Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Το Charlie «ξεφωνίζει» τους φονιάδες

Τι όπλισε τα χέρια των τζιχαντιστών μετατρέποντας την Πόλη του Φωτός σε πεδίο μάχης – Το ισλαμικό φίδι που μεγάλωνε για χρόνια στον κόρφο της Γαλλίας τη δάγκωσε για τα καλά και τώρα απειλεί να δηλητηριάσει τη δημοκρατία της
Η καύτρα από το τσιγάρο στον παγωμένο αέρα ήταν η μοναδική «ζεστή» νότα από τη σιωπηρή διαδήλωση διαμαρτυρίας έξω από το Γαλλικό Ινστιτούτο στην οδό Σίνα. Η Ελλάδα έστελνε με τον βουβό αυτό τρόπο το δικό της μήνυμα συμπαράστασης -και ίσως να είναι η μόνη φορά που είδαμε σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας εκπροσώπους όλων των κομμάτων- με μια συγκινητική, σχεδόν συνωμοτική αλληλεγγύη, απ’ αυτές που ξέρει να στέλνει η Δύση όταν ξαναβρίσκει τα χαμένα της όπλα: του λόγου, της ελεύθερης έκφρασης, της ανθρωπιάς.
Σε όλες τις πόλεις της Ευρώπης ταυτόχρονα με το Παρίσι υψώθηκαν αυτόματα τα μαύρα πλακάτ με το «Je Suis Charlie» ως ελάχιστα ψήγματα ελπίδας μέσα στο αδιέξοδο του ζόφου, ως μικρές φωτεινές επιγραφές απέναντι σε κίτρινα μάτια λύκων. Οχι, δεν θα υποχωρήσουμε, δεν θα μας κάνουνε να φοβηθούμε, είμαστε όλοι Charlie, οι ζεστές καρδιές θα νικήσουν το παγωμένο μίσος.

Αλλά πώς ακριβώς φτάσαμε ως εδώ; Πώς καταλήξαμε ύστερα από τη δολοφονική επίθεση να μετράμε κι άλλους νεκρούς σε Παρίσι και Νταμαρτέν; Οι δράστες σκοτώθηκαν αλλά ο πόνος για το αίμα των αδικοχαμένων μένει. Και ποια είναι η απάντηση στο αίμα; Σίγουρα τα απλά συνθήματα δεν αρκούν για να δώσουν εξηγήσεις στον παραλογισμό μιας δράκας παραφρόνων τρομοκρατών που μπούκαραν και σκότωσαν τα πιο ελεύθερα μυαλά της γαλλικής σκέψης και της πιάτσας.

Τα τέκνα του Μάη του ’68 που ποτέ δεν συμβιβάστηκαν, οι διάσημοι κομίστες όπως οι Βολίνσκι, Καμπού και Σαρμπ κ.ά., που δεν μπήκαν σε κανένα κόμμα και αρνήθηκαν να γίνουν παράγοντες της περίφημης «Gauche Caviar» (Aριστεράς του χαβιαριού), κείτονταν νεκρά πάνω στα γραφεία τους, δίπλα στα πενάκια και τα μελάνια τους. Μαζί με αυτούς κειτόταν πλέον νεκρή και η ελευθερία της έκφρασης στη Γαλλία, το πιο πολύτιμο ίσως συστατικό μιας χώρας που θεμελίωσε ολόκληρο το οικοδόμημά της σε αυτήν ακριβώς την αρχή.
Γιατί, αν κάτι τροφοδοτούσε τους Γάλλους ήδη από την εποχή του Διαφωτισμού μέχρι σήμερα, ήταν η ρήση του Βολταίρου: «Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπίζομαι μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες». Δεν είχε σημασία αν οι αντιμαχόμενοι ιδεολογικά και πολιτικά σφάζονταν στις σελίδες και στα παράθυρα και αν κάποτε τα παιδιά του Μάη του ’68 πετούσαν τα βγαλμένα κράσπεδα στους υψιπετείς εκφραστές του ancien régime και του Γκολισμού.
Αφήνοντας τις πέτρες, ήξεραν ότι έχουν ένα και μοναδικό όπλο – τη σάτιρα, και σε αυτήν κατέφυγαν με πρωτόγνωρη μανία. Οταν ο Λεσάζ έγραφε αιώνες πριν τον «Ζιλ Μπλας» με πρωταγωνιστή έναν ατίθασο ήρωα, έναν τυχοδιώκτη «αληταρά» που έβριζε με τον δικό του βρώμικο τρόπο το καθεστώς, ήξερε ότι όπλιζε το γαλλικό κοινό με ένα όπλο ισχυρότερο απ’ οποιοδήποτε άλλο.
