Κυριακή 10 Απριλίου 2016

Το σπιτάκι



Το μέρος γύρω του ήταν υπέροχο … τόσο όμορφο πραγματικά ! Ακόμα και το σπιτάκι που έστεκε λίγο παραπέρα ήταν μαγευτικό . Σαν αυτά που έβλεπε παλαιότερα στα παιδικά παραμύθια . Ένα σπιτάκι στη μέση του πουθενά να περιστοιχίζεται από τα δέντρα του δάσους και ένα μικρό ρυάκι να το διαπερνά. 

Μόνο που ένιωθε τον εαυτό του σε άθλια κατάσταση . Είχε σχισμένα ρούχα , πεινούσε , διψούσε , ήταν εξαντλημένος . Η μόνη του ελπίδα να υπάρχει κάποιος σε αυτό το σπίτι για να τον βοηθήσει . 

Πήγε προς τα εκεί και με δισταγμό χτύπησε την πόρτα . Του άνοιξε μια γριούλα και τον κοίταξε κατάματα . Τα μάτια της του φάνηκαν γνωστά και όμορφα . Τον κέρδισαν από την αρχή και του έδιωξαν κάθε φόβο . 


- Τι θα ήθελες νέε μου ; 


- Είμαι … είμαι κατάκοπος . Αν θα μπορούσατε να με βοηθήσετε … Έχω μέρες να φάω και διψώ τρομερά . 


- Πως σε λένε νέε μου ; 


- Έρωτα νομίζω … Ναι , Έρωτα . 


- Α!! Σε περίμενα . Πέρνα μέσα .


Η κουβέντα της τον τρόμαξε . Τον περίμενε ; Δεν μπόρεσε να κρατηθεί και την ρώτησε συγκρατημένα . 


- Με περιμένατε; 


- Μην δίνεις βάση στα λόγια μιας γριάς παιδί μου . Έλα , κάτσε να σου βάλω κάτι να φας . Δεν είμαι πλούσια αλλά κάτι μπορεί να βρεθεί . Για αύριο βλέπουμε .
Κάθισε στο τραπέζι κι έφαγε . Όλα ήταν τόσο νόστιμα που δεν χόρταινε .


- Πως βρέθηκες εδώ παιδί μου ; Θυμάσαι ; 


- Για να σας πω την αλήθεια … δεν θυμάμαι και πολλά . Είμαι τόσο μπερδεμένος.


- Πες μου ό,τι θυμάσαι . Μπορώ να κάτσω να ακούω για ώρες . 



- Αυτό που θυμάμαι είναι ότι μια ζωή περιπλανιέμαι από εδώ κι από εκεί . Με φιλοξενούσαν διάφοροι και μετά από κάποιο καιρό με έδιωχναν με τον χειρότερο τρόπο πολλές φορές . Αυτό άλλαξε όταν συνάντησα ένα διαφορετικό ζευγάρι . Η κοπέλα ήταν σαν να είχε γεννηθεί από το ίδιο το ουράνιο τόξο . Τα μάτια της ήταν οι φωτιές από τις πιο δυνατές πυρκαγιές . Λίγο να αφηνόσουν , σε έκαιγαν . Αυτός ήταν υπέροχος . Τα μάτια του είχαν φυλακίσει μέσα τους το καλύτερο γαλάζιο του ουρανού και το πιο μαγευτικό γαλαζοπράσινο της θάλασσας . Ήταν αδύνατον να μην συμβεί ότι συνέβη .


- Δηλαδή ; 


- Με κάλεσαν να γίνω φίλος τους . Τόσο όμορφο ζευγάρι . Πήγαμε σπίτι τους και όλα κυλούσαν τόσο όμορφα , τόσο δελεαστικά . Ζήλευες την ζωή τους , τα πάντα . 


- Αχ τι ωραία !! 


- Όχι , όχι και τόσο . Όπως σου είπα και πριν οι άνθρωποι με κρατάνε για λίγο κοντά τους και μετά … Όχι , όχι μην ανησυχείς . Δεν έγινε το ίδιο εδώ . Μακάρι να γινόταν . 


- Με τρομάζεις … Τι έγινε μετά ; 


- Καλέσανε στο σπίτι τους και άλλους φίλους . Πολλούς . 


