Η Mookie, η χελώνα μου με τα κόκκινα μάτια, ξαφνικά σταμάτησε να τρώει. Όχι μόνον αυτό, αλλά δεν ενδιαφέρονταν και για το τι υπήρχε γύρω της. Καλέσαμε τον κτηνίατρο, ο οποίος εξήγησε ότι η Mookie μπήκε στα εφηβικά της χρόνια και ήθελε να κυνηγήσει, όπως ακριβώς θα έκανε και αν ζούσε στο φυσικό της περιβάλλον. Η φύση την είχε φτιάξει για να απολαμβάνει κάποιες δραστηριότητες, και χωρίς αυτές, η ζωή δεν ήταν ευχάριστη πιά.
«Δώστε της ψάρια για να φάει», συμβούλεψε, και έτσι πήγαμε μέχρι το κατάστημα για ζώα. Καθώς στεκόμαστε μπροστά στα ενυδρεία γεμάτα με διαφόρων ειδών πολύχρωμα γυαλιστερά χρυσόψαρα, η Μαμά βίωνε φανερά κάποια εσωτερική σύγκρουση.
«Δεν θέλω το Βασίλειο των Ζώων να διαδραματίζεται μέσα στο καθιστικό μας», είπε, «αλλά αγαπάμε την Mookie… και θέλουμε να είναι καλά… και εξαρτάται από εμάς να διασφαλίσουμε ότι έχει όλα όσα χρειάζεται…»
Βρίσκοντας το κουράγιο να κάνει μια αποτρόπαια πράξη για χάρη της αγαπημένης μας χελώνας, η Μαμά ζήτησε από έναν υπάλληλο του καταστήματος να βγάλει ένα ψάρι από το ενυδρείο.
«Θα έπρεπε να πάρετε μια δωδεκάδα», είπε αυτός, φανερά ενοχλημένος.
«Θέλουμε μόνον ένα σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά», είπα. Ο πωλητής γούρλωσε τα μάτια του και ψάρεψε ένα ψάρι για τροφή αξίας δεκατριών σέντς έξω από το ενυδρείο με ένα δίκτυ.