«Η αγάπη είναι πιο δυνατή από το μίσος» γράφει το πανό των διαδηλωτών στην Place de la Republique κατά της επίθεσης στο «Charlie». Ομως διαψεύστηκαν λίγες ώρες αργότερα όταν άλλοι φανατικοί προκάλεσαν και άλλους νεκρούς σε Παρίσι και Νταμαρτέν
ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ
- Στεφάν Σαρμπονιέ (Charb) διευθυντής σύνταξης
- Ζαν Καμπού (Cabu) σκιτσογράφος
- Ζορζ Βολίνσκι (Wolinski) σκιτσογράφος
- Μπερνάρ Βερλάκ (Tignοus) σκιτσογράφος
- Μπερνάρ Μαρί (Uncle Bernard) συντάκτης
- Μισέλ Ρενό επισκέπτης
- Φρανκ Μπρινσολάρο αστυνομικός
- Αχμέντ Μεραμπέλ αστυνομικός
- Honore σκιτσογράφος
- Μουσταφά Ουράντ διορθωτής
- Φρεντερίκ Μπουασό επιστάτης
Βαδίζοντας επομένως στην παράφορη λογική του Ραμπελέ και του Λεσάζ, οι Γάλλοι δεν υπήρξαν ποτέ λεπτεπίλεπτοι ή φειδωλοί στη σάτιρά τους και στον πολιτικό τους λόγο, παρά χτυπούσαν ανελέητα τα όσια και τα ιερά τα οποία φρόντιζαν να ξεφορτωθούν σε κάθε επαναστατική τους κίνηση στην Ιστορία. Εξ ου και το ότι οι σκιτσογράφοι, οι γελοιογράφοι και οι σατιρικοί σχολιαστές τους ήταν ανέκαθεν πολύ επιδραστικότεροι απ’ οποιον-δήποτε καθεστωτικό πολιτικό αναλυτή.
Η κατεξοχήν σατιρική τους εφημερίδα, η «Canard Enchaine» -που αρνείται τις διαφημίσεις και δεν έπαιξε με κανέναν κομματικό μηχανισμό- δουλεύει με βάση το πανίσχυρο ατίθασο φρόνημα των γελοιογράφων της. Ο Σαρμπ και ο Καμπού που σήμερα είναι νεκροί από τα πυρά των τρομοκρατών ήταν δυο περίοπτα ονόματα της «Canard», το μόνο έντυπο που κατάφερε να ρίξει κυβερνήσεις: χτυπούσε ανελέητα και πάντοτε από τα αριστερά τον Μιτεράν, αποκάλυπτε τα σκάνδαλα του Σαρκοζί και ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να διαθέτει την πιο ανεξάρτητη ομάδα δημοσιογράφων.
Ουσιαστικά επρόκειτο για το δημοσιογραφικό-ιδεολογικό συμπλήρωμα της «Charlie Hebdo». Οπως και η «Canard», έτσι και η «Charlie» εξέφραζε την ίδια παράδοση της πολιτικής σάτιρας, δεν λύγισε σε καμία λογοκρισία και κατάφερε να επιβιώσει παρά τον πολιτικό πόλεμο που της έγινε από παντού.
Οταν επομένως ο νεκρός πλέον Βολίνσκι -ναι, ο νεκρός πλέον Βολίνσκι!- έδινε μάχες με το γκολικό καθεστώς μέσα από το έντυπο που είχε ο ίδιος συστήσει μαζί με την παρέα του των ανένταχτων και παρανοϊκών δημιουργών, ήξερε ότι η ζωή του δεν θα είναι ποτέ εύκολη (αλλά όχι και ότι θα θυσιαστεί για τις ιδέες του). Ειδικά από τότε που αναγκάστηκε να κλείσει το «Hara-Kiri» και άνοιξε το διάδοχό του με τον εξίσου εμβληματικό και αναιδή τίτλο «Charlie Mensuel» (Μηνιαίο Charlie) και κατόπιν σε «Charlie Hebdo» (Εβδομαδιαίο Charlie) ως ειρωνικό φόρο τιμής στον Σαρλ ντε Γκολ. Ο θάνατος του Ντε Γκολ ανάγκασε το έντυπο να κλείσει, ο θάνατος του Ντε Γκολ το έκανε να αναστηθεί.