- Αυτό δεν είναι τόσο κακό .
- Την ζήλια , την αδιαφορία , την ρουτίνα , τον εγωισμό και άλλους πολλούς ακόμα . Στην αρχή τα πράγματα ήταν υπό έλεγχο . Με το αγόρι είχαμε γίνει καλοί φίλοι και τον συμβούλευα να μην τους ακούει . Δέθηκα μαζί του τελικά . Δέθηκα πολύ . 


- Αυτό είναι καλό . 


- Γιαγιάκα … αυτό νόμιζα κι εγώ αλλά … οι συμβουλές μου τον πονούσαν , τον γονάτιζαν ολοένα και περισσότερο . Κάποια στιγμή μου είπε ότι δεν αντέχει άλλο και θα δώσει ένα οριστικό τέλος σε όλο αυτό . 


Η γιαγιά τρόμαξε . Τον κοίταξε με τα μάτια γουρλωμένα . 


- Ανεβήκαμε σε ένα βουνό . Καθίσαμε στην άκρη ενός γκρεμού και αναπολούσαμε τις παλιές καλές μέρες . Τότε που γνωριστήκαμε . Το αγόρι έβαλε τα κλάματα . Μου έλεγε ότι δεν μπορεί , δεν αντέχει , ότι έκανε λάθος και πως … Έφτασε στο χείλος του γκρεμού και κοίταξε κάτω . Τον ακολούθησα και του είπα πως αν κάνει κάτι θα τον ακολουθήσω . Δεν θα τον άφηνα μόνο . Ήταν τόσο τρομερό το θέαμα . Δεν φαινόταν καν το τέρμα του γκρεμού . Με κοίταξε και γέλασε . Μου είπε ότι δεν τον ενδιαφέρει το αποτέλεσμα . Αυτό που τον νιάζει είναι να τον συνεπάρει η αίσθηση της πτώσης . Η αδρεναλίνη … το συναίσθημα . Αν θα έπρεπε να πεθάνει … έτσι κι αλλιώς δεν άντεχε να συνεχίσει όπως ήταν τώρα . 


- Και ; 


- Το έκανε . Βούτηξε και βούτηξα κι εγώ μαζί του . Ένιωσα την αίσθηση αλλά από εκεί και πέρα … τίποτα . Το μόνο που θυμάμαι είναι να είμαι στην πόρτα σου . 


- Μάλιστα … 


- Αλήθεια γιαγιάκα , πως σε λένε ; 


- Θα το μάθεις παιδί μου όταν θα έρθει η ώρα . Θέλω όμως να σου πω κάτι . Είσαι κατατρεγμένος απ’ ότι μου είπες και δεν έχεις που να πας . Έχω εδώ ένα δωματιάκι μα δεν έχω τις ανέσεις που έμαθες να ζεις . Θα πρέπει να δουλεύεις μαζί μου κάθε μέρα , κάθε ώρα , κάθε λεπτό . Η δουλειά μου είναι δύσκολη και έχει πολλά πράγματα που πονάνε . Θα μπορείς όμως να απολαμβάνεις ότι κι εγώ . Δεν θα σε ενοχλεί κανένας μιας και είμαστε πολύ μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο . Τι λες ; 


- Με χαρά θα το δεχτώ . Είναι σαν θείο δώρο αυτό για εμένα .


Οι μέρες πέρασαν με τον Έρωτα να δίνει τον καλύτερο εαυτό του . Σκόνταφτε κι έπεφτε , χτυπούσε με δύναμη σε πέτρες και κλαδιά , πολλές φορές ο πόνος που ένιωθε ήταν αβάσταχτος αναγκάζοντας τον να βάλει τα κλάματα . Ποτέ όμως δεν τα παρατούσε . Ποτέ δεν θέλησε να φύγει από εκεί . Είχε βρει ένα μέρος να ανήκει .Δεν περνούσε από το μυαλό του να το εγκαταλείψει . Το μόνο που φοβόταν ήταν μην και πάθει κάτι η γιαγιά αλλά αυτή μέρα με την μέρα γινόταν όλο και νεότερη . 


