Η εικοσιεξάχρονη μητέρα κοίταξε το γιό της που πέθαινε από ανίατη λευχαιμία. Αν και η καρδιά της ήταν γεμάτη πόνο, ήταν και άνθρωπος με δυνατή θέληση. Όπως κάθε γονιός, ήθελε να μεγαλώσει ο γιός της και να πραγματοποιήσει όλα του τα όνειρα. Αυτό τώρα πια δεν ήταν δυνατό να γίνει. Δε θα τον άφηνε η λευχαιμία. Ωστόσο δεν έπαυε να έχει την επιθυμία να πραγματοποιήσει ο γιός της τα όνειρα του.
Πήρε το χέρι του και τον ρώτησε: «Μπόψι, σκέφτηκες ποτέ τι θα ήθελες να γίνεις όταν μεγαλώσεις; Έκανες ποτέ όνειρα σχετικά με το τι θα έκανες στη ζωή σου;»
«Μαμά, ήθελα πάντα να γίνω πυροσβέστης όταν μεγαλώσω».
Η μαμά χαμογέλασε και είπε, «Για να δούμε αν μπορούμε να κάνουμε την επιθυμία σου πραγματικότητα». Αργότερα την ίδια μέρα, πήγε στην τοπική πυροσβεστική υπηρεσία στην πόλη Φοίνιξ της Αριζόνα, όπου βρήκε έναν πυροσβέστη που τον έλεγαν Μπόμπ και που είχε μεγάλη καρδιά, σαν την πόλη όπου ζούσε. Εξήγησε την τελευταία επιθυμία του γιου της και ρώτησε αν ήταν δυνατό να πάνε τον εξάχρονο γιό της μια βόλτα γύρω από το τετράγωνο, με ένα από τα πυροσβεστικά οχήματα.
Η μαμά χαμογέλασε και είπε, «Για να δούμε αν μπορούμε να κάνουμε την επιθυμία σου πραγματικότητα». Αργότερα την ίδια μέρα, πήγε στην τοπική πυροσβεστική υπηρεσία στην πόλη Φοίνιξ της Αριζόνα, όπου βρήκε έναν πυροσβέστη που τον έλεγαν Μπόμπ και που είχε μεγάλη καρδιά, σαν την πόλη όπου ζούσε. Εξήγησε την τελευταία επιθυμία του γιου της και ρώτησε αν ήταν δυνατό να πάνε τον εξάχρονο γιό της μια βόλτα γύρω από το τετράγωνο, με ένα από τα πυροσβεστικά οχήματα.
Ο Μπόμπ, ο πυροσβέστης, της είπε: «Ακούστε, μπορούμε να κάνουμε κάτι καλύτερο απ’ αυτό. Αν μπορείτε να έχετε το γιο σας έτοιμο στις εφτά η ώρα την Τετάρτη το πρωί, θα τον κάνουμε επίτιμο πυροσβέστη για ολόκληρη τη μέρα. Θα έρθει στο γραφείο της πυροσβεστικής, θα φάει μαζί μας και θα πάει με τα πυροσβεστικά οχήματα σε κάθε κλήση για πυρόσβεση. Κι αν μας δώσεις το μέγεθος του, θα του φτιάξουμε και μια πραγματική στολή πυροσβέστη, με πραγματικό καπέλο – όχι παιχνίδι – με το έμβλημα της πυροσβεστικής υπηρεσίας της πόλης Φοίνιξ επάνω, μια κίτρινη νιτσεράδα απ’ αυτές που φοράμε εμείς και λαστιχένιες μπότες. Όλα αυτά κατασκευάζονται εδώ, στην πόλη μας, έτσι μπορούμε να τα φτιάξουμε γρήγορα».