Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

«Πήγαινέ με πιο ψηλά»

Τον θυμάσαι γερά. Κι ας είναι μακριά σου τώρα, χρόνια. Τον θυμάσαι και ας εξακολουθείς να τον βλέπεις συχνά. Άλλωστε ήταν εκεί από την πρώτη στιγμή. Λίγο πιο δεξιά, λίγο πιο πίσω στο κάθε καρέ.  Ήταν αυτός που φύσαγε μακριά την κούραση των πρώτων  ξενυχτιών ,  που  έβρισκε λύσεις και γλύκαινε τα πρώτα νεύρα. Με κάποιο τρόπο που δεν είδες ποτέ, αλλά που από πολύ νωρίς αισθάνθηκες πως υπάρχει. Ο τρόπος του, αυτό το τρίτο κάτι.
Τώρα, όταν καμιά φορά περνάς από την γειτονιά των παιδικών σου χρόνων, σου σπάνε τα ρουθούνια , οι μυρωδιές του.  Kolynos  και Old Spice ανακατεμένα στα μάγουλα , η σκονισμένη πολυκοσμία του έξω κόσμου, στα ρούχα του και μια μικρή έκπληξη στα χείλη του. Να έρχεται κουρασμένος και σκοτισμένος ή τ΄άντεξε τα σημερινά μικρά και ανεκδιήγητα ;  Τι γεύση, άραγε, έχει η έκπληξη ; Υποβρύχιο βανίλια για σένα , από τότε.
Κυριακάτικοι μαξιλαροπόλεμοι, που σου πρόσφεραν την χαρά της αργίας . Όχι μονάχα με τα κουτρουβαλητά τους, αλλά γιατί κυρίως ήταν δέκα και ήταν ακόμα εκεί ,με τις ριγέ πιτζάμες του, χαλαρός και γελούσε.
Προσχολικά, σχολικά χρόνια, τιμωρίες , ένα πουλί σκοτωμένο από σφεντόνα που σε βοήθησε και το θάψατε μαζί. Μια τσίχλα που επιπόλαια είχες κρύψει την ώρα του μαθήματος στην τσέπη του παλτού σου και  κόλλησε. Τα συνένοχα γέλια του όταν την είδε, και τα δικά σου όταν τον είδες άγαρμπα , να σιδερώνει ανάποδα την τσέπη, για να σε γλυτώσει από την επερχόμενη κατσάδα.

Ο πατέρας σου. Τώρα καταλαβαίνεις πόσο νέος ήταν και αυτός τότε. Τότε που σου έδειχνε τ΄αστέρια στο κομμάτι του ουρανού που αντιστοιχούσε στην βεράντα σας και μοσχοβολούσε το γιασεμί στην γλάστρα. Τότε που τα Σάββατα το μεσημέρι, μετά το φαγητό, άκουγε όλους αυτούς τους μυστήριους για σένα τύπους Clash , Pink Floyd, Bowie . Τότε που δεν υπήρχε μέρα που να μην υπάρχει εφημερίδα στο σπίτι και που σου μιλούσε χωρίς να αλλάζει τη φωνή του για όλα, για τα πάντα.
Να το σημειώσεις αυτό, χωρίς να αλλάζει την φωνή του. Ώρες τον έχεις ακούσει να μιλάει, είτε σε σένα, είτε σε άλλους. Με την ίδια σταθερή φωνή , με την ίδια σοβαρότητα. Σαν το μικρό ανθρωπάκι που είχε μπροστά του να είχε πιο πολλά να εξερευνήσει, απ΄αυτά που είχε να μάθει και έπρεπε να ξεκινήσει.
Το πιο μεγάλο μυστήριο τότε ήταν ο μπλε ουρανός και τα αστέρια, το πιο μεγάλο σου όνειρο η θάλασσα. Κάπου εκεί ανάμεσα έρχεται η πρώτη του θύμηση . Σαν κάποια λεπτή διάσταση ανάμεσα στα μάτια και στ΄αυτιά , στις μυρωδιές και στις γεύσεις, που ήρθε για να ν΄ανοίξει και να πλατύνει τον κόσμο σου. Σαν το κόντρα χέρι που αντιστέκεται στο δικό σου, για να ξυπνήσεις, να δυναμώσεις και να πετάξεις μακριά, έξω από την φωλιά.
Σαν εκείνο το » Πήγαινε με πιο ψηλά» που του ζητούσες όταν σε πήγαινε στις κούνιες. Πήγαινε με πιο ψηλά, δηλαδή βοήθησε με να δυναμώσω αλλά και να διαφορποιηθώ, σ΄ένα ρυθμό ασφαλή, που να αντέχω.
Δεν στάθηκε ποτέ δίπλα σου, τεράστιος , απόμακρος , φοβιστικός, μια εικόνα από στοιχειωμένα κάστρα. Ήταν εκεί όχι για να σου δείξει τη μηδαμινότητά σου, αλλά για να σου δείξει πως και οι άντρες και σπάνε και κλαίνε, έστω με τον τρόπο τους. Γιατί αν δεν κλαίνε, τότε πως ξέρουν τ΄άστρα; Για κάποιο περίεργο λόγο κλαμματα και άστρα πάνε παρέα.
Θυμάσαι και εκείνους τους καλοκαιρινούς, υποχρεωτικούς ύπνους των διακοπών. Πως πεταγόσουν, λούτσα στον ιδρώτα και ήθελες να  τρέξεις , να βγεις . Χωρίς απαραίτητα να ξέρεις  πού ήθελες να πας. Να, πάλι το θαύμα. Το ποδήλατο. Μια , δυό , δέκα σκυμμένος πάνω σου, να βοηθά την ισσοροπία σου, μακριά από βοηθητικές και βοηθήματα. Εκείνος και εσύ. Σ΄ένα χρόνο άχρονο και άριστα οριοθετημένο.  Διάφορα ζικ ζακ .  Λίγα αλλά ουσιαστικά »πρόσεχε». Και έφυγες!  Προς υπέροχα δυνατά συναισθήματα και όνειρα που ένιωθες πως μ΄ένα σάλτο μπορείς να  τ’ αγγίξεις. Απόκοψες λώρους και σχοινιά κρατώντας ιερά φυλαχτά για το ταξίδι.
Αυτά για τους τυχερούς. Γι ΄αυτούς που το δικό τους » Πήγαινε με πιο ψηλά» δεν βρήκε ελεύθερα , διαθέσιμα αυτιά , θα παλέψουν κι άλλο στην ζωή ώσπου να βρουν τον τρόπο εκείνο που τα χέρια τους θα γίνουν σουγιαδάκι κοφτερό που θα κόβει εκείνα εκεί τα παλιά σχοινιά και, ταυτόχρονα, θα  τα ματίζει. Μέχρι κάποια ώρα , κάποια στιγμή και αφού τα έχουν κόψει όλα , πουν στον ίδιο τους τον εαυτό «Τώρα , πήγαινε με πιο ψηλά».
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.