Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

ΑΛΗΘΕΙΑ, ΓΙΑΤΙ ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ Ο ΙΗΣΟΥΣ? – ΧΡΕΙΑΖΟΤΑΝ ΝΑ ΒΑΦΤΙΣΤΕΙ? – ΤΑ ΕΙΔΗ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ – Η ΜΥΗΣΗ


ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ: «Εγώ μεν σας βαφτίζω με νερό σε μετάνοια, αυτός όμως που έρχεται πίσω μου είναι ισχυρότερος από μένα, του οποίου τα παπούτσια δεν είμαι άξιος να βαστάξω. Αυτός θα σας βαφτίσει στο Πνεύμα και στη φωτιά».
Τότε έρχεται ο Ιησούς από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη προς τον Ιωάννη για να βαφτιστεί απ’ αυτόν. Ο Ιωάννης τον εμπόδιζε, λέγοντας: «Εγώ χρειάζομαι να βαφτιστώ από σένα, και εσύ έρχεσαι σ’ εμένα?».
Απαντώντας ο Ιησούς τού είπε: «Άσε τώρα. Διότι έτσι είναι πρέπον σ’ εμάς να εκπληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη. Τότε τον αφήνει (κατά Ματθαίο Γ:13-15).
Την επόμενη μέρα βλέπει ο Ιωάννης τον Ιησού να έρχεται προς αυτόν και λέει: «Ιδού, το Αρνί του Θεού που αίρει την αμαρτία του κόσμου. Αυτός είναι για τον οποίο εγώ είπα “πίσω μου έρχεται άνδρας, ο οποίος είναι ανώτερός μου, διότι ήταν πρότερός μου”. Και εγώ δεν τον γνώριζα, αλλά για να φανερωθεί στο Ισραήλ, γι’ αυτό ήρθα εγώ και βαφτίζω με νερό» (κατά Ιωάννη Α).
Όταν ο Ιησούς ήρθε στον Ιωάννη ζητώντας να βαφτιστεί, ο Ιωάννης επιβεβαίωσε την κατώτερη θέση του, μια ενσάρκωση υποδεέστερης θέσης στο συμπαντικό έργο. Με πόσο ανεπιτήδευτη ταπεινότητα, το χαρακτηριστικό γνώρισμα της θεϊκής φύσης, ο Ιωάννης παραμέρισε την προηγούμενη προεξέχουσα θέση του – δηλώνοντας ότι δεν ήταν άξιος να βαφτίσει τον Ιησού κι ότι αντίθετα αυτός χρειαζόταν να βαφτιστεί. Σίγουρα ο Ιησούς, ένας Δάσκαλος, ήταν πολύ πάνω από την ανάγκη για τελετουργικό βάφτισμα, ιδίως από κάποιον πολύ μικρότερου πνευματικού αναστήματος. Ένας διδάκτορας φιλοσοφίας δεν παίρνει μαθήματα από ένα παιδί της προκαταρκτικής εκπαίδευσης. Ο Ιησούς, αναγνωρίζοντας τον θεϊκό γκουρού του της προηγούμενης ζωής του, δεν έδωσε βάση στη δήλωση του Ιωάννη, αλλά αντίθετα είπε: «Άσε τώρα. Διότι έτσι είναι πρέπον σ’ εμάς να εκπληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη». Αυτά τα λόγια υποδηλώνουν τεράστια ευλάβεια του Ιησού για τον Ιωάννη, για τον οποίο αργότερα ο Ιησούς διακήρυξε: «Αλήθεια σας λέω, μεταξύ αυτών που γεννήθηκαν από γυναίκες δεν εγέρθηκε μεγαλύτερος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή» (κατά Ματθαίο ΙΑ:11).

Λαμβάνοντας το βάφτισμα από τον Ιωάννη, ο Ιησούς όχι μόνο τίμησε στα μάτια του κόσμου το αρχαίο, προχριστιανικό, ινδουιστικό έθιμο του βαφτίσματος σε ιερά νερά, αλλά επίσης και την παράδοση της μύησης η οποία διακρίνει με μοναδικό τρόπο τη σχέση γκουρού-μαθητή, τον θεϊκό νόμο μέσω του οποίου «κάθε δικαιοσύνη» (αλήθεια και σωτηρία) απονέμεται στον μαθητή από έναν Δάσκαλο εντεταλμένο από τον Θεό. Ο Ιησούς ήρθε στον Ιωάννη γι’ αυτό το πνευματικό χρίσμα, μια διακήρυξη σεβασμού προς τον γκουρού του από τον οποίο είχε λάβει «διπλάσια μερίδα πνεύματος» όταν ήταν ενσαρκωμένοι ως Ηλίας και Ελισαίος.
