Σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 3 εδάφιο δ' του σχεδίου νόμου για τον "Ενιαίο φόρο ιδιοκτησίας ακινήτων", οι φορολογικοί έλεγχοι σε κατοικία μπορούν να γίνουν και χωρίς εντολή του αρμόδιου Εισαγγελέα, εάν η κατοικία έχει δηλωθεί ως χώρος άσκησης επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Πρόκειται για μια διάταξη, η οποία θα πρέπει να βρίσκεται σε συμβατότητα με το άρθρο 9 του Συντάγματος, κατά το οποίο:
"1. Η κατοικία του καθένα είναι άσυλο. Η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη. Καμία έρευνα δεν γίνεται σε κατοικία, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος και πάντοτε με την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας.
2. Οι παραβάτες της προηγούμενης διάταξης τιμωρούνται για παραβίαση του οικογενειακού ασύλου και για κατάχρηση εξουσίας, και υποχρεούνται σε πλήρη αποζημίωση του παθόντος όπως ο νόμος ορίζει".
Έχουμε δηλαδή την περίπτωση που ο κοινός νομοθέτης αναζητά τρόπο διείσδυσης στο άσυλο της κατοικίας, προκειμένου να εξυπηρετηθεί το δημόσιο συμφέρον της διενέργειας του φορολογικού ελέγχου. Ενώ σε κάθε περίπτωση ο έλεγχος προϋποθέτει σχετική εισαγγελική εντολή ("ο εκπρόσωπος της δικαστικής εξουσίας"), εάν, λέει ο πολίτης έχει δηλώσει την κατοικία του ως επαγγελματική έδρα χάνεται η συνταγματική προστασία της ασυλίας. Δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος που να δικαιολογεί, ακόμη και υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος) την παράκαμψη της εισαγγελικής αρχής για τέτοιου είδους έρευνες.