Το πολέμησαν όλοι
Δεν ήταν ωστόσο μόνο η Δεξιά που πολέμησε με μανία τα βέβηλα εξώφυλλα του αναρχικού ως προς τη σκέψη «Charlie Hebdo» – ο Ζακ Σιράκ είχε κάποτε δηλώσει ότι θέτει σε κίνδυνο τη ζωή των Γάλλων, ενώ ο τότε υπουργός του Εξωτερικών Λοράν Φαμπιούς είχε ζητήσει συγγνώμη από τους Αιγύπτιους για την ασέβειά του. Ο ίδιος ο Ντανιέλ Κον Μπετίτ είχε αποκαλέσει τους συντάκτες του «τρελούς μαζοχιστές», ενώ ο αρχηγός του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος Ολιβιέ Μπεζανσενό κατηγορούσε τα εξώφυλλά του γιατί δεν σέβονταν τα σύμβολα της όποιας θρησκείας.
Και η αλήθεια είναι ότι οι σκιτσογράφοι του δεν έδειξαν να είναι ανελέητοι μόνο με τους εκφραστές του Ισλάμ, αλλά και με τους καθολικούς, παρουσιάζοντας τον Ιησού ως πρωταγωνιστή σεξουαλικών οργίων. Τις Αγιες Μέρες φρόντιζαν πάντα να προκαλούν τον Πάπα, ενώ «επιστράτευαν» οποιονδήποτε αιρετικό μπορούσε να σταθεί στον «ανίερο» αγώνα τους.
Και αυτός είχε βρει πολλούς συνοδοιπόρους: διόλου τυχαία το τελευταίο τεύχος πριν από το χτύπημα φιλοξενούσε στο εξώφυλλό του τον πλέον αντικομφορμιστή συγγραφέα της Γαλλίας -και πλέον ταλαντούχο θα προσθέταμε εμείς- Μισέλ Ουελμπέκ. Το νέο του μυθιστόρημα που μόλις κυκλοφόρησε πραγματεύεται τη νίκη ενός μουσουλμάνου, ο οποίος κερδίζει τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία το 2022. Αυτές οι αντιμουσουλμανικές θέσεις του προφανώς έδωσαν το πρώτο υλικό στο «Charlie Hebdo» και στόλισαν και το θέμα του εξωφύλλου.
Παρότι όμως ο Ουελμπέκ τα έχει βάλει με όλο σχεδόν το καθεστώς στη Γαλλία, κανείς μέχρι τώρα δεν καταφέρθηκε εναντίον του, ίσως επειδή οι καταδίκες κατά της ελευθερίας του λόγου στη Γαλλία είναι σχεδόν ανήκουστες. Και φυσικά σε μια χώρα που εχθρεύεται τα πάσης φύσεως ιερά σύμβολα, είναι σχεδόν αδιανόητη η κατηγορία για «βλασφημία» – κάτι που είδαμε να συμβαίνει κατά κόρον στην Ελλάδα (πρόσφατη είναι η καταδίκη του «Παστίτσιου», μια πρωτότυπη έκφραση σάτιρας που είχε υπερασπιστεί στο παρελθόν και το «Πρώτο Θέμα»).
Οι Γάλλοι υπήρξαν πρωτεργάτες σε μάχες για την ελευθερία του Τύπου κερδίζοντάς τις πολλές φορές ακόμα και για χάρη της Ελλάδας, ειδικά την περίοδο της Χούντας, και είναι φυσικά οι ίδιοι αυτοί που κρατάνε τα σκήπτρα της ανεξάρτητης έκφρασης στο μέλλον. Ειδικά σε ό,τι αφορά τα σύμβολα του θρησκευτικού φανατισμού, οι Γάλλοι παραμένουν ανένδοτοι: γνωστή η τότε υπόθεση της καταδίκης της μαντίλας στην οποία ορθώς επέμεναν παρά τις πιέσεις των ισλαμιστών.
