Κάποτε βασίλευε σε ένα νησί της Κεντρικής Αμερικής ένας πολύ
ισχυρογνώμων βασιλιάς. Μια μέρα του ήρθε η ιδέα να φτάσει και να
ακουμπήσει το φεγγάρι. «Γιατί όχι;» μονολόγησε. «Βασιλιάς είμαι, ό,τι θέλω
κάνω».
Κάλεσε τον πρωτομάστορα στα ανάκτορα:
— Θέλω να μου φτιάξεις έναν πύργο που να φτάνει ως το φεγγάρι, τον
διέταξε.
— Στο φεγγάρι; Είπατε «στο φεγγάρι;»
— Ακριβώς αυτό είπα. Και να τον φτιάξεις σύντομα.
Ο πρωτομάστορας πήγε και βρήκε τους μαστόρους, σκέφτηκαν το θέμα,
μα λύση δεν έβρισκαν.
Σε λίγες μέρες ο βασιλιάς τον ξανακάλεσε στο παλάτι:
— Πέρασαν τρεις μέρες και δεν βλέπω κανένα πύργο πουθενά! Γιατί
αργεί τόσο πολύ;
— Μεγαλειότατε, νομίζαμε ότι αστειεύεστε. Δεν ξέρουμε πώς να
φτιάξουμε πύργο ως το φεγγάρι.
— Δεν με νοιάζει πώς θα τον φτιάξετε, αγρίεψε ο βασιλιάς. Αν όμως δεν
τον φτιάξετε, προτιμώ να μη σκεφτώ τι θα πάθετε.
Ο πρωτομάστορας έφυγε τρομαγμένος, βρήκε πάλι τους συνεργάτες του
και άρχισαν να φτιάχνουν σχέδια. Σε λίγο ξαναπήγε στον βασιλιά.
— Έχουμε ένα σχέδιο που μάλλον θα πετύχει, αλλά θα χρειαστούμε
κάθε κουτί και κιβώτιο που υπάρχει στη χώρα.
Ο βασιλιάς έδωσε διαταγή να μαζευτούν αμέσως όλα τα κιβώτια που
υπήρχαν σε κάθε σπίτι στη χώρα: μπαούλα, αμπάρια, κασέλες, ντουλάπες,
πάγκοι, τραπέζια -τα πάντα.
Τα έβαλαν όλα το ένα πάνω στο άλλο και ο πύργος έφτασε πολύ ψηλά,
αλλά και πάλι ήταν μακριά ακόμα από το φεγγάρι.
— Θα χρειαστεί να κόψουμε όλα τα δέντρα της χώρας, είπε δειλά ο
πρωτομάστορας.
— Και γιατί ρωτάτε, τα λυπάστε; έκανε σκληρά ο βασιλιάς.
Έκοψαν όλα τα δέντρα της χώρας, ακόμα και τα πιο μικρά και
έφτιαξαν κουτιά. Ο πύργος ψήλωσε ακόμα περισσότερο.
— Θέλετε να ανεβώ εγώ πρώτος για λόγους ασφαλείας;
προθυμοποιήθηκε ο πρωτομάστορας.
— Αστειεύεσαι! έκανε ο βασιλιάς. Ήταν δική μου ιδέα και θέλω εγώ να
πάρω τη δόξα να αγγίξω πρώτος το φεγγάρι.
Και άρχισε να ανεβαίνει στον ατέλειωτο σωρό των κουτιών. Μόλις
έφτασε στην κορυφή ήταν κοντά στο φεγγάρι -αν άπλωνε το χέρι του σχεδόν
θα το άγγιζε, τουλάχιστον έτσι νόμιζε.
— Λίγα κουτιά ακόμα και το φτάνω! Φέρτε μου μερικά κουτιά ακόμα!
τους φώναξε από ψηλά.
— Μεγαλειότατε, έχουμε χρησιμοποιήσει όλα τα κουτιά, έχουμε κόψει
όλα τα δέντρα της χώρας. Πρέπει να κατεβείτε.
— Δεν θα κατεβώ χωρίς να ακουμπήσω το φεγγάρι, ούρλιαξε ο
βασιλιάς. Δεν πρόκειται τίποτα να με σταματήσει πια.
Ξαφνικά του ήρθε μια φαεινή ιδέα:
— Ηλίθιοι! τους φώναξε. Βγάλτε κουτιά από κάτω και δώστε τα να τα
βάζω στην κορυφή για να φτάσω το φεγγάρι.
— Πολύ πεισματάρης είναι ο βασιλιάς μας, σκέφτηκε ο πρωτομάστορας,
αλλά δεν μπορώ να παρακούσω τη βασιλική διαταγή.
Και τράβηξε το πρώτο κουτί από τη βάση του πύργου. Δεν χρειάζεται να
σας πω τη συνέχεια...
(Δομινικανή Δημοκρατία)
Η Σοφία των Λαών, 111 θαυμάσιες ιστορίες από όλο τον κόσμο
Χρήστος Μαγγούτας
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.