Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

10. Ο Λυτρωτής - ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ

1. Θλίψη Σιωπηλή - ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ

2. Το Χέρι της Μοίρας - ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ



Πέντε χρόνια πέρασαν απο τη μέρα που παντρεύτηκε η Σέλμα, χωρις να φέρει στον κόσμο παιδιά που θα δυνάμωναν τους δεσμούς της πνευματικής συγγένειας ανάμεσα σ' αυτή και το σύζυγό της, που θα ένωνε τις καρδιές τους που μισούνταν. Μια στείρα γυναίκα τη βλέπουν παντού με περιφρόνηση, εξαιτίας της επιθυμίας του άντρα να διαιωνίσει τον εαυτό του με τους απογόνους του. 

Ο δυνατός κοινωνικά άντρας θεωρεί την άτεκνη γυναίκα του σαν εχθρό. τη σιχαίνεται και την εγκαταλειπει και επιθυμεί το θάνατό της. Ο Μανσούρ Μπέη Γκαλιμπ ήταν ενας απο αυτούς τους άντρες. Υλικά, ήταν σαν το χώμα της γης, σκληρός σαν ατσάλι και άπληστος σαν τον τάφο. Ο πόθος του ν' αποκτήσει παιδί που θα συνέχιζε το όνομα και τη φήμη του, τον έκαναν να μισεί τη Σέλμα παρ' ολη την ομορφιά και την ευγένειά της. Το δέντρο που μεγαλώνει μέσα στη σπηλιά δεν κάνει καρπό. και η Σέλμα που ζοϋσε στη σκια της ζωής δεν μπορούσε να γεννήσει παιδιά. Το αηδόνι δε φτιάχνει τη φωλιά του μέσα στο κλουβί, για να μη κάνει πουλιά που θα εχουν μοίρα τους τη σκλαβιά. Η Σέλμα ηταν η φυλακισμένη της δυστυχίας κι ηταν θέλημά του ουρανού να μη φέρει στον κόσμο άλλον ένα φυλακισμένο που θα μοιραζόταν τη ζωή τους. Τα αγριολούλουδα του κάμπου είναι παιδιά της αγάπης του ήλιου και της στοργής της φύσης. τα παιδιά των ανθρώπων είναι τα λουλούδια της αγάπης και της συμπάθειας... 

Το πνεύμα της αγάπης και της συμπάθειας ποτέ δε βασίλεψε στο ωραίο σπίτι της Σέλμας στο Ρας Βηρυτός. Ωστόσο, η Σέλμα γονάτιζε κάθε βράδυ μπροστά στον ουρανό και ζητούσε απο το Θεό ενα παιδί, στο οποίο θα 'βρισκε παρηγοριά και χαρά. Προσευχόταν αδιάκοπα ώσπου ο ουρανός απάντησε στις προσευχές της... 

Το δέντρο της σπηλιάς άνθισε επιτέλους, κι ήταν έτοιμο να δώσει καρπό. Το αηδόνι του κλουβιού άρχισε να φτιάχνει τη φωλιά του με το φτέρωμα της φτερούγας του. Η Σέλμα άπλωσε τα αλυσοδεμένα χέρια της προς τον ουρανό για να δεχτεί το πολύτιμο δώρο του Θεού, και τίποτα στον κόσμο δε θα την έκανε πιο ευτυχισμένη απο την ελπίδα της μητρότητας... Περίμενε μ' αγωνία, μετρούσε τις μέρες κι ονειρευόταν με χαρά την ώρα που η γλυκειά μελωδία του ουρανού, η φωνή του παιδιού της, θ' αντηχούσε στα αφτιά της... Άρχισε να βλέπει το γλυκοχάραμα ενός πιο φωτεινού μέλλοντος μέσα απο τα δάκρυά της... 

Ήταν ο μήνας Νιζάν, όταν η Σέλμα έπεσε στο κρεβάτι του πόνου και της οδύνης, όπου η ζωή κι ο θάνατος παλεύουν. Ο γιατρός κι η μαμή ήταν έτοιμοι να παραδώσουν στον κόσμο έναν καινούργιο καλεσμένο. Αργά τη νύχτα, η Σέλμα άρχισε ενα αδιάκοπο κλάμα, ενα κλάμα που σήμαινε το χωρισμό της ζωής απο τη ζωή... Ένα κλάμα που σήμαινε τη συνέχεια στο στερέωμα του τίποτα... Ένα κλάμα μιας μικρής δύναμης μπροστά στην ακινησία των μεγάλων δυνάμεων... Το κλάμα της φτωχής Σέλμας που πάλευε απελπισμένη κάτω απ' τα πόδια της ζωής και του θανάτου. 

Το χάραμα η Σέλμα γέννησε ένα αγοράκι. Όταν άνοιξε τα μάτια της, ειδε πρόσωπα χαμογελαστά σε ολο το δωμάτιο, κι ύστερα κοίταξε πάλι κι ειδε τη ζωή και το θάνατο να παλεύουν ακόμα δίπλα στο κρεβάτι της. Έκλεισε τα μάτια της και φώναξε, μιλώντας για πρώτη φορά, «Ω, γιε μου.» 


Η μαμή τύλιξε το νεογέννητο με μεταξένια σπάργανα και το ακούμπησε δίπλα στη μητέρα του, αλλα ο γιατρός παρακολουθούσε αδιάκοπα τη Σέλμα και κουνούσε το κεφάλι του με θλίψη. Οι φωνές της χαράς ξύπνησαν τους γείτονες που έτρεξαν στο σπίτι για να συγχαρούν τον πατέρα για τη γέννηση του διαδόχου, αλλα ο γιατρός εξακολουθούσε ν' ατενίζει τη Σέλμα και το παιδί της και να κουνά το κεφάλι του... 

Οι υπηρέτριες έτρεξαν βιαστικά για να μεταδώσουν τα καλά νεα στον Μανσούρ Μπέη, αλλα ο γιατρός δε σήκωνε τα μάτια του απο τη Σέλμα και το παιδί της, ενω στο πρόσωπό του ζωγραφιζόταν η απελπισία. 

Την ώρα που χάραζε ο ήλιος στον ορίζοντα, η Σέλμα πήρε το νήπιο στο στήθος της. εκείνο άνοιξε τα μάτια του για πρώτη φορά και κοίταξε τη μητέρα του. ύστερα το σώμα του σπαρτάρισε για λίγο και μετά έκλεισε τα μάτια του για τελευταία φορά. 

Ο γιατρός πήρε το παιδί απο την αγκαλιά της Σέλμας με δάκρυα στα μάτια του. ύστερα ψιθύρισε μονολογώντας, «Ο καλεσμένος μας έφυγε.» Το παιδί πέθανε, ενω οι γείτονες γιόρταζαν μαζί με τον πατέρα στο μεγάλο σαλόνι του σπιτιού, κι έπιναν στην υγειά του κληρονόμου. η Σέλμα στράφηκε προς το γιατρό και παρακάλεσε, «Δώστε μου το παιδί μου, κι αφήστε με να το αγκαλιάσω.» 

Το παιδί ήταν νεκρό, κι ωστόσο οι θόρυβοι απο τα ποτήρια που τσούγκριζαν οι καλεσμένοι ολο και δυνάμωναν στο σαλόνι... Γεννήθηκε στην αρχή της καινούργιας μέρας και πέθανε στην ανατολή του ήλιου. Γεννήθηκε σα μια σκέψη, πέθανε σαν αναστεναγμός και χάθηκε σαν ίσκιος. Δεν έζησε για να χαρίσει παρηγοριά και αγάπη στη μητέρα του. Η ζωή του άρχισε στο τέλος της νύχτας και τέλειωσε στην αρχή της μέρας, σα μια δροσοστάλα που έτρεξε απο τα μάτια του σκοταδιού και στέγνωσε με το άγγιγμα του φωτός. Ένα μαργαριτάρι που το κύμα έφερε στην ακρογιαλιά και ξαναγύρισε με την παλίρροια στα βάθη της θάλασσας... Ένα κρίνο που μόλις άνθισε απο το μπουμπούκι της ζωής, συντρίφτηκε κάτω απο τα πόδια του θανάτου. Ένας πολυαγάπητος καλεσμένος που ο ερχομός του φώτισε την καρδιά της Σέλμας και η φυγή του σκότωσε την ψυχή της. Αυτή είναι η ζωή των ανθρώπων, η ζωή των εθνών, η ζωή των ηλίων, των φεγγαριών και των αστεριών. 