Η σχέση του γκουρού και του μαθητή δεν διαρκεί για μια ενσάρκωση μόνο. Ένας γκουρού, καθώς είναι φορέας σωτηρίας εντεταλμένος από τον Θεό, πρέπει να αναλάβει τον μαθητή μέσω διαδοχικών ενσαρκώσεων, αν είναι αναγκαίο, μέχρι ο μαθητής να φτάσει στην απόλυτη απελευθέρωση. Στο δυσδιάκριτο παρελθόν, σε προηγούμενες ζωές κατά τις οποίες ο Ιωάννης στάλθηκε από τον Θεό για πρώτη φορά ως ο γκουρού του Ιησού σε ανταπόκριση των προσευχών του, οι ψυχές του Ιωάννη του Βαπτιστή και του Ιησού ήταν αιώνια δεμένες μεταξύ τους μέσω του νόμου της απόλυτης θεϊκής φιλίας· οι δυο τους στην πρώτη συνάντηση του μακρινού εκείνου παρελθόντος ως γκουρού και μαθητής, είχαν πάρει την αμετάκλητη απόφαση: «Θα παραμείνουμε θεϊκοί φίλοι για πάντα μέχρις ότου οι ψυχές μας με αμοιβαία βοήθεια και παντοτινή καλή θέληση μέσα από πολλές ενσαρκώσεις σπάσουν τα χιμαιρικά τείχη των επιθυμιών που εγκλωβίζουν και να ελευθερώσουμε τη φυλακισμένη πανταχού παρουσία μας, ώστε να γίνουμε ένα με τη θάλασσα του Απείρου».
Ο Ιησούς ήρθε στη γη ως ένας παγκόσμιος σωτήρας, ένας ρόλος ανώτερου βαθμού απ’ αυτόν του Ιωάννη του Βαπτιστή, εντούτοις αναγνώριζε τον Ιωάννη ως τον γκουρού του των προηγούμενων ενσαρκώσεων, τον άνθρωπο που στάλθηκε αρχικά από τον Θεό για να εισέλθουν μαζί σ’ αυτή τη δέσμευση της θεϊκά καθορισμένης φιλίας. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Ιησούς είπε: «Άσε τώρα. Διότι έτσι είναι πρέπον σ’ εμάς να εκπληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη». Παρόλο που και οι δύο γνώριζαν ότι ο Ιησούς ήταν κατά πολύ πάνω από την ανάγκη αυτής της εξωτερικής ιεροτελεστίας, προέβησαν με απόλυτη ειλικρίνεια στις απαιτούμενες τυπικότητες θέτοντας έτσι το σωστό παράδειγμα για τον κόσμο. («Ό,τι κάνει ένα ανώτερο πλάσμα, οι κατώτεροι άνθρωποι το μιμούνται. Οι πράξεις του θέτουν ένα πρότυπο για τους ανθρώπους του κόσμου» (God Talks With Arjuna: The Bhagavad Gita ΙΙΙ:21). Τα λόγια μπορεί να ξεχαστούν εύκολα ή να διαστρεβλωθούν. Η μάθηση με πράξεις είναι ανεξίτηλη.
Η δήλωση του Ιωάννη στους ιερείς και τους Λευίτες: «Εγώ μεν σας βαφτίζω με νερό σε μετάνοια, αυτός όμως που έρχεται πίσω μου […] αυτός θα σας βαφτίσει στο Πνεύμα και στη φωτιά», εισάγει έναν κανόνα ύψιστης σημασίας για την επίτευξη της σωτηρίας: ότι το πραγματικό βάφτισμα συνίσταται στην πνευματική μύηση που παραχωρείται από έναν αληθινό γκουρού. Αν και ο Ιωάννης είπε ότι βάφτιζε τον κόσμο με νερό, δεν είπε ότι ήταν ανίκανος να βαφτίζει στο Πνεύμα, μόνο ότι ήταν ότι μια τέτοια μύηση θα ήταν το προνόμιο του Χριστού, ο οποίος κατόπιν ειδικής αποστολής θα ερχόταν για να γίνει ο σωτήρας ή ο γκουρού τους. Στην πραγματικότητα, αυτό που παραχωρήθηκε στον Ιησού ήταν το αληθινό βάφτισμα στο Πνεύμα, όταν, μετά τη βύθιση στον Ιορδάνη (τον εξαγνισμό με νερό), «ανοίχτηκαν οι ουρανοί σ’ αυτόν». Όπως ο Ιωάννης ο ίδιος έδωσε μαρτυρία: «Είδα το Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι από τον ουρανό και έμεινε πάνω του» (κατά Ιωάννη Α:32). Αν ο Ιωάννης ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος, δεν θα μπορούσε να δει το Πνεύμα να κατεβαίνει πάνω στον Ιησού. Αυτός ο ίδιος ήταν συντονισμένος με το Πνεύμα, αλλά με μη προσποιητή ταπεινότητα έστρεψε την προσοχή του κόσμου από τον ίδιο στην εξέχουσα θέση του Ιησού.
Είναι με τη χάρη του γκουρού που η ουράνια συνειδητότητα ξεδιπλώνεται στον νεοφώτιστο μαθητή, αποκαλύπτοντας το φως του πάνσοφου πνευματικού ματιού που συμβολίζεται με το περιστέρι – μέσω αυτού ο άνθρωπος ανέρχεται από το σώμα στο Πνεύμα μέσω του Αγίου Πνεύματος, της κατά Χριστόν Συνειδητότητας («του μονογενούς Υιού») και της Συμπαντικής Συνειδητότητας ή του Θεού του Πατέρα.
Οι διάφορες διαδικασίες του βαφτίσματος και τα αντίστοιχα αποτελέσματά τους ή πνευματικές καταστάσεις θα πρέπει να εξηγηθούν.