Σάμπως να έβλεπαν τη λαίλαπα του φανατισμού να απειλεί τη χώρα και να υπογραμμίζει με τρόπο ύπουλο κάθε ογκούμενη σκιά. Οι μίσθαρνοι των ιμάμηδων έκαναν τότε λόγο για λογοκρισία και το ριζοσπαστικό κοινό της Γαλλίας παρακολουθούσε με αμηχανία τη μάχη μιας χώρας να κρατήσει τα αγαθά της εκκοσμίκευσης ενάντια στον ολοένα και διογκούμενο θρησκευτικό φανατισμό. Η πολυπολιτισμικότητα, οι ελεύθερες αντιλήψεις στοχαστών, όπως ο Φουκώ και ο Ντελέζ, δεν ήταν ικανές να απαντήσουν στη διαρκή σύγκρουση ανάμεσα στα οργισμένα παιδιά των προαστίων που κατέβαιναν τα βράδια στο κέντρο και απειλούσαν ανθρώπινες ζωές στο όνομα του Μωάμεθ, της φτώχειας και γενικώς απέναντι σε οτιδήποτε έβλεπαν ως αίτιο της μαύρης τους της μοίρας.
Ταινίες όπως το «Μίσος» του Ματιέ Κασοβίτς πραγματεύονταν με επιτυχία αυτό το θέμα και όλοι ήξεραν ότι οι συμμορίες που συγκροτούνται από τα φτωχά παιδιά, τα οποία μεγάλωσαν από μικρά καταδικασμένα στα εξαθλιωμένα προάστια χωρίς ελπίδα και δίχως ζωή, είναι ικανές για τα πάντα. Οταν, για παράδειγμα, άλλος ένας περιβόητος «φιλόσοφος» της «Αριστεράς του χαβιαριού» και διάσημος τηλεαστέρας, ο Μπερνάρ Λεβί, (οι θεωρητικές συζητήσεις του είναι εξαιρετικά δημοφιλείς στη γαλλική τηλεόραση) ζητωκραύγαζε για την επέμβαση των Γάλλων ένστολων στο Μάλι, ήξερε ότι ταΐζει το γαλλοϊσλαμικό φίδι που μεγάλωνε για χρόνια απειλητικά στον κόρφο του. Επίσης, καθόλου τυχαία οι Γάλλοι τζιχαντιστές-εκφραστές της Αλ Κάιντα δεν είναι μεγαλωμένοι σε μια απομακρυσμένη χώρα, αλλά στην ίδια την πολιτισμένη Γαλλία.
Τα πολλαπλά αδιέξοδα της Γαλλίας
Για όλα αυτά προβληματίζονται σήμερα οι Γάλλοι που ξέρουν ότι τα φονικά σε Παρίσι και Νταμαρτέν ήταν η βόμβα που έσκασε σε ένα ήδη έκρυθμο περιβάλλον. Ουσιαστικά ήταν η αιματηρή απόδειξη των πολλαπλών αδιεξόδων που μαστίζουν τη χώρα: ανεργία, κρίση των αξιών, οικονομικό τέλμα, θρησκευτικός φανατισμός. Και φυσικά αύξηση των ακραίων ισλαμιστών -τζιχαντιστές, ουαχαμπιστές κ.λπ.- που φαίνονται να κυριαρχούν πλέον σε ολόκληρο τον κόσμο, από την Τουρκία έως τη Συρία και από την καρδιά της Ευρώπης μέχρι το πολυπολιτισμικό Λονδίνο.
«Η επίθεση θα πολλαπλασιάσει την ισλαμοφοβία στη Γαλλία», σχολίαζε σχετικά ο πολιτικός αναλυτής και ειδικός σε θέματα Μέσης Ανατολής, Ολιβιέ Ρουά. Δεν είναι τυχαίο ότι το βιβλίο του γνωστού δημοσιογράφου Ερίκ Ζεμούρ «Le suicide francais» (Η γαλλική αυτοκτονία), που υποστήριζε ότι οι μουσουλμάνοι μετανάστες απειλούν το εκκοσμικευμένο οικοδόμημα της Γαλλίας, ήταν το απόλυτο μπεστ σέλερ για το 2014. Η μόνη που μπορεί πλέον να τρίβει τα χέρια της και να χαμογελά θριαμβευτικά είναι η κόρη του Λεπέν, Μαρίν, με το βασικότερο σύνθημά της στις προηγούμενες εκλογές να είναι «Πολεμήστε τον ισλαμικό φανατισμό».
