του Γιάννη Αραχωβίτη
Γενικώς παρατηρώ, και είναι στην ανθρώπινη φύση, να νομίζουμε ότι ξέρουμε πολλά, ότι είμαστε ειδικοί στις επιχειρήσεις και βαθυγνώστες της ανθρώπινης ψυχολογίας και της συμπεριφοράς.
Γενικώς συμπεριφερόμαστε σαν «ξερόλες». Με ένας ύφος που είναι σαν να λέει. « Εγώ δεν χρειάζεται να μάθω, να ακούσω, να κάτσω στο θρανίο».
Όταν όμως, σε κάποιον τέτοιο τύπο, του απευθύνεις μια ερώτηση , για παράδειγμα «Γιατί είσαι άνεργος;” Ή “γιατί δεν τρως υγιεινά» ‘η «γιατί πιστεύεις στην τάδε φιλοσοφία;” Οι απαντήσεις που θα πάρεις θα είναι αόριστες, θα κατηγορούν διάφορες καταστάσεις, τα επιχειρήματα θα είναι αίολα και αστήριχτα.
Και όταν διπλώσεις την ερώτηση και του πεις «Οκ, αλλά αρκετοί άλλοι φαίνεται να πετυχαίνουν αρκετά πράγματα. Αυτό πως το εξηγείς;” Τότε πολύ εύκολα και βιαστικά ακούς την απάντηση « Έλα μωρέ αυτοί τα πιάνουν, κλέβουν, ήταν τυχεροί, τους έκατσε η καλή κ.λ.π.»
Φαίνεται να μην περνάει καν από το μυαλό τους ότι ενδεχομένως αυτοί (οι πετυχημένοι) μπορεί να έχουν καθημερινούς στόχους, να έχουν δεξιότητες, να έχουν επενδύσει στον εαυτό τους μαθαίνοντας από άλλους που ήξεραν, ότι συνεχώς προσπαθούν για το καλύτερο και ότι συνεχώς παραμένουν ενεργοί μαθητές στην ζωή. Ο σύγχρονος άνθρωπος, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να επενδύει στις γνώσεις τους, στις ικανότητές του, στο πως μπορεί να πετύχει περισσότερα, καλύτερα, ευκολότερα, φτηνότερα και γρηγορότερα αποτελέσματα (προϊόντα/ υπηρεσίες προς τους άλλους) στην ζωή του.