Η ιεροτελεστία του βαφτίσματος με τη βύθιση στο νερό ξεκίνησε από την Ινδία, η οποία τόνιζε ότι ο εξαγνισμός του σώματος θα έπρεπε να προηγείται του εξαγνισμού του νου. Οι μαθητές που αναζητούσαν καθοδήγηση πάνω στην πνευματική ζωή από έναν άγιο άνθρωπο έπρεπε πρώτα να εξαγνίσουν το σώμα τους πλένοντάς το, κάτι που από μόνο του αποτελούσε την έναρξη του καθαρισμού του νου, με το να δείχνουν τον απαιτούμενο σεβασμό στον δάσκαλο, καθώς και με το να εσωτερικεύουν τις σκέψεις τους προσμένοντας τις ευλογίες και την αξία των μαθημάτων που θα λάμβαναν. «Η καθαριότητα είναι κοντά στην αγιότητα» είναι ένα αξιόλογο πρώτο μάθημα. Η βύθιση στο νερό ανοίγει τους πόρους του δέρματος, αφήνοντας έτσι να εξέλθουν ενοχλητικές επιβλαβείς ουσίες του σώματος, και ηρεμώντας και ανακουφίζοντας το κυκλοφορικό σύστημα. Το νερό δροσίζει τις νευρικές απολήξεις και στέλνει ήρεμες αισθητήριες εντυπώσεις σε όλα τα ζωτικά κέντρα του σώματος, ισορροπώντας ομαλά όλες τις ζωτικές ενέργειες.
Η ζωή προήλθε αρχικά από ενέργεια, μετά από νεφελώματα, και στη συνέχεια από το νερό. Όλοι οι σπόροι ζωής είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με το νερό. Η υλική ζωή δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτό. Αυτός που πλένεται καθημερινά και διαλογίζεται αμέσως μετά, αισθάνεται τη δύναμη του «βαφτίσματος» με νερό. Το να πλένεται κάποιος με τη συνειδητότητα του εξαγνισμού σ’ ένα ιερό ποτάμι ή μια λίμνη, ή σε άλλα φυσικά νερά περιβαλλόμενα από το μεγαλειώδες φυσικό κάλλος του Θεού, είναι μια έντονα εξυψωτική εμπειρία.
Ενώ το βάφτισμα με νερό ως μια ιεροτελεστία έχει τα θετικά της σημεία, συμπεριλαμβανομένης της προσωρινής καθαριότητας του νου, η τελετή, για να έχει μακροπρόθεσμη αξία, πρέπει να συνεχίζεται με αδιάκοπα μαθήματα πάνω στην πνευματική διαβίωση και την επαφή με τον Θεό. Αλλιώς ο νους αρχίζει να επιστρέφει στις παλιές του συνήθειες. Τα δεινά τους αποδυναμώνουν τα ευεργετικά αποτελέσματα της ιεροτελεστίας του βαφτίσματος. Αν η αχρειότητα δεν εξαλειφθεί μέσω διαλογισμού και διαρκούς πνευματικής επαγρύπνησης και προσπάθειας, ο νεοφώτιστος απλώς παραμένει κάτω από την επίδραση των ίδιων κακών δαιμόνων με μια επιρρέπεια στην λανθασμένη συμπεριφορά.
Είναι η νοητική στάση της πίστης και της αφοσίωσης ο τρόπος με τον οποίο κάποιος λαμβάνει ένα τελετουργικό βάφτισμα –είτε με τη βύθιση στο νερό είτε με τον τροποποιημένο συμβολικό τρόπο του ραντίσματος νερού πάνω στο κεφάλι– που καθορίζει τις ευλογίες που θα ληφθούν. Και είναι η συνέχιση της ορθής σκέψης και πράξης εκείνο που διασφαλίζει τη διαρκή ωφέλεια. Ο νεοφώτιστος μετά θα πρέπει να βαφτίζεται τακτικά μέσα στο Πνεύμα, βυθίζοντας τη συνειδητότητά του στη σοφία, στον μαγνητισμό και στην πνευματική ακτινοβολία του Αγίου Πνεύματος κατά τον διαλογισμό.
Καθώς ο σκοπός του βαφτίσματος είναι να επιφέρει μια αλλαγή που εξυψώνει τη συνειδητότητα μέσω κάποιας μορφής συμβολικής βύθισης, είναι καλό να αναλογιστεί κάποιος πώς μπορεί να «βαφτιστεί» χωρίς να το ξέρει από συντρόφους του. Για τον λόγο αυτό, ο υποψήφιος να «μυηθεί» θα πρέπει να έχει επίγνωση του είδους των νερών μέσα στα οποία η συνειδητότητά του βυθίζεται.
Οι δονήσεις των άλλων ανθρώπων μπορούν να ληφθούν με ανταλλαγή μαγνητισμού. Κάποιος που έρχεται κοντά σ’ ένα άγιο πρόσωπο ωφελείται. Αυτό είναι βάφτισμα μέσω πνευματικού μαγνητισμού. Οι σκέψεις και η μαγνητική αύρα του αγίου εκπέμπουν μια δονητική λάμψη που αλλάζει τη συνειδητότητα και τα εγκεφαλικά κύτταρα εκείνων που βρίσκονται μέσα στην εμβέλειά του. Όλοι όσοι επισκέπτονται ή ζουν στα ίδια μέρη όπου ζει ή έχει ζήσει ένας Δάσκαλος, αυτομάτως θα μεταμορφωθούν αν είναι συντονισμένοι μαζί του. Αν αυτός ο συντονισμός είναι πολύ βαθύς, οι εξυψωτικές δονήσεις ενός αγίου μπορούν να ληφθούν ακόμα κι από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
Το ύψιστο βάφτισμα, που διακήρυσσε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής και όλοι οι Δάσκαλοι που έχουν συνειδητοποιήσει τον Εαυτό τους, είναι να βαφτίζεται κάποιος «με το Άγιο Πνεύμα και με φωτιά» – δηλαδή να διαποτίζεται από την παρουσία του Θεού μέσα στην ιερή Δημιουργική Δόνηση της οποίας η πανταχού παρούσα παντογνωσία όχι μόνο εξυψώνει και διευρύνει τη συνειδητότητα, αλλά της οποίας η φωτιά της συμπαντικής ζωικής ενέργειας καυτηριάζει στην πράξη τις αμαρτίες των τωρινών κακών συνηθειών και τα καρμικά αποτελέσματα παλιών εσφαλμένων πράξεων.
