ΤΟ ΟΡΑΜΑ
Ακουσες την Κραυγή και κίνησες. Πέρασες από αγώνα σε αγώνα όλες τις πολεμικές θητείες του στρατευόμενου ανθρώπου.
Πολέμησες μέσα στο μικρό τσαντίρι του κορμιού σου, μάνα, στενή σου φάνταξε η παλαίστρα, πνίγουσουν, και χύθηκες να ξεφύγεις.
Στρατοπέδεψες στη ράτσα σου, γιόμωσες χέρια και καρδιές, ανάστησες με το αίμα σου τους φοβερούς προγόνους και κίνησες μαζί με τους νεκρούς, τους ζωντανούς και τους αγέννητους να πολεμήσεις.
Και μονομιάς όλες οι ράτσες κίνησαν μαζί σου, το ίερό στράτεμα του ανθρώπου ανασυντάχτηκε ξοπίσω σου, όλη η γης βούισε σα στρατόπεδο.
Ανέβηκες, κι από αψηλή κορφή αλάκερο το σχέδιο της μάχης διακλαδώθηκε μέσα στους γύρους του μυαλού σου κι όλες οι αντιμαχόμενες εκστρατείες έσμιξαν στο μυστικό στρατόπεδο της καρδιάς σου.
Κι από πίσω συντάχτηκαν τα ζώα και τα φυτά, σα μεταγωγικά στα μαχόμενα μπροστά στρατέματα του ανθρώπου.
Τώρα η Γης αλάκερη πιάστηκε απάνω σου, έγινε κορμί σου, φωνάζει μέσα στο χάος.