Η αγάπη είναι μία έννοια που έχει πολλές προεκτάσεις: φιλοσοφικές, ψυχολογικές, θεολογικές, κοινωνικές ή ακόμη και βιολογικές. Το συναίσθημα της αγάπης έχει αποδειχθεί από πολλές έρευνες ότι έχει άμεσο αντίκτυπο τόσο στην νοητική/ψυχολογική μας κατάσταση, όσο και στη σωματική. Για παράδειγμα, το σύνδρομο της «σπασμένης καρδιάς» (broken heart) είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα και περιγράφει την ιδιαίτερη σωματική ευαισθησία που προκαλείται μετά από έναν έντονο, αρνητικό γεγονός που συνήθως σχετίζεται με την απώλεια (θάνατος, χωρισμός κτλ).
Η ανθρώπινη ανάγκη για αγάπη έχει περιγραφεί σε πλήθος θεωρητικών πλαισίων, από το ψυχαναλυτικό μοντέλο του Freud έως και την πυραμίδα των αναγκών του Maslow. Από τη στιγμή που γεννιόμαστε κυνηγούμε το συναίσθημα της ασφάλειας και αποδοχής που συνοδεύουν την αγάπη που λαμβάνουμε από τους γύρω μας. Η αγάπη είναι ο θεμέλιος λίθος της δημιουργίας νέων οικογενειών, αλλά και σημαντικότατος παράγοντας σύσφιξης των σχέσεων με μέλη της οικογένειάς και του φιλικού μας περιβάλλοντος.
Όπως γίνεται κατανοητό, η αγάπη δεν είναι απλά ένα συναίσθημα. Έχει πλήθος διαφορετικών οπτικών γωνιών υπό τις οποίες μπορεί να την προσεγγίσει κανείς. Επηρεάζεται από πλήθος άλλων παραγόντων (βιολογικούς, κοινωνικούς, γνωστικούς κτλ) και εν συνεχεία μπορεί να επηρεάσει εκ νέου αυτούς τους παράγοντες, καθιστώντας αυτό το συναίσθημα ως ένα από τα σημαντικότερα στη ζωή μας.