Ένα «εγχειρίδιο» περί μέθης
Eνας μεθυστικός δεκάλογος ενός επώνυμου αλκοολικού που γνώρισε το hangover από πρώτο χέρι. Ένα know how συνταγολόγιο για ανώνυμους αλκοολικούς αλλά και φιλομαθείς αναγνώστες.
Στο εγκαταλελειμένο ασβεστοκάμινο ο Κόνραντ, παραμονές Χριστουγέννων, δολοφονεί την καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι γυναίκα του με καραμπίνα. Οι αστυνομικοί τον ανακαλύπτουν μετά από δύο μέρες «στον ξεραμένο και παγωμένο ανοιχτό βόθρο πίσω από το ασβεστοκάμινο». Και κάπως έτσι ξεκινάνε οι φήμες. Της έριξε δύο σφαίρες στον κρόταφο; στο πίσω μέρος του κεφαλιού; μία σφαίρα; τρεις σφαίρες; «κανείς, πλην των ιατροδικαστών, δεν ξέρει με πόσους πυροβολισμούς σκότωσε ο Κόνραντ τη γυναίκα του».
Κι όλα αυτά είναι δεδομένα απ’ την αρχή. Η τραγωδία εκτυλίσσεται με αντιστροφή χρόνου και τα λογοτεχνικά τερτίπια του δραματοποιημένου φινάλε και της κορύφωσης που κόβει την ανάσα κτλ δεν αφορούν τον Μπέρνχαρντ ούτε στο ελάχιστο. Μοιραία το έργο δεν εστιάζει στο φονικό, αλλά στο οδοιπορικό του. Η εξιστόρηση γίνεται μέσα από τις καταθέσεις των μαρτύρων που γνώριζαν το ζευγάρι, βεβαίως ελάχιστα. Ο Κόνραντ είναι ολόψυχα δοσμένος στην πραγματεία του «Περί Ακοής», ιδέα που είχε συλλάβει προ εικοσαετίας και που αποτελούσε και το μοναδικό λόγο της απομόνωσης του ζευγαριού στο ασβεστοκάμινο, παρά τη θέληση της γυναίκας. Όλη η πραγματεία, ως την τελευταία λεπτομέρεια, είναι απολύτως δουλεμένη στο μυαλό του. Αυτό που μένει είναι η καταγραφή της, που όμως, απολύτως παράλογα, φαίνεται αδύνατο να πραγματοποιηθεί. Κάθε φορά που ο Κόνραντ κάθεται αποφασισμένος στο γραφείο του να ξεκινήσει, κάποιος γελοίος λόγος, συνήθως ανεπιθύμητη επίσκεψη, τον διακόπτει διαλύοντας κάθε του σκέψη και προκαλώντας εκνευρισμό που φτάνει στην έσχατη απελπισία.
|