Κατά τον – 7ον αιώνα και ενώ εσυνεχίζετο ο Β΄ Ελληνικός αποικισμός, παρουσιάστηκε η ανάγκη καταγραφής και προσαρμογής του άγραφου δικαίου, σε έναν κώδικα νόμων, ο οποίος θα ήταν εις θέσιν να εγγυηθεί την κοινωνικήν ηρεμίαν και την εύρυθμον λειτουργίαν των πόλεων-κρατών και των αποικιών τους.
Κάτω από αυτήν την αναγκαιότητα, πολλές πόλεις ανέθεταν σε σπουδαίους άνδρες, οι οποίοι έχαιραν του σεβασμού και της αποδοχής των συμπολιτών τους, να συντάσσουν νόμους, τους οποίους οι πόλεις ανελάμβαναν την υποχρέωσιν να τηρήσουν!
Οι άριστοι αυτοί άνδρες, ονομάζονταν νομοθέτες ή αισυμνήτες, εθεωρούντο άνδρες ιεροί και σεβαστοί, ως εμπνεόμενοι από τον Δία, τον προστάτην του Δικαίου, και κανείς εκ των συμπολιτών τους δεν επιτρεπόταν να τους βλάψει.
Τέτοιοι γνωστοί νομοθέτες ήταν ο Ζάλευκος, ο Σόλων, ο Χαρώνδας, ο Λυκούργος, ο Χίλων, ο Κλεισθένης, κ.α.
Διά την ζωήν του Χαρώνδου, δεν έχουν διασωθεί αρκετές πληροφορίες. Έχει όμως διασωθεί ένα μεγάλο τμήμα του νομοθετικού του έργου, μέσα από τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων. Θεωρείται από τους σπουδαιότερους νομοθέτες της αρχαιότητος.
Έζησε ανάμεσα στον – 7ον και στον – 6ον αιώνα και ως πόλη της καταγωγής του φέρεται η Κατάνη της Σικελίας.
Οι νόμοι του ήταν πρωτοποριακοί και εκτός από την πατρίδα του, διά την οποίαν ενομοθέτησε, εφαρμόσθηκαν και από άλλες πόλεις της Σικελίας και της Κάτω Ιταλίας.
Αλλά ας δούμε μερικούς από τους νόμους του νομοθετικού του έργου, όπως αυτοί διεσώθησαν από την αρχαιοελληνικήν γραμματείαν: