά και ως εκτελεστικό όργανο ή «πάρεδρος» του μάγου. Σε δύο καταδέσμους από τη Φρυγία, που βρέθηκαν σε αγγείο που περιείχε οστά, ο μάγος καταγράφει τους αντιπάλους του και επικαλείται τους «αώρους νεκρούς»,
αυτούς δηλαδή που πέθαιναν πριν από την ώρα τους και γίνονταν φαντάσματα, παραμένοντας γύρω από τον τάφο μέχρι την ολοκλήρωση του κύκλου της ζωής που διακόπηκε πρόωρα.
Σε άλλες περιπτώσεις το ρόλο αυτό έχουν οι «βιαιοθάνατοι», δηλαδή οι νεκροί των οποίων το νήμα της ζωής διακόπηκε βίαια.Αρκετοί κατάδεσμοι βρέθηκαν σε ταφές νέων ή παιδιών. Στη Μικρά Ασίαοι νεκροί προστατεύονταν από τους μάγους με την τοποθέτηση επιγραφών στα μνήματα, που απαγόρευαν την παραβίασή τους και καταριούνταν τον ενδεχόμενο δράστη.
Βέβαια, οι κατάδεσμοι θάβονταν σε τάφους και για να μην είναι δυνατή η ανακάλυψη ή η καταστροφή τους, και συνεπώς να εκτείνεται απεριόριστα στο χρόνο η δύναμή τους και η δύναμη του προτιθέμενου κακού.
Πολύ συχνά οι κατάδεσμοι στόχευαν στην ερωτική έλξη ή, αντίστροφα, στην ερωτική απομόνωση του αντιπάλου, στην αποτυχία του σε θέματα προσωπικής ευημερίας και εργασίας, στη φίμωση της γλώσσας του, στην αποτυχία αντιδίκων στο δικαστήριο, στην παράλυση του νου και της γλώσσας κατά τη διάρκεια της δίκης.
Οι πρωιμότεροι είναι στραμμένοι προς την κατεύθυνση των δικαιϊκών πρακτικών, ενώ οι μεταγενέστεροι εντοπίζονται σε ερωτικά αλλά και αθλητικά θέματα. Σε αρκετές περιπτώσεις γινόταν ευρεία χρήση των καταδέσμων για... νίκη σε αρματοδρομίες.
Σε ηρώο στη Νεμέα, πιθανόν του Οφέλτου, βρέθηκε κατάδεσμος όπου ένας άνδρας ελπίζει να απομακρύνει την αγάπη μιας γυναίκας από έναν άλλο άνδρα: «Αποστρέφω την Ευβούλη από τον Αινέα, μακριά από το πρόσωπό του, από τα μάτια του, από το στόμα του, από το στήθος του, από την ψυχή του, από όλο του το σώμα αποστρέφω την Ευβούλη από τον Αινέα».
Το δεύτερο ειδύλλιο του Θεόκριτου – ο οποίος έζησε κυρίως στην Αλεξάνδρεια στις αρχές της ελληνιστικής περιόδου (γεννήθηκε το 305 π.Χ.) – με τον τίτλο Φαρμακεύτριαι, αποτελεί μια από τις χαρακτηριστικότερες μαρτυρίες ερωτικής μαγείας στην αρχαία εποχή: Περιγράφει την απόπειρα μιας γυναίκας, της Σιμαίθας, να κερδίσει, με τη βοήθεια της υπηρέτριάς της, αυτόν που
αγάπησε, με κατάδεσμους και επικλήσεις στη Σελήνη και στις Θεότητες του Κάτω Κόσμου, αναζητώντας σε νεκροταφεία το μαύρο αίμα των πτωμάτων και κάνοντας μια μαγική τελετή.
Η λεπτομερέστατη περιγραφή μιας τελετής Μαύρης Μαγείας, σε ένα λογοτεχνικό κείμενο, αντανακλά το σχετικό ενδιαφέρον των ανθρώπων εκείνης της εποχής και την ενασχόλησή τους με διαιωνιζόμενες από την αρχαιότητα μαγικές διαδικασίες, ανάμεσα σε αυτές και οι καταπασσαλεύσεις και οι κατάδεσμοι.
Όπως φαίνεται, μια τέτοια επιγραφή από μόνη της δεν είχε ιδιαίτερη μαγική δύναμη, γι’ αυτό συμπληρωνόταν με τις «γοητείες» και τις επικλήσεις που ψάλλονταν στους τάφους προς τους νεκρούς ή τους χθόνιους δαίμονες.
Σε αυτή την ιδιαίτερη μαγική γλώσσα θεωρούσαν πως είχαν μεγάλη δύναμη τα ονόματα θεοτήτων, όπως η σεληνιακή Εκάτη, ο Ερμής, η Περσεφόνη, η Δήμητρα, η Κόρη, η επίσης σεληνιακή Άρτεμις και άλλες υποχθόνιες θεότητες ή δαιμονικά όντα, όπως οι Ερινύες ή οι νεκυοδαίμονες του Κάτω κόσμου.
Οι πρώτες γνωστές σε εμάς ελληνικές μολύβδινες πινακίδες με κατάρες, προέρχονται από τη Σικελία και χρονολογούνται στις αρχές του 5ου αι. π.Χ.
Πολλές από αυτές προέρχονται από τη Σελινούντα, αποικία των Μεγαρέων στη Σικελία, στην οποία υπήρχε ονομαστό ιερό, στη περιοχή που σήμερα ονομάζεται Αγρός των Στηλών. Οι στήλες αυτές είναι αξιοσημείωτες επειδή έχουν ανεικονογραφικές ανθρώπινες κεφαλές, δηλ. κεφάλια χωρίς χαρακτηριστικά προσώπου, για τα
οποία θεωρείται πως αναπαριστούν τις κεφαλές των νε-
ρών μιας ομάδας συγγενών, των Τριτοπατόρων τους.
Οι αρχαίοι Σελινούντιοι πίστευαν πως ήταν σημαντικό αυτοί οι Τριπάτορες να είναι ικανοποιημένοι, κι ήταν τόσο σημαντικό που, κάθε φορά που πέθαινε ένα μέλος της οικογενείας, οι ζωντανοί έπρεπε να προσφέρουν ειδικές θυσίες μπροστά στις στήλες αυτές. Ώστε να εξασφαλίσουν το ότι η μεταχείριση του νεκρού, και νέου μέλους των Τριτοπατόρων, δεν θα τους εξόργιζε (τους Τριπάτορες) και δεν θα τους προκαλούσε να πλήξουν με μίασμα την κοινότητα.
Οι περισσότερες μολύβδινες πινακίδες βρέθηκαν κοντά σε αυτές τις στήλες........
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