Σάββατο 5 Αυγούστου 2017

Ελένη της Σπάρτης: Μια άλλη εκδοχή, που αποκαθιστά το όνομά της... ΣΤ΄ μέρος.



Μετά απ’ αυτά, εξανεμίστηκε και η παραμικρή αμφιβολία, κι ο Σπαρτιάτης ρήγας άνοιξε την αγκαλιά του, ευτυχισμένος και που βρήκε την καλή του και που δεν τον ατίμασε. Μεμιάς έφυγε όλο το βάρος της καταφρόνιας που του έγερνε τους ώμους για της γυναίκας του την ατιμία. Πέταξε σαν νιοφτέρουγο πετούμενο η καρδιά του. Στα φρένα του ήρθε όλος ο έρωτας κι ο πόθος που ‘νιωσε σαν πήγε στο πατρικό της παλάτι να τη ζητήσει για να τη κάμει ταίρι.

Είναι συγκινητική η σκηνή, που ο ποιητής παρουσιάζει να ξανασμίγει το βασιλικό ζευγάρι:

« ΜΕ.: Αυτά με κείνα σμίγουν• συμφωνούνε
τα λόγια• μου είπε αλήθεια. Ω! λαμπρή μέρα,
που μες στην αγκαλιά μου σ’ έχει φέρει!
ΕΛ.: Τόσος πολύς καιρός, αγαπημένε,
και τώρα μόλις η χαρά για μένα.
Φίλες μου, να, πασίχαρη αγκαλιάζω
τον άντρα μου, αφού πλήθος κύκλους
έκανε ο φωτοδότης ήλιος.
ΜΕ.: Κι εσένα εγώ• με πλημμυρούν τα λόγια
κι όμως δεν ξέρω πώς να πρωταρχίσω.
ΕΛ.: Αναγαλλιάζω, πέτομαι κι αφήνω
λεύτερα τα μαλλιά, σταλάζουν
τα δάκρυα ποτάμι απ’ τη χαρά,
καθώς σφιχτά σε σφίγγω, λατρευτέ μου.

ΜΕ.: Δε θα παραπονιέμαι άλλο, καλή μου•
την κόρη έχω του Δία και της Λήδας,
που κάποτε οι Διόσκουροι, τ’ αδέρφια της,
καβάλα στ’ άσπρα αλόγατα, βαστώντας
του γάμου τους πυρσούς, τη μακαρίσαν
κι ένας θεός από το σπιτικό μου
την άρπαξε για να την οδηγήσει
σε τύχες πιο χαρούμενες. Για μας
έγινε τώρα το κακό ευτυχία
κι ύστερα από καιρούς σε ξαναφέρνει
στον άντρα σου κοντά. Μακάρι
να χαίρομαι την τύχη την καλή.
ΧΟ.: Την ίδια ευχή κάνω• πάντα χαρούμενος•
όταν σμίγουν δυο, διπλή η χαρά τους.
ΜΕ.: Πάλι μαζί• περάσαν τόσα του καιρού
γυρίσματα και τώρα πια μαθαίνω
τις δολοπλόκες τέχνες της θεάς.
Τα δάκρυα είναι της χαράς μου•
στέρεψε η θλίψη, μόνο αναγαλλιάζω.
ΕΛ.: Και τι να πω; Ποιος το ‘βαζε στο νου του,
να σ’ έχω απρόσμενα στην αγκαλιά μου;
ΜΕ.: Κι εγώ που σε θαρρούσα εκεί στην Τροία
στους κακορίζικους τους πύργους….» ( Ευριπίδης, “Ελένη” 622-659 )


Η Ελένη εξηγεί ότι: « ουκ επί βαρβάρου λέκτρα νεανία πετομένας κώπας, πετομένου δ’ έρωτος αδίκων γάμων », ενώ διαβεβαιώνει πως όλο αυτό το μεγάλο χρονικό διάστημα: « άθικτον ευνήν ίσθι σοι σεσωσμένην ».
 Η διογέννητη γυναίκα δεν μαγάρισε το συζυγικό κρεβάτι. Κανείς άντρας όλα αυτά τα χρόνια δεν άγγιξε το κορμί της. Κλαίνε για της μοίρας το αντιγύρισμα. Μετά υπόσχονται ο ένας στον άλλον ή να σωθούν κι οι δυο ή να πεθάνουν μαζί. 
Η Θεόνη, η μάντισσα αδελφή του Θεοκλύμενου, υπόσχεται να μην φανερώσει την παρουσία του Μενέλαου, και του αποκαλύπτει πως υπάρχει διχογνωμία μεταξύ των θεών για την τύχη του:

« Ξέφυγες συμφορές, δυστυχισμένε,
κι ήρθες χωρίς να ξέρεις αν θα μείνεις
ή θα γυρίσεις πίσω στην πατρίδα•
υπάρχει αμάχη στους θεούς για σένα,
θα συναχτούν τη μέρα αυτή κι ο Δίας
θα λάβει την απόφασή του. Η Ήρα,
που πρώτα σε κατέτρεχε, σε στέργει
τώρα και θέλει να γυρίσεις πάλι
στον τόπο σου μ’ αυτήν κι όλη η Ελλάδα
να μάθει πως του Πάρη ο γάμος, δώρο
της Αφροδίτης, ήταν ψέμα•
η Κύπριδα γυρεύει να εμποδίσει
το γυρισμό σου, για να μη φανεί έτσι
πως με το μάταιο γάμο της Ελένης
της ομορφιάς επήρε το βραβείο. » ( Ευριπίδης, “Ελένη” 874-890 ) 

