Είναι γνωστό ότι ευχετήριες κάρτες υπάρχουν στο εμπόριο για ποικίλα εορταστικά, οικογενειακά, προσωπικά γεγονότα του ημερολογιακού κύκλου και της κοινωνικής ζωής. Κάρτες με έντυπα (μικρο)κείμενα ευχετικών μηνυμάτων αποστέλλονται συνήθως για ευχάριστα γεγονότα της οικογενειακής ζωής (γέννηση, βάπτιση, αρραβώνας, γάμος, ονομαστικές γιορτές, γενέθλια), πανεπιστημιακές και άλλες επαγγελματικές επιτυχίες, όπως επίσης στην καθιερωμένη πια και στη χώρα μας γιορτή του αγίου Βαλεντίνου των ερωτευμένων (14 Φεβρουαρίου), στη γιορτή της Μητέρας (δεύτερη Κυριακή του Μαΐου) και φυσικά στις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης (Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά, Πάσχα). Οι κάρτες αυτές λειτουργούν ως (επικοινωνιακοί) αγγελιαφόροι εορταστικών μηνυμάτων, συμμετοχικής στοργής και αγάπης και παράλληλα υποδηλώνουν τις κοινωνικές τάσεις, ιδέες και επιθυμίες. (Είναι ενδιαφέρον θέμα λαογραφίας η μελέτη τους).
Οι περισσότερες ευχετήριες κάρτες αποστέλλονται (θα έλεγα καλύτερα ανταλλάσσονται) την περίοδο του Δωδεκαημέρου, στο οποίο γιορτάζεται η γέννηση του Χριστού και η μετάβαση στον καινούριο χρόνο (Πρωτοχρονιά). Τα ταχυδρομεία διακινούν εκατομμύρια κάρτες με κίνητρο, στο βάθος, την ανθρώπινη διάθεση και ανάγκη για έκφραση προσωπικών ευχών και της επιθυμίας για την επίτευξη καλύτερων συνθηκών ζωής µέσα από κορυφαία («διαβατήρια») εορταστικά γεγονότα και κατ’ εξοχήν βέβαια µε την ευκαιρία της έναρξης μιας νέας χρονικής περιόδου. Παρά το γεγονός ότι στις μέρες μας αποστέλλονται και πολλά μηνύματα μέσω κινητών τηλεφώνων ή του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εν τούτοις η ανταλλαγή Χριστουγεννιάτικων και Πρωτοχρονιάτικων καρτών, εξακολουθεί να είναι μια δημοφιλέστατη εθνική συνήθεια.
Στις χριστουγεννιάτικες κάρτες απεικονίζονται κατά κύριο λόγο η γέννηση του Χριστού µε τη φάτνη και τα ζώα, οι τρεις μάγοι με τα δώρα, άγγελοι και αστέρια, αλλά και, πιο πέρα από τις βιβλικές «προδιαγραφές», χιονισμένες εκκλησιές και καμπάνες, αναµμένα κεριά και φανάρια, το χριστουγεννιάτικο έλατο, ομάδες παιδιών που ψάλλουν τα κάλαντα, το έλκηθρο (με ή χωρίς τον Άγιο Βασίλη) των ταράνδων, ο γενειοφόρος Άγιος Βασίλης με την παραδοσιακή φορεσιά και τα δώρα ή σκόρπια φύλλα ημερολογίου. Υπάρχουν ακόμη κάρτες που εικονογραφούν, λόγω εποχής, χιονισμένα σπίτια και δέντρα, τη σπιτική θαλπωρή με τα γλυκίσματα και τα δώρα, κάρτες-φωτογραφίες βυζαντινών εικόνων, αλλά και άλλα θέματα, που είναι ασφαλώς συνέπεια του ευρηματικού εμπορικού «δαιµονίου». Το στερεότυπο ευχετικό (μικρο)κείμενο των καρτών (από ορισμένα ωστόσο είδη απουσιάζει ως εννοούμενο) είναι συνήθως «Καλά Χριστούγεννα και ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος» - «Merry Christmas and Happy New Year»…
Ποιά όμως είναι η ιστορία της χριστουγεννιάτικης κάρτας, που αποτελεί αναπόσπαστο συμπλήρωμα των Εορτών; Στο θέμα αυτό έχουμε τη συνδρομή της λαογραφικής βιβλιογραφίας. Η Αγγλίδα λαογράφος Margaret Baker αναφέρει ότι, αν και η Εκκλησία είχε απαγορεύσει τα ρωμαϊκά πρωτοχρονιάτικα δώρα μαζί με άλλες ειδωλολατρικές συνήθειες, αυτά επανεμφανίστηκαν τον 15. αι. στις Γερμανικές ευχετήριες κάρτες (Andachtsbilder), λατρευτικές εικόνες για το σπίτι με το θείο βρέφος να φέρει ένα σταυρό και τις λέξεις «Ein gut selig Jar» (= Καλός κι ευλογημένος χρόνος). Η έκδοση τέτοιων καρτών δεν είχε συνέχεια τότε, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις. Κυκλοφόρησαν όμως και πάλι στα τέλη του 18. αι. αλλά ως απλά επισκεπτήρια µόνο, χωρίς ιδιαίτερη θρησκευτική σημασία. Τα εποχικά αυτά επισκεπτήρια χρησιμοποιήθηκαν προπάντων στην Αυστρία, στη Γερμανία και στη Γαλλία.
