Η διαδικασία της γήρανσης είναι κάτι που συμβαίνει σε όλους μας και σχεδόν σε κάθε είδος σε αυτόν τον πλανήτη. Το ερώτημα όμως είναι: «θα πρέπει να συμβαίνει;». Σε μια πρόσφατη δημοσίευση στο περιοδικό Genes & Development το εργαστήριο του Δρ Holger Richly στο Institute of Molecular Biology (IMB) στο Mainz της Γερμανίας, ανακάλυψαν ορισμένες από τις πρώτες γενετικές αποδείξεις που ενδέχεται να δίνουν απάντηση σε αυτό το ερώτημα.
Η φυσική επιλογή, όπως εξήγησε ο Δαρβίνος, καταλήγει στα καταλληλότερα υποκείμενα για ένα δεδομένο περιβάλλον, τα οποία θα επιβιώσουν και θα μεταδώσουν τα γονίδια στην επόμενη γενιά. Όσο πιο αποτελεσματικό είναι ένα χαρακτηριστικό στο να προωθεί την αναπαραγωγική επιτυχία, τόσο πιο δυνατή είναι η επιλογή του χαρακτηριστικού αυτού. Θεωρητικά, αυτό θα πρέπει να προωθεί άτομα με χαρακτηριστικά τέτοια, ώστε να αποτρέπεται η γήρανση, καθώς τα γονίδιά τους θα μπορούν να κληροδοτούνται σχεδόν διαρκώς. Έτσι, παρά τα προφανή γεγονότα περί του αντιθέτου, από την οπτική της εξέλιξης η γήρανση δεν θα πρέπει να συμβαίνει ποτέ.
Αυτή η γενετική αντίφαση επιχειρήθηκε να ερμηνευτεί το 1953 με την υπόθεση της ανταγωνιστικής πλειοτροπίας του George C. Williams. Σύμφωνα με αυτήν, η φυσική επιλογή εμπλουτίζει τα γονίδια που προωθούν την αναπαραγωγική επιτυχία, αλλά τελικά αγνοεί τα αρνητικά αποτελέσματα που έχουν για τη μακροζωία. Αυτό γίνεται όταν αυτά τα αρνητικά αποτελέσματα συμβαίνουν μετά την έναρξη της αναπαραγωγής. Ουσιαστικά, αν μια γενετική μετάλλαξη καταλήγει σε περισσότερους επιγόνους, αλλά μειώνει τη διάρκεια ζωής, τότε είναι εντάξει. Αυτό συμβαίνει επειδή μπορούν να υπάρχουν περισσότεροι απόγονοι που έχουν τα γονίδια των γονέων σε ένα συντομότερο χρόνο, ώστε υπάρξει αντιστάθμιση. Έτσι, με το πέρασμα του χρόνου, αυτές οι μεταλλάξεις επιλέγονται και έτσι η γήρανση περνάει στο DNA μας. Ενώ αυτή η θεωρία έχει αποδειχθεί μαθηματικά και οι συνέπειές της έχουν καταδειχθεί στον πραγματικό κόσμο, δεν υπήρχαν αποδείξεις στο επίπεδο της συμπεριφοράς των γονιδίων.