Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Ο Νίτσε, Ο Καζαντζάκης Και Η Θρησκεία

Λιονταρίσια η τροφή που με τάισε ο Νίτσε στην πιο κρίσιμη, την πιο πεινασμένη στιγμή της νιότης. Θράσεψα, δεν μπορούσα πια να χωρέσω στο σημερινό άνθρωπο, όπως εκατάντησε, μήτε στο Χριστό, όπως τον κατάντησαν. Α! φώναζα αγαναχτισμένος, η παμπόνηρη θρησκεία που μετατοπίζει τις αμοιβές και τιμωρίες σε μελλούμενη ζωή, για να παρηγορήσει τους σκλάβους, τους κιότηδες, τους αδικημένους, και να μπορέσουν να βαστάξουν αγόγγυστα τη σίγουρη ετούτη επίγεια ζωή και να σκύβουν υπομονετικά το σβέρκο στους αφεντάδες! Τι οβραίικη Αγία Τράπεζα η θρησκεία ετούτη, που δίνεις μια πεντάρα στην επίγεια ζωή κι εισπράττεις αθάνατα εκατομμύρια στην άλλη! Τι απλοϊκότητα, τι πονηριά, τι τοκογλυφία! Όχι, δεν μπορεί να ‘ναι λεύτερος που ελπίζει Παράδεισο ή που φοβάται την Κόλαση. Ντροπή πια να μεθούμε στις ταβέρνες της ελπίδας! Ή κάτω στα υπόγεια του φόβου. Πόσα χρόνια και δεν το ‘χα καταλάβει, κι έπρεπε να ‘ρθει ο άγριος ετούτος προφήτης να μου ανοίξει τα μάτια! […]

Ο Νίτσε μ'έμαθε να δυσπιστώ σε κάθε αισιόδοξη θεωρία. ήξερα πως η θηλυκιά καρδιά του ανθρώπου έχει ανάγκη πάντα από παρηγοριά, κι ο νους, ο τετραπέρατος σοφιστής, είναι πάντα έτοιμος να την εξυπηρετήσει. Κάθε θρησκεία που υπόσχεται στον άνθρωπο ό,τι αυτός επιθυμεί άρχισε να μου φαίνεται καταφύγι για τους φοβητσιάρηδες, ανάξιο του αληθινού αντρός. Είναι ο δρόμος του Χριστού, έλεγα αυτός που φέρνει στη λευτέρωση του ανθρώπου; Η μπας κι είναι ένα καλά οργανωμένο παραμύθι, που υπόσχεται τον Παράδεισο και την αθανασία, έξυπνα πολύ, με τέχνη πολλή, ποτέ ο πιστός να μην μπορέσει να μάθει αν δεν είναι ο Παράδεισος ετούτος αντικαθρέφτισμός της δίψας μας, γιατί μονάχα μετά το θάνατο μπορείς να το κρίνεις. και κανένας δε γύρισε μήτε θα γυρίσει από τον Άδη να μας το πει. [...]

Κι άξαφνα η Εκκλησία του Χριστού, όπως την κατάντησαν οι ρασοφόροι, μου φάνταξε μια μάντρα, όπου μερόνυχτα βελάζουν, ακουμπώντας το ένα στο άλλο, χιλιάδες πρόβατα κυριεμένα από πανικό κι απλώνουν το λαιμό κι αγλείφουν το χέρι και το μαχαίρι που τα σφάζει. Κι άλλα τρέμουν γιατί φοβούνται πως θα σουβλίζουνται αιώνια στις φλόγες, κι άλλα βιάζουνται να σφαχτούν για να βόσκουν στους αιώνες των αιώνων σε αθάνατο ανοιξιάτικο χορτάρι.[…]

Ακούστηκε άραγε απάνω στη γης μια φωνή τόσο περήφανη, που να καταφρόνεσε την ελπίδα; Κι αυτός ακόμα ο Νίτσε τρόμαξε μια στιγμή, ατέλειωτο μαρτύριο του φάνταζε ο Αιώνιος Γυρισμός, κι έπλασε με την τρομάρα του μια μεγάλη ελπίδα, ένα μελλούμενο σωτήρα, τον Υπεράνθρωπο. Άλλος Παραδεισος κι αυτός, άλλος αντικαθρεφτισμός, να ξεγελάει τον κακόμοιρο τον άνθρωπο να μπορέσει να βαστάξει τη ζωή και το θάνατο. KAZANTZAKHΣ