Πριν τη μεγάλη δοκιμασία, όπου το βασιλικό ζευγάρι θα τα παίξει όλα γι’ όλα, εμπλέκοντας τον Θεοκλύμενο στο δολερό του παιγνίδι, για να μπορέσει να ξεφύγει από την Αίγυπτο, η Ελένη προσεύχεται στους θεούς και παρακαλεί να της συμπαρασταθούν, ώστε να έρθει ένα τέλος, και μάλιστα ευτυχισμένο, στην πολύκαιρη ταλαιπωρία της:

« Σεβάσμια ήρα, ταίρι εσύ του Δία,
απ’ τα δεινά, τους δόλιους, λύτρωσέ μας.
Στων αστεριών το φέγγος και στα ουράνια
που κατοικείς, υψώνουμε τα χέρια
και σε παρακαλούμε. Κι εσύ κόρη
της Διώνης, Αφροδίτη, που έχεις πάρει
με το δικό μου γάμο το βραβείο
της ομορφιάς, μη μ’ αφανίσεις. Φτάνουν
τα βάσανα που τράβηξα, όταν τότε
πρόσφερες τ’ όνομά μου, όχι το σώμα,
στους βάρβαρους. Αν θες να με σκοτώσεις,
άσε με στην πατρίδα να πεθάνω… » ( Ευριπίδης, “Ελένη” 1093-1102 )

O ποιητής κλείνει τη σκηνή με στάσιμα κι αντιστάσιμα, που ψάλλει ο χορός, ο οποίος ανακεφαλαιώνει τα δεινά της πανώριας γυναίκας:

« Εσύ που μέσα στα πυκνά
σύδεντρα ζεις και πέτεσαι, αηδόνα,
εσένα κράζω γλυκοκέλαδο πουλί
με τη λυπητερή λαλιά•
τον κόκκινο φουσκώνοντας λαιμό σου
βοήθα να μοιρολογήσω
τα πάθη της Ελένης• κλάψε
τον πόνο και τα δάκρυα
των γυναικών της Τροίας
γι’ αυτούς που θέρισε κοντάρι ελληνικό,
όταν το πέλαο αρμενίζοντας
με το βαρβαρικό σκαρί του
ο Πάρης, του χαμού ο γαμπρός,
ήρθε με συνοδεία την Κύπριδα
στους Πριαμίδες φέρνοντας
γάμο συφοριασμένο από τη Σπάρτη,
εσένα, Ελένη, εσένα.
Με περτοβόλημα και με κοντάρι
πλήθος χαθήκαν οι Αχαιοί
και κατοικούν στον άραχλο Άδη τώρα•
οι δύστυχες γυναίκες τους πενθώντας
έκοψαν τα μαλλιά• απομείναν
έρμα τα σπίτια, δίχως άντρες•
κι αυτός που πάτησε μονάχος
τη θαλασσόζωστη Εύβοια, λαμπρές
φωτιές ανάβοντας στου Καφηρέα τα βράχια,
ναύτες πολλούς ξολόθρεψε, καθώς
τις δολερές ζυγώναν λάμψεις του γιαλού.
Άνεμοι θυμωμένοι το Μενέλαο διώξαν
αλάργα από τον κάβο του Μαλέα,
όταν γυρνούσε στην πατρίδα φέρνοντας
τ’ ομοίωμα της Ήρας, του πολέμου
βραβείο ή κάλλιο την αιτία
να σφάζονται για χρόνια οι Δαναοί.
Τι ‘ναι θεός, τι μη θεός,
και τι ‘ναι ανάμεσά τους;
Ποιος θα το πει θνητός πως το ‘βρε,
καιρό πολύ εξετάζοντας τα πάντα,
μια και το βλέπει, εδώ κι εκεί
των θεών οι γνώμες να πηδούν
και πάλι στο ενάντιο να γυρνάνε
ανέλπιστα κι αλόγιαστα;
Ελένη, είσαι του Δία θυγατέρα•
σαν άσπρος κύκνος ο γονιός σου
στον κόρφο σ’ έσπειρε της Λήδας.
Ύστερα σ’ όλη την Ελλάδα σε είπαν
άδικη, άπιστη, άθεη, προδότρα•
μες στους ανθρώπους δεν υπάρχει
τίποτα σίγουρο• στων θεών μόνο
τα λόγια βρήκα την αλήθεια.
Ανέμυαλοι όσοι αποζητούν τη δόξα
με λόγχες και με δυνατά
στον πόλεμο κοντάρια,
λογιάζοντας αστόχαστα πως έτσι
θα πάψουν των θνητών τις συμφορές•
γιατί αν το δίκιο σου ζητάς με το αίμα,
η αμάχη δε θα λείψει από τον κόσμο•
γι’ αυτήν οι Πριαμίδες πήγαν
κάτω στη γης, ενώ μπορούσαν
μονάχα με τα λόγια, Ελένη,
τέλος να δώσουν στην έχθρα.
Τώρα στον Άδη ‘ναι βαθιά χωμένοι,
τα κάστρα τους φωτιά τα ‘χει σαρώσει
σαν κεραυνός του Δία κι εσύ
πέρασες βάσανα και βάσανα
που αβάσταχτους σηκώσαν θρήνους. » ( Ευριπίδης, “Ελένη” 1107-11664 )


Τάκης Μαρκου

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.