Βέβαια, παρότι ακόμη και η ακροδεξιά Λεπέν ήταν προσεκτική στις δηλώσεις της ώστε να διαχωρίσει τους μουσουλμάνους Γάλλους υπήκοους από εκείνους που «δολοφονούν στο όνομα του Ισλάμ», ο πατέρας της Ζαν-Μαρί Λεπέν δεν εφείσθη λόγων επιμένοντας πως «όποιος νομίζει ότι μπορεί ο ισλαμικός ριζοσπαστισμός να διαχωριστεί από τη μετανάστευση στη Γαλλία ζει σε άλλον πλανήτη».
Ισλαμικός φανατισμός και μετανάστες
Ωστόσο, οι γαλλικές εφημερίδες, στο σύνολό τους πολύ ευαίσθητες όσον αφορά στο θέμα του εννοιολογικού προσδιορισμού, απέφυγαν να συνδέσουν τον ισλαμικό φανατισμό με το θέμα της μετανάστευσης. «Η απάντησή μας δεν θα είναι το μίσος και ο φανατισμός», έγραφε ακόμη και η δεξιά «Figaro», ξέροντας ίσως ότι δεν ωφελεί να ρίξει κι άλλο λάδι στην ήδη αναμμένη πυρά αλλά το κακό είχε γίνει. Ο κόσμος που βγήκε στους δρόμους δεν είναι σίγουρο ότι δεν θα διαλέξει τον φανατισμό αντί για τη δημιουργική αντίσταση σε ό,τι φιμώνει τη χώρα.
Η Γαλλία έχει άλλες προτεραιότητες και άλλα προβλήματα να λύσει, τρομαγμένη ίσως ακόμη από την παράλογη θρησκευτική βία που βούτηξε τόσους ανθρώπους στο αίμα – κατά τραγική ειρωνεία ακόμη κι έναν μουσουλμάνο αστυνομικό. Τα λαμπερά φωτάκια του Πύργου του Αϊφελ έχουν σβήσει προσώρας στο Παρίσι και οι τουρίστες μένουν να αγναντεύουν αμήχανα τους πενθούντες Γάλλους, αλλά στο ασυνείδητο των πολιτών η χώρα αυτή έχει φτιαχτεί για να ηγεμονεύει.
Κανένας Γάλλος δεν ασπάστηκε ποτέ πραγματικά την ήττα, ούτε τα ακραία μέτρα οποιασδήποτε μορφής. Δεν είναι τυχαίο ότι στο κεντρικό της κείμενο η «Monde Diplomatique» επέμενε ότι τα «αντιτρομοκρατικά μέτρα», ορισμένα από τα οποία έχουν επιλεγεί προκειμένου να δημιουργήσουν ένα ακόμη «δόγμα του σοκ», δεν έχουν θέση σε αυτή τη χώρα – ίσως γιατί ο Γάλλος ακόμη και την πιο ζοφερή ώρα θα ξορκίσει το κακό με ένα ποτήρι κρασί ή μια όμορφη βόλτα στην Πον Νεφ.
Μπορεί ο θάνατος να πάγωσε την Πόλη του Φωτός και τα χαμόγελα στα πρόσωπα των κατοίκων της, αλλά ποτέ δεν θα καταφέρει να ριζώσει στην καρδιά τους τον φανατισμό.
Εξάλλου, οι ίδιοι ξέρουν καλά ότι εκεί που οι άλλοι έχουν τον νόμο της σαρία, τη μισαλλοδοξία, τα τσαντόρ και τον φετβά, αυτοί θα έχουν τον Μπαλζάκ, τον Μπρασένς, τη σάτιρα και το χιούμορ. Ακόμη κι όταν βρέθηκαν υπό πολιορκία σε ακραίες ιστορικές καταστάσεις, όπως την περίφημη Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου, δεν έχασαν την ικανότητά τους να σκέφτονται.
Το καλό θα νικήσει και κανένας τρελός τζιχαντιστής δεν είναι ικανός να κλείσει τα στόματα των Γάλλων, των εκφραστών της δικαιοσύνης, της ελευθερίας του λόγου, που ξέρουν να πιάνουν τις πένες αντί για τα μαστίγια και τα όπλα. Οπως έγραφε το επίμαχο φύλλο του «Charlie Hebdo», εκείνο το τελευταίο που κρατούσε ο αδικοχαμένος διευθυντής σύνταξης Στεφάν Σαρμπονιέ, «100 βουρδουλιές αν δεν πεθάνετε από τα γέλια!».
@Τίνα Μανδηλαρά 01/2015


ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.