Ο μακρόκοσμος του σύμπαντος με τα ποικίλα όντα του είναι φτιαγμένος από τη θεϊκή δόνηση, ή συμπαντική ενέργεια, του Αγίου Πνεύματος, διαποτισμένη από την κατά Χριστόν Συνειδητότητα, η οποία με τη σειρά της είναι μια αντανάκλαση της Συμπαντικής Συνειδητότητας του Θεού. Ο άνθρωπος είναι ένας μικρόκοσμος του σύμπαντος: ένας συνδυασμός σώματος, ζωικής ενέργειας και συνειδητότητας. Η συνειδητότητά του είναι μια αντανάκλαση της κατά Χριστόν Συνειδητότητας, η ψυχή του είναι διαφοροποιημένη από το εξατομικευμένο εγώ του. Η ζωική ενέργειά του είναι εξατομικευμένη συμπαντική ενέργεια. Το σώμα του είναι συμπυκνωμένη συμπαντική ενέργεια που παίρνει ζωή από μια εξειδικευμένη ζωική ενέργεια (Η συμπαντική ενέργεια στο σώμα λειτουργεί με τη μορφή πέντε εξειδικευμένων ρευμάτων που καθιστούν εφικτές τις δραστηριότητες της δημιουργίας κρυσταλλικών δομών (πράνα), της αφομοίωσης (σαμάνα), της απέκκρισης (απάνα), του μεταβολισμού (ουντάνα) και της κυκλοφορίας (βυάνα).
Η ζωική ενέργεια όταν δονείται χονδροειδώς μετατρέπεται σε ηλεκτρόνια, άτομα, μόρια και σάρκα του σώματος. Όταν η ζωική ενέργεια δονείται προοδευτικά πιο λεπτοφυώς γίνεται συνειδητότητα. Στο ανθρώπινο ον, το σώμα, η ζωική ενέργεια και η συνειδητότητα –καθώς αποτελούν τρεις διαφορετικές συχνότητες δόνησης– συγκρατούνται μεταξύ τους από τον πυρήνα του εγώ και την αγνή φύση του, την ψυχή. Για να ελευθερώσει την ψυχή, τον Χριστό μέσα στον άνθρωπο, από τις περιορισμένες αυτές τρίπτυχες δονήσεις του ανθρώπινου σώματος, της ζωικής ενέργειας και της συνειδητότητας, η θεϊκή συνειδητότητα στον άνθρωπο πρέπει πρώτα να βαφτιστεί ή να ενωθεί με το Άγιο Πνεύμα, την αρχική συμπαντική δόνηση του Ομ, του Λόγου, της πρωταρχικής εκδήλωσης του Θεού. Από εκεί η συνειδητότητα συγχωνεύεται με τον Πανταχού Παρόντα Χριστό που είναι εγγενής στη δημιουργία και ανέρχεται στη Συμπαντική Συνειδητότητα, τον Πατέρα. Κανείς δεν μπορεί να φτάσει στον Θεό τον Πατέρα παρά μόνο μέσω του Αγίου Πνεύματος και της κατά Χριστόν Συνειδητότητας.
ΤΟ «ΑΡΝΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ» – ΕΝΑΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΣΩΤΗΡΑΣ
Όλοι οι Δάσκαλοι που πέτυχαν την έσχατη συνειδητοποίηση και την ενότητα με τον Θεό είναι ίσοι στα μάτια του Θεού. Ο Πατέρας του Σύμπαντος όμως, κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων χρονικών κύκλων, «προτιμά», δηλαδή επιλέγει, μια ψυχή να έρθει στη γη ως παγκόσμιος προφήτης και να δώσει πνευματική ώθηση στα παιδιά Του. Μερικές φορές βρίσκονται παρόντες στον κόσμο αρκετοί Δάσκαλοι, αλλά μόνο ένας είναι απεσταλμένος από τον Θεό να εκτελέσει μια εξέχουσα αποστολή. Αυτό βέβαια δεν μειώνει καθόλου τη μεγαλοσύνη των άλλων Δασκάλων οι οποίοι όλοι είναι ένα στο Πνεύμα. Ο Ιωάννης ήρθε για να βαφτίζει με νερό, με τον εθιμοτυπικό τελετουργικό τρόπο, για να τραβήξει την προσοχή του Ισραήλ, των αληθινών ψυχών, στην έλευση του Ιησού. Έχοντας διεγείρει τη δεκτικότητά τους, μπορούσε πλέον να εκπληρώσει ταπεινά τη δική του αποστολή: να φανερώσει με τη μαρτυρία του τα θεϊκά διαπιστευτήρια του Ιησού, ο οποίος «προτιμήθηκε» –επιλέχθηκε από τον Θεό– για μια μεγαλειώδη αποστολή, την αναμόρφωση της ανθρωπότητας. Ο Ιησούς έπρεπε να το κάνει αυτό εμπνέοντας τον κόσμο με μια νέα συνειδητότητα μέσω της αναβίωσης της αληθινής τελετής του βαφτίσματος στο Πνεύμα, της μεταμόρφωσης της συνειδητότητας μέσω της βύθισής της στην ιερή δόνηση του Αγίου Πνεύματος.
