Βρίσκομαι για καφέ με γυναικοπαρέα σε πολυσύχναστο καφέ της πόλης. Οι συζητήσεις περί των γνωστών κλασσικών θεμάτων που απασχολούν τη σύγχρονη Ελληνίδα- άντρες ως επί το πλείστον.
Ξάφνου, η κουβέντα διακόπτεται, το βλέμμα των υπολοίπων γυρνάει διακριτικά- αδιάκριτα και τσεκάρει την κοπέλα που μόλις μπήκε. Σκανάρισμα κανονικότατο. Το κοινό της παρέας αποδοκιμάζει κι ανακηρύσσει το ντύσιμο της κοπέλας «δεύτερο».
Η κοπέλα, για να μιλάμε με ντοκουμέντα βεβαίως βεβαίως, φορούσε λεοπάρ κολάν, μαύρη μπλούζα με ντεκολτέ, ψηλοτάκουνες μπότες κι ένα μπουφάν έντονου χρώματος. Επιπλέον, ιδιαιτέρως κρεπαρισμένο μαλλί σε απόχρωση ξανθό πλατινέ και βάψιμο τόσο έντονο που παρέπεμπε σε 5’ βγαίνω (στην πίστα). Η παρέα επέμενε, το ντύσιμο είναι «δεύτερο».
Κι έρχομαι εγώ να σου ζητήσω να μου εξηγήσεις τι σημαίνει «δεύτερο» ντύσιμο κι επίσης να μου προσθέσεις ποιο είναι το «πρώτο».
Δεν υπάρχει ούτε «πρώτο», ούτε «δεύτερο» ντύσιμο και, το σημαντικότερο όλων, οι άνθρωποι δε διακρίνονται σε «πρώτους και δευτέρους» με βάση κανένα κριτήριο.
Ξέρω, θα ισχυριστείς ότι τα ρούχα αντικατοπτρίζουν την προσωπικότητα μας, δηλώνουν πολλά για τον εαυτό μας, είναι το περιτύλιγμα, αλλά, και πάλι, είναι μόνο ρούχα.
«Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά», κι αυτό είναι αποδεδειγμένο.