Κι η Σέλμα συγκέντρωσε το βλέμμα της πάνω στο γιατρό και φώναξε, «Δώστε μου το παιδί μου και άφηστε με να το αγκαλιάσω. δώστε μου το παιδί μου και άφηστε με να το θηλάσω.» Τότε ο γιατρός έσκυψε κοντά της. Η φωνή του ήταν πνιγμένη και ειπε, «Το παιδί σας είναι πεθαμένο, κυρία μου, κάνετε κουράγιο.» 

Ακούγοντας τα λόγια του γιατρού, η Σέλμα έβγαλε μια φοβερή κραυγή. Ύστερα ησύχασε για μια στιγμή και χαμογέλασε ευτυχισμένα. Το πρόσωπό της φωτίστηκε σα να 'χε ανακαλύψει κατι, και ειπε σιγανά και ήρεμα, «Δώστε μου το παιδί μου. φέρτε το κοντύτερά μου και άφηστε με να το δώ πεθαμένο.» 

Ο γιατρός έφερε το μικρό παιδί στη Σέλμα και το ακούμπησε στην αγκαλιά της. Εκείνη το σφιχταγκάλιασε, έστριψε το πρόσωπό της προς τον τοίχο και ειπε σα να μιλούσε στο νεκρό παιδί, «Ήρθες να με πάρεις μαζί σου, παιδί μου. ήρθες να μου δείξεις το δρόμο που οδηγεί στην ακτή. Εδω είμαι, παιδί μου. οδήγησέ με κι ας φύγουμε μακριά απ' αυτή τη σκοτεινή σπηλιά.» 

Ύστερ' απο ένα λεπτό, οι ακτίνες του ήλιου διαπέρασαν τις κουρτίνες του παραθύρου κι έπεσαν πάνω σε δυο ακίνητα σώματα, ξαπλωμένα στο κρεβάτι, που τα φρουρούσε η βαθιά μεγαλοπρέπεια της σιωπής και τα σκίαζαν οι φτερούγες του θανάτου. Ο γιατρός βγήκε απο το δωμάτιο με δάκρυα στα μάτια, κι οταν μπήκε στο μεγάλο σαλόνι, η γιορτή μετατράπηκε σε κηδεία, αλλα ο Μανσούρ Μπέη Γκαλίμπ δεν πρόφερε ούτε μια λέξη και δεν έχυσε ούτε ένα δάκρυ. Έμεινε όρθιος και ακίνητος σαν άγαλμα, κρατώντας ενα ποτήρι κρασί με το δεξί του χέρι. 

Την άλλη μέρα φόρεσαν στη Σέλμα σα σάβανο το άσπρο νυφιάτικο φόρεμά της και την έβαλαν στο κιβούρι. το παιδί το σαβάνωσαν με τα σπάργανά του. για κιβούρι του είχε την αγκαλιά της μητέρας του. ο τάφος του ηταν τα γαλήνια στήθη της. 

Δύο πτώματα μπήκαν σ' ένα κιβούρι, κι εγώ περπάτησα ταπεινά ανάμεσα στο πλήθος, συνοδεύοντας τη Σέλμα και το μωρό της στον τόπο της ανάπαυσής τους. Φτάσαμε στο νεκροταφείο κι ο επίσκοπος Γκαλίμπ άρχισε να ψάλλει, και οι άλλοι ιερείς προσεύχονταν, ενω στα σκυθρωπά πρόσωπά τους ξεχώριζε η μάσκα της αμάθειας και της κενότητας. 

Καθώς το κιβούρι κατέβαινε στον τάφο, ενας απο τους παρευρισκόμενους ψιθύρισε, «Τούτη είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που βλέπω δυο πτώματα σ' ενα κιβούρι.» Κάποιος άλλος ειπε, «Φαίνεται ωσάν το παιδί να ήρθε για να σώσει τη μητέρα του απο τον άσπλαχνο σύζυγό της.» Ένας τρίτος ειπε, «Κοιτάξτε τον Μανσούρ Μπέη: ατενίζει τον ουρανό ωσάν τα μάτια του να ήταν απο γυαλί. δε δείχνει σα να έχασε γυναίκα και παιδί την ίδια μέρα.» Ένας τέταρτος πρόσθεσε, «Ο θείος του, ο επίσκοπος, θα τον ξαναπαντρέψει αύριο με μια πιο πλούσια και πιο γερή γυναίκα.» 

