"Στις 22 Ιουλίου του 1942, στο χωριό Λιαντίνα της Λακωνίας, η Πολυτίμη Νικολακάκου κοιλοπονούσε δίδυμα: τον Στέφανο και τον Δημήτρη. Πρωτότοκος ο Γιώργος, δύο χρόνια νωρίτερα.
Γεννήθηκαν με διαφορά δεκαεπτά ωρών. Ο Στέφανος γεννήθηκε πρώτος. Η μάνα δεν ήξερε ότι είχε και δεύτερο στην κοιλιά της και το επόμενο πρωί έκανε να σηκωθεί να πάει στο χωράφι. Την έπιασαν όμως πάλι οι πόνοι. Λίγο αργότερα γέννησε το δεύτερο αγοράκι, στις 23 Ιουλίου. Αυτό ήταν ο Δημήτρης Νικολακάκος. (Άλλαξε το επώνυμο του με πράξη πρωτοδικείου στις 31/7/1979. Ήταν μια απόφαση για να τιμήσει τη γενέτειρά του, το χωριό Λιαντίνα στη Λακωνία, αλλά και μία σήμανση ότι ο τόπος γεννήσεως δεν είναι μόνο στοιχείο του ληξιαρχείου, αλλά κυρίως σημάδι και αποτύπωμα στο σώμα του στοχαστή-ποιητή)
Δύσκολα χρόνια για τη φαμελιά του Θεόδωρου Νικολακάκου. Δύσκολα χρόνια για πολλές οικογένειες τότε. Αγρότης ο πατέρας και από κοντά στα κτήματα και η μάνα. Ήθελαν «χέρια» τότε τα χωράφια, πού τρακτέρ και μηχανήματα. Χαράματα ξυπνούσαν τα ζευγάρια, η μάνα άρμεγε τη γίδα, έβραζε το γάλα στα γρήγορα, και αφού αποβραδίς είχε φουρνίσει, έβαζε στα παιδιά το πρωινό. Τα έντυνε και μετά τα άφηνε στην αλάνα για να παίξουν, ή τα έπαιρνε μαζί της αν ήταν να θερίσουν το σιτάρι ή να μαζέψουν τις ελιές. Έβαζε και τα τρία παιδιά στο γαϊδούρι και τραβούσε για το χωράφι. Τα δίδυμα μπροστά και ο μεγάλος στα καπούλια. Όταν έφτανε μεσημέρι, εκεί έτρωγαν: ντομάτες, ελιές, τυρί, ψωμί και παστό χοιρινό.
Αν δεν είχαν δουλειά στο χωράφι, η μάνα ασχολιόταν με τις δουλειές του σπιτιού. Να μαγειρέψει, να πλύνει, να καθαρίσει το σπίτι, κι αν ήτανε γιορτή ν’ ασπρίσει τα πεζούλια. Ο πατέρας πήγαινε στο λιοτριβειό, όπου ήταν προϊστάμενος. Το μεσημέρι, γυρνώντας στο σπίτι κουρασμένος, έβρισκε το τραπέζι στρωμένο και τα αγόρια του να τον περιμένουν. Η κυρά Πολυτίμη όρθια. Πάντα όρθια και δυνατή να διαχειριστεί το θυμό του πατέρα, όταν δεν κατάφερνε να εκτονωθεί στη δουλειά και στα χωράφια.
Σε τέτοια οικογένεια μεγάλωσε ο Δημήτρης Λιαντίνης. Σε τέτοια οικογένεια μεγάλωσαν πολλά παιδιά εκείνα τα χρόνια. Οικογένειες που ζούσαν με λίγα, αλλά, όταν ρωτούσες τα παιδιά, δεν τους έλειπε τίποτα.
«Όλος ο πονοκέφαλος, και όλη η εξυπνάδα της σύγχρονης αγωγής εξοδεύεται στο πώς να δημιουργεί καινούργιες ανάγκες στους ανθρώπους. Η χολέρα του μοντέρνου σχολείου και του πνεύματος της εποχής είναι η χρήση, η αφθονία, η κατανάλωση, ο ευδαιμονισμός.» (Απόσπασμα από άρθρο του Δ.Λ. με τίτλο "Η εντολή του Ρουσσώ και η παρακοή των δασκάλων").
