Οι ελληνικές τράπεζες, στη δίνη ενός ευρύτερου προβλήματος του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού κλάδου, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν υγιείς – ενώ τυχόν κατάρρευση κάποιας, δεν θα μπορούσε να αφομοιωθεί από την οικονομία μας
«Για να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, η Ελλάδα χρειάζεται μέτρα 4-5% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το ΔΝΤ – άρα από 7 δις € έως σχεδόν 9 δις €. Οι συντάξεις πρέπει να μειωθούν σε μεγάλο βαθμό, αφού είναι στα επίπεδα της Γερμανίας που όμως διαθέτει το διπλό πλούτο – με κριτήριο τους μισθούς, οι οποίοι είναι διπλάσιοι.Για την κάλυψη του κενού στο ασφαλιστικό σύστημα απαιτείται η μεταφορά του 10% του ΑΕΠ, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι μόλις 2,5% – κάτι που είναι αδύνατον να συνεχιστεί, αφού δεν είναι βιώσιμο (πηγή). Επί πλέον, είναι απολύτως απαραίτητη η αναδιάρθρωση του χρέους, επειδή διαφορετικά δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί.Η Ελλάδα ευρίσκεται αντιμέτωπη με τον κίνδυνο ενός διπλού GREXIT (πηγή), η πολιτική αστάθεια έχει φτάσει στο ζενίθ, ενώ όλες σχεδόν οι κοινωνικές ομάδες αντιδρούν – γεγονός που θεωρείται ως ο ορισμός της χρεοκοπίας.Από την άλλη πλευρά οι ελληνικές τράπεζες, στη δίνη ενός ευρύτερου, τεράστιου προβλήματος του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού κλάδου, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν υγιείς, παρά την πρόσφατη νέα κεφαλαιοποίηση τους – με μία τουλάχιστον από τις τέσσερις μεγάλες να απειλείται με χρεοκοπία, μέσα στους επόμενους λίγους μήνες.Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα συνοδευόταν προφανώς από ένα τραπεζικό ντόμινο, αδύνατο να αφομοιωθεί από την ελληνική οικονομία – ειδικά όταν εγκαταλείπεται από τις ξένες και εγχώριες επιχειρήσεις, τους επενδυτές, καθώς επίσης από το ποιοτικό έμψυχο δυναμικό της».
.
Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι
βασικές οικονομικές ειδήσεις και προβλέψεις που αφορούν την Ελλάδα – με
κυριότερη ίσως το πιθανολογούμενο εκ μέρους μας κραχ στον τραπεζικό της
τομέα, το οποίο θα αποτελούσε ασφαλώς τη χαριστική βολή. Εάν κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις συνεχίσει να αναζητάει κανείς λύσεις αλλού, εκτός από την συντεταγμένη χρεοκοπία (άρθρο), τότε είναι απλά αιθεροβάμων – ενώ χάνει πολύτιμο χρόνο, χωρίς να έχει αυτήν την πολυτέλεια η οικονομία μας.