Η έκφραση: «Δεν τον γνώριζα» είναι παραπλανητική. Αυτή δεν σημαίνει ότι ο Ιωάννης δεν αναγνώρισε τον Ιησού. Αντίθετα, τόνιζε ότι κανένας άνθρωπος στη συνηθισμένη κατάσταση της ταυτισμένης με το σώμα συνειδητότητας του εγώ –ακόμα και ο ίδιος ο Ιωάννης μέσω καθαρά εξωτερικής αισθητήριας αντίληψης– δεν θα μπορούσε να καταλάβει την πνευματική συνειδητότητα του Χριστού μέσα στον Ιησού. Ήταν κατά τη διάρκεια του βαφτίσματος του Ιησού, όταν και αυτός και ο Ιωάννης μεταμορφώθηκαν μέσα στο φως του Αγίου Πνεύματος, που ο Ιωάννης έγινε μάρτυρας του γεγονότος ότι ο Ιησούς ήταν πράγματι ένας πλήρως εκδηλωμένος «Υιός του Θεού». Μια τέτοια αναγνώριση δεν θα μπορούσε να φανερωθεί σε έναν συνηθισμένο νου. Μέσω όμως της διαύγειας μιας εξυψωμένης συνειδητότητας, η πλήρης θεϊκή φύση της συνειδητότητας του Ιησού ως ένα με την κατά Χριστόν Συνειδητότητα μπορεί να συνειδητοποιηθεί.
Η αναφορά του Ιωάννη ως προς τον Ιησού ότι «ήταν πρότερός μου» επίσης εκδηλώνει την ταπεινότητα του Ιωάννη που αναγνώρισε, στην ενσάρκωσή τους ως Ιωάννης και Ιησούς, την αντιστροφή των προηγούμενων ρόλων τους ως Ηλίας και Ελισαίος – ήταν ο Ιησούς στο τωρινό έργο αυτός που εκδήλωσε την ιδιότητα του Χριστού πριν τον Ιωάννη («πρότερός μου»).
Ο Ιωάννης προσφώνησε τον Ιησού τον Σωτήρα ως εξής: «Αρνί του Θεού που αίρει την αμαρτία του κόσμου». Το αρνί είναι ένα σύμβολο αθωότητας, πραότητας και αφοσίωσης. Ο Ιησούς ήταν αθώος, αγνός, ταπεινός και αφοσιωμένος στον Θεό από κάθε άποψη. Η δική του δύναμη δεν ήταν η αλαζονική δύναμη ενός τυραννικού σταυροφόρου που θα κατέστρεφε τη φαυλότητα με τη βία. Αντίθετα, ήρθε να προσφέρει τον εαυτό του ως θυσία (όπως τα πρόβατα θυσιάζονται στην Ανατολή) για να δώσει το παράδειγμα της υπέρτατης δύναμης της αγάπης. Αν ο Θεός χρησιμοποιούσε την παντοδυναμία Του για να τιμωρήσει τον άνθρωπο, θα ήταν αδύνατο για έναν απλό θνητό να χρησιμοποιήσει ανεξάρτητη κρίση κι έτσι να μάθει και να ωριμάσει μέσα από τα λάθη του. Ο καρμικός νόμος λειτουργεί έτσι ώστε μέσα απ’ αυτόν ο άνθρωπος τιμωρεί τον εαυτό του ανάλογα με τις κακές πράξεις του, ενώ την ίδια ώρα ο Θεός χρησιμοποιεί την αγάπη για να παρακινήσει τη διακριτική ορθή συμπεριφορά και να αφυπνίσει μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα τις ανώτερες ψυχικές ιδιότητες της εικόνας του Θεού μέσα στον αληθινό Εαυτό.
Ο Ιησούς έδωσε το παράδειγμα της αγάπης του Θεού σε μια ύψιστη έκφραση πνευματικής μεγαλοψυχίας: τη θεληματική προσφορά της ίδιας του της ζωής. Θυσιάζοντας τον εαυτό του για το πνευματικό όφελος των άλλων, ένας σωτήρας που εξουσιοδοτήθηκε από τον Θεό να το κάνει μπορεί να εξιλεώσει τις αμαρτίες των άλλων. Ο Ιησούς, ένας παγκόσμιος σωτήρας, πήρε επάνω του όχι μόνο τις καρμικές οφειλές των μαθητών του, αλλά και τις αμαρτίες των μαζών αφήνοντας τον εαυτό του να σταυρωθεί.
Θα ήταν τρέλα να υποθέσουμε ότι κάποιος, ακόμα κι ένας Ιησούς, μπορεί να εξαλείψει τις αμαρτίες ενός ανθρώπου αν ο αμαρτωλός δεν συνεργαστεί για την απομάκρυνση αυτών των καρμικών συνεπειών. Ένας Δάσκαλος μπορεί να πάρει πάνω του ένα μέρος του φορτίου ενός μαθητή αν αυτός ο πιστός καταβάλλει μια αξιόλογη πνευματική προσπάθεια να βελτιωθεί. Πάνω απ’ όλα όμως, ένας Δάσκαλος υπηρετεί με τον ανώτατο τρόπο με παράδειγμα και διδασκαλίες που εμπνέουν τα παιδιά του Θεού που σφάλλουν να ελευθερώσουν τον εαυτό τους από τις κακές συνήθειες και την πνευματική αμέλεια.