Λιονταρίσια η τροφή που με τάισε ο Νίτσε στην πιο κρίσιμη, την πιο πεινασμένη στιγμή της νιότης. Θράσεψα, δεν μπορούσα πια να χωρέσω στο σημερινό άνθρωπο, όπως εκατάντησε, μήτε στο Χριστό, όπως τον κατάντησαν. Α! φώναζα αγαναχτισμένος, η παμπόνηρη θρησκεία που μετατοπίζει τις αμοιβές και τιμωρίες σε μελλούμενη ζωή, για να παρηγορήσει τους σκλάβους, τους κιότηδες, τους αδικημένους, και να μπορέσουν να βαστάξουν αγόγγυστα τη σίγουρη ετούτη επίγεια ζωή και να σκύβουν υπομονετικά το σβέρκο στους αφεντάδες! Τι οβραίικη Αγία Τράπεζα η θρησκεία ετούτη, που δίνεις μια πεντάρα στην επίγεια ζωή κι εισπράττεις αθάνατα εκατομμύρια στην άλλη! Τι απλοϊκότητα, τι πονηριά, τι τοκογλυφία! Όχι, δεν μπορεί να ‘ναι λεύτερος που ελπίζει Παράδεισο ή που φοβάται την Κόλαση. Ντροπή πια να μεθούμε στις ταβέρνες της ελπίδας! Ή κάτω στα υπόγεια του φόβου. Πόσα χρόνια και δεν το ‘χα καταλάβει, κι έπρεπε να ‘ρθει ο άγριος ετούτος προφήτης να μου ανοίξει τα μάτια! […]


Ο Νίτσε μ'έμαθε να δυσπιστώ σε κάθε αισιόδοξη θεωρία. ήξερα πως η θηλυκιά καρδιά του ανθρώπου έχει ανάγκη πάντα από παρηγοριά, κι ο νους, ο τετραπέρατος σοφιστής, είναι πάντα έτοιμος να την εξυπηρετήσει. Κάθε θρησκεία που υπόσχεται στον άνθρωπο ό,τι αυτός επιθυμεί άρχισε να μου φαίνεται καταφύγι για τους φοβητσιάρηδες, ανάξιο του αληθινού αντρός. Είναι ο δρόμος του Χριστού, έλεγα αυτός που φέρνει στη λευτέρωση του ανθρώπου; Η μπας κι είναι ένα καλά οργανωμένο παραμύθι, που υπόσχεται τον Παράδεισο και την αθανασία, έξυπνα πολύ, με τέχνη πολλή, ποτέ ο πιστός να μην μπορέσει να μάθει αν δεν είναι ο Παράδεισος ετούτος αντικαθρέφτισμός της δίψας μας, γιατί μονάχα μετά το θάνατο μπορείς να το κρίνεις. και κανένας δε γύρισε μήτε θα γυρίσει από τον Άδη να μας το πει. [...]

Κι άξαφνα η Εκκλησία του Χριστού, όπως την κατάντησαν οι ρασοφόροι, μου φάνταξε μια μάντρα, όπου μερόνυχτα βελάζουν, ακουμπώντας το ένα στο άλλο, χιλιάδες πρόβατα κυριεμένα από πανικό κι απλώνουν το λαιμό κι αγλείφουν το χέρι και το μαχαίρι που τα σφάζει. Κι άλλα τρέμουν γιατί φοβούνται πως θα σουβλίζουνται αιώνια στις φλόγες, κι άλλα βιάζουνται να σφαχτούν για να βόσκουν στους αιώνες των αιώνων σε αθάνατο ανοιξιάτικο χορτάρι.[…]

Ακούστηκε άραγε απάνω στη γης μια φωνή τόσο περήφανη, που να καταφρόνεσε την ελπίδα; Κι αυτός ακόμα ο Νίτσε τρόμαξε μια στιγμή, ατέλειωτο μαρτύριο του φάνταζε ο Αιώνιος Γυρισμός, κι έπλασε με την τρομάρα του μια μεγάλη ελπίδα, ένα μελλούμενο σωτήρα, τον Υπεράνθρωπο. Άλλος Παραδεισος κι αυτός, άλλος αντικαθρεφτισμός, να ξεγελάει τον κακόμοιρο τον άνθρωπο να μπορέσει να βαστάξει τη ζωή και το θάνατο. 


KAZANTZAKHΣ

Kate Kos

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδη Η Ανθρωπινη Ιστορια Δεν Εχει Ειπωθει Ποτε.....Ειπαμε κι εμεις να βαλουμε το χερακι μας!

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.