(απόσπασμα από το βιβλίο "Εξυπνον Ενύπνιον. Οι ελεγείες του Duino του Rilke". Οι αριθμοί μέσα στις παρενθέσεις παραπέμπουν στις ελεγείες και τους στίχους, όπως παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου.)
Ο ΙΜΕΡΟΣ
Γύρω από τον ορισμό του ίμερου
Ο έρωτας είναι κυρίαρχο στοιχείο της ζωής και αποτελεί ένα πρόβλημα ασυνορο (4,13). Η περιγραφή του φαίνεται δυνατή, αλλά να κλεισθεί στο στενό χωρο του ορισμού των εννοιών είναι αδυνατο. Ο έρωτας ανηκει στο γένος εκείνω των ολίγων και ηγεμονικών φαινομένων, που δεν ορίζονται. Κάθε ορισμός, είτε βιολογικός (διαίωνιση), είετε αισθησιακος (ηδονή), είτε αισθητικός (ομορφιά), είτε ηθικός (κοινωνική τάξη) κερματίζει και μερικεύει το σώμα του. Μια μεταφυσική θεώρηση θα ημπορούσε ίσως να περιλάβει το όλο, αλλά ο μεταφυσικός είναι πάντοτε ορισμός αόριστος και δεν αναπαυει την γνώση.
Εξ’ αιτίας αυτού, το κεφάλαιο του έρωτα σαν αντικείμενο της θρησκείας, της φιλοσοφίας και της τέχνης δεν κλεινεται. Μόνο το αθλητικό μέτρο της κατάκτησης και το μεγεθος της αδυναμίας αυτών των μεταφυσικών επιδόσεων ημπορεί να δώσει.
Ο έρωτας είναι φαινόμενο ρευστό, ένα διαρκώς συντελούμενο γεγονός. Σαν κατάσταση ηρεμεί μόνο μέσα στο κράτος της μεταβολής. Η μορφή του σχηματίζεται στη ροη, τη στατική ηρεμία του επιδαψιλεύει η αλλαγή, και εαν ησυχάσει, στειρεύει. Την τάξη του, την αρμονική ισορρόπηση, εγγυάται η αντίφαση. Μια αντίφαση τόσο μεγαλόπρεπη και συνεπής, που μόνο μέσα σε εύρος κοσμικόν ημπορεί να συλληφθεί.
Ο έρωτας είναι ο ισσόροπος ρυθμός των κοσμικών ηφαιστείων και γι’ αυτό δεν υποτάσσεται, ούτε περιχωρείται σε ανθρώπινα συστηματα και συντάγματα. Εαν ο μυθικός Ηρακλής εδάμασε τις αυξανόμενες κεφαλές της ύδρας, εδαμάσθηκε απο την ασυγκριτα γονιμώτερη, την πολυκέφαλη και πληθυντική υδρα του ερωτικού άθλου. Και τον ερωτικό άθλο επιχειρησε να εκτελέσει χωρίς να αποκλίνει από τον δρόμο της αρετής, που είχε εκλέξει στην αρχή. Ο τελευταίος χιτώνας του τον εσπάραξε, καθως η ζωή κατασπαράζει τον θάνατο. Και ακριβώς η συγγένεια με τον θάνατο είναι που δίνει στον έρωτα αυτό το απερίληπτο μέγεθος.
Προκειμένου να προσπελασθεί το φαινόμενο του έρωτα, εγείρεται σαν πρώτη και βασική η αξίωση να συναρτηθεί με το πρόβλημα του θανάτου. Ο έρωτας είναι ο αμφιθαλής αδελφός του θανάτου. Των δυο αντιπάλων η άσπονδη φιλία οργανώνει το παιχνίδι της αναγκαιότητας και ο διάλογος της αμοιβαίας φθοράς τους ανανεώνει το μυστήριο της ζωής. Το οντολογικό κύρος της κάθε αρχη το αντλεί απο το τέλος της και αντιστροφα.
Ο έρωτας πεθαίνει δια του θανάτου και ο θάνατος γεννιέται δια του έρωτος. Ο θνήσκοντας έρωτας ή ο γεννώμενος θάνατος σαν αναγκαία εννοιολογικά συμπλέγματα αποκαλύπτουν το παράδοξο της οντολογικής συνέργιας. Η αντιληψη που συσχετίζει τον έρωτα και τον θάνατο σ’ ενα τρίτο επίπεδο κοινότητας και πρόθεσης αγαπητικής, είναι αρχαία και πλούσια και τη βρίσκουμε ολοκάθαρη στην απλότητα της λαϊκής ψυχής και στις θρησκευτικές διδασκαλίες.
Η αντίληψη αυτή στο Rilke ευρήκε τον αυθεντικότερο παιδαγωγό. Οι ελεγείες του Duino είναι το έργο της ερωτικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας του θανάτου. Η ελληνική λέξη ίμερος –λέξη ποιητική- αποδίδει πιστότερα τα βαθειά υποστρώματα της ερωτικής ορμής και οδηγεί σε ένα καθολικό ιδεασμό, που αντιστοιχεί προς τη φροϋδική libido. Το βάρος του προβλήματος στις ελεγείες δεν ευρίσκεται στην επιφάνεια, αλλα στα αφανή και σκοτεινά βάθη. Ο ερωτικος χυμός, το αψυ αίμα του Ποσειδώνα (3,8), ξεκινώντας απο τις στοές του άγνωρου και τα ταραγμενα σπήλαια της νυχτας (3,10) σφύζει και αγριαίνεται στις φλέβες της τρικυμίας. Η σκιά του ερωτικού δέντρου είναι βαρειά, η θρόηση των φυλλωμάτων πολεμική και οι καρποί κρύβουν με προσοχή στο μυχό της κόκκινης σάρκας το σπόρο του θανάτου (4,78).