Για να φανερώσει τη Θεϊκή Συμπόνια, ο Ιησούς ήρθε ως ένα αρνί πνευματικότητας, έτοιμος να προσφέρει τον εαυτό του ως θυσία ενώπιον του ναού της αλήθειας – ένα υπόδειγμα της υπέρτατης δύναμης της αγάπης που νικά τη φαυλότητα, της σοφίας που νικά την άγνοια, της συγχώρεσης που νικά την εκδικητικότητα, του φωτός που νικά το σκοτάδι.
Η θυσία του Ιησού αποσκοπούσε πρωτίστως στο να δώσει ένα παντοτινό παράδειγμα της δύναμης της πνευματικής ισχύος που υπερνικά την άγνοια και την ωμή βία. Έδειξε ότι η δύναμη της αγάπης μπορούσε να κατακτήσει τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η οποία παρ’ όλη την ισχύ της δεν μπόρεσε να καταπνίξει τη φιλοσοφία του. Η κυριαρχία του διήρκεσε πολύ περισσότερο από εκείνη όλων των στρατιωτικών κατακτητών, βασισμένη στη θεϊκή εντολή: «Αγάπα τους εχθρούς σου».
Δείχνοντας τον Ιησού ως έναν που στάλθηκε από τον Θεό για να γίνει ο σωτήρας των μαζών, ο Ιωάννης διαλαλεί: «Δείτε την ευγένεια της συμπόνιας και την πράα αλλά παντοδύναμη ισχύ της αγάπης που αντιπροσωπεύει ο Ιησούς, η οποία θα συντρίψει την άγνοια και τη φαυλότητα στη ζωή εκείνων που θα λάβουν μέσα τους τον Χριστό που είναι ενσαρκωμένος μέσα σ’ αυτόν. Η Αγάπη του Χριστού θα δράσει ως ένα ισχυρό ρεύμα στην καρδιά και στον νου καταστρέφοντας την αμαρτία της φαυλότητας».
Η λέξη «μύηση» (στα Σανσκριτικά ντίκσα), όπως χρησιμοποιείται στην Ινδία, έχει την ίδια σημασία μ’ αυτή του όρου «βάφτισμα» που υιοθετήθηκε από τη Δύση. Η μύηση από έναν γκουρού είναι η εσωτερική καθαγίαση του μαθητή μέσα στο πνευματικό μονοπάτι που οδηγεί από την επικράτεια της υλιστικής συνειδητότητας στο βασίλειο του Πνεύματος.
Η αληθινή μύηση, όπως έχει καταδειχθεί, είναι το βάφτισμα από το Πνεύμα: το να έρθει κάποιος σε επαφή με έναν άγιο ο οποίος μπορεί με μια ματιά ή μ’ ένα άγγιγμα να στείλει το δονούμενο φως του Πνεύματος πάνω στον πιστό για να αλλάξει και να εξυψώσει τη συνειδητότητά του. Αυτό το αληθινό βάφτισμα καθαρίζει τη συνειδητότητα του μυημένου με το Άγιο Φως του πνευματικού ματιού και τον ιερό ήχο του Ομ. Όποιος μπορεί να δει το ζωικό ρεύμα του πνευματικού ματιού να μεταβάλλει και να προσδίδει πνευματικό χαρακτήρα στα εγκεφαλικά κύτταρα και την ίδια τη σύσταση του νου αυτού που μυείται είναι ένας που βαφτίζει με το Άγιο Πνεύμα. Βλέπει το φως του πνευματικού ματιού και ρίχνει αυτό το Φως του Πνεύματος πάνω στη συνειδητότητα του πιστού. Όταν αυτή η δονητική δύναμη διαπεράσει αυτόν που μυείται, καυτηριάζει τωρινές κακές συνήθειες και παλιούς καρμικούς σπόρους που είναι εμφυτευμένοι στον εγκέφαλο. Με τη συνειδητότητα του Θεού η οποία υπάρχει μέσα της, μια μεγάλη πνευματική ψυχή μπορεί να μεταδώσει σε άλλους που είναι δεκτικοί μια εμπειρία ενός τμήματος από τη δική της Θεϊκή Συνειδητότητα.
Αυτό το πνευματικό βάφτισμα είναι τρίπτυχο. Πρώτον, όταν ο δάσκαλος παραχωρεί τη μύηση, βλέπει ο ίδιος το Φως καθώς βαφτίζει τον μαθητή. Δεύτερον, όταν ο δάσκαλος στέλνει εκείνο το Φως σ’ αυτόν που μυείται, το οποίο ο πιστός μπορεί να δει ή όχι, αυτό παραμένει για λίγο σε πλήρη δονητική ισχύ για να προκαλέσει μια πνευματική αλλαγή στον πιστό. Είναι όμως προσωρινή. Οι ευλογίες ενός Δασκάλου μπορούν να διατηρήσουν για λίγο χρόνο αυτό το Φως μέσα στον μαθητή, αλλά και ο πιστός θα πρέπει επίσης να καταβάλει την προσπάθεια για να το διατηρήσει. Τρίτον, για να κρατήσει το Φως μόνιμα, ο πιστός χρειάζεται να το κάνει δικό του μέσα από ευσυνείδητη προσπάθεια στον διαλογισμό, και ακολουθώντας την πνευματική καθοδήγηση και τις πρακτικές, τη σάντανα, που δίνονται από τον Δάσκαλο.
