Βρέφη και παιδιά:
Τα βρέφη που καταναλώνουν αγελαδινό γάλα έχουν 14 φορές μεγαλύτερη
πιθανότητα να πεθάνουν από επιπλοκές διάρροιας και 4 φορές μεγαλύτερη
πιθανότητα να πεθάνουν από πνευμονία, σε σχέση με τα βρέφη που τρέφονται
με μητρικό γάλα. Ακόμα, ένας παράγοντας που έχει συνδεθεί με το
σύνδρομο αιφνίδιου θανάτου των βρεφών είναι η δυσανεξία και η αλλεργία
στο αγελαδινό γάλα (εύρημα της μελέτης που δημοσιεύθηκε σε ένα από τα
πιο αναγνωρισμένα ιατρικά περιοδικά, το The Lancet, τον Νοέμβριο του
1994).
Δεν
αρκεί το να θηλάζουν τα βρέφη για να είναι προστατευμένα από τις
πιθανές δυσμενείς επιδράσεις του αγελαδινού γάλακτος. Θα πρέπει να το
αποφεύγουν και οι μητέρες τους που τα θηλάζουν. Και αυτό γιατί με τον
θηλασμό μεταφέρονται στο παιδί είτε κάποια αντιγόνα του αγελαδινού
γάλακτος, είτε κάποια αντισώματα που η ίδια η μητέρα έχει προς το
αγελαδινό γάλα (μία μελέτη για το εν λόγω θέμα είναι αυτή που
δημοσιεύθηκε στο Pediatrics το 1983, η οποία έδειξε ότι στα βρέφη που
τρέφονται με μητρικό γάλα, η εκδήλωση κολικών συνδέεται με την
κατανάλωση αγελαδινού γάλακτος από τη μητέρα τους).
Σύμφωνα
με την American Academy of Allergy, Asthma and Immunology, το αγελαδινό
γάλα αποτελεί την πρώτη και τη σημαντικότερη αλλεργιογόνο τροφή για τα
παιδιά.
Μία
συχνή εκδήλωση της αλλεργίας στο γάλα και στα γαλακτοκομικά προϊόντα
είναι η αυξημένη έκκριση βλέννας (μύξας), που μπορεί να οδηγήσει σε
βήχα, βρογχίτιδα, άσθμα, πνευμονία και μολύνσεις των αυτιών. Συμπτώματα
που περνάνε μόλις διακοπεί ή περιοριστεί η κατανάλωση αγελαδινού
γάλακτος.
Μία
βρετανική μελέτη κατέληξε στο ότι το 93% των παιδιών που είχαν άσθμα
και ρινίτιδα και στα οποία διαγνώσθηκε αλλεργία στο αγελαδινό γάλα,
παρουσίαζαν ή μη τα συμπτώματα της πάθησής τους, ανάλογα με το αν έπιναν
γάλα ή όχι.
Το
γάλα μπορεί να προξενήσει στα παιδιά και χρόνια δυσκοιλιότητα, όπως
έδειξε μία μελέτη των Montalto, Florena, Tumminello, Soresi,
Notarbartolo και Carrocio, οι οποίοι ερεύνησαν τις περιπτώσεις 65
παιδιών που υπέφεραν από χρόνια δυσκοιλιότητα και είχαν υποβληθεί σε
θεραπεία με καθαρτικά, χωρίς ανταπόκριση. Αρκεί να σταματούσαν να πίνουν
γάλα και μαζί σταματούσε και η δυσκοιλιότητά τους.
`Ενα
συχνό πρόβλημα στα παιδιά είναι η έλλειψη σιδήρου και η αναιμία. Η
κατανάλωση γάλακτος έχει συσχετισθεί με την έλλειψη αυτή με δύο τρόπους.
