Παράξενες Ιστορίες
• Είµαστε στην Αγγλία , το δωδέκατο µ . χ . αιώνα , στο µικρό χωριό Γούλφπιτς , επτά περίπου µίλια µακριά από τη κωµόπολη του Μπάρυ Σεντ Έντµουντς . Είναι µια ζεστή καλοκαιρινή ηµέρα και µερικοί χωρικοί ασχολούνται µε τις αγροτικές εργασίες τους , όχι µακριά από κάτι αρχαία χαντάκια ή « λάκκους », τα οποία οι ίδιοι ονοµάζουν «
Λάκκους του Λύκου » ή " Γούλφ - Πιτς ", από όπου πήρε και το όνοµά του το χωριό . Είµαστε στην Αγγλία , το δωδέκατο µ . χ . αιώνα , στο µικρό χωριό Γούλφπιτς , επτά περίπου µίλια µακριά από τη κωµόπολη του Μπάρυ Σεντ Έντµουντς . Είναι µια ζεστή καλοκαιρινή ηµέρα και µερικοί χωρικοί ασχολούνται µε τις αγροτικές εργασίες τους , όχι µακριά από κάτι αρχαία χαντάκια ή « λάκκους », τα οποία οι ίδιοι ονοµάζουν « Λάκκους του Λύκου » ή " Γούλφ - Πιτς ", από όπου πήρε και το όνοµά του το χωριό .Κανείς στο χωριό δεν ξέρει ποιος τα έσκαψε , αλλά οι περισσότεροι πιστεύουν ότι είναι , µερικώς τουλάχιστον , τεχνητά και σίγουρα πολύ αρχαία . Ξαφνικά οι χωρικοί αντιλαµβάνονται δυο νεαρά παιδιά να περιπλανώνται σα χαµένα ανάµεσα στους « λάκκους του λύκου ». Ένας - δυο απ ’ αυτούς ξεκινούν να δουν ποια είναι , τι τους συµβαίνει , να τα βοηθήσουν αν χρειάζεται . Από µακριά οι µορφές τους φαίνονται άγνωστες και τα ρούχα τους παράξενα . Όταν τα πλησιάζουν µένουν άναυδοι . Όχι τόσο από την εµφάνισή τους , όσο από το χρώµα του προσώπου τους . Κοιτάνε µετά τα χέρια και τα πόδια τους και παρατηρούν και σε αυτά την ίδια παράξενη απόχρωση : το δέρµα τους δεν είναι άσπρο , ή έστω καφετί , ή ακόµα µαύρο , αλλά πράσινο , πράσινο σαν της ελιάς ! Κατά τα άλλα , τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά τους είναι τελείως ανθρώπινα σαν οποιουδήποτε νεαρού ΆγγλουΟι χωρικοί προσπαθούν απορηµένοι να επικοινωνήσουν µαζί τους και τα ρωτούν από πού είναι , πώς τα λένε , πώς βρέθηκαν εκεί πέρα . Τα παιδιά όµως δε δείχνουν να τους καταλαβαίνουν και τους απαντούν σε µια τελείως άγνωστη γλώσσα . Εν τω µεταξύ έχουν πλησιάσει και οι υπόλοιποι χωρικοί και παρακολουθούν εµβρόντητοι τη σκηνή . Τελικά αποφασίζουν να πάρουν τα παιδιά µαζί τους στο χωριό . Αυτά δείχνουν πεινασµένα και ταλαιπωρηµένα και έτσι φθάνοντας στο χωριό τους δίνουν αµέσως να φάνε διάφορα πράγµατα . Προς έκπληξή τους τα παιδιά αρνούνται να αγγίξουν τις άγνωστες , όπως φαίνεται , γι ’ αυτά τροφές . Όταν όµως τους δείχνουν µερικά βλαστάρια φασολιών τα αρπάζουν µε λαιµαργία , αλλά αντί να ανοίξουν τα περικάρπια , προσπαθούν να ανοίξουν τα κοτσάνια , σα να είχαν συνηθίσει να κάνουν κάτι τέτοιο . Μη βρίσκοντας όµως τίποτα µέσα στους µίσχους , ξεσπούν σε γοερά κλάµατα ...
Τελικά τα παιδιά έµαθαν να τρώνε τις καινούργιες τροφές . Παρόλα αυτά το νεαρό αγόρι συνεχώς αδυνάτιζε και , δυστυχώς , µετά από λίγα χρόνια πέθανε . Φαίνεται πως το σοκ του νέου κόσµου ήταν πολύ ισχυρό γι ’ αυτό . Αντίθετα , το κορίτσι προσαρµόσθηκε αρκετά εύκολα στο νέο περιβάλλον . Τελικά µεγάλωσε , έγινε µια όµορφη γυναίκα και παντρεύτηκε αργότερα ένα τζέντλεµαν από το γειτονικό χωριό του Κινκς Λυν . Με το χρόνο είχε χάσει την πράσινη χροιά του δέρµατός της και ήταν όπως ακριβώς και οι άλλοι . Όταν έµαθε καλύτερα την Αγγλική γλώσσα µε τον σύζυγό της , αυτός τελικά τη ρώτησε από πού ήταν και πώς έφτασε στο κόσµο µας .
Η γυναίκα περιέγραψε το κόσµο της σα µια υπόγεια χώρα µε τεράστια σπήλαια , που την ονόµαζαν " Χώρα του Σεν Μαρταίν ". Αυτή φωτιζόταν από ένα « λυκόφως », αλλά στην απέναντι πλευρά του µεγάλου υπόγειου ποταµού που έρεε κοντά της , υπήρχε µια άλλη χώρα , πιο λαµπρά φωτισµένη . Κάποια µέρα αυτή και ο αδελφός της , ενώ οδηγούσαν κάποιο είδος υπόγειων ζώων , άκουσαν έναν ήχο σαν « καµπάνες » να έρχεται από µια από τις στοές που περιέβαλαν την υπόγεια χώρα τους . Γεµάτοι περιέργεια µπήκαν µέσα της και ακολούθησαν την απότοµη , ανηφορική κλίση της . Μετά από λίγες « µέρες » βρέθηκαν πεινασµένοι και κουρασµένοι στην έξοδό της . Βγαίνοντας έξω τυφλώθηκαν από το λαµπερό ήλιο της Βρετανικής υπαίθρου και παραπατώντας ανάµεσα στους « λάκκους του λύκου » προσπάθησαν να ξαναβρούν το µικρό άνοιγµα από το οποίο είχαν βγει . ∆εν τα κατάφεραν όµως , εξ ’ αιτίας του εκτυφλωτικού ήλιου . Σε αυτό περίπου το σηµείο τους ανακάλυψαν οι χωρικοί και τους πήραν στο χωριό .
Η προηγούµενη παράξενη ιστορία των δυο νεαρών παιδιών δεν είναι µύθος ή µυθιστόρηµα , αλλά ένα καλά τεκµηριωµένο γεγονός . Αναφέρεται από τον Άγγλο µοναστικό χρονικογράφο του δωδεκάτου αιώνος «Gervase of Tilbury". Η ίδια ιστορία αναφέρεται επίσης στα γραπτά πολλών άλλων χρονικογράφων εκείνης της εποχής , ή λίγο αργότερα , όπως στο «HistoriaRerum Anglicarum» του William of Newbury (1136-1198), στο «Hronicon Anglicarum» του Ηγουµένου Ralph της Coggeshall και από τους χρονικογράφους Giraldus Cambrensis και Walsingham. Όλοι τους ορκίσθηκαν ότι η ιστορία είναι αληθινή .
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.