Ο ασφαλέστερος τρόπος να βρει κάποιος τον Θεό είναι να μάθει γι’ Αυτόν από έναν που Τον ΓΝΩΡΙΖΕΙ. Το να ακολουθεί έναν Δάσκαλο του οποίου το μονοπάτι τον έχει οδηγήσει στη συνειδητοποίηση του Θεού, σημαίνει ότι σίγουρα θα φτάσει κι αυτός στον ίδιο Στόχο.
Οι Γραφές της Ινδίας μιλούν για την απελευθέρωση της ψυχής με όρους μιας προσαρμοσμένης φόρμουλας, η οποία, κατά θεόσταλτο τρόπο, δείχνει εύνοια προς το σύνδρομο του «αδύναμου πνεύματος» στον άνθρωπο. Από το σύνολο των προϋποθέσεων για την επίτευξη της σωτηρίας, λέγεται ότι το 25% είναι η πνευματική προσπάθεια του μαθητή, το 25% είναι η ευλογία του γκουρού, και το υπόλοιπο 50% είναι η χάρη του Θεού. Ο πνευματικός αναζητητής όμως δεν θα πρέπει να μπει στον πειρασμό να εφησυχάσει περιμένοντας να παρακινηθεί από το πνεύμα των ευλογιών και της χάρης, γιατί ο καταλύτης της προσπάθειας του πιστού θέτει σε λειτουργία αυτή τη φόρμουλα.
Καθώς η προσπάθεια του πιστού και οι ευλογίες του γκουρού είναι εξίσου απαραίτητες για την πρόοδο του μαθητή, μαθαίνουμε στην Ινδία την πρωταρχική σημασία να ακολουθεί κάποιος πιστά τον γκουρού του στο πνευματικό μονοπάτι. Αυτός ενδιαφέρεται προσωπικά για το καλό της ψυχής του πιστού και απλώνει μπροστά του ένα μονοπάτι πνευματικής πειθαρχίας που οδηγεί τόσο μακριά όσο ο αναζητητής του Θεού επιθυμεί να πάει.
Κατά τα πρώτα χρόνια της πνευματικής μου αναζήτησης ευλογήθηκα να συναναστρέφομαι συχνά με άγιες ψυχές των οποίων η θεϊκή συνειδητότητα μετέφερε τη συνειδητότητά μου σε ουράνια βασίλεια. Χρειάστηκε όμως να συναντήσω τον δικό μου, εντεταλμένο από τον Θεό, γκουρού, τον Σουάμι Σρι Γιουκτέσβαρ, και να λάβω μύηση απ’ αυτόν, για να καταλάβω πλήρως τη μεταμορφωτική δύναμη της ιερής παράδοσης γκουρού-μαθητή. Βαφτισμένος μέσα σε μια ακτινοβολία όμοια με χίλιους ήλιους, όλο μου το είναι τυλίχτηκε μακάρια μέσα στην αγάπη του Θεού και ασφαλίστηκε μέσα στη φροντίδα της σοφίας του Γκουρού. Η σάντανα της Κρίγια Γιόγκα που μου μεταδόθηκε σ’ εκείνη την ντίκσα ήταν «το μαργαριτάρι της μεγάλης αξίας» με το οποίο θα άνοιγαν όλες οι πόρτες προς τη Θεϊκή Παρουσία.
Ένας γκουρού δεν είναι ένας συνηθισμένος πνευματικός δάσκαλος. Κάποιος μπορεί να έχει πολλούς δασκάλους, αλλά μόνο έναν γκουρού, ο οποίος είναι ο φορέας της σωτηρίας που έχει καθοριστεί από τον Θεό σε ανταπόκριση της απαίτησης ενός πιστού να απελευθερωθεί από τη δουλεία στην ύλη.
Οι ιερείς στις εκκλησίες και στους διάφορους άλλους ναούς επιλέγονται συχνά μόνο με βάση ένα καθορισμένο επίπεδο της διανοητικής τους γνώσης των Γραφών, ή λόγω του ιερατικού κύρους που τους εκχωρήθηκε με τελετουργικό τρόπο από κάποιον επίσημα ανώτερο εκκλησιαστικό επικεφαλής. Κανένας γκουρού δεν μπορεί να αναπτυχθεί μόνο μέσα από μακροχρόνιες σπουδές στο διανοητικό εργαστήριο ενός θεολογικού ιεροδιδασκαλείου που θεωρεί ότι έχει φέρει σε πέρας τον σκοπό του όταν απονέμει τους τίτλους του τελειόφοιτου ή του δόκτορα. Τέτοιοι τίτλοι μπορούν να αποκτηθούν από ανθρώπους που διαθέτουν καλή μνήμη, αλλά ο χαρακτήρας, ο αυτοέλεγχος και η σοφία της διαίσθησης της ψυχής μπορούν να καλλιεργηθούν μόνο μέσα από τη γνώση και την εφαρμογή προχωρημένων μεθόδων καθημερινού, βαθιού διαλογισμού οι οποίες γεννούν συνειδητοποίηση του Εαυτού και πραγματική εμπειρία του Θεού.