Δεν τους έλειπε τίποτα, γιατί το σπίτι είχε μάνα και πατέρα. Σήμερα έχει καριερίστες. Τότε τα παιδιά έτρεχαν χαρούμενα στα χωράφια και παίζανε με το χώμα. Στα χέρια τους η γη γινόταν παιχνίδι. Στο μυαλό τους η φύση φάνταζε κρυφή αγαπημένη, που περιμένει να την κατακτήσουν και να τους κατακτήσει. Έμπαιναν στους κήπους κι έκλεβαν του γείτονα τα αχλάδια και τις πορτοκαλιές. Σαν τον μικρό Δημήτρη και τον Γιώργο, που μάδησαν μια μέρα την καρυδιά του μπάρμπα Γιαννακού. Κόντεψαν να σκιστούν οι τσέπες τους από τα καρύδια. Τους έπιασε όμως ο μπάρμπας, τους μάλωσε, κι εκείνοι φοβήθηκαν πως θα το πει στον πατέρα. Πέρασε καιρός όμως και η «κλεψιά» ξεχάστηκε από τον Γιαννακό. Και όταν μια μέρα πέρασε έξω από το σπίτι τους, ο Δημητράκης θυμήθηκε και έκρινε στον Γιώργο: «Αυτός δεν είναι σαν τους άλλους, μωρέ αδελφέ. Άρχοντας είναι». Ήταν εφτά χρόνων παιδάκι.
Παιδί της Κατοχής και του Εμφυλίου ήταν ο Δημήτρης. Η αδερφοσφαγή άφησε ερείπια παντού στην Ελλάδα, την πήγε δεκαετίες πίσω. Πολλά από τα σχολεία χρησιμοποιήθηκαν για ορμητήρια των αντιμαχομένων.
Βιβλία και βιβλιοθήκες δεν υπήρχαν. Αν τύχαινε και κάποιος συγγενής ήταν γραμματιζούμενος, ήταν μεγάλη τύχη να βρουν τα παιδιά κάποιο βιβλίο. Της κυρα-Πολυτίμης ο αδερφός ήταν παπάς, μορφωμένος παπάς. Αρκετά χρόνια μετά το γάμο της πήγε στο πατρικό της και μάζεψε ό,τι βιβλία είχε αφήσει ο αδερφός της, αλλά και δικά της που τα είχε φυλαγμένα. Διάβαζε πολύ η μάνα. Τα έβαλε λοιπόν σε κούτες και τα πήγε στα παιδιά της.
Γιώργος Νικολακάκος (αδελφός): «Δεν είχαμε δει τόσο πολλά βιβλία μαζεμένα. Πετάξαμε απ' τη χαρά μας. Ήταν Παπαδιαμάντης, Παλαμάς, οι Τρεις Σωματοφύλακες, ελληνική μυθολογία, ήταν πολλά, πού να θυμάμαι. Πέσαμε με τα μούτρα. Παίρναμε το ένα, αφήναμε το άλλο. Ήταν μια μέρα σαν γιορτή. Τέτοια χαρά πήραμε. Εγώ ήμουν δέκα χρόνων, τα δίδυμα οχτώ».
Εκείνο το χειμώνα του 1949 τα βιβλία έγιναν ο αχώριστος φίλος του Δημήτρη.
Γιώργος: «Τα διάβαζε με τις ώρες. Δεν ξέρω αν τα καταλάβαινε, αλλά του άρεσε να τα διαβάζει. Καθόταν δίπλα στο τζάκι και με το λυχνάρι διάβαζε ασταμάτητα. Δεν είχαμε ηλεκτρικό τότε».
Δίπλα στον Δημήτρη πάντα η μάνα. Του δείχνει, του εξηγεί, του μαθαίνει."
____
Πηγή: "Λιαντίνης – Έζησα έρημος και ισχυρός",Δημήτρης Αλικάκος, εκδόσεις Ελευθερουδάκη. (Περισσότερα εδώ: http://www.lifo.gr/guide/
_____________
Στη φωτογραφία η οικογένεια του Θόδωρου και της Πολυτίμης Νικολακάκου. Από αριστερά όρθιοι ο Στέφανος, ο Γιώργος και ο Δημήτρης.
Δημήτρης Λιαντίνης
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.