Κλείσε τα μάτια κι ονειρέψου. Τρέχουν νερά, πολλά νερά, γάργαρα νερά. Κι εσύ ως άλλη Πάμελα στο Baywatch τρέχεις πάνω κάτω στη παραλία. Όλα τα βλέμματα πάνω σου. Τα αρσενικά σταματούν ό,τι κι αν κάνουν. Ο χρόνος παγώνει. Το μόνο που κινείται είσαι εσύ και οι ουρές των σκύλων στο πέρασμά σου. Είσαι καυτή, γυμνασμένη και σέξυ.
Ο ήχος του ανεμιστήρα σε βγάζει απ’ το όνειρο. Είσαι και πάλι εσύ. Με τα παχάκια σου, τα ψωμάκια σου και τις καλά καμουφλαρισμένες αδυναμίες σου. Και ναι, θα ήθελες να είσαι η πιο hot τύπισσα που κυκλοφορεί αλλά δεν είσαι. So fucking what? Είσαι εσύ και δε μασάς. Ποιος δεν έχει ελαττώματα και ψεγάδια;
Πόσο πιο απλά θα ήταν όλα αν ήσουν άντρας σκέφτεσαι. Μια βερμούδα για μαγιό κι έξω απ’ την πόρτα. Ούτε ξύρισμα, ούτε απολέπιση, ούτε ασορτί πετσέτα-καπέλο-σαγιονάρα-πεντικιούρ. Λες και τούτη η εποχή είναι ο εχθρός μας. Όλα στη φόρα χωρίς έλεος. Να θες να πετάξεις τα ρούχα από πάνω σου και να μη μπορείς. Ύψιστη καταπίεση.
Και το χειρότερο όλων δεν είναι που ο ήλιος είναι αμείλικτος κι όλα τα φανερώνει. Το χειρότερο είναι πως χάθηκε το μεγαλύτερο άλλοθι όλων των εποχών. Παλιά είχες να συναγωνιστείς τις υπόλοιπες σουσουράδες της παραλίας. Κοίταγες δεξιά, έλεγες: αυτή έχει ραγάδες και χαμογελούσες χαιρέκακα. Κοίταζες αριστερά κι έλεγες: αυτή έχει στραβά πόδια κι έπαιρνες μια ανάσα. Κοίταζες και τον τύπο στο μπιτσόμπαρο που είχε λίγη κοιλίτσα, μικρή πλάτη, πλαδαρά χέρια κι αν τον ήθελες, τον είχες για πλάκα. Μη σου πω πως και πολύ θα του ‘πεφτες.
Έλα μου, όμως, που ξύπνησαν οι σκλάβοι, Αντωνάκη και σκάνε όλοι στις παραλίες σα μοντέλα σε επίδειξη του Ασλάνη. Θεός σχωρέστον!