Ούτε μπορεί κανείς να είναι γκουρού επειδή το επέλεξε από μόνος του. Πρέπει να λάβει εντολή να υπηρετεί και να σώζει άλλους από έναν αληθινό γκουρού, ή, αλλιώς, πρέπει να ακούσει στην πραγματικότητα τη φωνή του Θεού να του ζητά να λυτρώσει άλλους. Όπως έχει καταδειχθεί, αυτόν τον νόμο τον υπάκουσε ακόμα και ο Ιησούς, ο οποίος έλαβε την ευλογία του γκουρού του πριν ξεκινήσει την αποστολή του – ακριβώς για να δώσει το σωστό παράδειγμα. Οι αυτό-διοριζόμενοι γκουρού είναι πολύ παραπλανημένοι ακούγοντας τη φωνή του ευφάνταστου εγώ τους μέσα στον υποσυνείδητο νου τους. Όσοι μ’ αυτόν τον τρόπο λανθασμένα χρίζουν τον εαυτό τους γκουρού ή αγάλλονται δεχόμενοι τον σεβασμό των οπαδών που παροτρύνονται να τους θεωρούν γκουρού, δεν έχουν τη δύναμη από τον Θεό ή από την προσωπική πνευματική τους προσπάθεια να σώσουν κανέναν. Είναι αξιοθαύμαστο να δίνει κάποιος διαλέξεις και να διδάσκει καλές αρχές. Χωρίς όμως να κατέχει τα προσόντα ενός αληθινού γκουρού, ένας δάσκαλος δεν μπορεί να λυτρώσει ψυχές, ούτε πρέπει να θεωρεί ότι μπορεί να δεχτεί άλλους ως μαθητές μέχρι πρώτα ο ίδιος να έχει προοδεύσει πάρα πολύ στη δική του συνειδητοποίηση του Εαυτού.
Οι αληθινοί γκουρού εκπαιδεύουν πρώτα τον εσωτερικό τους εαυτό στο προχωρημένο θεολογικά σχολείο της διαίσθησης και της κοινωνίας με τον Θεό στον διαλογισμό. Βαφτίζουν πνευματικά τον εαυτό τους στο Πνεύμα πριν φιλοδοξήσουν να μυήσουν άλλους. Δεν διδάσκουν για να αποκτήσουν γήινα κέρδη ή δόξα, αλλά με αποκλειστικό σκοπό να οδηγήσουν ψυχές στον Θεό. Ένας γκουρού ποτέ δεν αναζητά για τον εαυτό του την αφοσίωση και την υπακοή των μαθητών του, αλλά μεταβιβάζει αυτή την ευλάβεια στον Θεό.
Δεν είναι απαραίτητο ένας μαθητής να βρίσκεται μαζί με τον γκουρού για να λάβει τις ευλογίες του. Το πιο σημαντικό είναι να είναι πνευματικά συντονισμένος με τον γκουρού, γιατί η βοήθειά του μεταφέρεται στον μαθητή πρωτίστως μέσω του εσωτερικού πνευματικού επιπέδου παρά μέσω υλικών μέσων. Αν ο μαθητής δεν παραπονιέται, είναι άνευ όρων ευλαβικός προς τον Δάσκαλο και τον αγαπά άνευ όρων και ακολουθεί πιστά τις διδασκαλίες του, η δεκτικότητά του κάνει το έργο του γκουρού ευκολότερο. Ο συντονισμός συνδέει τη βοήθεια του γκουρού με τον ειλικρινή μόχθο του μαθητή, ακόμα κι αν ο γκουρού δεν βρίσκεται πια ενσαρκωμένος στη γη. Ο γκουρού μου, ο Σρι Γιουκτέσβαρτζι, έγραψε: «Το να είμαστε μαζί με τον Γκουρού δεν σημαίνει μόνο το να είμαστε στη φυσική του παρουσία (καθώς αυτό μερικές φορές είναι αδύνατο), αλλά σημαίνει κυρίως να τον κρατάμε στην καρδιά μας και να είμαστε ένα μ’ αυτόν ως προς τις αρχές και να συντονιζόμαστε μ’ αυτόν […] με το να διατηρούμε την εμφάνιση και τις αρετές του πλήρως μέσα στον νου μας, και με το να τις σκεφτόμαστε και με το να ακολουθούμε στοργικά τις οδηγίες του, πειθήνια». (The Holy Science («Η Ιερή Επιστήμη»), που δημοσιεύεται από το Self-Realization Fellowship)
Πολλοί που γεννήθηκαν αιώνες μετά τον Χριστό έχουν αποκτήσει συνειδητοποίηση του Θεού μέσω αφοσίωσης στον Ιησού, τον Καλό Ποιμένα, τον οποίο ακολούθησαν ως τον γκουρού ή σωτήρα τους. Ο Ιησούς είπε: «Τι δε με καλείτε Κύριε, Κύριε, και δεν κάνετε αυτά που λέω?» (κατά Λουκά ΣΤ:46). Το μυστικό των αγίων είναι ότι εφάρμοσαν αυτά που δίδαξε ο Ιησούς και παρέθεσε ως παραδείγματα και με την ολόψυχη αφοσίωσή τους μπόρεσαν να πετύχουν εκστατική εσωτερίκευση, όπως οι ειδήμονες γιόγκι, η οποία είναι αναγκαία για την κοινωνία με τον Χριστό.

– Παραμαχάνσα Γιογκανάντα


Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.