Μια μέρα ένα μεγάλο αγκάθι μπήκε στην πλάτη του . Το αισθάνθηκε σαν μαχαιριά και του πρόσφερε ανείπωτο πόνο . Ήταν όμως ο μεγαλύτερος πόνος που δέχτηκε ποτέ . Η γιαγιά έτρεξε στο μέρος του και το περιποιήθηκε . Ύστερα γύρισε και του είπε . 


- Μήπως θέλεις να φύγεις ; Θα σου δείξω τον δρόμο να βρεις τους ανθρώπους . Να συνεχίσεις την ζωή σου από εκεί που την άφησες . Δεν μπορώ να σε βλέπω να πονάς . 


- Όχι , όχι . Αυτό δεν θα το κάνω ποτέ . 


- Είσαι σίγουρος ; 


- Ναι ! Είμαι . Θα μείνω εδώ . Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να με πάρει από την ασφάλεια αυτού του μέρους . 


-Τότε ήρθε η ώρα να σου πω πως λέγετε αυτό το μέρος και ποια είμαι εγώ .
Του ήρθε παράξενο και επικέντρωσε την προσοχή του σε αυτήν την κυρία που φώναζε μέχρι τώρα γιαγιάκα . 


- Βρίσκεσαι στην χώρα της αληθινής αγάπης κι εγώ είμαι η κοπέλα που μου είπες όταν πρωτοήρθες . 


Ο Έρωτας γούρλωσε τα μάτια σαν να μην το πίστευε . Η γιαγιά τον κοίταξε με κατανόηση και του είπε . 


- Βούτηξα στον γκρεμό πριν από εσένα . Δεν υπήρχε κανένας όμως να με σώσει .Κανένα χέρι δεν απλώθηκε να κρατηθώ . Έμεινα μόνη και ο πόνος με έκανε αυτό που είμαι τώρα . Τελικά αυτός ο άτιμος ο πόνος έχει τον σκοπό του . Με γέμισε με σοφία , με δύναμη , με υπομονή . Έμεινα εδώ και περίμενα πότε θα έρθεις . Οι μέρες , οι μήνες , τα χρόνια περνούσαν πάντα τόσο δύσκολα αλλά ποτέ δεν το έβαλα κάτω . Περίμενα . 


- Μα … Δεν είμαι το αγόρι που … 


- Όταν έφτασες στο χείλος του γκρεμού ο έρωτας ήταν ο μόνος σου σύμβουλος . Ο μόνος που ήθελες να ακούσεις . Ήταν η ίδια σου η καρδιά που αναγκάστηκε να γίνει άνθρωπος για να την ακούσεις … και την άκουσες . Βούτηξες στον γκρεμό παίρνοντας την ίδια απόφαση που πήρα κι εγώ . Να νοιώσεις την αγάπη σε κάθε της πτυχή κι ας έχει ολέθριες συνέπειες . Βούτηξες χωρίς να ξέρεις το αποτέλεσμα κι ας παιζόταν η ζωή σου . Αν σε αγαπούσα θα άπλωνα το χέρι και θα σε έσωζα . Αν όχι , ήσουν διατεθειμένος να πεθάνεις για χάρη μου . Ίσως ακόμα χειρότερα . Να περάσεις όλα αυτά που πέρασα εγώ περιμένοντας σε .
Ο Έρωτας θυμήθηκε . Είχε απόλυτο δίκαιο . Η γιαγιά άλλαξε την όψη της και έγινε η κοπέλα που γνώριζε με τα υπέροχα όλο φωτιά μάτια . 


- Ο πόνος και η κακουχίες δεν σε λύγισαν . Σε έκαναν πιο δυνατό και πιστό σε εμάς . Γι αυτό λέγεται πραγματική Αγάπη . Είναι πολύ μακριά απ’ όλον τον κόσμο γιατί είναι ένας κόσμος μόνος του . Μόνο για εμάς … κι εσύ τον αποδέχτηκες στα καλύτερα και στα χειρότερα του . Τώρα είμαι σίγουρη ότι μ’ αγαπάς !! Τώρα ο κόσμος αυτός με όλες τις χαρές και όλες τις δυσκολίες του είναι δικός μας . Θα πονάμε , θα ουρλιάζουμε , θα κλαίμε αλλά πάντοτε μαζί . Οι δυο μας !!





Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.