Η Christina Hole, επίσης λαογράφος, μας πληροφορεί εξ άλλου ότι στον 18. και 19. αι. στη Βρετανία συνήθιζαν να στέλλουν εκφράσεις φιλοφρόνησης, που σχετίζονταν με την ψυχοσύνθεση των αποστολέων, σε ορισμένους φίλους τα Χριστούγεννα η σε άλλες σημαντικές στιγμές. Οι εκφράσεις αυτές γράφονταν σε ειδικά κατασκευασμένα φύλλα χαρτιού με επικεφαλίδες και διακοσμητικά πλαίσια. Τα ίδια φύλλα χαρτιού περίπου, με μικρές ευχετικές προτάσεις που έδειχναν και την πρόοδό τους στη γραφή, έδιναν και μαθητές των σχολείων στο τέλος της χειμερινής περιόδου. Τέτοια διακοσμητικά φύλλα χαρτιού, σημειώνει η Hole, διατέθηκαν στο εμπόριο σε μεγάλες ποσότητες το πρώτο μισό του 19. αι.
Όλα αυτά μπορούμε να πούμε ότι αποτελούν ένα είδος προϊστορίας της χριστουγεννιάτικης κάρτας, η οποία φαίνεται να είναι τελικά αγγλική επινόηση. Την πατρότητά της διεκδικεί κατ’ αρχήν ο William Egley, o οποίος φέρεται ως ο σχεδιαστής της πρώτης κάρτας αυτού του είδους, το 1842 (;), η οποία είναι σήμερα απόκτημα του Βρετανικού Μουσείου. Η χρονολογία της δεν ξεκαθαρίζεται εντελώς, δεν διακρίνεται δηλαδή καθαρά ο τελευταίος αριθμός, αν είναι 2 ή 9 (1842 ή 1849), κάτι που έχει σημασία, όπως θα δούμε παρακάτω. Άλλοι διεκδικητές της «πρωτιάς» είναι ο κληρικός Edward Brandley από το Newcastle και ο διευθυντής του School Design του Birmingham WA. Dobson, οι οποίοι έστειλαν το 1844 κάρτες σε φίλους τους µε λιθογραφικές ευχές (o πρώτος) και ζωγραφισμένες στο χέρι (o δεύτερος).
Ο Sir Henry Cole (1808-1882), όμως, συγγραφέας και πρόεδρος της Society of Arts, θεωρείται ως ο εμπνευστής και δημιουργός των χριστουγεννιάτικων καρτών. Στο όνοµά του συγκλίνουν οι απόψεις της Baker και της Hole. Αυτός το 1843 ανέθεσε στον καλλιτέχνη John Calcott Horsley (1817-1903) να σχεδιάσει μια χριστουγεννιάτικη κάρτα, η οποία κυκλοφόρησε το 1846 από το Summerly Home Treasury Office και πούλησε περίπου χίλια αντίτυπα.
Έκτοτε οι χριστουγεννιάτικες κάρτες έγιναν δημοφιλείς και διαδόθηκαν σε όλο τον κόσμο.
Μερικά χρόνια αργότερα η μόδα της κάρτας έφθασε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία και στις χώρες της Ευρώπης.
Από αυτές τις τελευταίες η Δανία θεωρείται η πιο φημισμένη στις πωλήσεις καρτών. Και αυτό γιατί, παρά τον οπωσδήποτε ευάριθμο πληθυσμό της, διακινεί κάθε χρόνο πενήντα περίπου εκατομμύρια κάρτες.
Στην Ελλάδα οι χριστουγεννιάτικες και πρωτοχρονιάτικες κάρτες παρουσιάστηκαν στα τέλη του 19. και τις αρχές του 20. αι. Έλληνες μετανάστες στις ΗΠΑ, στον Καναδά και στην Αυστραλία είναι αυτοί που κυρίως αντήλλασσαν με τους δικούς τους, στην πατρίδα, τις πρώτες ευχετήριες κάρτες. Το ίδιο άρχισε να συμβαίνει, σε αυξημένο μάλιστα βαθμό, και µε τους Έλληνες του εσωτερικού.
Στα χρόνια που ακολούθησαν και μέχρι σήμερα οι χριστουγεννιάτικες κάρτες, με τη συνακόλουθη ανάπτυξη των εκτυπωτικών τεχνών, διατίθενται σε μεγάλα ποσοτικά μεγέθη. Στον όγκο αυτόν οφείλεται, κατά ένα µέρος, και η διανοµή τους στους αποδέκτες από τα ελληνικά ταχυδρομεία… «κατόπιν εορτής»! (Ένα χρήσιµο τεύχος με παλαιότερες πρωτοχρονιάτικες κάρτες της περιόδου 1890-1920 κυκλοφόρησε από το περιοδικό «Συλλογές» το 1986 με την επιμέλεια του Νίκου Μολόχα).
Σήμερα οι χριστουγεννιάτικες κάρτες εκτυπώνονται από εκδοτικές εταιρείες, φιλανθρωπικά ιδρύματα, θρησκευτικά σωματεία, οργανώσεις ατόμων με ειδικές ανάγκες κ.λπ. Μνημονεύω ωστόσο εδώ τις σειρές εορταστικών καρτών της UNICEF και της Εταιρείας Σπαστικών, οι οποίες εξυπηρετούν καθαρά κοινωνικούς σκοπούς, γι’ αυτό και το κοινό τις αγοράζει με ιδιαίτερη ευαισθησία. Οι σημερινές κάρτες είναι πια προϊόντα της εμπορευματικής οικονομίας. Από την άλλη μεριά παρέχεται η δυνατότητα εργασίας σε χαράκτες, καλλιτέχνες, τυπογράφους και εμπόρους.
Από το βιβλίο: Νεωτερική Ελληνική Λαογραφία
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.