Πρώτον,
το γάλα όπως και τα γαλακτοκομικά προϊόντα είναι τροφές φτωχές σε
σίδηρο και γι’ αυτό, εάν κάποιος τρέφεται κατά βάση με αυτές, δεν
καλύπτει τις ανάγκες του. Ακόμα, όταν τα γαλακτοκομικά προϊόντα
καταναλώνονται μαζί με τροφές που είναι πλούσιες σε σίδηρο, εμποδίζουν
την πρόσληψή του από τον οργανισμό. Γι’ αυτό άλλωστε και οι γιατροί,
όταν χορηγούν σ’ έναν ασθενή σκευάσματα σιδήρου, του συνιστούν να τα
παίρνει σε μία χρονική απόσταση δύο ή τριών ωρών, πριν ή μετά από την
κατανάλωση γάλακτος ή γαλακτοκομικών προϊόντων.
Δεύτερον,
το γάλα έχει συσχετισθεί με την πρόκληση αναιμίας από έλλειψη σιδήρου
είναι ότι, λόγω αντιδράσεων των κυττάρων του εντέρου στις πρωτεΐνες του
γάλακτος, προκαλούνται μικρές αιμορραγίες στο επιθήλιο του εντέρου, με
αποτέλεσμα την απώλεια αίματος και, κατά συνέπεια, αυξημένες ανάγκες σε
σίδηρο για την αποκατάστασή του. Σύμφωνα με μία μελέτη που δημοσιεύθηκε
στο Journal of Pediatrics το 1982 «τα βρέφη που τρέφονται με αγελαδινό
γάλα κατά τη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου της ζωής τους μπορεί να
έχουν μία απώλεια αίματος της τάξης του 30% από την εντερική οδό και μία
σημαντική απώλεια σιδήρου κατά την αφόδευση». Σύμφωνα με μία έρευνα που
δημοσιεύθηκε στο Journal of Pediatrics Surgery τον Οκτώβριο του 1999
αυτό το πρόβλημα υγείας αντιμετωπίζεται βεβαίως ως εξής: «Σ’ όλες τις
περιπτώσεις η αιμορραγία σταμάτησε τελείως ύστερα από μία δίαιτα
ελεύθερη από αγελαδινό γάλα».
Σε
μία μελέτη που έγινε σε 800 παιδιά και δημοσιεύθηκε στο Diabets Care
τον Αύγουστο του 1997, βρέθηκε πως η κατανάλωση αγελαδινού γάλακτος πριν
από την ηλικία των 8 ετών αποτελεί έναν παράγοντα κινδύνου για την
εμφάνιση νεανικού διαβήτη.
Σύμφωνα
με μία έρευνα που δημοσιεύθηκε στο New England Journal of Medicine το
1992 «ασθενείς με νεανικό ή ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη παράγουν
αντισώματα απέναντι στις πρωτεΐνες του αγελαδινού γάλακτος και υπεύθυνη
φαίνεται να είναι, κυρίως, η bovine serum albumin».
Πολλές
μελέτες συνδέουν τις αναπτυξιακές διαταραχές των παιδιών, όπως η
διαταραχή εστίασης της προσοχής, η υπερκινητικότητα, καθώς και η διάχυτη
αναπτυξιακή διαταραχή (αυτισμός), με την κατανάλωση αγελαδινού
γάλακτος.
Χαίρεται.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠεριμένουμε μαζί μέ τήν γυναίκα μού τήν γέννηση τού παιδιού μάς στά μέσα τού Αυγούστου. Στήν περίπτωση πού δέν υπάρχει μητρικό γάλα ή πού τελειώσει πολύ γρήγορα μέ ποιό προϊόν ν΄ αντικαταστήσουμε τό φαγητό τού μωρού; Μέ άλλο γάλα πλήν τής αγελάδος ή μέ κάτι άλλο πού εννοείται πώς θά τεκμηριώνεται καί επιστημονικώς;
Μετά τιμής
ΜάΝος.
με γαλα γαϊδουρας το καλυτερο μετα το μητρικο
ΑπάντησηΔιαγραφή