Κυριακή 12 Ιουνίου 2016

«Ο Δρόμος που δεν ήταν Εκεί…»


Ο Δρόμος που δεν ήταν Εκεί
Θυμόταν εκείνο το μικρό δρομάκι όλη του την ζωή.

Παράξενο … μιας και πριν λίγο το είδε για πρώτη φορά στη ζωή του. Και ακόμη πιο παράξενο ήταν το ότι ακριβώς απέναντι από το δρομάκι εκείνο βρισκόταν το σπίτι του.

«Πώς είναι δυνατόν;» σκέφτηκε. «Αυτόν τον δρόμο τον έχω βαδίσει άπειρες φορές … αλλά δεν τον έχω περπατήσει καμία».

Η λογική του τού φώναζε πως δεν μπορεί να υπάρχει ένας δρόμος που δεν έχει δει ποτέ του, απέναντι ακριβώς από το σπίτι που ζούσε εδώ και κοντά 40 χρόνια. 
Ένας δρόμος όπου τα πόδια του, με την δική τους αυτόνομη θέληση, τον οδηγούσαν ήδη προς τα εκεί που βρισκόταν.
Κοντοστάθηκε στην αρχή του δρόμου. Η ανατριχίλα που ξεκινούσε από χαμηλά στην πλάτη του και διέτρεχε την σπονδυλική του στήλη, ήταν μια ένδειξη πως βρισκόταν μπροστά σε κάτι Αλλόκοσμο …

Έναν δρόμο που απλωνόταν ΖΩΝΤΑΝΟΣ μπροστά του …

Έναν δρόμο που ένιωθε πως ΠΡΕΠΕΙ να πάρει …

Έναν δρόμο που φοβόταν να πάρει, γιατί βαθιά μέσα του ήξερε που καταλήγει …

«Δεν βαριέσαι;» σκέφτηκε. «Σάμπως έχω να χάσω τίποτα; Κανείς δεν με περιμένει στο σπίτι. Σε κανέναν δεν θα λείψω. Και σίγουρα και εγώ δεν έχω τίποτα απολύτως για να μου λείψει. Ας πάω … και όπου βγει…»

Αφέθηκε στη δύναμη που τον τραβούσε σε εκείνο το δρομάκι που λουζόταν σε ένα απόκοσμο, ιώδες χρώμα. Σαν ένας άλλος Οδυσσέας, χωρίς την ασφάλεια δεσμών αυτή την φορά, μαγεμένος από το Τραγούδι των Σειρήνων, το Κάλεσμα της Κίρκης και της Καλυψούς και της Πηνελόπης … της Τριπλής Κυράς ολάκερης της Ύπαρξής του.

Της Πλανεύτρας … της Ερωμένης … της Συντρόφου …

Κοίταξε το όνομα του δρόμου ψηλά στην χρυσογάλανη πινακίδα του δρόμου.
«Εκάτης … πόσο ταιριαστό όνομα», σκέφτηκε. Η θεά του Κάτω Κόσμου, η θεά του Αόρατου και Σιωπηλού Κόσμου, η Κυρά των Τρίστρατων, μια άλλη μορφή της Τριπλής Θεάς των αρχαίων.

Περπατούσε με την αίσθηση πως τα πόδια του δεν αγγίζουν την γη… άλλωστε δεν ήταν καν σίγουρος πως βρισκόταν ακόμη επάνω σε αυτή την γαλαζοπράσινη μπάλα που κρέμεται στη μοναξιά του Χάους και λέγεται «Γη».

Με την άκρη του ματιού του είδε μια ζωγραφιά στον τοίχο, ένα μεγάλο Μάτι σαν ένα Μήνυμα από Αλλού πως κάποιος τον παρακολουθεί… και η σπονδυλική του στήλη είχε πάρει φωτιά.
Έφτασε στο τέλος του δρόμου… Το περιβάλλον έπαιρνε σιγά σιγά μια χρυσαφένια απόχρωση και η ατμόσφαιρα καθάριζε, ανοίγοντας το οπτικό πεδίο μπροστά του.

Το νεαρό ζευγάρι μπροστά του μιλούσε δυνατά σε μια άγνωστη, λαρυγγώδη γλώσσα.

«Τι πράγμα και αυτό πια στην Αθήνα… έχουμε γεμίσει αλλοδαπούς. Σε λίγο θα πάψουμε να ακούμε Ελληνικά», μουρμούρισε στον εαυτό του και σήκωσε το βλέμμα του για να δει το όνομα του δρόμου στον οποίο βγήκε.

«Hexenwegle», έγραφε η χρυσοπράσινη πινακίδα επάνω στην γωνία, «το μονοπάτι των μαγισσών», μετέφρασε από τα γερμανικά μια γυναικεία φωνή στο μυαλό του.

«Willkommen… Καλώς ήλθες», συνέχισε η μυστηριακή, βαθιά φωνή στην σκέψη του.
Κρύος ιδρώτας τον έκοψε …

Όχι από φόβο … μα από έκπληξη.

Έκπληξη γιατί αναγνώρισε μπροστά του τα πρόσωπα που του έγνεφαν, φωνάζοντας χαμογελαστά το όνομά του… αγνώστους ανθρώπους τους οποίους γνώριζε, μιλώντας του σε μια γλώσσα που δεν ήξερε, μα καταλάβαινε σαν μητρική του…

Άνθρωποι άγνωστοι και παράξενα οικείοι που τον φώναζαν με ένα όνομα που δεν ήταν δικό του, μα ήταν το όνομά του …
Οι δικοί του άνθρωποι …
Νικόλαος Παναγοδημητρόπουλος
Αναδημοσίευση από nikolaswar
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.