Ο επίσκοπος κι οι παπάδες συνέχισαν να ψέλνουν και 
να απαγγέλλουν προσευχές, ώσπου ο νεκροθάφτης τελείωσε τη δουλειά του. 

Τότε οι παρευρισκόμενοι πλησίασαν ενας ενας τον επίσκοπο και τον ανεψιό του και υπέβαλαν τα συλλυπητήριά τους με ευγενικές λέξεις συμπόνιας, ενω εγω στάθηκα μόνος παράμερα, χωρις ούτε μια ψυχή να μου πει κάποιο λόγο παρηγοριάς, ωσάν η Σέλμα και το παιδί της να μην ήταν τίποτα για μένα. 

Έφυγαν ολοι απο το κοιμητήριο. ο νεκροθάφτης στεκόταν ακόμα δίπλα στον καινούργιο τάφο κρατώντας ενα φτυάρι στα χέρια του. 

Τον πλησίασα και τον ρώτησα, «Θυμάσαι τάχα που θάφτηκε ο Φαρίς Εφάντη Καράμη;» Εκείνος με κοίταξε για μια στιγμή, κι υστέρα κοίταξε τον τάφο της Σέλμας, και ειπε, «Ακριβώς εδω. έβαλα την κόρη του πάνω απο τον τάφο του και πάνω στα στήθη της κόρης του αναπαύεται το παιδί της, και πάνω απο όλους ξανάστρωσα το χώμα με το φτυάρι μου.» Τότε εγω του ειπα, «Σ' αυτό τον τάφο έχεις θάψει και την καρδιά μου.» 

Μόλις ο νεκροθάφτης χάθηκε πίσω απο τις λεύκες, δεν μπόρεσα να κρατηθώ άλλο πια. έπεσα πάνω στον τάφο της Σέλμας κι έκλαψα σπαρακτικά.

ΤΑ ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΦΤΕΡΑ - ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ

«Σ' αγαπώ γιατί είσαι αδύναμος μπροστά στο δυνατό καταπιεστή, και φτωχός μπροστά στον άπληστο πλούσιο. Γι αυτο χύνω δάκρυα για σένα, για να σε παρηγορήσω. Και μέσα απο τα δάκρυά μου σε βλέπω μέσα στην αγκαλιά της Δικαιοσύνης, να χαμογελάς και να συγχωρείς τους διώκτες σου. Είσαι ο αδερφός μου και σ' αγαπώ, όποιος κι αν εισαι - ειτε λατρεύεις το Θεό στην εκκλησία, ειτε γονατίζεις στο ναό, ειτε προσεύχεσαι στο τζαμί. Εσείς κι εγω είμαστε ολοι παιδιά μιας πίστης, που προσφέρει πνευματική ακεραιότητα σε όλους και τους δέχεται πρόθυμα όλους». 

Kahlil Gibran 


«Ήρθα να πω ενα λόγο, και θα τον πω τώρα. Αλλ' αν ο θάνατος μ' εμποδίσει, ο λόγος θα ειπωθεί απο το Αύριο, γιατί το Αύριο ποτέ δεν αφήνει μυστικά μέσα στο βιβλίο της Αιωνιότητας. Ήρθα να ζήσω στη δόξα της Αγάπης και στο φως της Ομορφιάς, που είναι του Θεού αντικαθρέφτισμα. Είμαι εδω, ζωντανός, και κανείς δεν μπορεί να μ' εξορίσει απο την επικράτεια της ζωής, γιατί με το ζωντανό μου λόγο θα ζήσω και νεκρός. Ήρθα εδω για να ζήσω για ολα και με ολα και οσα στοχάζομαι σήμερα στη μοναξιά μου θα αντιλαληθούν Αύριο απο το πλήθος. Οσα λέγω σήμερα με μια καρδιά θα ειπωθούν Αύριο απο χιλιάδες καρδιές». 

Kahlil Gibran 

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.