Είμαστε μια κοινωνία άρρωστη. Και δεν χρειάζονται ειδήσεις φρίκης, όπως η ιστορία με την απαγωγή της μικρής για να το συνειδητοποιήσουμε. Η μετάλλαξη της «πολιτισμένης» κοινωνίας σε χωματερή, όπου ο καθένας εκτοξεύει τις δικές του βρομιές και την ίδια στιγμή εισπνέει τη βρώμα των άλλων είναι η καθημερινότητα. Αρκεί να κάνει κάποιος τη βλακεία να ανοίξει για λίγο τη τηλεόραση το πρωί ή να μπει σε σελίδες ειδήσεων στο διαδίκτυο, για να γαμηθεί όλη η μέρα του, αν είναι ακόμα άνθρωπος με ελάχιστη συνείδηση και συναισθήματα. Σε διαφορετική περίπτωση απλά αδιαφορεί ή στο χειρότερο μπορεί και να ανακαλύψει πως του αρέσουν αυτές οι εκφάνσεις του απόλυτου «κακού» που έχει πέσει πάνω από τα κεφάλια μας.
Πολλές φορές έχω αναρωτηθεί στη ζωή μου αν τελικά το κακό δημιουργείται ή απλά συνυπάρχει παντού, αιώνιο, άφθαρτο, πάντα πρόθυμο να κυριαρχεί, να ορίζει τις ζωές των ανθρώπων. Έχω καταλήξει πως αυτό το απόλυτο «κακό» δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα κομμάτι του εαυτού μας. Οι οργανωμένες κοινωνίες, ο «εκπολιτισμός» ήταν μια προσπάθεια να το βάλουν σε τάξη. Να προσπαθήσουν να θρέψουν και κάτι περισσότερο από την κτηνώδη ανθρώπινη μοίρα. Όμως πως ήταν δυνατόν αυτό να γίνει αφού αυτός ο κόσμος που έχουμε δημιουργήσει είναι χτισμένος πάνω στις ανάγκες που ο κατώτερος εαυτός μας χρειάζεται?
Βαρέθηκα να ακούω αναλύσεις ψυχολογικού χαρακτήρα, ένα ακόμα παραμύθιασμα που απαλύνει το αυτονόητο. Κάποια φορά βρέθηκα σε ένα επαρχιακό νοσοκομείο κι εκεί στα επείγοντα είχαν φέρει ένα κρατούμενο από τις φυλακές, που έτρωγε συνέχεια διάφορα επικίνδυνα αντικείμενα για να τον πηγαίνουν νοσοκομείο μήπως και βρει τρόπο να τη σκαπουλάρει. Εκείνο το βράδυ οι γιατροί άρχισαν να τον κοροϊδεύουν και να του λένε πάλι εδώ? Δεν έχεις τίποτα, περδίκι είσαι σου βγάζουμε εξιτήριο. Εκείνος τότε φωνάζοντας τι λέτε ρε μαλάκες, βουτάει ένα νυστέρι από το τραπεζάκι δίπλα του, δίνει μια μαχαιριά στη κοιλιά του, την ανοίγει και πριν πέσει κάτω φώναζε, πάρτε ρε μαλάκες, έχω τώρα ή δεν έχω? Την ώρα που ξέσκιζε τον ίδιο του τον εαυτό, τα μάτια του ήταν κενά, ένα σάκος από κρέας ικανό για οποιαδήποτε φρίκη, αφού το συναισθηματικό πεδίο του, δεν μπορούσε να αναγνωρίσει τι είναι φρίκη και τι όχι.