Τα απειλητικά ή εκφοβιστικά μηνύματα δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά, γιατί αυξάνουν το άγχος του ατόμου.
Από τη Μαρία Μπάδα, Ψυχολόγο, Επικοινωνιολόγο, ΜΑ, Διδάκτορα Παντείου
Το θέμα της διακοπής του καπνίσματος στην Ελλάδα αποτελεί ζωτικό αίτημα, καθώς η χώρα έχει τα υψηλότερα ποσοστά καπνιστών στην Ευρώπη. Αν αναλογιστούμε τους παράγοντες που οδηγούν στην υιοθέτηση του καπνίσματος, βλέπουμε ότι οι νεότεροι σε ηλικία βλέπουν το κάπνισμα σαν ένα μέσο επιβεβαίωσης του ανδρισμού ή της θηλυκότητάς τους. Σημαντικό ρόλο σε αυτή την ηλικία παίζει και η τάση καθώς και η επιθυμία του νέου να ενταχθεί σε ομάδες συνομηλίκων του, πράγμα που απαιτεί το συμβιβασμό με τις αξίες της συγκεκριμένης ομάδας (Levitt & Edwards, 1970). Οι Krosnick και Judd (1982), από έρευνα που πραγματοποίησαν, απέδειξαν ότι τα περισσότερα άτομα της παρέας ενός εφήβου καπνιστή είναι επίσης καπνιστές, ενώ ελάχιστα άτομα είναι καπνιστές στην παρέα ενός μη καπνιστή εφήβου.
Πολλές φορές αφορμή για την έναρξη του καπνίσματος, είναι η περιέργεια που διακρίνει τους εφήβους και η σφοδρή τους επιθυμία να δοκιμάσουν και να γνωρίσουν τα πάντα στη ζωή. Επιπλέον, έχει αναδειχθεί μέσα από πολλές έρευνες ότι οι καπνιστές γονείς, δάσκαλοι ή καθηγητές λειτουργούν ακουσίως ως πρότυπα προς μίμηση για τα παιδιά τους, παρασύροντας τα στο να ξεκινήσουν το κάπνισμα (Calman, Carmichael, Deans & Calman, 1985).
Κατά μια γενικότερη επικρατούσα αντίληψη, το κάπνισμα συμβάλλει στην καταπολέμηση του άγχους, στη μείωση της έντασης και την χαλάρωση. Το κάπνισμα για τους καπνιστές συνιστά μέσο αντιμετώπισης στρεσσογόνων καταστάσεων με μεγαλύτερη ψυχραιμία. Άλλοι πάλι, υποστηρίζουν ότι χάρη στο τσιγάρο συγκεντρώνονται πολύ πιο εύκολα γεγονός που τους καθιστά πιο αποτελεσματικούς στις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις. Τέλος, ένα μεγάλο ποσοστό καπνιστών υποστηρίζει ότι το τσιγάρο τους προσφέρει ακόμα και παρηγοριά σε δύσκολες στιγμές.
Επομένως, η διακοπή του καπνίσματος έρχεται σε αντίθεση με αυτές τις πεποιθήσεις, άρα την καθιστά δύσκολη.
Η μελέτη των Lazuras L, Chatzipolychroni E, Rodafinos A, Eiser JR. (2012), εξέτασε τις επιδράσεις της αναμενόμενης μετάνοιας, των κοινωνικών προτύπων και των συναφών κοινωνικο-γνωστικών παραγόντων σχετικά με τις προθέσεις διακοπής του καπνίσματος, μεταξύ των εργαζομένων σε εσωτερικούς χώρους.
Οι αναλύσεις έδειξαν, ότι οι στάσεις απέναντι στην διακοπή του καπνίσματος, η αυτο-αποτελεσματικότητα και η αναμενόμενη μετάνοια προέβλεψαν σημαντικά τις προθέσεις διακοπής του καπνίσματος, πέρα και πάνω από προηγούμενες προσπάθειες διακοπής και την εξάρτηση από τον καπνό. Σε αντίθεση με προηγούμενες μελέτες, η εξάρτηση από τον καπνό, τα περιγραφικά πρότυπα και οι αντικαπνιστικές πολιτικές δεν επηρέασαν άμεσα τις προθέσεις διακοπής του καπνίσματος στο δείγμα της μελέτης.